Κι αν ο Σλήμαν δεν ανακάλυψε την πραγματική Τροία; Κι αν η πόλη που έφερε στο φως ήταν σπουδαία μεν αλλά… άλλη;
Κι αν ο περίφημος «Θησαυρός του Πριάμου» – ο οποίος ούτως ή άλλως χρονολογείται μία χιλιετία πριν από την ομηρική εποχή – ανήκε σε κάποια γενιά άγνωστη σε μας σήμερα; Κι αν δηλαδή δεν είναι αλήθεια όλα αυτά, πού είναι η αληθινή Τροία και ποια είναι η πόλη που βρήκε ο Σλήμαν;
Την αιρετική για την καθεστηκυία άποψη θεωρία, η οποία αμφισβητεί την ταύτιση της Τροίας του Σλήμαν με αυτήν του Ομήρου και κυριολεκτικά φέρνει τα πάνω κάτω στην ομηρική αρχαιολογία, καταθέτει ένας ιστορικός και ερευνητής, ο κ. Βαγγέλης Πανταζής.
Κινούμενος στο πεδίο έρευνας της ομηρικής γεωγραφίας και αφού έχει ήδη διατυπώσει γραπτώς τις επιφυλάξεις του για την ονοματοθεσία μυκηναϊκών πόλεων στην Πελοπόννησο, αλλά και των νησιών του Ιονίου, σε σχέση πάντα με την ομηρικές αναφορές, φθάνει στην πηγή των προβλημάτων, την Τροία.
Είναι γνωστό άλλωστε ότι τα κενά της θεωρίας του Σλήμαν είναι πολλά, όσα και τα ερωτήματα που δεν έχουν απαντηθεί ως σήμερα. Κι αν σε αυτά προστεθεί μία ακόμη παράμετρος, αυτή της πολιτικής εκμετάλλευσης των ευρημάτων της Τροίας από έναν γερμανο-τουρκικό άξονα, η υπόθεση ξεφεύγει κατά πολύ από τα όρια μιας απλής διαφωνίας.
«Οι αρχαιότητες που βρέθηκαν από τον Σλήμαν ούτε ως προς τη θέση ούτε ως προς τη φύση τους αντιστοιχούν στις αναφορές του Ομήρου. Εκείνο μάλιστα που γίνεται ολοένα περισσότερο σαφές είναι πως οι γεωγραφικές περιγραφές δείχνουν ότι το χάσμα ανάμεσα σε αυτό που περιγράφει ο Όμηρος και σε εκείνο που βρήκε ο Σλήμαν διαρκώς βαθαίνει» λέει ο κ. Βαγγέλης Πανταζής.
Ο ίδιος τοποθετεί την ομηρική Τροία σε έναν λόφο που βρίσκεται σε απόσταση οκτώ χιλιομέτρων από το Χισαρλίκ του Σλήμαν. Στη μελέτη του «Όμηρος και Τροία. Ερμηνεύοντας τα νέα ευρήματα» (εκδόσεις Ινστιτούτο του Βιβλίου – Α. Καρδαμίτσας) παραθέτει στοιχεία και αποδείξεις, καταθέτει τις πηγές του και διατυπώνει μία συγκροτημένη πρόταση επιζητώντας τις όποιες αντιρρήσεις και τον διάλογο.
«Και δεν το κάνει επιπόλαια. Με σύστημα, μεθοδικότητα και αξιοθαύμαστη επιμέλεια ανατρέχει στις αρχαίες φιλολογικές μαρτυρίες και αντιπαραβάλλει τα δεδομένα τους με τα πραγματικά γεωγραφικά δεδομένα» όπως επισημαίνει στον πρόλογο του βιβλίου ο καθηγητής Αρχαιολογίας κ. Χρίστος Ντούμας.
Τα λάθη
Κατά τον κ. Πανταζή το πρώτο λάθος του Σλήμαν είναι γεωγραφικό. «Ο εντοπισμός του Ιλίου στον λόφο Χισαρλίκ είναι εντελώς ασύμβατος προς το γεωγραφικό σκηνικό της Ιλιάδας του Ομήρου.
Ούτε η αμφισβητούμενης ύπαρξης “κάτω πόλη” στα νότια πρανή του λόφου ούτε τα ανεπιβεβαίωτα τείχη της ούτε οι τάφροι ούτε οι πηγές ταιριάζουν με τις ομηρικές περιγραφές» υποστηρίζει.
Βασική παράμετρος, την οποία θεωρεί ότι δεν έλαβε υπόψη του ο Σλήμαν, είναι τα συμπεράσματα των γεωλογικών ερευνών, που δείχνουν πως κατά την Εποχή του Χαλκού αλλά και αργότερα ο λόφος του Χισαρλίκ ήταν μία παραθαλάσσια προεξοχή (με δύο κόλπους εκατέρωθεν), στην οποία ήταν αδύνατον να γίνονται μάχες μεγάλης έκτασης.
Άλλωστε ο Όμηρος πουθενά δεν περιγράφει το Ιλιον ως παραθαλάσσιο. Αντίθετα λέει ότι ανάμεσα στην πόλη και στην ακτή αναπτύσσονταν δύο πολυάριθμα στρατεύματα και διεξάγονταν μάχες με πολύωρες καταδιώξεις.
Η αλήθεια
Τι αλλάζει κάτω από αυτό το νέο πρίσμα; «Προκύπτει ένα νέο και απρόβλεπτο σκηνικό του Τρωικού πολέμου και ταυτόχρονα ένα ριζικά διαφορετικό σκηνικό του ομηρικού ζητήματος» λέει ο κ. Πανταζής. Και καταλήγει πως η λεπτομερής αντιπαραβολή των ομηρικών περιγραφών με τα αποτελέσματα των γεωλογικών ερευνών, οι οποίες αποκαλύπτουν τη φύση του τοπίου κατά το πέρασμα από την 2η στην 1η π.Χ. χιλιετία, δείχνει ότι ο ποιητής «τοποθετούσε την πόλη του Πριάμου – έναν ποιμενικό οικισμό “των σκοτεινών χρόνων” – στο βουνό Μπαλί-νταγ».
Πάνω από το Μπουρνάμπασι, οκτώ χιλιόμετρα νοτίως του Χισαρλίκ, το Μπαλί-νταγ είναι άλλωστε ο τόπος στον οποίο αναζητούσαν αρχικώς την Τροία. Εκεί πήγε πρώτα και ο Σλήμαν, για να τον εγκαταλείψει όμως αποκαρδιωμένος, αφού από τις πρώτες δοκιμαστικές τομές δεν προέκυψε η ισχυρή οχύρωση την οποία ανέμενε να βρει.
Σε μία δεύτερη ανάγνωση των ομηρικών επών λοιπόν ο κ. Πανταζής καταθέτει πως το στρατόπεδο των Αχαιών θα πρέπει να αναπτύχθηκε σε κόλπο της δυτικής ακτής της Τρωάδας, που βρίσκεται ΝΔ του Σκάμανδρου, δηλαδή στον κόλπο του Μπεσίκ. Ετσι η πόλη του Πριάμου θα πρέπει να αναζητηθεί στη διαδρομή από αυτόν τον κόλπο προς κάποια οχυρή θέση των μεσογείων, παράλληλα προς τη δυτική όχθη του ποταμού. Στο Μπαλί-νταγ.
Η Απαισός
Αν λοιπόν το προϊστορικό Ιλιον του Πριάμου δεν ήταν στο Χισαρλίκ, τότε εκεί τι βρήκε ο Σλήμαν; «Την παρηκμασμένη στην εποχή του μα ακόμη τιμημένη πόλη της Απαισού» λέει ο κ. Πανταζής. «Η τοποθεσία αυτή, που ονομάστηκε από την αρχαιότητα Νέον Ίλιον και ιδιοποιήθηκε τους τίτλους του ομηρικού Ιλίου, βρίσκεται πέρα από την άλλη όχθη του ποταμού, μακριά από το πεδίο της μάχης» καταλήγει.
Και πώς δικαιολογούνται αυτές οι παρερμηνείες; Κατά τη διάρκεια των αιώνων, κυρίως των γνωστών ως «σκοτεινών χρόνων», κοσμογονικές, πολιτικές και οικονομικές αλλαγές μετέβαλαν τόσο στον ελλαδικό όσο και στον γύρω από αυτόν κόσμο το γεωπολιτικό σκηνικό. Καθεστώτα κατέρρευσαν, πληθυσμοί μετακινήθηκαν, πολιτισμοί εξέλιπαν, πόλεις εγκαταλείφθηκαν, τα ονόματα ξεχάστηκαν.
Στη συνέχεια όμως νέοι οικισμοί ξεπήδησαν και δεν είναι περίεργο που το όνομα του Ιλίου, της ιερής πόλης του Πριάμου, διεκδίκησαν κατά την ιστορική αρχαιότητα πολλοί οικισμοί της Τρωάδας. Το ίδιο συνέβη και στον ελλαδικό χώρο, με τους ισχυρούς να διεκδικούν με επιτυχία τα ομηρικά ονόματα, τη μεγάλη παράδοση και τη φήμη.
Γυρίστε πίσω στο Μπαλί-νταγ και σκάψτε στον τόπο που περιφρόνησε ο Σλήμαν, προτρέπει ο κ. Πανταζής. Άγνωστο αν θα τον ακούσει κάποιος. Πόσο μάλλον σε μια εποχή που μια τέτοια ανακάλυψη καθόλου δεν θα εξυπηρετούσε την εθνική πολιτική της Τουρκίας. Η αρχαιολογία μπορεί να γίνει στημένο παιχνίδι.
Εκμετάλλευση της ιστορίας για πολιτικούς λόγους;
Το 2001-2002 ο Μάνφρεντ Κόρφμαν, γερμανός αρχαιολόγος και επικεφαλής της γερμανοτουρκικής αρχαιολογικής ομάδας που ανασκάπτει ακόμη στην Τροία (ο ίδιος απεβίωσε πριν από δύο χρόνια), διοργάνωσε μία έκθεση των τρωικών ευρημάτων στη Γερμανία επισύροντας την μήνι των συναδέλφων του. Ο λόγος; Ο Κόρφμαν κατηγορήθηκε ευθέως για συνειδητή χρησιμοποίηση των αρχαιολογικών στοιχείων προς όφελος της πολιτικής ηγεσίας της Τουρκίας, η οποία του είχε αναθέσει με έναν πρόδηλο στόχο την ευθύνη των ανασκαφών.
Ο Κόρφμαν έπρεπε – και γι’ αυτό πάλεψε κατά την παραμονή του στην Τουρκία και μέσα από τις ανασκαφές στην Τροία – να αποδείξει πως «ο λαός του Πριάμου δεν είχε και τόσο στενές σχέσεις, πολιτισμικές και πολιτειακές, με τους Αχαιούς και το Αιγαίο όσες με τους Χιττίτες και την Ανατολία» όπως εύστοχα σημειώνει ο κ. Πανταζής.
Προς αρωγή του μάλιστα προσήλθαν αρκετοί χεττιτολόγοι, οι οποίοι ταυτίζουν την Τ(α)ρούσα των χεττιτικών κειμένων με την Τρωάδα και τη Βιλούσα με το Ιλιον. Ολοι μαζί έτσι διαμόρφωσαν μία εικόνα σχεδόν ειδυλλιακή για την Τουρκία, αφού προέκυπτε να έχει αρχαιότερες σχέσεις αυτή με την Τρωάδα απ’ ό,τι η Ελλάδα.
Σε απάντησή τους ο κ. Πανταζής επέλεξε τα ίδια χεττιτικά ντοκουμέντα για να καταρρίψει τους ισχυρισμούς των αντιπάλων του. Συμπεραίνει λοιπόν ότι η Βιλούσα αυτών των κειμένων δεν έχει καμία γεωγραφική συνάφεια με το ομηρικό Ιλιον. Πιθανότατα μάλιστα να ήταν, όπως λέει, η προϊστορική πόλη του Μπεϊσέ-σουλτάν στον άνω ρου του ποταμού Μαιάνδρου.
Όσο για την ομηρική Απάσας «η σύμπτωση της χεττιτικής Απάσας με την ομηρική Απαισό του Χισαρλίκ είναι εντυπωσιακή τόσο από απόψεως γεωγραφικών περιγραφών – ομηρικών και χεττιτικών – όσο και αρχαιολογικών ευρημάτων, όπως επίσης και γλωσσολογικά» καταλήγει ο κ. Πανταζής.