Tα Θεσμοφόρια είναι πιθανώς ο γνωστότερος και ευρύτατα διαδεδομένος εορτασμός του ελληνικού κόσμου[1] και σχετιζόταν με τη θεά Δήμητρα, η οποία -σύμφωνα με τον μύθο- δίδαξε στους ανθρώπους τη γεωργία και τους πρώτους θεσμούς του πολιτισμού. Ο εορτασμός πήρε το όνομά του από το προσωνύμιο της θεάς «Θεσμοφόρος».
Εορταζόταν επί 3 ημέρες στην περίοδο σποράς των σιτηρών και σύμφωνα με το αττικό ημερολόγιο, αυτές οι 3 ημέρες ήταν η 11η, η 12η και η 13η ημέρα -Άναδος, Νηστεία και Καλλιγένεια[2]- Kaligeneia του Πυανεψιώνα πιθανά (Οκτώβριο ή Νοέμβριο)[3]. Ως θεσμοφόρος η θεά συνδέεται με τον γάμο[4]. Αποκλειστικά γυναικεία γιορτή, τα Θεσμοφόρια αποτελούν προβολή των μαγικών τελετουργιών μιας πρώιμης πολιτισμικής μητριαρχικής φάσης, που εισχώρησαν φυσικά και αβίαστα στην Ελλάδα των ιστορικών χρόνων. Ουσιαστικά ανόθευτα από την επίδραση του Δωδεκάθεου, διατήρησαν σχεδόν ανέπαφη την πρωτόγονη αγνότητά τους παρά το πέρασμα των αιώνων. Στην εξέλιξή τους μπολιάστηκαν με την αναζωογονητική θρησκευτική ορμή του Διόνυσου και του Ορφέα και τελικά μετουσιώθηκαν στη σημαντικότερη μυστηριακή τελετουργία της αρχαιότητας, τα Μυστήρια της Ελευσίνας. Στο ιερό της Δήμητρας στην αρχαία πόλη Καύνο, μία από τις πόλεις της Καρίας στις οποίες χρησιμοποιήθηκε η αιγυπτιακή θρησκευτική εικονογραφία, το ζευγάρι Ίσις-Όσιρις ταυτίστηκε με το ζεύγος Δήμητρα–Διόνυσος και βρέθηκαν πολλά οστά θυσιασμένων χοίρων. Επίσης, ανακαλύφθηκαν ειδώλια από τερακότα που απεικονίζουν γυναίκες που φέρνουν χοίρους στο ιερό[5].
Thesmo2Η εποχή της σποράς είναι από τις σημαντικότερες του αγροτικού έτους. Είναι φυσικό, λοιπόν, να περιβληθεί από πολύ νωρίς με ιδιαίτερες πρακτικές, προκειμένου να εξασφαλιστεί η σοδειά από την οποία εξαρτάται απόλυτα η επιβίωση του ανθρώπινου γένους. Τα Θεσμοφόρια, που στους ύστερους χρόνους εκλογικεύτηκαν ως «ευχαριστήρια προσφορά» στη Δήμητρα (κατά τον σχολιαστή των Εταιρικών Διαλόγων II του Λουκιανού), ήταν στη γέννησή τους μια σειρά μαγικών τελετών με στόχο την αφύπνιση και διέγερση των γονιμοποιών δυνάμεων της Μητέρας Γης[6]. Καθώς η γυναίκα είναι εκείνη που φέρνει μέσα της το μυστηριακό δώρο της ζωής κι από τη γονιμότητά της εξαρτάται η συνέχεια της φυλής, σε εκείνην έγκειται το αποκλειστικό προνόμιο, καθήκον και ευθύνη, να τελέσει την ανάλογη τελετουργία.
Σιγή και Ελευθερία
Οι πληροφορίες που έχουμε σήμερα για τα Θεσμοφόρια (όπως και για τις περισσότερες σημαντικές γιορτές της αρχαιότητας) είναι ελάχιστες και αποσπασματικές, εξαιτίας της μυστικότητας που ήταν απαραίτητο να τηρείται από τους συμμετέχοντες. Παρασυρμένοι από την ιδέα πως οι Έλληνες ήταν λάτρεις της λογικής και της ελευθερίας, παρερμηνεύουμε συχνά την ελευθερία και τη δύναμη της καθάριας σκέψης τους, προσδίδοντας στον αρχαιοελληνικό πολιτισμό υπερβολικά σύγχρονο θετικισμό. Μόλις, όμως, θελήσουμε να μελετήσουμε τις εσώτερες όψεις της θρησκείας τους, διαπιστώνουμε με έκπληξη πως τα τρανότερα πνεύματα της φυλής, όπως ο Πλάτωνας, ή ακόμη και (ας μου επιτραπεί η έκφραση) τα «ανατρεπτικά στοιχεία» σαν τον Αριστοφάνη και τον Λουκιανό, τηρούν σε αυτά τα θέματα μια ακατανόητη, σχεδόν δεισιδαιμονική για την ορθολογιστική αντίληψη, σιγή. Κι αυτό επειδή η σοφία των Ελλήνων αναγνώριζε πως η ουσία της θρησκευτικής εμπειρίας είναι το βίωμα, που ριζώνει σαν τον σπόρο στη ψυχή, ακατανόητο στη βαθύτητα και την πολυπλοκότητά του από τη λογική σκέψη αλλά και ευάλωτο στους αδέξιους χειρισμούς της σαν τρυφερό νεαρό βλαστάρι. Η ωριμότητα της στάσης τους φανερώνεται από την απουσία δόγματος, γεγονός που επέτρεπε στον κάθε άνθρωπο να καρπώνεται ελεύθερα, δίχως νοητικούς περιορισμούς, από τα τελούμενα όσα και ό,τι του επέτρεπε η συνειδησιακή του ανάπτυξη. Η σιγή των Μυστηρίων δεν ήταν δέσμευση αλλά ελευθερία. Κι αυτή είναι η πιο ουσιαστική έκφραση ελευθερίας, εκεί ακριβώς όπου η ελευθερία είναι ουσιαστική.
Η τρομακτική βαρύτητα της σιωπής συμβαδίζει με το αόρατο. Οι μυθικές δυνάμεις που επιτίθενται στη σιωπή είναι αόρατες. Η σιωπή είναι μια πιο σύνθετη κατάσταση από την απουσία λέξεων. Αρχικά είναι κατάσταση, τρόπος συμπεριφοράς. Η σιωπή, όπως φαίνεται, συνεπάγεται απώλεια του σώματος, εξαφάνιση. Η συσχέτιση σιωπής και σκοταδιού και, αντιστρόφως του λόγου και του φωτός υποδηλώνει έναν συναισθητικό τρόπο αντίληψης που επηρεάζει πολλούς τομείς του ελληνικού πολιτισμού, όπως η τελετουργική συμπεριφορά και η ίδια η έννοια της ποίησης. Οι ποιητές φέρνουν στο φως πράξεις που κινδυνεύουν να ταφούν στη νύχτα της σιωπής. Οι υποψήφιοι για μύηση σιωπούν και η επαναλαμβανόμενη συσχέτιση μεταξύ του ανείπωτου και του αόρατου έχει σημαντικές συνέπειες για τη σκηνή της σιωπής στο θέατρο του κόσμου, εκεί που οι χαρακτήρες που μιλούν, κατευθύνουν το όραμα της σιωπής[7].
Ας μην ξεχνάμε εδώ ότι η σιγή συνδέεται με μια θηλυκή μορφή τη Δήμητρα και οι γυναίκες στην αρχαία Ελλάδα υποχρεούνταν σε σιγή. Ήδη στον Όμηρο, οι γυναίκες δεν έχουν την ικανότητα (ή το δικαίωμα;) να επιτίθενται, με τη σπάνια εξαίρεση των θεαινών[8]. Επιπλέον, παρόλο που οι γυναίκες δεν απαιτούν ποτέ σιωπή, οι ίδιες μπορεί να φιμώνονται βάναυσα, όπως συμβαίνει με την Ελένη, την Ευρύκλεια ή την Πηνελόπη[9]. Ακόμη και η θεά Ήρα υφίσταται τον εξευτελισμό της εντολής να καθίσει σιωπηλή[10]. Ωστόσο, η υποχρεωτική σιγή του θηλυκού, στρέφει τη δύναμη της σιωπής στο επίπεδο της ψυχής, κάτι που πάντα θα πρέπει να θυμάται η πατριαρχία, όταν εκδηλώνονται οι ψυχικές δυνάμεις της μητριαρχίας.
Μητριαρχικές Μνήμες
Ανασυνθέτοντας σήμερα τις αποσπασματικές πληροφορίες που παρέχουν κάποια αρχαία κείμενα μπορούμε, ωστόσο, να σχηματίσουμε μια γενική εικόνα για τη μεγάλη αυτή γιορτή της σποράς. Ξέρουμε ότι τα Θεσμοφόρια τελούνταν το φθινόπωρο σε πολλές ελληνικές πόλεις και ότι ήταν αποκλειστικά γυναικεία υπόθεση. Αρχικά αυτό φαίνεται λίγο παράξενο, για έναν πολιτισμό όπου υπήρχαν ιερείς όσο και ιέρειες και που στις περισσότερες γιορτές, όπως και στα Μυστήρια, τα δυο φύλα συμμετείχαν εξίσου. Δεδομένης μάλιστα της μάλλον υποβαθμισμένης θέσης που είχε η γυναίκα σε πόλεις όπως η αρχαία Αθήνα, ο ολοκληρωτικός αποκλεισμός των αντρών φαντάζει μάλλον παράδοξος. Όπως, αναφέραμε, τα Θεσμοφόρια έχουν τη ρίζα τους στη μητριαρχική περίοδο του ελληνικού πολιτισμού, τότε που το μυστήριο της νέας ζωής έμοιαζε να αφορά αποκλειστικά και μόνο τη γυναίκα. Σχετικά με την πανάρχαια καταγωγή των Θεσμοφορίων συνηγορεί και ο Ηρόδοτος: «Όσον αφορά τη γιορτή της Δήμητρας, που οι Έλληνες ονομάζουν Θεσμοφόρια, οφείλω να τηρήσω σιγή, εκτός από αυτά που είναι γνωστά σε όλους. Οι κόρες του Δαναού εισήγαγαν τούτη την τελετή από την Αίγυπτο και τη δίδαξαν στις γυναίκες των Πελασγών. Όμως, μετά την αναταραχή σε ολόκληρη την Πελοπόννησο από τους Δωριείς, η τελετή έσβησε τελείως. Τη διατήρησαν μόνο οι Πελοποννήσιοι που έμειναν και οι Αρκάδες που δεν άφησαν τις εστίες τους»[11]. Παραδόξως, ο πατέρας της ιστορίας δεν αναφέρει τους Αθηναίους, που έμειναν ανέγγιχτοι από την εισβολή και διατήρησαν τις παραδόσεις τους. Είναι ενδιαφέρον να σημειωθεί εδώ ότι ο Πλούταρχος κάνει έναν ενδιαφέροντα παραλληλισμό των Θεσμοφορίων με τη λατρεία της Ίσιδας στην Αίγυπτο[12].
Στη μητριαρχική κοινωνία, όπως και στη λατρεία των μεγάλων θεαινών που απαρτίζουν το δίπτυχο Μητέρας-Κόρης, το οποίο εξελίχθηκε αργότερα στο δίπτυχο Δήμητρας-Περσεφόνης, ο πατέρας παίζει δευτερεύοντα ρόλο. Το παιδί «ανήκει» στη μητέρα του, σε εκείνη που όχι μόνο το φέρει μέσα της εννιά μυστηριώδεις μήνες, αλλά και που προκειμένου να φέρει στο φως τη νέα ζωή δρασκελίζει, με κίνδυνο της ζωής της, το κατώφλι του θανάτου. Από Κόρη γίνεται Μητέρα και κατά τη μετάβαση προσεγγίζει τη ζοφερή επικράτεια του Κάτω Κόσμου. Μυούμενη στο μυστήριο της ζωής, μυείται ταυτόχρονα και στο μυστήριο του θανάτου, όπως κανένας άντρας δεν μπορεί. Από τη φύση του το Μυστήριο αυτό τού είναι «απαγορευμένο». Καθώς το μέλλον της φυλής εξαρτάται από τη γυναίκα, η γραμμή διαδοχής και η κοινωνική θέση του παιδιού στη μητριαρχική κοινωνία εξαρτώνται από τη μητέρα.
Ξέρουμε, επίσης, ότι στα πρώτα στάδια του πολιτισμού ήδη από την Μεσολιθική Εποχή, η γυναίκα είναι η κυρία του οίκου και θαβόταν κάτω από το πάτωμα της οικίας[13] η γυναίκα είναι εκείνη που πρώτη ασχολήθηκε με την καλλιέργεια της γης, κάνοντάς την με τη φροντίδα της να καρπίζει. Μοιάζει σαν η ιδιότητά της ως μητέρα να μεταβιβάζεται στη γη και να την καθιστά κι εκείνη μια γόνιμη μητέρα. Όμως, η σύνδεση της γυναίκας με τη γη δεν περιορίζεται απλά στην ανάδυση της νέας ζωής. Μοιραία επεκτείνεται και στη τρομερή υποχθόνια χώρα του θανάτου, καθώς στη νοτερή αγκαλιά της γης εναποθέτουν οι ζωντανοί τους νεκρούς συγγενείς τους. Μόνο εκείνη που κατέβηκε μέχρι εκεί ως Κόρη κι αναδύθηκε ζωντανή Μητέρα κατέχει τη γνώση και τη δύναμη να μεταβάλλει το άγονο βασίλειο των σκιών σε γόνιμη επικράτεια του Πλούτου. Για αυτό και τα Θεσμοφόρια, γιορτή που γινόταν περισσότερο για να προκαλέσει τη διέγερση των γονιμοποιών δυνάμεων της γης παρά για να αποδοθούν «ευχαριστίες στη Δήμητρα», φαίνεται πως αρχικά μάλλον αφορούσαν αποκλειστικά τις παντρεμένες γυναίκες και μόνον αρκετά αργότερα διευρύνθηκαν για να συμπεριλάβουν όλες τις γυναίκες. Στα έθιμα της μητριαρχικής εποχής φαίνεται ότι ανάγεται και το συνήθειο να πληρώνουν οι άντρες τα έξοδα της συμμετοχής των συζύγων τους στα Θεσμοφόρια. Με τον πατριαρχικό θεσμό του γάμου, ο άνδρας παραβίαζε τις παλιές μητριαρχικές συνήθειες. Έπρεπε, λοιπόν, να συμφιλιωθεί με την κοινότητα, πληρώνοντας τα έξοδα των Θεσμοφορίων[14].
Η κύρια πηγή για τις τελετουργίες των Θεσμοφορίων προέρχεται από ένα σχόλιο για τους Εταιρικούς Διαλόγους του Λουκιανού[15]. Μια δεύτερη σημαντική πηγή είναι το έργο του Αριστοφάνη Θεσμοφοριάζουσαι[16], ωστόσο, η απεικόνιση του εορτασμού από τον Αριστοφάνη αναμειγνύει αυθεντικά στοιχεία των Θεσμοφορίων με στοιχεία από άλλες ελληνικές θρησκευτικές πρακτικές, ιδιαίτερα τη λατρεία του Διόνυσου. Πόσο σημαντικά θεωρούσαν τα Θεσμοφόρια για την ευημερία της πόλης, άνδρες-γυναίκες, φαίνεται κι από το παρακάτω περιστατικό. Κάποτε, κουρασμένος από τα προχωρημένα του γεράματα, ο Δημόκριτος από τα Άβδηρα, αποφάσισε να δώσει τέλος στη ζωή του αρνούμενος να φάει. Οι γυναίκες του σπιτιού, όμως, τον παρακάλεσαν να ζήσει ώσπου να τελειώσουν τα Θεσμοφόρια, προκειμένου να πάρουν μέρος στη γιορτή. Υπάκουσε και έμεινε ζωντανός, τρώγοντας μέλι[17]. Και αυτό γιατί το μίασμα του θανάτου και του γάμου απέκλειε τις γυναίκες του σπιτιού από τον εορτασμό των Θεσμοφορίων. Τα Θεσμοφόρια ήταν γιορτή πανελλαδικής εμβέλειας. Γνωρίζουμε όμως περισσότερα για τον τρόπο που τελούνταν στην Αθήνα, όπου γιορτάζονταν με μεγάλη λαμπρότητα στα μέσα του Πυανεψιώνα (μήνα των κουκιών). Η τριήμερη γιορτή τελείτο μετά τα Στήνια (γιορτή σε ανάμνηση της άφιξης της Δήμητρας στην Ελευσίνα) που γιορτάζονταν το αμέσως προηγούμενο διήμερο. Τα Στήνια φαίνεται ότι αποτελούσαν προπαρασκευαστικό μέρος των Θεσμοφορίων[18]. Ο Φώτιος αναφέρει ότι επρόκειτο για «Γιορτή των Αθηνών» κατά την οποία λαμβάνει χώρα η Άνοδος της Δήμητρας. Σε αυτή τη γιορτή σύμφωνα με τον Εύβουλο, οι γυναίκες πειράζονται μεταξύ τους κατά τη «νύκτα». Ο Ησύχιος συμπληρώνει πως «έκαναν κι άσεμνες χειρονομίες». Η αισχρολογία κι οι «άσεμνες» χειρονομίες αποτελούν μέρος και των κυρίως Θεσμοφορίων. Είναι γνωστό πως τα στοιχεία αυτά αποτελούν μέρος των τελετών γονιμότητας και σε πολλούς άλλους πολιτισμούς.
Οι συμμετέχουσες στα Θεσμοφόρια έκαναν σκωπτικά σεξουαλικά πειράγματα και χειρονομίες, που έχουν τη μυθική τους εξήγηση στον Ομηρικό Ύμνο στη Δήμητρα[19]. Μετά την απαγωγή της Περσεφόνης, η Δήμητρα απέφευγε τις υπόλοιπες ολύμπιες θεότητες και ταξίδευε στην Ελλάδα σε κατάσταση θυμού και θλίψης ως γριά. Τελικά ήρθε στην Ελευσίνα και συνάντησε τις κόρες του βασιλιά Κελεού, οι οποίες, εξ ονόματος της μητέρας τους, κάλεσαν τη Δήμητρα στο σπίτι τους. Με την άφιξή της στο σπίτι του Κελεού, η Δήμητρα κάθισε με το πρόσωπό της καλυμμένο, χωρίς να μιλάει ούτε να χαμογελάει, ούτε να δοκιμάζει φαγητό ή ποτό. Στη συνέχεια ήρθε η Ιάμβη και «έσπρωξε την θεά με ένα χτύπημα και ένα αστείο, για να χαμογελάσει και να γελάσει, να χαροποιήσει την καρδιά της». Αυτά τα αστεία και τα πειράγματα ήταν σεξουαλικά, χλευαστικά και παραδόξως έκαναν τη Δήμητρα να γελάσει[20].
Η «Άνοδος», που κατά τον Φώτιο είναι μέρος των Στηνίων, είναι κατ’ άλλους η πρώτη μέρα του τριήμερου των Θεσμοφορίων. Αλλού πάλι αναφέρεται ως «Άνοδος και Κάθοδος». Τη μέρα αυτή οι γυναίκες, φορτωμένες με τα απαραίτητα για τον τριήμερο εορτασμό στο ύπαιθρο, μακριά από τα σπίτια τους, ανηφόριζαν στην Πνύκα κάτω από την επίβλεψη των δυο Αρχουσών. Αι Άρχουσαι φαίνεται ότι εκλέγονταν πριν ξεκινήσει η πομπή (ίσως κατά τη διάρκεια των Στηνίων) από την τάξη των ευγενών, αν και στη γιορτή των Θεσμοφορίων έπαιρναν μέρος γυναίκες από όλες τις κοινωνικές τάξεις, ακόμη και εταίρες και δούλες. Ο Αριστοφάνης στις «Θεσμοφοριάζουσες» δίνει μια πολύ γλαφυρή και όμορφη εικόνα των χαρούμενων γυναικών, που φορτωμένες με τα καλάθια τους ανέβαιναν με γέλια και πειράγματα στον ιερό λόφο. Εκεί, κοντά στον ναό των Θεσμοφόρων, έστηναν σειρές από πρόχειρες καλύβες στο ύπαιθρο για να περάσουν τη νύχτα. Ανά δύο σε κάθε κατάλυμα, σε κλίνες στρωμένες με Άγνο (λυγαριά), φυτό που αρχικά θεωρούσαν ότι έδιωχνε τα φίδια. Όμως, τα φίδια έχουν στενή σχέση με το τελετουργικό μέρος των θεσμοφορίων, όπως θα φανεί παρακάτω.
Αργότερα, εφόσον απέτρεπε το ένα κακό, ο άγνος εξελίχθηκε σε μαγικό φυλαχτό αγνότητας, που έδιωχνε κάθε κακό -μαζί και τους άντρες, καθώς η τριήμερη αγνότητα, δηλαδή η αποχή από το σεξ, ήταν ένα από τα απαιτούμενα των Θεσμοφορίων. (Σε αυτήν την αντίληψη όφειλε και το όνομά του). Η τελετουργική αγνότητα θεωρείτο απαραίτητη για τη διατήρηση της ενέργειας των γυναικών, που έπρεπε να μεταβιβαστεί στη γη για να την καταστήσει γόνιμη. Αυτός ίσως ήταν κι ένας από τους σημαντικότερους πρακτικούς λόγους που η αντρική παρουσία ήταν εξαιρετικά ανεπιθύμητη σε τούτη τη γιορτή.
Η δεύτερη μέρα ονομαζόταν Νηστεία. Στη διάρκειά της οι γυναίκες κάθονταν στο χώμα (μια μαγική πράξη με στόχο να μεταβιβάσουν στη γη τη γονιμότητά τους) και νήστευαν. Η παροιμιώδης νηστεία, αν και θεωρείτο αυστηρή, δε σήμαινε πλήρη αποχή τροφής, αλλά αποχή από κρέας και μερικές άλλες τροφές. Πιθανώς την ημέρα αυτή να έπιναν κάποιο ποτό παραπλήσιο με τον κυκεώνα των Ελευσίνιων. Βασικό συστατικό του κυκεώνα ήταν ένας χυλός από βρώμη, στον οποίο πρόσθεταν φλισκούνι, μέλι, ίσως και ρόδι. Τα «πρωτόγονα» συστατικά τούτου του ποτού, που θα πρέπει να έμοιαζε περισσότερο με σούπα, θυμίζουν τις νηφάλιες θυσίες που άρμοζαν στις αρχέγονες χθόνιες θεότητες. Τόσο ο κυκεώνας, όσο και το διαιτολόγιο τούτης της Νηστείας παραπέμπουν στις διατροφικές συνήθειες των Πελασγών, από τους οποίους οι Αχαιοί και οι Δωριείς φαίνεται πως «κληρονόμησαν» τη λατρεία του θεϊκού ζευγαριού Μητέρας-Κόρης.
Η τελετουργική αισχρολογία, τα πειράγματα και οι σκωπτικές χειρονομίες φαίνεται ότι συνεχίζονταν και τη δεύτερη μέρα. Την ίδια μέρα, επίσης, φαίνεται ότι τελείτο και το δίωγμα. Κατά τον Ησύχιο ήταν «θυσία των Αθηνών, τελούμενη μυστικά από τις γυναίκες στα Θεσμοφόρια. Αργότερα ονομάστηκε «αποδίωγμα». Ίσως σε αυτό χρησιμοποιούσαν τα κλαδιά του άγνου ή πλεγμένες φλούδες από κορμούς δέντρων. Το δίωγμα είναι τελετή αποτροπής, μια τελετουργία «εκδίωξης», ένας συλλογικός καθαρμός όχι πολύ διαφορετικός από τη γνωστή μαγική κάθαρση του «αποδιοπομπαίου τράγου», που σκοπό είχε την απομάκρυνση του κακού ή του μιάσματος από την κοινότητα (στην περίπτωση της κλασικής Αθήνας από την Πάλιν). Την ημέρα της Νηστείας απελευθερώνονταν φυλακισμένοι, έκλειναν τα δικαστήρια και διέκοπτε η Βουλή. Η Τρίτη μέρα ονομαζόταν Καλλιγένεια, δηλαδή Καλά Γεννημένος, Καλή Γέννα και είναι φανερό ότι σχετιζόταν με τη σπορά της καινούργιας σοδειάς. Την ημέρα αυτή διέκοπταν τη νηστεία και γιόρταζαν την ελπίδα της καλής σοδειάς αλλά και των υγιών και όμορφων παιδιών. Με το τέλος της ημέρας τέλειωναν και τα Θεσμοφόρια.
Θεσμοί και Μαγεία
Όμως, η σημαντικότερη τελετουργία των Θεσμοφορίων αφορά την «ευχαριστήρια προσφορά» προς τη «Δή»-Μητ(ε)ρα και την Κόρη. Κάποια απροσδιόριστη χρονιά στιγμή των Θεσμοφορίων, ορισμένες γυναίκες οι Αντλήτριες (που αντλούσαν τα ιερά αντικείμενα από τα χάσματα) που είχαν εξαγνιστεί προσεκτικά για αυτό τον σκοπό, κατέβαζαν νεογέννητους χοίρους σε σχισμές ή χάσματα της γης, στα λεγόμενα μέγαρα. Κάποια άλλη απροσδιόριστη στιγμή και ενώ οι υπόλοιπες γυναίκες έκαναν θόρυβο χτυπώντας τα χέρια και φωνάζοντας για να απομακρύνουν τα ιερά φίδια, οι Αντλήτριες κατέβαιναν στα μέγαρα, κρατώντας καλάθια και αφού απέθεταν εκεί τους Θεσμούς, ανέβαζαν τις σαπισμένες σάρκες, τις οποίες τοποθετούσαν σε κάποιους βωμούς. Ύστερα, τις έπαιρναν και τις ανακάτευαν με σπόρους που ρίχνονταν ως μαγικά φυλακτά γονιμότητας στα χωράφια, ίσως κατά τη διάρκεια της Καλλιγένειας. Σύμφωνα με τον καθ. Γουόλτερ Μπάρκερ (Walter Burkert), αυτή η πρακτική ήταν «το πιο ξεκάθαρο παράδειγμα αγροτικής μαγείας στην ελληνική θρησκεία»[21]. Οι χοίροι συμβόλιζαν τη γονιμότητα των ζώων και των ανθρώπων λόγω της αφθονίας των απογόνων τους και του γεγονότος ότι η ελληνική λέξη χοίρος, ήταν μια λέξη-αργκό για τα γυναικεία γεννητικά όργανα[22].
Αξίζει εδώ να κάνουμε μια μικρή παρένθεση και να πούμε δυο λόγια για το φίδι. Συχνά το φίδι αντιπροσωπεύει τις αρχέγονες (και για αυτό χαοτικές και ατιθάσευτες) χθόνιες δυνάμεις. Ξέρουμε ότι πριν την άφιξη του Απόλλωνα, σε μια πρώιμη μητριαρχική εποχή, λάτρευαν στους Δελφούς τη Γαία (που δεν είναι παρά μια ακόμη όψη της Μητέρας) και τον γιο της τον Πύθωνα, ένα γιγάντιο φίδι. Οι άνθρωποι συνήθιζαν να κάνουν σπονδές προς το χθόνιο αυτό θεϊκό ζεύγος, ρίχνοντάς τις στο τεράστιο χάσμα που θεωρούσαν για κατοικία τους. Κατά μία εκδοχή, το μυστηριακό παιδί της Κόρης των Ελευσίνιων που το όνομα και η μορφή του αποκαλυπτόταν μόνο στους μυημένους, ήταν ένα φίδι που μεταφερόταν σε ένα καλάθι. Ακόμη, ο Τριπτόλεμος (αυτός που οργώνει τρεις φορές), στον οποίο η Δήμητρα ανέθεσε να διαδώσει στην ανθρωπότητα την καλλιέργεια των δημητριακών και ο οποίος παίζει έναν αινιγματικό ρόλο στα Ελευσίνια, γύριζε τον κόσμο πάνω σε ένα άρμα που το έσερναν φίδια. Με το φίδι συνδέεται και η Αθηνά, με τη γνωστή ιστορία του Εριχθόνιου. Παρά την εκλογικευμένη εκδοχή των κλασικών χρόνων, η Αθηνά ήταν αρχικά απλά η αθηναϊκή εκδοχή της Κόρης, ντυμένη τον αινιγματικό αρχαϊκό φιδωτό χιτώνα. Ο Εριχθόνιος είναι κι αυτός ένα μυστηριακό παιδί, μισός φίδι μισός άνθρωπος, που μεταφερόταν κρυφά σε ένα καλάθι.
Thesmo4
Τι ήταν, όμως, οι Θεσμοί; Ξέρουμε ότι η έννοια είναι παραπλήσια με την έννοια του νόμου και πως όταν οι Έλληνες της κλασικής εποχής αναφέρονταν στη Δήμητρα Θεσμοφόρο, εννοούσαν εκείνη που μαζί με τη γνώση της καλλιέργειας της γης, τούς έδωσε και τους πρώτους κοινωνικούς θεσμούς. Όπως ορθώς επισημαίνει ο Lowe, ο σχολιαστής Λουκιανού λέει στην πραγματικότητα στους αναγνώστες του ότι τα Θεσμοφόρια είναι εορτασμός που τιμά τη Δήμητρα επειδή εκπολιτίζει την ανθρωπότητα[23]. Όμως, όσο κι αν η ανάπτυξη της γεωργίας είναι σημαντική προϋπόθεση για την ανάπτυξη μιας κοινωνίας -και μια κοινωνία, όσο πρωτόγονη, συνεπάγεται την ανάγκη των πρώτων γενικών κανόνων ή αγροτικών νόμων- φαντάζει εντελώς παράλογο οι Αντλήτριες να εξαγνίζονταν προσεκτικά για να κατεβάσουν νόμους στα φίδια που φυλούσαν τα υπόγεια μέγαρα! Ο Τζέιμς Φρέιζερ (James G. Frazer), στο βιβλίο του «Ο Χρυσός Κλώνος» προτείνει ότι οι θεσμοί ήταν «αντικείμενο που τίθεντο κάτω». Εκτός, όμως, από την προσφορά των χοίρων, τι άλλο έθεταν κάτω, κρυμμένο μέσα στα καλάθια; Για να το μάθουμε, ας ρίξουμε μια ματιά σε μια άλλη γιορτή για την οποία έχουμε περισσότερες πληροφορίες, τα Αρρηφόρια.
Η Κόρη των Αθηνών και η Κόρη της Ελευσίνας
Αρκετοί αρχαίοι συγγραφείς παραλληλίζουν τα Θεσμοφόρια με τα Αρρηφόρια (μεταφορά άρρητων, ακατονόμαστων πραγμάτων), γεγονός που υπογραμμίζει τις ουσιαστικές ομοιότητες των δύο γιορτών. Άλλοι θεωρούν τα Αρρηφόρια -γιορτή προς τιμή της Αθηνάς- καλοκαιρινά Θεσμοφόρια (τελούνταν τον μήνα Σκιροφορίωνα, μέσα Ιουνίου με μέσα Ιουλίου) ή Θεσμοφόρια των ανύπαντρων κοριτσιών. Τελούνταν για τη γέννηση καρπών, (καρπῶν γενέσεως) και την τεκνοποίηση των ανθρώπων (ἀνθρώπων σπορᾶς)[24]. Κατά τη διάρκειά τους μερικές ανήλικες κόρες, οι Αρρηφόροι, μετέφεραν νύχτα από την Ακρόπολη μέχρι το ναό της Αφροδίτης και πίσω, κάποια απόκρυφα αντικείμενα που τους εμπιστευόταν η ιέρεια της Αθηνάς. Τα αντικείμενα αυτά ήταν κλεισμένα σε καλάθια τα οποία τα κορίτσια απαγορευόταν να ανοίξουν. Κατά άλλους, οι Αρρηφόρες κόρες, μετέφεραν από την Ακρόπολη τις άρρητες (μυστικές) προσφορές προς την θεά Αθηνά, περνώντας νύχτα από κρυφό υπόγειο πέρασμα για να φθάσουν στο άλσος της Αφροδίτης. Η τελετή των Αρρηφορίων σχετίζεται στενά με τον μύθο του Εριχθόνιου, του παιδιού -το οποία κατά μια εκδοχή ήταν γιος της Αθηναίας Κόρης- που η Αθηνά παρέδωσε κλεισμένο σε ένα καλάθι στις κόρες του Κέκροπα, δεσμεύοντάς τις με την παραπάνω απαγόρευση. Κάποιες παραλλαγές του μύθου θέλουν τον Εριχθόνιο μισό άνθρωπο-μισό φίδι. Κάποιες άλλες αναφέρουν ότι το παιδί φυλασσόταν μέσα στο καλάθι από ένα ή από δύο φίδια. (Η ταύτιση του παιδιού με το φίδι θυμίζει για άλλη μια φορά το μυστηριώδες παιδί-φίδι της Κόρης των Ελευσίνιων).
Φαίνεται πως μέσα στο καλάθι μεταφέρονταν ένα φίδι ή οφιόσχημα σύμβολα: «άρρητα ιερά…μιμήματα δρακόντων και ανδρών σχημάτων», δηλαδή φαλλοί, (σχολιαστής του Λουκιανού) μαγικά φυλακτά γονιμότητας, πλασμένα από πηκτό χυλό σιταριού. Πιθανώς για αυτόν τον λόγο απαγορευόταν στις ανήλικες κόρες να ανοίξουν το καλάθι. Ο ίδιος μας λέει ότι τα Αρρηφόρια ήταν γιορτή της Δήμητρας που τελούνταν για τον ίδιο σκοπό με τα Θεσμοφόρια, δηλαδή για την αύξηση των καρπών και των απογόνων.
Το μυστηριώδες περιεχόμενο του καλαθιού μας γυρίζει πάλι πίσω στην Ελευσίνα. Εδώ οι μυημένοι στα Μυστήρια της Μητέρας και της Κόρης ομολογούσαν τη συμμετοχή τους με την αινιγματική φράση: «Νήστευσα, ήπια τον κυκεώνα, πήρα από την κίστη, έβαλα πίσω στο καλάθι και από το καλάθι στην κίστη». Η Νηστεία μας θυμίζει τη δεύτερη μέρα των Θεσμοφορίων. Οι αινιγματικές μεταφορές από την κίστη στο καλάθι κι αντίστροφα, τη μεταφορά των Άρρητων και των Θεσμών, των απόκρυφων μαγικών αντικειμένων.
Η Τελετουργία και ο Μύθος
Ας ξαναγυρίσουμε όμως στα Θεσμοφόρια. Γνωρίζοντας ότι κατά τα Αρρηφόρια «έριχναν ομοιώματα φιδιών και ανδρικών χαρακτηριστικών μαζί με χοίρους και κουκουνάρια από έλατο σε μέγαρα που ονομάζουν άδυτα, ως σύμβολα της ανάπτυξης των καρπών και των ανθρώπων», μπορούμε να υποθέσουμε πως το ίδιο έκαναν και στη γιορτή των Θεσμοφορίων.
Τα φίδια θεωρούνταν φύλακες των υποχθόνιων άδυτων και αντιπροσώπευαν τις δυνάμεις της γης που απαιτούσαν μερίδιο από τις σάρκες των χοίρων. Την ίδια αυτή σάρκα, όμως, οι άνθρωποι τη χρειάζονταν ως φυλαχτό γονιμότητας. Έτσι, τρόμαζαν τα φίδια για να φύγουν αλλά τα αποζημίωναν φτιάχνοντας ομοιώματα από ζυμάρι. Το όλο σκεπτικό και η ίδια η τελετουργία των Θεσμοφορίων (και των συγγενικών τους Αρρηφορίων) είναι φανερό ότι παραπέμπουν σε πανάρχαιες εποχές, πριν την εγκαθίδρυση του Δωδεκάθεου. Ουσιαστικά, πουθενά δε φαίνεται να γίνεται κάποια «ευχαριστήρια προσφορά προς τη Δήμητρα» ή κάποια άλλη θεά. Όλο το τελετουργικό στοχεύει στην άμεση αφύπνιση της γης από τον άνθρωπο, δίχως να υπάρχει θεϊκός ή άλλος μεσολαβητής. Αν, ψάχνοντας στις σκιές, προσπαθήσουμε να διακρίνουμε μια θεά, τότε αυτή θα είναι σίγουρα η αρχέγονη Μητέρα-Γη, η αιώνια μεταβαλλόμενη Μητέρα-Κόρη. Αυτό αναπτύχθηκε αργότερα, αλλάζοντας συχνά ονόματα και στολίδια, όταν ο άνθρωπος ανέπτυξε τη λειτουργία της συγκεκριμένης σκέψης και στην προσπάθειά του να κατακτήσει τον κόσμο του, άρχισε να τον εκλογικεύει.
Αργότερα, προκειμένου να αιτιολογηθούν τα μαγικά τελετουργικά των Θεσμοφορίων, οι άνθρωποι γέννησαν από τις ομίχλες της συνείδησης και τις ανάγκες της εποχής τους, τον μύθο της Αρπαγής της Κόρης.
Έτσι, σύμφωνα με τον ομηρικό ύμνο ο Πλούτωνας, Βασιλιάς του Κάτω Κόσμου άρπαξε την Κόρη -που τώρα φέρει ονόματα όπως Φερέφαττα, Φερσέφασσα και Περσεφόνη- ενώ εκείνη μάζευε λουλούδια στην άκρη του κόσμου. Από το ίδιο τρομερό εκείνο χάσμα από όπου ξεπήδησε, επέστρεψε στο στυγνό Βασίλειό του. Ένας βοσκός, ο Ευβουλεύς (προσωνύμιο του Άδη), έβοσκε εκεί κοντά τους χοίρους του, που έπεσαν κι αυτοί στο χάσμα, (αιτιολόγηση της ρίψης χοίρων στα υπόγεια μέγαρα, τόπο λατρείας των υποχθόνιων θεοτήτων). Μάταια την αναζητά η απελπισμένη μητέρα της, η Δημήτρα. Αποκαμωμένη, κάθεται στον βράχο που εξαιτίας της ονομάζεται «Αγέλαστος», δίπλα στο «Καλλίχορον Φρέαρ». (Όμοια με τη θεά, οι γυναίκες κάθονται στο έδαφος την ημέρα της Νηστείας, αρνούμενες την τροφή όπως και εκείνη).
Όσο για την Καλλιγένεια, μπορούμε να τη δούμε ως μία όψη της Περσεφόνης, της πολυαγαπημένης Κόρης που επιστρέφει με τα νεαρά βλαστάρια στην αγκαλιά της μητέρας της. Ο ίδιος αυτός μύθος πλαισιώνει και τα Μυστήρια της Ελευσίνας, ακολουθώντας σαν σκιά την εξέλιξη των «πρωτόγονων» Θεσμοφορίων από μαγική τελετουργία γονιμότητας της γης και των γυναικών σε μυστηριακή διδασκαλία για τη γονιμοποίηση της ψυχής του ανθρώπου.
Σημειώσεις
[1] Habash 1997, 19.
[2] Dillon 2002, 113.
[3] Βλ. Harrison 1955, 121, Mikalson 2005, 144 και Thomson 1983, 246.
[4] Mikalson 2005, 144-145.
[5] Bulba 2011, 23
[6] Habash 1997, 20.
[7] Montiglio 2000, 289.
[8] Ιλιάδα 8.484.
[9] Βλ. Ιλιάδα 3.418-420, Οδύσσεια 19.486 και Οδύσσεια 1.358.
[10] Ιλιάδα 1.565.
[11] Ηρόδοτος II.171.
[12] Πλούταρχος, Περί Ίσιδος και Οσίριδος, κεφ. 69 (378D‑E).
[13] Molleson 1994, 75.
[14] Είναι πολύ πιθανό ότι λόγω της σπουδαιότητας του εορτασμού, ο δήμος θεωρούσε ότι οι άνδρες της πόλης έπρεπε επίσης να δείξουν την ευσέβειά τους με κάποιο τρόπο. Βλ. White 2013, 7.
[15] Tzanetou 2002, 333.
[16] Dillon 2002, 114.
[17] Diogenes Laertius, 9.7.
[18] Η Simon (1983, 19-20) θεωρεί ότι τα υπολείμματα των χοίρων και των γλυκισμάτων τοποθετούνταν στα χάσματα κατά τα Στήνια και ότι επανέρχονταν στην επιφάνεια κατά την Καλλιγένεια. Για τη σχέση μεταξύ των νεογέννητων χοίρων με τη Δήμητρα και την ανθρώπινη γονιμότητα βλ. Foley 1994, 73.
[19] Dillon 2002, 113.
[20] Foley 1994, 73, επίσης Larson 2007, 71.
[21] Burkert 1985, 244.
[22] Parker 2005, 273, Blundell 1995, 164 και Foley 1994, 73.
[23] Lowe 1998, 123. Βλ. επίσης Parker 2005, 277.
[24] Stallsmith 2009, 32.
Βιβλιογραφία
• Blundell, S. 1995. Women in Ancient Greece, London: British Museum Press.
• Bulba, M. 2011. “Kaunos Demeter Kayalığından ele geçen Kıbrıs Heykelcikleri”, ADALYA; Suna-İnan Kıraç Akdeniz Medeniyetleri Araştırma Enstitüsü Yıllığı, No: XIV, 17-31.
• Burkert, W. 1985. Greek Religion, Harvard University Press.
• Chlup, R. 2007. “The Semantics of Fertility: Levels of Meaning in the Thesmophoria”, Kernos, 20.
• Dillon, M. 2002. Girls and Women in Classical Greek Religion. London: Routledge.
• Diogenes Laertius, Lives of Eminent Philosophers, edited by R.D. Hicks, Cambridge: Harvard University Press.
• Foley, H.P. (ed.) 1994. Homeric Hymn to Demeter: Translation, Commentary, and Interpretive Essays, Princeton: Princeton University Press.
• Habash, M. 1997. “The Odd Thesmophoria of Aristophanes’ Thesmophoriazusae”, Greek, Roman, and Byzantine Studies. 38 (1).
• Harrison, J. E. 1955. Prolegomena to the study of Greek religion, New York: Meridian Books.
• Larson, J. 2007. Ancient Greek Cults: A Guide, London: Routledge.
• Lowe, N.J. 1998. ‘Thesmophoria and Haloa: Myth, Physics and Mysteries’, in The Sacred and the Feminine in Ancient Greece, edited by S. Blundell and M. Williamson, (120-146), London: Routledge.
• Mikalson, J. D. 2005. Ancient Greek Religion, UK: Blackwell Publishing.
• Molleson, T. 1994. “The Eloquent Bones of Abu Hureyra.” Scientific American, 271(2): 70-75.
• Montiglio, S. 2000. Silence in the Land of Logos. Princeton: Princeton University Press.
• Parker, R. 2005. Polytheism and Society at Athens, Oxford: Oxford University Press.
• Simon, E. 1983. Festivals of Attica: An Archaeological Commentary. Wisconsin Studies in the Classics. Madison: University of Wisconsin Press.
• Thomas, Ch.M. 1998. “The Sanctuary of Demeter at Pergamon: Cultic Space for Women and its Eclipse”, in Pergamon citadel of the gods: archaeological record, literary description, and religious development, edited by Helmut Koester, Harrisburg, Pa.: Trinity Press International.
• Stallsmith, A. 2009. “Interpreting the Athenian Thesmophoria”, Classical Bulletin 84.1 28-45.
• Tzanetou, A. 2002. “Something to do with Demeter: Ritual and Performance in Aristophanes’ Women at the Thesmophoria”. American Journal of Philology. 123 (3).
• White, Κ. 2013. “Demeter and the Thesmophoria”, CLASSICVM, Vol.XXXIX.1, 3-12.
Ν.Β., K.K.