Ανυπακοή, µια λέξη που ίσως, να ακούγεται ξεχασµένη και κάπως ροµαντική. Μια λέξη όµως, που το νωθρότερο ψέλλισµά της στα χείλη εκείνων που γνώρισαν την αδικία και την υπεροψία της σύγχρονης κοινωνίας, µπορεί να προκαλέσει σήµερα αµηχανία στα κοπάδια των «αγνών» αµνών αυτού του συστήµατος, αλλά κυρίως αποστροφή στη «στρατιά» των θεµελιωτών των «ιερών» νόµων του.
Δεν θα παρουσιάσω µια εκτενή ανάλυση του βιβλίου, απλά θα προσπαθήσω να επισηµάνω τους λόγους για τους οποίους, η «Πολιτική Ανυπακοή» (Εκδόσεις Ερατώ – 2009), του Θορώ, θεωρείται ένα από τα σηµαντικότερα δοκίµια της αµερικανικής λογοτεχνίας. Η αµεσότητα του κειµένου, µε άφησε πραγµατικά εµβρόντητο µε το βαθιά πολιτικό της λόγο και τη διαχρονική του αξία, αφού δηµοσιεύτηκε για πρώτη φορά, το 1849. Από το κείµενο αναδύεται το µεγαλείο της συνείδησης ενός ανθρώπου και η δύναµη της ελεύθερης ψυχής του καθώς εκφράζουν µε δύναµη την αντίθεσή τους απέναντι σε μια άπληστη κοινωνία που το µόνο που πρεσβεύει, είναι η εκµετάλλευση των πολλών προς όφελος µιας µικρής µειοψηφίας. Η προσωπική ευθύνη του καθενός από εµάς, για την ανοχή µας σε πολιτικές που µας καταδυναστεύουν, αποτελούν στόχο για τον αντιρρησία Θορώ. Ταυτόχρονα ζητά απ’ όλους εµάς να αντιδράσουµε, να δράσουµε, καθώς και να προσφέρουµε νέες ιδέες για µια άλλη κοινωνία. Σηµαντικό στοιχείο της συγκεκριµένης έκδοσης, αποτελεί και η ανάλυση του κειµένου από τον Λόρενς Ροσενβαλτ αλλά και η βιογραφία του συγγραφέα που ακολουθούν, προσθέτοντας µία σφαιρική εικόνα του όλου αριστουργήµατος.
«Δεν αποτελεί καθήκον κανενός, όπως είναι φυσικό, να αφιερωθεί στην εξάλειψη κακών, ακόµη και των πιο µεγάλων, ίσως να έχει το ίδιο καλά δεσµευθεί µε κάποια άλλα ενδιαφέροντα, µα έχει τουλάχιστον καθήκον να νίψει τας χείρας του από το άδικο, και αν πλέον σταµατήσει να το έχει στο µυαλό του, να µην του παρέχει την υποστήριξη του. Εάν προσηλωθώ σε άλλες επιδιώξεις και προσανατολισµούς, πρέπει πρώτα να βεβαιωθώ τουλάχιστον ότι δεν τους υπηρετώ καθήµενος πάνω στους ώµους κάποιου άλλου. Τότε, θα πρέπει κατ’ αρχάς να κατέβω από τους ώµους του ανθρώπου εκείνου για να αφήσω και αυτόν να ακολουθήσει τα δικά του σχέδια. Κοιτάξτε µία κατάφωρη ασυνέπεια που γίνεται ανεκτή. Έχω ακούσει συµπολίτες µου να λένε «Θα έπρεπε να τους άφηνα να µε διατάξουν να καταστείλω µία εξέγερση ή να βαδίσω κατά του Μεξικού, για να δούµε αν θα το έκανα.» και την ίδια στιγµή ο ίδιος από αυτούς τους απλούς ανθρώπους έχει άµεσα, την υπακοή που τηρεί στην κυβέρνηση και έµµεσα, τουλάχιστον µε τα χρήµατά του, προσφέρει υποκατάστατα. Ο στρατιώτης που αρνείται να υπηρετήσει σε έναν άδικο πόλεµο επικροτείται από αυτούς που δεν αρνούνται να στηρίξουν την άδικη κυβέρνηση που κάνει τον πόλεµο, από αυτούς, των οποίων την πράξη και το κύρος εκείνος περιφρονεί και δεν λαµβάνει υπόψη. Σαν το Κράτος να ήθελε να εξιλεωθεί σε τέτοιο βαθµό βάζοντας κάποιον να το χτυπά µε το φραγγέλιο ενόσω αδικοπραγεί, µα όχι σε βαθµό που να σταµατήσει να ανοσιουργεί έστω και για µία στιγµή. Εποµένως, στο όνοµα της Τάξης και της Πολιτικής Εξουσίας, είµαστε όλοι προορισµένοι να τιµούµε και να υποστηρίζουµε την αθλιότητά µας. Ύστερα από την πρώτη έκρηξη ανοµίας έρχεται η αδιαφορία γι’ αυτήν και από ανήθικη γίνεται, καθώς ήταν, αήθης και όχι εντελώς περιττή για τη ζωή που έχουµε υφάνει».
Αυτό που χαρακτηρίζει τη «Πολιτική Ανυπακοή» είναι ότι αποτελεί είναι πολιτικό δοκίµιο, ίσως ένα πρώιµο αναρχικό µανιφέστο της εποχής. Είναι µία πράξη αντίστασης, µε την ερµηνεία του κειµένου να προκείπτει ανάλογα µε τον τρόπο ανάγνωσης του και εποµένως διαφορετικοί αναγνώστες να το αντιλαµβάνονται µε διαφορετικό τρόπο. Ο Θορώ από τη µία, στο µεγαλύτερο µέρος του, στοιχειοθετεί και προκηρύττει µία «ειρηνική επανάσταση» και την επιλογή στη µη χρήση βίας, αλλά από την άλλη, ανάµεσα σε διφορούµενες προτάσεις, µας µιλά για την άµεση δράση του ατόµου και για το αίµα που χύνεται σε ένα µεταφορικό πλαίσιο. Είναι όµως ξεκάθαρο ότι και ο ίδιος επιθυµεί να βρεθεί µάρτυρας µπροστά σε πραγµατικό αίµα, την ώρα που γράφει την «Πολιτική Ανυπακοή». Το δοκίµιο αυτό ήταν το αποτέλεσµα της οργής, αλλά και του κλονισµού του συγγραφέα µετά τον εγκλεισµό του σε κρατητήριο της κωµόπολης Κόνκορντ της Μασαχουσέτης, τον Ιούλιο του 1846, αρνούµενος να πληρώσει φόρους στη δηµοτική αρχή που προορίζονταν για την εκπαίδευση των στρατιωτών για τον πόλεµο µε το Μεξικό. Εκτός από την κριτική που ασκεί στο κράτος και τους θεµελιώδεις θεσµούς και µηχανισµούς των Η.Π.Α., ο Θορώ αρνείται ανοιχτά και το αυθαίρετο δικαίωµα της εκκλησίας να επιβάλει φόρους, διερωτόµενος ειρωνικά:
«Δεν καταλαβαίνω γιατί θα πρέπει ο δάσκαλος να φορολογείται για να στηρίξει τον ιερέα και όχι ο ιερέας το δάσκαλο».
Στρέφεται µε µένος κατά της δουλείας καθώς δεν είχε καταργηθεί ακόµη και του πολέµου µε το Μεξικό που την υπέθαλπε και ο οποίος κηρύχτηκε στο όνοµα της επεκτατικής πολιτικής των Η.Π.Α., και αφορούσε τα νέα εδάφη του νότου (η πολιτεία του Τέξας αλλά και τεράστια κοµµάτια γης που φτάνουν µέχρι την Καλιφόρνια, προσαρτίστηκαν στις Η.Π.Α. µετά το τέλος του δίχρονου πολέµου το 1848), λέγοντας χαρακτηριστικά:
«Ο λαός αυτός πρέπει να σταµατήσει να διατηρεί σκλάβους και να διεξάγει πόλεµο στο Μεξικό, έστω και αν κάτι τέτοιο θα του στοιχίσει την ύπαρξή του ως λαού».
«Υπάρχουν χιλιάδες που είναι στη γνώµη αντίθετοι στη δουλεία και στον πόλεµο, που όµως στην πράξη δεν κάνουν τίποτε για να τα σταµατήσουν και οι οποίοι, θεωρώντας τον εαυτό τους παιδιά του Ουάσιγκτον και του Φραγκλίνου, κάθονται µε τα χέρια στις τσέπες και διατείνονται ότι δεν ξέρουν τι να κάνουν και τίποτε δεν κάνουν, που ακόµη αναγάγουν το ζήτηµα της ελευθερίας σε ζήτηµα ελεύθερου εµπορίου και διαβάζουν ήσυχα τις διακυµάνσεις των τιµών µαζί µε τις τελευταίες ειδήσεις από το Μεξικό, ίσως πριν αποκοιµηθούν, επάνω και στα δύο, µετά το δείπνο. Ποια είναι η διακύµανση της τιµής ενός έντιµου ανθρώπου και ενός πατριώτη σήµερα; Διστάζουν και λυπούνται και κάποτε αιτούνται, µα τίποτε δεν κάνουν µε ζήλο και αποτελεσµατικότητα. Θα περιµένουν καλοπροαίρετα, άλλους να θεραπεύσουν το κακό, και ίσως να µην χρειαστεί να στεναχωριούνται πλέον. Εν τέλει, δίνουν µονάχα µία φθηνή ψήφο, µία ανεπαρκή έγκριση και ένα αδύναµο κατευόδιο στο δίκαιο, για εκεί που πηγαίνει µε τη συνδροµή τους. Υπάρχουν εννιακόσιοι ενενήντα εννέα προστάτες της αρετής για κάθε ενάρετο άνδρα. Μα είναι πιο εύκολο να έρθεις σε επικοινωνία µε τον πραγµατικό ιδιοκτήτη ενός πράγµατος απ’ ότι µε τον προσωρινό του φύλακα».
Η «Πολιτική Ανυπακοή» του Θορώ είναι γεµάτη από δράση και ηλεκτρισµό, που απορρέει από την όλη στάση και γραφή του συγγραφέα. Από τη µεριά του ο αναγνώστης την ερµηνεύει, την αναλύει και τη µετατρέπει µε τη σειρά του σε δράση. Η «Πολιτική Ανυπακοή», επηρέασε σε µεγάλο βαθµό την πορεία και το έργο ανθρώπων µε πολύ διαφορετικές καταβολές. Άνθρωποι µεγάλης θρησκευτικής αφοσίωσης, ηγέτες συλλογικών εξορµήσεων αλλά και µέλη αντιστασιακών κινηµάτων, ακόµα και ανθρώπους του αναρχικού χώρου. Από τον Μαχάτµα Γκάντι, µέχρι τον Μάρτιν Λούθερ Κινγκ, τον Τολστόι και έναν σκόπιµα ανώνυµο µαχητή της Δανικής Αντίστασης.
Για τους περισσότερους, το έργο αυτό πρεσβεύει την αντίσταση µέσω της µη-βίας, αφήνοντας στον αναγνώστη την επιλογή της αντίστασης ή της υποταγής.
Η «Πολιτική Ανυπακοή» είναι η επιλογή της δράσης όταν δεν έχεις άλλη επιλογή. Δεν είναι απλός µια πράξη, αλλά είναι αναγκαία πράξη, από εκείνους που είτε την κάνουν σ’ ένα συνειδητό επίπεδο αντίστασης είτε σε ένα επίπεδο ηθικής και σεβασµού απέναντι στους άλλους αλλά κυρίως στον εαυτού τους. Είναι το παράδειγµα του ίδιου του συγγραφέα, ο οποίος αρνούµενος να πληρώσει τον οποιονδήποτε φόρο και να συµµετάσχει σε οποιαδήποτε µορφή κοινότητας, η οποία ήταν η προέκταση της εκµετάλλευσης και της αδικίας του κράτους, έθεσε εαυτόν εκτός όλων εκείνων που εκπροσωπούσαν, συντάσσοντας την παρακάτω δήλωση:
«Διά της παρούσης, γνωρίζω σε όλους ότι εγώ, ο Χενρυ Θορώ, δεν επιθυµώ να θεωρούµαι µέλος της οιαδήποτε αναγνωρισµένης κοινότητας στην οποία δεν συµµετέχω».
Είναι η πράξη και η στάση ζωής της Ρόζα Παρκς, που πολλές δεκαετίες αργότερα, το 1955, αρνήθηκε να δώσει τη θέση της σε έναν λευκό επιβάτη λεωφορείου στο Μοντγκόµερι της Αλαµπάµα, µε σκοπό όχι να συλληφθεί αλλά γιατί απλώς ήθελε να επιστρέψει στο σπίτι της.
Στον αντίποδα όµως αυτής της άποψης, βλέπουµε τον Γκάντι να παραδέχεται στο «Satyagraha – Μη-Βίαιη Αντίσταση» ότι: «Ο Θορώ, δεν ήταν ίσως πέρα για πέρα, υπέρµαχος της µη-βίας». Κατά τον Ροσενβαλτ, ο Θορώ δεν είναι εναντίον του κράτους σε ένα γενικό πλαίσιο, είναι εναντίον του άδικου κράτους, εναντίον του άδικου πολέµου, εναντίον των άδικων φόρων, εναντίον των άδικων φυλακών. Το ερώτηµα που προκύπτει όµως, από αυτήν την οπτική, είναι ποιο κράτος από την σύστασή του, σε παγκόσµιο επίπεδο, υπήρξε δίκαιο απέναντι στους πολίτες; Φυσικά κανένα, και αυτό το γνώριζε πάρα πολύ καλά ο συγγραφέας, άρα ο όρος αδικία είναι συνυφασµένος µε το κράτος, δίνοντας µία διφορούµενη λύση στο ίδιο κείµενο που ίσως, να παραπέµπει και σε µη-ειρηνικές πρακτικές όπως:
«Εάν ο γείτονάς σας σάς αφαιρέσει µε απάτη ένα δολάριο… θα κινηθείτε αµέσως αποτελεσµατικά για να σας αποδοθεί το ποσό στο ακέραιο και θα εξετάσετε πώς δεν θα πέσετε θύµα απάτης στο µέλλον».
«Σε ένα καθεστώς που φυλακίζει αδίκως, η θέση του δίκαιου ανθρώπου είναι επίσης στη φυλακή. Η κατάλληλη θέση, η µόνη θέση που η Μασαχουσέτη έχει προβλέψει για τα πιο ελεύθερα και λιγότερο αποθαρρυντικά πνεύµατά της είναι στις φυλακές της, να τα πετάει και να τα κλειδώνει έξω από τον πολιτειακό της βίο, µε δική της απόφαση, όπως και τα ίδια, άλλωστε, έχουν βγει ήδη απ’ έξω, λόγω των αρχών τους. Είναι εκεί που ο φυγάς σκλάβος, ο ελευθερώµενος επί το λόγο της τιµής του Μεξικανός και ο Ινδιάνος, που έχει έρθει να παραπονεθεί για το άδικο που µαστίζει τη φυλή του, θα τα συναντήσουν στον διαχωριζόµενο αλλά πιο ελεύθερο και τιµηµένο εκείνο χώρο όπου η Πολιτεία στέλνει εκείνους που δεν είναι µαζί της, αλλά εναντίον της – το µόνο οίκηµα σε ένα δουλικό Κράτος όπου ένας ελεύθερος άνδρας µπορεί να κατοικίσει χωρίς να ατιµαστεί. Όποιος νοµίζει ότι η δύναµή τους θα χαθεί εκεί µέσα και οι φωνές τους δεν θα φτάνουν πια στα αυτιά του Κράτους, ότι θα εξουδετερωθούν από εχθρούς τους εντός των τειχών, δεν γνωρίζει πόσο η αλήθεια είναι ισχυρότερη από το σφάλµα, ούτε πόσο πιο εύγλωττα και αποτελεσµατικά µπορεί να πολεµήσει την αδικία που λίγο µόνο έχει γνωρίσει ο ίδιος. Ψηφίστε ολοκληρωτικά, όχι απλά µε ένα κοµµάτι χαρτί, µα µε όλη σας την ισχύ. Μία µειοψηφία είναι ανίσχυρη όταν συµµορφώνεται µε την πλειοψηφία, τότε δεν είναι ούτε καν µειοψηφία, τουναντίον, είναι ακατανίκητη όταν συσσωρεύεται όλη της η δύναµη. Εάν οι λύσεις είναι είτε να πάνε όλοι οι άνθρωποι στη φυλακή είτε να εγκαταλειφθούν ο πόλεµος και η δουλεία, η Πολιτεία δεν θα έχει κανένα δισταγµό ως προς το τι θα επιλέξει. Εάν χίλιοι εφέτος δεν πλήρωναν το φόρο τους, αυτό δεν θα ήταν ένα βάρβαρο και αιµατηρό µέτρο όπως αν το πλήρωναν και έδιναν στην Πολιτεία τα µέσα να διαπράττει αγριότητες και να χύνει αθώο αίµα. Αυτός είναι τελικά και ο ορισµός της ειρηνικής επανάστασης, εάν µπορεί ποτέ να γίνει».
Η «Πολιτική Ανυπακοή» είναι μία κλασική πολιτική πραγματεία, η οποία εξετάζει πώς οι άνθρωποι υπακούουν στους νόµους, ακόµα και αν ξέρουν ότι στην ουσία είναι άδικοι και αποσκοπούν στα συµφέροντα της άρχουσας τάξης. Η Αντιγόνη του Σοφοκλή θα έβρισκε ένα δεύτερο πατέρα στην ουσία της ανυπακοής του Θορώ (ο οποίος ήταν άριστος γνώστης της αρχαίας ελληνικής φιλοσοφίας), όταν γράφει «σε ένα καθεστώς που φυλακίζει αδίκως, η θέση του δίκαιου ανθρώπου είναι επίσης στη φυλακή» αν και το αίτηµά της ήταν ηθικό και όχι πολιτικό. Στο κείµενο όµως του Θορώ, ηθική και πολιτική είναι ένα και το αυτό. Έτσι βλέπουµε την πράξη της µη-βίας να παίρνει σάρκα και οστά, καθώς ο άνθρωπος βάζει πρώτα την ηθική και τη συνείδησή του, ώστε να σταµατήσει να είναι συνένοχος είτε ενεργητικά, είτε µε απλή συναίνεση, σε µια κρατική εξουσία η οποία συνεχίζει µε σφοδρότητα να υπονοµεύει αξίες, όπως η ελευθερία και η δικαιοσύνη ανάµεσα στους λαούς, ανάµεσα στους πολίτες, ανάµεσα στους ανθρώπους. Ο Θορώ όµως πάνω απ’ όλα, είναι ένας πολίτης ο οποίος αρνείται συνειδητά να αποκοπεί από την κοινωνία, απλά δεν παρέχει καµία υποστήριξη στην εξουσία. Ζητά ταυτόχρονα από τους υπόλοιπους πολίτες να κάνουν κριτική και να αντιδράσουν στην εξουσία, να συνειδητοποιήσουν ότι µπορούν να αντισταθούν, και να σταµατήσουν να τροφοδοτούν µε το αίµα τους (είτε µεταφορικά είτε ρεαλιστικά, το αφήνω στην κρίση σας) τους µηχανισµούς της.
Η σηµασία της ανυπακοής του Θορώ σίγουρα βρίσκεται στην ουσία του περιεχοµένου των ανατρεπτικών του ιδεών, όµως έγκειται και στην επιδραστικότητα που άσκησε στα εκατοµµύρια των ανθρώπων, που θέλησαν να ορθώσουν το ανάστηµά τους, ζητώντας δικαιοσύνη και ελευθερία απέναντι σ’ ένα καταπιεστικό µηχανισµό, ο οποίος έχει καταρρεύσει στις συνειδήσεις µας, αλλά αποµένει να καταρρεύσει και στην πραγµατικότητά µας.
«Ήρθα στον κόσµο αυτόν όχι για να τον µετατρέψω σε ένα καλό µέρος για να ζήσει κανείς, αλλά για να ζήσω εγώ σ’ αυτόν είτε καλός είτε κακός».