Είναι γεγονός ότι οι Αρχαίοι Έλληνες φυσικοί φιλόσοφοι πέτυχαν μία σύλληψη του κόσμου που διαφέρει από τις σύγχρονες μας παραστάσεις της φυσικής επιστήμης μόνο ως προς την έλλειψη της σαφούς και ακριβούς διατυπώσεως των φυσικών φαινομένων, η οποία μόνο ύστερα από τη μεγάλη ανάπτυξη των μαθηματικών επιτεύχθηκε. Είναι αποκλειστικό προνόμιο των Αρχαίων Ελλήνων σοφών η συγκρότηση των φυσικών επιστημών σε αυτόνομο κλάδο της γνώσεως.
Συγκρότηση που οφείλεται αποκλειστικά και μόνο στις πνευματικές τους προσπάθειες και στην ιδιαίτερα αναπτυγμένη νοημοσύνη τους. Στη σκέψη των Ελλήνων οι φυσικές επιστήμες ελευθερώνονται από τη θρησκεία και τη μαγεία και υψώνονται πάνω από την τεχνολογία. Με την ελληνική σκέψη αρχίζει η επιστημονική αναγωγή των φυσικών φαινομένων σε φυσικά αίτια και η αντικατάσταση των υπερφυσικών δυνάμεων από τους φυσικούς νόμους. Ως θεωρητικές ερμηνευτικές και οντολογικές οι Φυσικές επιστήμες είναι γνήσια τέκνα της ελληνικής ιδιοφυΐας και γέννημα ελληνικό.
Με τον όρο “φυσική” οι Αρχαίοι Έλληνες εννοούσαν το μέρος εκείνο της φιλοσοφίας που περιελάμβανε κάθε τι που δεν μπορούσε να υπαχθεί στη λογική, ή την ηθική. Παράλληλα εννοούσαν με τη λέξη αυτή όλες τις επιστήμες της φύσεως. Όταν θα λέμε Φυσικές επιστήμες εννοούμε τη Φυσική (ύλη, την κίνηση και την ενέργεια) και τη Φυσιογραφία (φυτολογία, τη ζωολογία και την ορυκτολογία)
Δυστυχώς ένα ελάχιστο μόνο μέρος των εργασιών των φυσικών επιστημόνων της Αρχαίας Ελλάδος έχει σωθεί.
Εκτός από το αριστοτελικό έργο που μας γνωρίζει τις φυσικές και τις φυσιογραφικές δοξασίες της Περιπατητικής Σχολής, τα κείμενα, ιδίως εκείνα που αναφέρονται στον 6°, τον 5°, αλλά και στον 4° αιώνα, είναι ακρωτηριασμένα και δια σκορπισμένα. Παρόλα αυτά οι ελάχιστες μαρτυρίες που διαθέτουμε αρκούν για να σχηματίσουμε μία ιδέα για τις Φυσικές επιστήμες στην Αρχαία Ελλάδα.
Οι εποχές και η εξέλιξη των Φυσικών επιστημών
Ομηρική Εποχή (900 π. Χ. – 700 π.Χ.)
Οι πρώτες φυσιογνωστικές γνώσεις των Αρχαίων Ελλήνων παρουσιάζονται μέσα από τα Ομηρικά Έπη και μέσα από τα ποιήματα του Ησιόδου. Η Ιλιάδα και η Οδύσσεια δίνουν πολλές πληροφορίες για φυτά και ζώα, για πέτρες και ορυκτά. Αναφέρονται όλα τα γνωστά μέταλλα της εποχής αυτής (σίδηρος, μόλυβδος, χαλκός, ορείχαλκος, χρυσός, άργυρος, ήλεκτρον(=λευκόχρυσος)). Αναφέρονται ακόμα χρωστικές και απολυμαντικές ουσίες, καθώς και οι γνώσεις της τυροκομίας, της οινοποιίας, της αρωματοποιίας, της μεταλλουργίας κ.ά. Το θέμα των έργων του Ησιόδου είναι καθαρά κοσμολογικό και φυσιογνωστικό. Από τα ποιήματα του Ησιόδου αντλούνται οι σχετικές κοσμολογικές και φυσιογνωστικές γνώσεις της εποχής που γράφτηκαν.
Πρώτη περίοδος (600 π.Χ. – 300 π.Χ.)
α) Ιωνική Σχολή
Η Ιωνική Σχολή παραδέχεται την αρχέγονη ύλη αγέννητη και άφθαρτη. Ο Θαλής ο Μιλήσιος (640 – 546 π.Χ.) θεώρησε ως πρώτη ύλη το “ύδωρ” από το οποίο με πύκνωση και αραίωση παράγονται τα σώματα. Κατά τον Αναξίμανδρο (611 – 546 π.Χ.), μαθητή του Θαλού, αρχή των όντων είναι η “ύλη”. Τη μητρική αυτή ύλη ονόμασε “άπειρον”. Ο μαθητής του Αναξίμανδρου, Αναξιμένης (560 – 500 π.Χ.) θεωρεί ως αρχή των πάντων τον άπειρο αέρα. Μεταγενέστεροι οπαδοί των ιωνικών δογμάτων ήταν ο Ίππων ο Σάμιος (5ος π.Χ. αιώνας) που αντικατέστησε το “ύδωρ” του Θαλού με το εν γένει “ύγρόν” και ο Διογένης ο Απολλωνιάτης (5ος π.Χ. αιώνας) που θεωρούσε τον “αέρα” ως αίτιο σχηματισμού των σωμάτων.
β) Πυθαγόρειος Σχολή
Κατά τον Πυθαγόρα και τους μαθητές του, η ύλη παρουσιάζεται στις δημιουργίες διαιρεμένη κατά μονάδες. Τα σώματα είναι αρμονικός συνδυασμός αριθμών – στοιχείων. Μελέτησαν πειραματικά τον ήχο και ασχολήθηκαν με την οπτική. Οι Πυθαγόρειοι ήταν οι πρώτοι επιστήμονες που θεώρησαν τα φυτά ως όντα οργανικά και ζώντα. Εκπρόσωποι των Πυθαγορείων είναι ο Πυθαγόρας, ο Φιλόλαος, ο Αρχύτας ο Ταραντίνος, ο Ίππασος, η Θεανώ, η Δαμώ κ.ά.
γ) Ελεατική Σχολή
Χαρακτηριστικό γνώρισμα της Ελεατικής φιλοσοφίας είναι ότι η αρχική ύλη δεν περιέχει καμία δημιουργική δύναμη. Δηλαδή υπάρχει το “είναι”, αλλά όχι το “γίγνεσθαι”.
“Ουδέν γαρ γίγνεσθαι, ούτε φθείρεσθαι των όντων, άλλα μόνο δοκείν ήμΐν”.
Εκπρόσωποι της Ελεατικής Σχολής είναι ο Ξενοφάνης ο Κολοφώνιος (5ος -4ος π.Χ. αιώνας), ο Παρμενίδης (6ος – 5υς π.Χ. αιώνας), ο Ζήνων ο Ελεάτης (495 – 435 π.Χ.) και ο Μέλισσος (5ος π.Χ. αιώνας).
δ) Ο Ηράκλειτος
Ο Ηράκλειτος (540 – 480 π.Χ.) απορρίπτει το “είναι” και παραδέχεται το “γίγνεσθαι”. Υποστηρίζει ότι αρχή των όντων είναι το “πυρ” (η ενέργεια) και ότι στη φύση υπάρχει μία συνεχής ανάγκη μεταβολής των σωμάτων. Θεμελιώδες γεγονός της Φύσεως είναι η “αέναος μεταβολή”.
Μέσα από τα αποσπάσματα του έργου του “Περί φύσεως” που σώθηκαν παρουσιάζονται βαθυστόχαστες και προχωρημένες αρχές της φυσικής, καθώς και οι απαρχές της χημείας.
ε) Νέα Ιωνική Σχολή (ή Ατομική Σχολή)
Η αρχική ύλη με την ενέργεια της παράγει τα διάφορα σώματα χωρίς η ίδια να μεταβάλλεται Γενικό γνώρισμα της Σχολής είναι το ότι η αρχέγονη ύλη διαιρείται σε ελάχιστα σωματίδια αδιαίρετα, ασυμπίεστα και αόριστα, τα άτομα. Η Νέα Ιωνική Σχολή δέχεται την “αρχή της αφθαρσίας της ύλης” και δίνει εξηγήσεις σε διάφορα φυσικά φαινόμενα. Εκπρόσωποι είναι ο Εμπεδοκλής (495 – 435 π.Χ.), ο Λεύκιππος (5ος π.Χ. αιώνας), ο Δημόκριτος (460 – 360 π.Χ.) και ο Αναξαγόρας (500 – 424 π.Χ.).
στ) Η Σχολή του Πλάτωνος
Μεγάλη ήταν η συμβολή της Ακαδημίας του Πλάτωνος (427 -347 π.Χ.) στην εξέλιξη της Φυσικής. Στη μεγάλη αυτή Σχολή των Αθηνών, η οποία για κάπου 1000 χρόνια αποτελούσε ένα από τα μεγαλύτερα πνευματικά κέντρα, γίνονταν επιστημονικές συζητήσεις που αφορούσαν και τη Φυσική. Ο Πλάτων και οι μαθητές του έθιξαν θέματα βαρύτητας, δυνάμεων, κινήσεως, μάζας, ύλης, ενέργειας, μαγνητισμού, οπτικής και αντιμετώπισαν θετικά την Πειραματική Φυσική. Εκπρόσωποι της Σχολής ήταν εκτός από τον αρχηγό της Πλάτωνα, ο Σπεύσιππος (4ος π.Χ. αιώνας), ο Ξενοκράτης (4ος π.Χ. αιώνας), ο Φίλιππος ο Οπούντιος (4ος π.Χ. αιώνας), ο Ηρακλείδης ο Ποντικός (4ος π.Χ. αιώνας), ο Εύδοξος ο Κνίδιος (408 – 355 π.Χ.).
ζ) Η Σχολή του Αριστοτέλους
Στη φυσική φιλοσοφία του Αριστοτέλους (384 – 322 π.Χ.) διακρίνονται τρεις αφετηρίες για τη φυσιογνωστική του έρευνα:
– Ο καθορισμός της επιστήμης.
– Η γενική μέθοδος στην επιστημονική έρευνα και
– Η ίδρυση μίας γενικής φυσικής φιλοσοφίας.
Στη Φυσική της νεώτερης επιστήμης ανάγονται οι πραγματείες του Αριστοτέλους “”Μετεωρολογικά”, “Περί γενέσεως και φθοράς” και “Μηχανικά”. Στα έργα του αυτά που αντικατοπτρίζουν και τα θέματα διδασκαλίας στον “Περίπατο”, ο μεγάλος φιλόσοφος πραγματεύεται θέματα ύλης, ενέργειας, μηχανικής, οπτικής, ακουστικής, υδροστατικής, χημείας κ.τ.λ. Εκπρόσωποι της Σχολής του Αριστοτέλους είναι ο Θεόφραστος (372 – 287 π.Χ.), ο Στράτων (4ος – 3ος π.Χ. αιώνας), ο Εύδημος ο Ρόδιος (350 – 290 π.Χ.) κ.ά.
Η Σοφιστική Σχολή
Η Σοφιστική Σχολή στο παιδαγωγικό της σύστημα περιλάμβανε και τη διδασκαλία των Φυσικών επιστημών και τη γνώση των Φυσικών φαινομένων. Η Σχολή αυτή συνετέλεσε κατά κάποιο τρόπο στη διάδοση του φυσιογνωστικού πνεύματος. Εκπρόσωποι της είναι ο Πρωταγόρας (485 – 420 π.Χ.), ο Γοργίας (483-375 π.Χ.), ο Καλλικλής και ο Αντιφών (5ος -4ος π.Χ. αιώνας).
Μεταριστοτελική φιλοσοφία
Στωικοί
Ο αρχηγός των Στωικών ήταν ο Ζήνων ο Κιτιεύς (4ος π.Χ. αιώνας). Κατά τη φυσική των Στωικών μόνο τα υλικά σώματα υπάρχουν. Η ύλη είναι μείγμα μίας πυκνής και μίας αιθερώδους ύλης. Η αιθερώδης ύλη με τη βοήθεια του “τόνου” (της ενέργειας) δημιουργεί τα σώματα. Υπάρχουν φυσικοί νόμοι, αλλά δεν υπάρχει φυσική επιστήμη παρά μόνο εμπειρία. Η στωική φιλοσοφία διατηρήθηκε μέχρι και τον 2° μ.Χ. αιώνα. Εκπρόσωποι της Στοάς είναι ο Κλεάνθης (332 – 232 π.Χ.), ο Χρύσιππος (281 – 204 π.Χ.), ο Παναίτιος (2υς – 1υς π.Χ. αιώνας).
Επικούρειοι
Ιδρυτής της επικούρειας φιλοσοφίας ήταν ο Επίκουρος ο Αθηναίος (341 – 270 π.Χ.). Η φυσική φιλοσοφία του Επικούρου είναι η δημοκρίτειος ατομική θεωρία. Ο Επίκουρος ερμηνεύει τις ελκτικές ιδιότητες του μαγνήτη και του ήλεκτρου με τη θεωρία των ατόμων, αναφέρεται σε θέματα βαρύτητας και διατυπώνει προχωρημένες αρχές της φυσικής (αρχή απροσδιοριστίας). Εκπρόσωποι της επικούρειας φιλοσοφίας θεωρούνται ο Μητρόδωρος (4ος π.Χ. -3ος π.Χ. αιώνας), ο Αθηναίος (4ος π.Χ. – 3ος π.Χ. αιώνας), ο Τιμοκράτης (4ος π.Χ. – 3ος π.Χ. αιώνας), ο Έρμαχος (4ος π.Χ. – 3ος π.Χ. αιώνας) κ.ά.
Δεύτερη περίοδος (Αλεξανδρινή) (300 π.Χ. – 415 μ.Χ.)
Η Σχολή του Μουσείου
Στην Αλεξάνδρεια ο Πτολεμαίος ο Σωτήρ (337 – 283 π.Χ.) ίδρυσε το “Μουσείον”, ένα επιστημονικό ερευνητικό κέντρο με μία τεράστια βιβλιοθήκη από 490.000 (τόμους). Το Μουσείο πλαισιώθηκε από εκατοντάδες λόγιους που κατέφυγαν στην Αλεξάνδρεια από την Αθήνα. Ο διάδοχος του ο Πτολεμαίος ο Φιλάδελφος (285 – 247 π.Χ.) προίκισε το Μουσείο με επιστημονικές συλλογές, με αστεροσκοπείο, με επιστημονικά όργανα, με ζωολογικό και γεωπονικό κήπο και με μία νέα βιβλιοθήκη στο Σεράπειο (Σχολείο Ελληνικής Παιδείας) 42.800 τόμων. Αργότερα, επί Πτολεμαίου του Ευεργέτου (247 – 222 π.Χ.) η βιβλιοθήκη του Σεραπείου εμπλουτίσθηκε με βιβλία από τις βιβλιοθήκες του Αριστοτέλους και του Θεοφράστου κι έτσι έφτασε τους 100.000 κυλίνδρους (τόμους). Στις Σχολές του Μουσείου”προάγονταν εκτός από τα μαθηματικά και την αστρονομία και οι φυσικές επιστήμες, ιδίως οι κλάδοι της Γενικής Φυσικής: Μηχανική των στερεών, Υδροστατική, Ακουστική και Οπτική. Για πρώτη φορά γίνεται εφαρμογή σε διάφορες κατασκευές των μαθηματικών και των φυσικών γνώσεων, γεγονός που προϋποθέτει δοκιμασίες και πειραματισμούς Κατά τον Ευάγγελο Σταμάτη το Μουσείο διέθετε και εργαστήρια υψηλής τεχνολογίας για την εποχή του. Η ίδια Σχολή έχει να επιδείξει μεγάλα επιτεύγματα στη φυτολογία και τη ζωολογία.
Νεοπλατωνική Σχολή της Αλεξανδρείας (85μ.Χ. – 415μ.Χ.)
Στον νεοπλατωνισμό κυριαρχεί η μορφή του Πλάτωνος και δεν εκδηλώνονται τάσεις κάποιας ρήξης με την παράδοση. Επομένως η Νεοπλατωνική Σχολή είναι προσηλωμένη στα πλατωνικά φυσιογνωστικά δόγματα. Εκπρόσωποι της Σχολής είναι ο Απολλώνιος ο Τυανεύς (1ος μ.Χ. αιώνας), ο Νικόμαχος ο Γερασηνός (1ος – 2ος μ.Χ. αιώνας), ο Αμμώνιος Σακκάς (2ος – 3ος μ.Χ. αιώνας), ο Πλωτίνος (3υς μ.Χ. αιώνας), ο Θέων ο Σμυρναίος (2ος μ.Χ. αιώνας), η Υπατία (370 – 415 μ.Χ.), ο Συνέσιος (370 – 412 μ.Χ.), κ.ά.
Νεοπλατωνική Σχολή των Αθηνών (415 μ.Χ. – 525 μ.Χ.)
Μετά τη δολοφονία της Υπατίας πολλοί αλεξανδρινοί φιλόσοφοι κατέφυγαν στην Αθήνα, όπου συγκρότησαν τη Νεοπλατωνική Σχολή των Αθηνών. Η σχολή αυτή διαλύθηκε το 526 με διαταγή του αυτοκράτορα Ιουστινιανού Εκπρόσωποι της Σχολής είναι ο φιλόσοφος, μαθηματικός, φυσικός και αστρονόμος Πρόκλος ο Διάδοχος (410 – 485 μ.Χ.), ο Αμμώνιος (5ος – 6ος μ.Χ. αιώνας), ο Σιμπλίκιος (5ος -6ος μ.Χ. αιώνας) και ο Δαμάσκιος (6ος μ.Χ. αιώνας).