Ο ΧΡΟΝΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΛΛΑ ΠΡΩΤΙΣΤΑ ΑΙΤΙΑ ΤΗΣ ΚΟΣΜΟΓΟΝΙΑΣ

Ο ΧΡΟΝΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΛΛΑ ΠΡΩΤΙΣΤΑ ΑΙΤΙΑ ΤΗΣ ΚΟΣΜΟΓΟΝΙΑΣ


0 0 ψήφοι
Article Rating
[taxopress_postterms id="1"]

Φιλοσοφική προσέγγιση της εννοίας του Χρόνου που παράγει και περιέχει τον Χώρο, σύμφωνα με την Αρχαία Ελληνική Σκέψη

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Η φύση του χρόνου αποτέλεσε και αποτελεί ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα της φιλοσοφίας από την αρχαιότητα έως σήμερα.
Τι είναι αυτό το μυστηριώδες μέγεθος που φαίνεται να κυλά από το παρελθόν στο μέλλον χωρίς, φαινομενικά, δυνατότητα επιστροφής;

Ασφαλώς υπάρχουν πλήθος ποιητικές απαντήσεις: πόσο αργά περνά ο χρόνος ως την έλευση ενός ευχάριστου γεγονότος  και πόσο γρήγορα περνά κατά τη διάρκειά του, ή πόσο γρήγορα περνά η νιότη κ.τ.τ. Όμως, εδώ, πρόκειται για τον υποκειμενικό – σχετικό χρόνο. Υπάρχουν, ως γνωστόν, και οι θρησκευτικές, δογματικές, απαντήσεις: αρχή της Δημιουργίας (και του «χρόνου»), τέλος της Δημιουργίας, εσχατολογικές κρίσεις, τιμωρίες, ανταμοιβές κ.τ.λ.

Εργαστήρια Κυριαρχίας Θεών

Και, βέβαια, Χρόνος δεν είναι αυτός που μετρούν τα ρολόγια των ανθρώπων που ταξιδεύουν μέσα στο Σύμπαν, επιβάτες ενός απειροελάχιστου σε διαστάσεις πλανήτη που περιστρέφεται σε 365,2425 ηλιακές ημέρες γύρω από ένα μικρομεσαίο κίτρινο άστρο, τον Ήλιο μας,  που και αυτός, με τη σειρά του, ευρισκόμενος σε μια σπείρα του περιστρεφόμενου Γαλαξία μας (ως ένα από τα περίπου 1 τρισεκατομμύριο άστρα του) ταξιδεύει μαζί του καθώς κινείται και αυτός εντός του τοπικού του σμήνους , ανάμεσα  στα δισεκατομμύρια άλλα σμήνη γαλαξιών,  εντός του αισθητού στον άνθρωπο Σύμπαντος. Χωρίς να αποκλείεται και η ύπαρξη πολλών Συμπάντων μέσα στον Κόσμο! (1)

Η Φυσική, πάλι, επιδιώκει να εκφράσει αυτό το μυστηριώδες μέγεθος ως μαθηματικό υπόδειγμα (μοντέλο, εξίσωση) ενός μετρήσιμου φυσικού μεγέθους. Ως μια διάσταση από τις 4 του χωροχρόνου, σύμφωνα με την Γενική  Θεωρία της Σχετικότητος (2), όπου κάθε γεγονός που συμβαίνει εντός του Χωροχρονικού Συνεχούς ορίζεται, (ή μήπως όχι;(3)) από τις 3 παραμέτρους του Χώρου και την 1 του Χρόνου, (τουλάχιστον(4)). Και προσπαθεί να προσδιορίσει ποια είναι η μορφή του χρόνου: Ευθύγραμμη; Κυκλική; Σπειροειδής;  και ποια η δομή του; Συνεχής; (5) Κοκκιώδης; (6) Στροβοσκοπική; (7)

Η Φιλοσοφία τέλος, συχνά επιφυλακτική απέναντι στις κρατούσες θετικιστικές προσεγγίσεις, άλλοτε πάλι  συντρέχουσα με αυτές, επιχειρεί να απαντήσει σε ερωτήματα του τύπου: Ο Χρόνος έχει αρχή και τέλος; (8) Τι υπάρχει πριν την «αρχή» και μετά το «τέλος»; Πόσο πραγματικός είναι ο Χρόνος; Υπάρχει Απόλυτος Χρόνος;  Φανταστικός Χρόνος (9) ; Μπορεί να σταματήσει, να επιταχυνθεί, να επιβραδυνθεί ή, ακόμη να επιτρέψει να μετακινηθεί κανείς εντός του; Γιατί ο Χρόνος και το Σύμπαν μπαίνουν στον κόπο να υπάρχουν; (10)


Το δοκίμιο που ακολουθεί με τίτλο «Ο ΧΡΟΝΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΛΛΑ ΑΙΤΙΑ ΤΗΣ ΚΟΣΜΟΓΟΝΙΑΣ» είναι μετάφραση του αναμορφωμένου κειμένου «ΠΕΡΙ ΧΡΟΝΟΥ ΚΑΙ ΛΟΙΠΩΝ ΑΠΩΤΑΤΩΝ ΑΙΤΙΩΝ», που συνετάχθη στην αρχαία Ελληνική. Ο λόγος για την (αρχική) αυτή γραφή, ήταν κατ’ αρχάς, αυθόρμητος και πηγαίος. Ούτως ή άλλως, (όπως και η γραφή στην αρχαιοελληνική γλώσσα της «ΩΔΗΣ ΣΤΗΝ ΠΑΛΛΑΔΑ») είχε σαν αποτέλεσμα, για μένα, μια βαθειά και οριστική διαβεβαίωση της ζωντάνιας και της μοναδικής στην εκφραστική της δύναμη και οικονομία, αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας, εξέχοντος μέλους του αρχαίου Ελληνικού Κόσμου, και μοναδικού οργάνου για μια βαθειά, σαφή και υποβλητική διαμόρφωση της ανθρώπινης σκέψης. Οπωσδήποτε, δεν ήταν ένα γύμνασμα δεξιότητας, αλλά άμεσος καρπός της γενικώτερης ανάγκης μου να διαχειριστώ και ενδιάθετα, αλλά και ρητά, το  κορυφαίο όσο και θεμελιώδες για την ανθρώπινη διάνοια και εμπειρία ζήτημα του χρόνου σε αυτό το μικρό και συνοπτικό δοκίμιο. Όπως προεκφαίνει ο τίτλος, εδώ ο Χρόνος διερευνάται ως μία από τις Πρώτες Αρχές του Γίγνεσθαι σε αιτιώδη συνάφεια, συνάρτηση και συνακολουθία προς τις άλλες πρωταρχικές αιτίες-δυνάμεις της Γενέσεως.

Κύριο αξίωμα της Ορφικής Κοσμολογίας είναι ότι ο Χρόνος [που γεννάται από το προ-οντολογικό σύστημα της Αρρήτου Αρχής ή (Τριαδικού) Ενός]δεν είναι απλώς «διάσταση» κάποιας πραγματικής «υλικής» Κοσμικής ρυθμίσεως. Αλλά, εφ’ όσον μάλιστα και ακριβώς προηγείται και προκαλεί ως Αιτία την Οντογένεση, τίθεται ως Δύναμη ουσιαστική, η οποία γεννά  από το Είναι του τις δύο πρώτες ενεργές, ικανές να παράξουν έργο, ουσίες:  το Χάος (δυνάμει ύλη), τον Αιθέρα (πρωταρχικό και ενιαίο φορτίο ενέργειας), καθώς και το Έρεβος (αδρανές πεδίο). Η γεννητική ικανότητα του Χρόνου οφείλεται και στην Ουσία του και  στον κύριο Νόμο, που  χαρακτηρίζει ιδιαιτέρως τον Χρόνο δηλαδή στον Νόμο της μεταστοιχειωτικής κινήσεως.

Τα γεννήματα του Χρόνου συναποτελούν  το πρώτο και εναρκτήριο Γεγονός, το οποίο θα ακολουθήσει ως μεγάλη και    εναντιόδρομη κλίμακα, όλα όσα οδήγησαν στην Γένεση του πολλαπλού Σύμπαντος Κόσμου, με την δεσπόζουσα, πάντοτε, συνέργεια του Χρόνου. Τα πολλά και ανυπέρβλητα αξιώματα της Ελληνικής Επιστήμης για τον Χρόνο, δεν εξαντλούνται εδώ. Ευρύτερη ανάπτυξη του θέματος αυτού υπάρχει στα βιβλία μου, ιδίως στον Α’ τόμο της  Συλλογής Otto Kern, στα αρχαία αποσπάσματα και στη μετάφραση, φυσικά, ιδίως όμως στα Αναλυτικά – Δομικά Σχόλια.

Άλλωστε ούτε κι εκεί εξαντλείται η από μέρους μου προσέγγιση/ερμηνεία της τεράστιας και ανεξάντλητης στις εξόχως επιστημονικές διακτινίσεις της, αρχαιοτάτης Ελληνικής Φυσικής και Μεταφυσικής  (καθ’ ημάς) Θεωρίας. Διδάσκοντας επί 4ετία την Ορφική Φιλοσοφία σε σεμινάρια και μη επαναπαυόμενη σε όσα ήδη συνέγραψα σχετικά, αλλά έχοντας πρόθυμο το πνεύμα στο πηγαίο των κειμένων Νόημα, βρίσκομαι συνεχώς μπροστά σε νέα στοιχεία , που κυριολεκτικά αναβλύζουν από τον πλουσιώτερο, ως τώρα, ανθρώπινο Λόγο για το Είναι και το Γίγνεσθαι: τον παλαίφατο εκείνο λόγο, που, σε πείσμα των ιστορικών παραδόξων, ταξίδεψε και έφθασε ως εμάς: τον Ελληνικό Λόγο.

ΠΡΟΟΙΜΙΟ

«Κατά τον Ηράκλειτο, ο Χρόνος δεν είναι  χωρισμένος από τη Σκέψη. Είναι δεμένος με τη Σκέψη, δηλαδή με τον Λόγο. Ο Ηράκλειτος υποτάσσει ολόκληρη την τοπική κατάσταση στον Μεγάλο Περιέχοντα Χώρο που περιέχεται μέσα στον Χρόνο (………) Ο χρόνος συλλαμβάνεται μόνο με την προσπάθεια μιας σκέψης που είναι συνταιριασμένη με τον ολικό ρυθμό (…….) Ο Λόγος και ο Κόσμος, ο Χρόνος και η φωτιά ( ο ρυθμός του Κόσμου) είναι βαθειά ενωμένα το ένα με το άλλο, όμως δεν συγχέονται (……..) Ο Χρόνος είναι και πολλαπλός: κάνει τον αιώνια αληθινό Λόγο χρονικό, εναρμονίζει τις βίαιες κοσμικές αλλαγές και ενώνεται με τη φωτιά (ρυθμό) δίχως να ταυτίζεται μαζί της. Ο Κόσμος ως τάξη της Αταξίας, ως ολότητα που περιέχει τα στοιχεία που την αποτελούν, υπακούει στον ρυθμό του Χρόνου». Κ. Αξελός «Ο Ηράκλειτος και η Φιλοσοφία» Εκδ. Εξάντας 1974.

ΤΙ ΕΙΝΑΙ ΛΟΙΠΟΝ Ο ΧΡΟΝΟΣ;

Το ότι ο Χρόνος περιέχεται στα πάντα και τα πάντα περιέχονται στον Χρόνο, είναι ευλόγως φανερό σε όλους, όσους φιλοσοφούν.

Αλλά, είναι ανάγκη και πρέπον να εξετάζεται χωριστά και ιδιαιτέρως το πρώτο σκέλος της εκτιμήσεως αυτής.

Κατά τη γνώμη μου, από τα πολλά που έχουν ειπωθεί από τους νεωτέρους στοχαστές, σχετικά με το ότι ο Χρόνος είναι πρωτίστως περιεχόμενο και δύναμη εσωτερική, ουσιώδης των όντων, εκτός όσων ασύγκριτων κατά τη σπουδαιότητά τους, έχουν πει οι παλαιοί Έλληνες σοφοί, ο καλύτερος σύγχρονος λόγος είναι η ρήση του Κώστα Αξελού. Λοιπόν, εκείνος εκλαμβάνει τον Χρόνο ως «υπερβατική ενύπαρξη» ως προς τα άλλα όντα – πλην αυτού του ίδιου του Χρόνου δηλαδή-. Διότι είναι διπλό, με δύο κατευθύνσεις το ζήτημα τούτο, του Χρόνου ως περιεχομένου και περιέχοντος. Και η κάθε όψη του, τείνει να συναντήσει την άλλη.

Οπωσδήποτε, με τη δική του ενέργεια και μέσα στη δική του υπόσταση  και συνδεδεμένα μαζί του γεννώνται, εξελίσσονται και αλλάζουν τα όντα.

Γι’ αυτό και είναι και δεν είναι απόλυτο αίτιο ο Χρόνος: επειδή χωρίς αυτόν τίποτε δεν γίνεται, αλλά και χωρίς τα όντα ο ίδιος δεν υπάρχει, ή είναι ανενεργός.

Εμφανίζεται, λοιπόν, στην κριτική σκέψη, και να υπερβαίνει τα άλλα, αλλά και να υπόκειται σ’ αυτά. Αν και έχει δίκαια χαρακτηρισθεί σαν δαμαστής, τρόπον τινά κυρίαρχος, επειδή το κάθε τι παράγεται από αυτόν. Πάντως, όχι λιγότερο, και τούτα, τα παράγωγα του, αναδεικνύονται αίτια της προόδου και αυτού του ίδιου στο διηνεκές και στο παν και για πάντα. Είναι παράδοξο, αλλά αληθινό, ότι ο Χρόνος, ενώ είναι αγέννητος και αθάνατος, σύρεται στο οντικό Σύμπαν από εκείνα που ο ίδιος δημιούργησε.

Γι’ αυτό και μπορεί να πει κάποιος πως ο Κρόνος και ο Χρόνος είναι σχεδόν ταυτότητα. Επειδή οπωσδήποτε ο πρώτος κατεβρόχθισε τα γεννήματά του, όπως λέει ο μύθος, αλλά και τα απέβαλε με εμετό λόγω της βαθυτάτης ανάγκης του να διατηρεί καθαρό τον εαυτό του από προσμίξεις με υποστάσεις ετεροειδείς. Επειδή όπως   ενδεικνύεται από τις σχετικές παραδόσεις, η καθαρότητα αυτή ήταν κυρίαρχη ιδιότητα που ώριζε το Είναι του, έως τις απαρχές του Γίγνεσθαι, πριν γεννηθούν τα όντα και ο χώρος.

Αλλά, αν και ο ίδιος έχει μέσα του την Ανάγκη και αυτή από εκείνον κατευθύνεται στην πραγμάτωση των αντικειμένων της, όμως, επειδή είναι ισχυρότερη από αυτόν ως προς την γένεση των όντων και χάριν αυτής, ως αναπότρεπτης συνέπειας της ίδιας και του Χρόνου, ο Χρόνος, δίχως άλλο, αφού υπέκυψε σ’ αυτήν, την Ανάγκη, επέφερε γεννήματα μετερχόμενος την ύλη και τη μορφή. Και από τότε, μέσω αυτών και μέσα σ’ αυτά όλα, φαίνεται να υπάρχει.

Από τα προηγούμενα εξάγεται πως μπορεί να ειπωθεί ότι, αν και ο Χρόνος είναι Αρχή (11)πρωταρχική των πάντων, είναι υποκείμενος στα αίτια – νόμους και όντα που αναπαράγουν και μεταβάλλουν το Είναι – τα οποία προήλθαν από τον ίδιο. Και ό,τι γεννά, το γεννά πειθόμενος στην Ανάγκη· και φαίνεται σαν να άγεται και να φέρεται από την δράση των πρεσβυτάτων στοιχείων της ύλης, από τα οποία προκύπτει και η παντοειδής, πολύπλοκη εμφάνιση τους.

Γιατί συμβαίνει τούτο: Καθ’ όσον ο Χρόνος θεωρείται πως οδηγείται από την Ανάγκη, κινεί τις Αιτίες της γενέσεως με τον τρόπο του Έρωτος(12).

Διότι ο Έρως, συμπεριφέρεται ως αιτία του Γίγνεσθαι και δεν αποκαλύπτεται μέσα από φανερά ενεργήματα. Γιατί, αυτός δεν είναι κάποιο ποσό που μπορεί να μετρηθεί ή να προσεγγισθεί με τεχνικά μέσα ή και  με τη διάνοια.

Και θα φαινόταν σωστό εκείνο που είπε ο Φερεκύδης, ότι «ο Δίας μεταβάλλεται σε Έρωτα, όταν πρόκειται να δημιουργήσει κάτι νέο, επειδή η κύρια έμφαση των έργων του είναι ότι συνέταξε την Κοσμική Αρμονία συναρμόζοντας αντίθετους προϋπάρχοντες όρους· κι έτσι ανέδειξε το Παν ως Ολότητα Συμφωνίας και  ενέσπειρε σε όλα τα ξεχωριστά του μέλη στοιχεία κοινά, ώστε να συναποτελούν, όλα μαζί, ταυτότητα (σ.σ.: το οντικό σύστημα)(13), αλλά και τα κατέστησε συνάρτηση, ώστε να τα συνέχει η ενότητα, που εκτείνεται από το ένα στο άλλο αδιάσπαστη, και υπερέχει  όλων των άλλων δυνάμεων»

Γιατί ο Ζεύς έχει χρόνο σαν γόνος – υιός του Κρόνου, ανάλογος του Αιθέρος, του τέκνου του Χρόνου-Ηρακλή. Και πράττει κυρίως τούτο: φέρει σε σχέση συνάψεως δημιουργικής και δημιουργεί ζωτικές μορφές από ενάντια στοιχεία, που, όσο είναι χωρισμένα, είναι ασύμβατα μεταξύ τους και δίχως αποτελεσματικότητα, δίχως σχήμα.

Από αυτά όλα τα αξιώματα, συνάγεται πως θα ήταν αληθής ο συλλογισμός ότι ο Χρόνος , η Ανάγκη ως νόμος γενεσιουργός και αναπότρεπτος, ο Έρως και ο Ζεύς είναι οντότητες, δυνάμεις, που πηγάζουν από την ίδια Αρχή και παρουσιάζουν μεγάλη ομοιότητα μεταξύ τους.

Επειδή είναι αναντίρρητο πως όλες αυτές οι υποστάσεις μεταβάλλονται σύμφωνα με τον καθολικό Νόμο και αλλάζουν την διεύθυνση, τον τρόπο που ενεργούν και την ένταση των ενεργειών τους (ανάλογα με τις συνθήκες και τις απαιτήσεις της προσαρμογής σε κάθε πεδίο ή βαθμίδα γενέσεως που δραστηριοποιούνται).

Αδυνατούν μάλιστα να αποφύγουν το ακαταμάχητο, εκείνη τη δύναμη που μέσω του Νόμου κατευθύνει και ρυθμίζει τα πάντα, από τα αισθητά ως και εκείνα που είναι μόνον στη διάνοια κάπως προσιτά, και όσα γίνονται και όσα τελεσφορούνται, όπως και τη σύνθεση και την κοινή τάση και την αρμονία και την αλληλουχία τους και, γενικώς, την κοινή δέσμη των αιτίων που τα παράγουν και ό, τι τα ολοποιεί και τα στηρίζει, ή και τα αποτρέπει.

Οι αρχαιότατες παραδόσεις βεβαιώνουν ότι ο Χρόνος ανεπτύχθη ως δύναμη ενεργή πρώτος από όλα τα αίτια της γενέσεως των όντων αλλά είναι αδύνατον να υπάρξει στο Γίγνεσθαι, να παράξει πραγματικά αποτελέσματα μόνος του.

Και τούτο το αξίωμα είναι, κατά κοινήν ομολογία, απόλυτο και αμετάβλητο, επιβεβλημένο από την κρίση και τη θέληση της Κύπριδος.

Μάλιστα η Κύπρις αναφαίνεται στο Είναι και το Γίγνεσθαι των Κόσμων από τον Κρόνο, και μέσα από αυτόν, τον Συμπαντικό Χρόνο, αλλά και από τον Ουρανό(14) και τον αφρό της θάλασσας ( δηλ. από τις θετικές τροπές και εκτινάξεις-αφρός- της χαοτικής ύλης- θάλασσας). Και θριαμβική, θερμή εξεπήδησε, έχοντας τριπλή δύναμη, ανάλογη της τριπλής γονής της.

Εκείνη πρώτη, ως Αιτία του Έρωτος, συνέζευξε τον Ωκεανό, – την ελεύθερη ενέργεια- και την Τηθύ – την αδέσμευτή ύλη -. Και του Κόσμου το εράσμιο κάλλος, είναι η δική της παρουσία.

Για τους παραπάνω λόγους, σύμφωνα και με τους Ιερούς Λόγους του Ορφέως συνέβη κάποτε  και ωρίμασαν όλες οι συνθήκες, και πραγμάτωσε ο Χρόνος τα γεννήματά του.

Αλλά και η Κύπρις, βέβαια, ως Θέτις δεύτερη και Πρώτη Μοίρα του Κόσμου, μέσα από του Χρόνου το Είναι διευθύνει τα έργα της και έτσι μόνον κατέστη δυνατόν να γίνεται άρτιος ο Κόσμος, αν και είναι άπειρος και στο μέγεθος και στο πλήθος των στοιχείων του.

Είναι αληθές, λοιπόν, το συμπέρασμα πως ο Χρόνος εξασκεί την ισχύ του στα πάντα και ζωογονείται ο ίδιος μέσω αυτών επιμελούμενος ως κυρίαρχος αυτών, όχι από αυθαίρετη διάθεση, αλλά πειθόμενος στην έλλογη και εναρμόνια συμφωνία της Αδράστειας, του Νόμου(15), του Έρωτος και της Κύπριδος και όσων άλλων συνάπτονται προς αυτούς  και συνδιαλέγονται. Θα πρέπει, λοιπόν, να συνυπολογίζεται και το ότι ο Κόσμος έγινε σύμφωνα με τις ρυθμίσεις των Ωρών(16), και να διακρίνουμε στην αλληλουχία και σε κάθε σχέση των πραγμάτων τον Δεσμό- που είναι ο κοινός Λόγος(17)– πραγματωμένο και εμφανή.

Όλα αυτά δι’ αυτού, του Λόγου, συναρμόζονται· και τούτο σημαίνει πως, η Ύπαρξη και ο Λόγος είναι ταυτότητα επειδή είναι αρρήκτως συνδεδεμένα και το ένα γεννά το άλλο, όλα τα όντα και ο Λόγος, ανταλλάσσοντας τις δυνατότητές τους το ένα προς το άλλο και είναι το καθ’ ένα πρόθυμο να υποστηρίξει τα άλλα.

Και αυτό το διδόμενο, αυτή η συνθήκη, ήταν εξ αρχής τετελεσμένο και αναλλοίωτο και προϋπήρχε ως αναγκαίος όρος της Υπάρξεως και της ρυθμίσεως της αρμονίας του Κόσμου.

Πάντως ο Λόγος είναι εκείνο το νοερό ον, που εκδηλώνεται σαν η κοινή αξία που προκύπτει από τη σχέση των πάντων μεταξύ τους,  ενώ ως δύναμη συναρμόζει τα διάφορα μεγέθη σε μορφές λογικές. Βρίσκεται, μάλιστα, και μέσα στο κάθε τι, αλλά και ανάμεσα στο κάθε  ένα προς οιοδήποτε άλλο· και είναι η κυρίαρχη δύναμη στο σύμπαν των όντων, αν τον αντικρύσουμε σαν υπερβατική υπόσταση, όπως    είναι.

Και, κάθε ένα ον, ακολουθεί τον δικό του χρόνο, που υποβάλλεται από την ιδιαίτερη συμπεριφορά και το μέγεθος του είδους του, αλλά και του ατόμου του. Έτσι έχει γίνει χάριν της εξελίξεως των όντων: το καθ’ ένα να έχει τον δικό του χρόνο, ως τόνο, διάρκεια και τάξη της υπάρξεως του, σαν ιδιαίτερο μέτρο του Είναι του.

Αλλά από το μέτρο αυτό, που συμμετέχει και ρυθμίζεται εσωτερικά από τον κοινό αριθμό, τον Λόγο, το κάθε τι το υπαρκτό παρουσιάζεται και γίνεται αισθητό, ακολουθώντας τον Ρυθμό του Κόσμου με τον οποίο είναι συνδεδεμένο.

Ρυθμός(18), μπορούμε να πούμε ότι είναι το σύνολο των οντικών μέτρων και η συμφωνία που συμπαράγεται από αυτά. Ακόμη, όμως, ο Κοσμικός Ρυθμός είναι κάτι αναπόφαντο και ανέπαφο, επειδή ανάγεται η προέλευσή του στις πρώτιστες Αιτίες, τις Κοσμογονικές Αρχές, σαν μέρος αυτών· και από όλες τις εδώ ιερές δυνάμεις συνάγεται  προς  τις απώτατες , τις πλέον  απρόσιτες Αρχές·  και εκτιμάται ότι από τη ριζική του φύση κρατεί  τα πάντα, ό, τι υπάρχει.

Από τα όντα πάλι, το καθένα περιέχεται στον εκ φύσεως άτμητο Χρόνο, αυτόν που μπορεί να χαρακτηριστεί και αντικείμενος των όντων· διότι υπάρχει ανεξάρτητος από αυτά , που είναι δικά του υποκείμενα.

Είναι δυνατόν πολλά να στοχαστεί κάποιος, και από πολλές πλευρές να ατενίσει πνευματικά, και πολλά να συμπεράνει για τη φύση και το Είναι του Χρόνου, που φανερώνεται ως αληθής υπόσταση από τα πάντα, αλλά ξεπερνά τα πάντα και μένει κρυφός από τα πάντα και ασύλληπτος.

Το Mέτρον και ο Ρυθμός πάλι δεν παρουσιάζουν ποιόν, αλλά ποσόν της Αλήθειας.  Και βέβαια για το ποιόν της καθολικής Αλήθειας δεν είναι δυνατόν να μιλήσει με ακρίβεια κανείς από τους ανθρώπους, αν σέβεται τις αδυναμίες της διανοίας μας να συλλάβει ικανοποιητικά τις ιδιότητες και την όλη λειτουργία και φύση των πρωταρχικών και ηγεμονικών αιτίων της εξελίξεως των κόσμων (από την Γένεση έως την όποια πρόοδο τους, εννοείται).

Υπάρχει κάτι που ονομάζομε Ψυχή και είναι στοιχείο κοινό των όντων, και κρατεί τα πάντα, και ως ‘Όλον και το καθ’ ένα χωριστά, σε κίνηση και ζωή, όπως, άλλωστε, και τα όντα την κρατούν εντός τους ενεργή.

Όμως, αυτή, η Ψυχή, είναι αποτέλεσμα συνθέσεως περισσοτέρων του ενός ουσιωδών στοιχείων. Αυτά λοιπόν, είναι όμοια, κατά το ποιόν τους, προς τις ουσίες υποβάθρου των πραγμάτων. Ωρισμένα μάλιστα από τα μέρη αυτής μοιάζουν κατά τη σύστασή τους με εκείνη των υλικών σωμάτων.

Και είναι αθάνατη η ψυχή, όπως και θεωρείται· και  ιδιότητά της είναι να μη φθείρεται ο πυρήνας της, όπως είπαν και οι αρχαιότεροι φιλόσοφοι και θεολόγοι. Αλλά ακόμη η ψυχή είναι ένα από τα αίτια της γενέσεως του Κόσμου, κι εκείνη συνέλαβε και έθεσε σ’ εφαρμογή και τους πρώτους από τους νόμους που οδήγησαν σ’ αυτό το αποτέλεσμα. Βέβαια, είναι και παρουσίαση και των άλλων αιτίων, ένδειξη αυτών και απόλυτο γνώρισμα, σύμφυτη δύναμη τους.

Σύμφωνα με τα παραπάνω, θα υποστηρίξωμε έναν μόνο λόγο ως ακριβή, ότι, από τα Κοσμογονικά Αίτια, τα αμιγή και μακριά από την αντίληψή μας,  τα Νοητά, μόνο αυτά, γνωρίζουν την φύση τους· αλλά ανάμεσά τους λογίζεται και η Ψυχή αν και είναι αποτέλεσμα συγκράσεως περισσοτέρων του ενός και διαφορετικών μεταξύ τους, όρων.

Αν λοιπόν δεν είναι αδιάφορο ή μάταιο να επωνομασθεί ο Χρόνος οντότητα αρχηγική και άβατος οίκος των θεών, το ίδιο σωστό είναι και το να πούμε γι’ αυτόν ότι είναι κάτι το κοινό στα πάντα, ακόμη και στα έσχατα, τα υπολειμματικά στοιχεία του Κόσμου. Το ίδιο συμβαίνει και με την Ψυχή. Επειδή σε ό, οτιδήποτε υπάρχει, είναι γνώρισμα απόλυτο το ότι και αυτά τα ίδια κινούνται, αλλά και κάτι άλλο κινούν. Και η κίνηση, είναι ιδιότητα του Χρόνου και της Ψυχής.

Αλλά είναι πολύ δύσκολο να κατανοήσουν οι άνθρωποι τον Χρόνο σαν κάτι οικείο σ’ αυτούς. Φαίνεται μάλιστα και αδύνατη αυτή η κατανόηση, επειδή, καθώς είναι πνιγμένοι στα  λόγια  έχασαν την βαθειά γνώση των πραγμάτων.

Γιατί η Σοφία είναι ο δίκαιος νόμος που ενυπάρχει στον Χρόνο, και η δύναμή του, αλλά και το κορυφαίο από τα γνωρίσματά του. Αυτή λοιπόν, η Σοφία, αναδείχθηκε σε κυρίαρχη του Είναι δύναμη, όπως και ο Χρόνος, στον οποίο εμφωλεύει και από τον οποίο αντλεί την ισχύ της. Και δεν υπάρχει τρόπος τεχνικός να γνωρίζει κάποιος και να αποδείξει ό, τι την χαρακτηρίζει, εάν δεν γίνει αυτός κοινωνός του ‘Έρωτος και της «φροντίδος σχάσεως»(19). όπως και της εκστάσεως του και της διαστολής του Εγώ προς τα Άλλα και  αν δεν απεκδυθεί τον στενό εαυτό του και δεν μπορέσει να αντικρύσει τα Άλλα όπως τα δικά του, όμοια και συγγενή προς αυτόν.

Άλλωστε, μέσω της Σοφίας και των έργων του Χρόνου γίνεται φανερό και ποια είναι η αφύσικη και ατελής ύπαρξη, αν και ακόμη και σε ό, τι φαίνεται τέλειο, και σε ό, τι είναι δυσδιάκριτο, φανερή είναι η διαφθορά(20).

Ασφαλώς λοιπόν η Σοφία μπορεί να γίνει αντιληπτή ως το φρουρητικό και αμετακίνητο τείχος, η προϋπάρχουσα ( πριν την Γένεση του Κόσμου) σταθερά των νοητών Αρχών (που παραμένει αναλλοίωτη σε όλο το φάσμα των αναπτύξεων και των προσαρμογών τους, και στα Νοερά και στα Αισθητά). Και αναφερόμαστε στη Σοφία, επειδή ο Χρόνος είναι για μας αείρροος, αόριστος και αόρατος. Γιατί είναι φευγαλέος και άστατος και ταυτόχρονα δημιουργός των πάντων, αλλά και του μηδενός αυτός είναι αιτία και τεκμήριο. Είναι, βέβαια, όμοια του Χρόνου η Σοφία, επειδή με τη θέλησή της κατέχει τα πάντα και στα πάντα ενυπάρχει, και τοποθετεί το κάθε τι στο παν, και δίνει μορφή στα διάφορα και διαφοροποιεί ό,τι έχει μορφή από άλλα. Έτσι, υψώνεται και ωσάν ηγεμών του Χρόνου επειδή αυτή του φανερώνει, του παρουσιάζει τα αντικείμενά του (επειδή εκείνη τα διαπλάθει με τρόπο λογικό, επίδεκτα ζωής, κινήσεως και διάρκειας) και τον οδηγεί εκεί που γίνεται κάθε αγώνας για την ύπαρξη, στο κάθε τι ξεχωριστά και στο Όλον.

Γι’ αυτό και σωστά λέγει ο Ηράκλειτος από την Έφεσο πως η Σοφία είναι χωρισμένη από οτιδήποτε (απ. 32 και 41συλλ.Diels-Kranz) Και δεν μπορεί να την ατενίσει  κάποιος πνευματικά, να την κατανοήσει, αν δεν εξετάζει και την ταυτότητα και την ετερότητα των πραγμάτων. Επειδή το να φθάνει ο νους μας στη σύνδεση του διαφορετικού με το όμοιο φαίνεται πως είναι δίκαιο και σωστό.

Γι’ αυτό ακριβώς δεν υφίσταται καμμία διαφοροποίηση, καμμία διάκριση μέσα στην άπειρη, δίχως αρχή, οντότητα του Χρόνου, αν και εξαιρείται η αξία της Σοφίας και, χάριν της λογικής προσεγγίσεως των πραγμάτων, εξαιρουμένων και της συμπεριφοράς, του μεγέθους και της μορφής των όντων.

Μαρία Ιω. Σίδερη
Δεκέμβριος 2010

Σημειώσεις :

1)       Karel Velan : The multi-Universe Cosmos

2)       Albert Einstein: Γενική Θεωρία της Σχετικότητος (Γ.Θ.Σ.)

3) Stephen Hawking: Black Holes and Baby Universes «Η Γενική Θεωρία της Σχετικότητος παραβλέπει τα απείρως μικρά γεγονότα της κβαντικής μηχανικής όπου ισχύει η Αρχή της Απροσδιοριστίας σύμφωνα με την οποία είναι δυνατόν στα υποατομικά σωματίδια να ταξιδεύουν με ταχύτητες μεγαλύτερες του φωτός».

4)       Brian Greene: The Elegant Universe «Σύμφωνα με τη Θεωρία των Υπερχορδών μπορούν να αυξηθούν σε 10-25 οι διαστάσεις του χώρου + 1 του χρόνου»

5)       Γ.Θ.Σ.

6)       Επίκουρος.

7)       Jean-Pierre Garnier Mallet: Les ouvertures Temporelles, όπου ο χρόνος θεωρείται ως μια διακεκομμένη γραμμική σειρά χρόνου και κενών χρόνου (- – –  – – ) όπου τα κενά θεωρούνται ως χρόνος επιταχυνόμενος προς το μέλλον. Με τη θεωρία αυτή επιχειρείται μια εξήγηση της διαισθήσεως και των μαντικών προβλέψεων.

8)       Η επίδραση της Θρησκείας : Αρχή της Δημιουργίας ( και του Χρόνου) η Μεγάλη Έκρηξη  –Big Bang. Τέλος της Δημιουργίας ( και του Χρόνου) η Μεγάλη Σύνθλιψη- Βig Crunch) σύμφωνα με την Γ.Θ.Σ.

9)       Εκφράζεται στη Φυσική ως πολλαπλάσιο της τετραγωνικής ρίζας του -1: (√-1=i ) και δίνει στον χρόνο πολλές διαστάσεις της μορφής 1+2i , δηλ. δέχεται μικτό χρόνο αποτελούμενο  από τον πραγματικό «1» και τον φανταστικό «2i»  με διανυσματική κατεύθυνση κάθετη στο διάνυσμα του πραγματικού χρόνου.

10)    Σύμφωνα με τη Ορφική Θεολογία/Φιλοσοφία ο Νοητός Κόσμος (Η Άρρητος Αρχή) αποφασίζει να βγει από την ευδαίμονα απραξία  του και να εισέλθει στην Μεγάλη Περιπέτεια του Γίγνεσθαι ( με ό, τι αυτό συνεπάγεται) για να μην περιπέσει στην κατάσταση της εντροπίας (Βλ. και «Ορφική Θεολογία- Βασικές Αρχές» στην ενότητα «Ελλάς- Ελληνική σκέψη»).

11)    Αρχή: Εδώ όχι με την έννοια της ενάρξεως, αλλά της δεσπόζουσας Αιτίας. (Αιτία = δέσμη αιτίων και αποτελεσμάτων).

12)    Έρως: δύναμη προοντολογική ήδη, αλλά και ρυθμιστική όλης της οντογενετικής και οντικής διαδικασίας. Όρα και σημ.αρ. 1 κειμένου «Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ ΘΥΣΙΑΣ»

13)    Το οντικό σύστημα νοείται πρώτα ως Όλον (Κόσμος = το πρώτο Ον) που περιέχει  τους Κόσμους και τα κενά τους. Είναι το Σύμπαν των Συμπάντων που περιέχουν συστήματα πραγματικής ύλης ως εναρμόνιες τάξεις, αλλά και «δυνάμει» ύλης+ ενέργεια υποβάθρου (dark matter+dark energy).

14)    Ουρανός ; το πρώτο σφαιρικό σώμα (Ωόν) που ανεφύη από το Χάος.

15)    Νόμος: Η πρωτίστη διοικητική Αρχή του Γίγνεσθαι (=της αέναης εξελικτικής πορείας του ό,τιδήποτε).

16)    Ώρες : Ρυθμιστικές του Κόσμου Αρχές.

17)    Λόγος: Η προϋπάρχουσα υπόσταση του Έρωτος,  γέννημα της Νοήσεως και του Νου στο πρώτιστο Εν.

18)    Ρυθμός του Κόσμου: Η βασική ημιτονοειδής (σπειροειδής στον χώρο) και κανονική (έμμετρος) κίνηση του σύμπαντος χώρου-χρόνου.

19)    Φροντίδα Σχάσεως: Όρος που σημαίνει την προσπάθεια του ανθρώπου να αποκόπτεται από το στενό, ατομικό του «εγώ», από τα βιολογικά όρια του, και να ενεργεί κατά το δυνατόν σαν καθαρή στοχαστική (όχι «εγκεφαλική») οντότητα. Να βυθίζεται στο Άλλο (το Είναι, τον Κόσμο, τις Αρχές) βιωματικά, δημιουργώντας με αυτό το βύθισμα εμπειρία.

20)    Η λέξη «διαφθορά» δεν τίθεται εδώ με την στενή ηθική σημασία της μόνο, αλλά και με την φυσιολογική.

Υποδηλώνει την ελλειμματικότητα (ατέλεια) των πραγματικών- αισθητών- όντων σε σχέση με την ιδεώδη μορφή και λειτουργία τους. Αυτό το έλλειμμα, πάντως, ίσως είναι και η ομορφιά και η ζωογόνος αιτία που διαιωνίζει την ύπαρξη και κάνει ατέρμονη την εξελικτική πορεία (Γίγνεσθαι) αυτών των φθαρτών κατά μονάδα, αλλά συνεχώς αναγεννωμένων και αναπροσαρμοζομένων όντων….


ΠΕΡΙ ΧΡΟΝΟΥ ΚΑΙ ΛΟΙΠΩΝ ΑΠΩΤΑΤΩΝ ΑΙΤΙΩΝ
(κείμενο που συνετάγη από την συγγραφέα, αρχικά, στην αρχαία Ελληνική)

Δόξει αν χρόνον τοις πάσιν ενέχεσθαι και πάντα χρόνωι εχόμενα είναι, τούτο δήλον αν είη τοις πάσι των φιλοσοφούντων.

Περί μεν του πρώτου, το κεχωρισμένως θεωρείν αναγκαίον τε και ορθόν φανήσεται. Και των πολλών περί αυτού λόγων γεγενημένων, όσων οι ύστεροι των ανθρώπων ειρήκασιν, εκτός των σπουδαιοτάτων οίουσπερ οι των Ελλήνων σοφοί το πάλαι  έφησαν, άριστον αν οίημι τον του Αξελού τοιόνδε είναι, εκείνον γαρ λαμβάνεσθαι ώσπερ υπερβατικήν  ενύπαρξιν προς τοις άλλοις πράγμασιν δέον έφη. (Διττόν γαρ και προς αλλήλοις τρεπόμενον το ζήτημα περί της του χρόνου αληθείας).

Δι’ αυτού μεν γε και εν αυτώι και μετ’ αυτού τα πράγματα γίγνεται. Δι’ ό και αίτιον απόλυτόν εστι και  ουκ έστι τοις άλλοις  υπερκείμενον και υποκείμενον οίεν αν, ει και πανδαμάτωρ δικαίως καλείται, επεί τα πράγματα υπ’ αυτού παραγόμενα μεν, ου μην αλλά αίτια γίγνεται και  αυτού τούτοις γίγνεσθαι εν τωι αείποτε και παντί και δια παντός. Παράδοξον μεν, αληθές δε, ότι χρόνον αγέννητον όντα και αΐδιον, άγεται εν τοις πράγμασιν υπό των εαυτού τυχθέντων.

Δι’ ο και δυνατόν ειπείν τούτο, Κρόνον, Χρόνον σχεδόν είναι ταυτόν, τους τε μεν ουν εαυτού παίδας καταφαγείν μυθεύεται, ου μην αλλά και εξέμεσεν αυτούς καθαρόν εαυτόν τηρείν  δ’ επειγόμενον, όκωσπερ και τωι πρεσβυτάτωι πάλαι σύμφυτον ην   αυτού δoκεί δη. Αλλά τηι Ανάγκηι μεν ουν εν αυτώι ει και εχομένηι, πλην κραταιοτέρας αυτού ούσης δια την γένεσιν, υποκύψας τοι ο Χρόνος επέφερεν γονάς ύλης τε και είδους χρησάμενος και τούτοις έκτοτε φαίνεται πάσιν υπάρχων.

Όθεν, ει και πάντων αρχή πρεσβυτάτη, Χρόνος εν τοις αυτού παραγεγενημένοις  αιτίοις  και φαινομένοις υφιστάμενος δοκήσεται είναι, τουτ’  έξεστιν ειπείν. Και κατ’ Ανάγκην γεννά και δια τοις πρεσβυτάτοις άγεσθαι και φέρεσθαι στοιχείων της ύλης δοκεί, οίς και την των όντων παντοίαν φαντασίαν εντυγχάνεται.

Γίγνεται δη το τοιούτον: Χρόνος μεν Ανάγκηι εών οιόμενος, κινεί τας του γίγνεσθαι αρχάς ως Έρως φερόμενος. Έρως γαρ αιτίαι ιέναι ουχί τε ενεργείαι αγγέλλεται. Ουκ έστι γαρ ούτος ποσόν τι μετρώμενον ή απτόμενον πράγμασιν ή διανοίαι. Και ορθόν το παρά Φερεκύδου δοκεί τινί, «εις έρωτα μεταβεβλήσθαι τον Δία μέλλοντα δημιουργείν, ότι δη τον Κόσμον εκ των εναντίων συνιστάς εις ομολογίαν και φιλίαν ήγαγε και ταυτότητα πάσιν ενέσπειρε και ένωσιν την δι’ όλων διήκουσαν». Ζεύς μεν δη εν φιλότητι φέρει και περαίνει τα ενάντια και αλλότρια και άπειρα. Εξ ών, Χρόνος και Αδράστεια και Έρως και Ζεύς ομογενές και σχεδόν όμοιον είη αν λογιζόμενον, αληθές φανήναι. Μεταβάλλεται γαρ δη κατά Νόμον και τρέπεται και ου δύναται       φεύγειν το αδήριτον το τωι Νόμωι οιακίζον άπαντα, αισθητά τε και νοητά και γιγνόμενα και τελειούμενα και την αυτών σύνθεσιν και ξυνόρμησιν τε και αρμονίαν και δια- μοιβήν και ξυνάρτησιν και το όλως ξυναίτιον και ξυναιρείν.

Πρεσβύτερος μεν και πάντων των γεννητικών αιτίων Αρχή ηινιγμένος ο Χρόνος, αμήχανον δε του παρείναι έστιν μούνον. Κύπριδος γαρ βουλαίς απαράβατον τούτων ομολογείται.

Κύπρις μάλιστα παρά του Κρόνου και δι’ αυτού και Ουρανού τε και θαλάσσης αφρού γεννάται και αναβέβρυχεν τριττήι ισχύι, και Τηθύος και Ωκεανού ζεύγμα το πρώτον ηγείται και εμφαίνεται ειδάλιμον Κόσμου κάλλος. Όθεν το κατά το λεγόμενον «συνέβη ποτέ» και ετεύξατο Χρόνου γεννήματα. Εν Χρόνωι τοίνυν γε και Κύπρις διατάσσει και δυνατόν ούτως δη εφάνη το περατούσθαι και αστραβαλίζειν τον Κόσμον ει και ατελεύτητος εστι.

Χρόνος άρα ου τοις πάσι χρώμενος και μετερχόμενος τηι οικεία αυτού βουλήσει λογιζόμενον αληθώς έχον , αλλά τηι Αδραστείαι και τωι Νόμωι και Έρωι και Κύπρει και τηι απάντων όλως διαμοιβήι πειθόμενος.

Άμα δε τον Κόσμον τηι τάξει των Ωρών πεποιημένον οίεται είναι και την των πραγμάτων σχέσιν δεσμόν του κοινού Λόγου ώσπερ τεχθέντα. Και εκείνα τούτωι αρμόζει, ταύτ’ άρα και Λόγον  ταυτόν είναι δεικνύεται, δια τωι συνείναι και συγγίγνεσθαι παντοία τε και Λόγον επ’ αμφοτέροις τε και εκάτερον εκατέρωι φίλιον. Και ήν τούτο τέλειόν τι και ουκ αλλάσσεται και δια παντός τεταγμένον του υπάρχειν και την του Κόσμου Αρμονίαν διέπει.

Λόγος δε ο των πραγμάτων κοινός αριθμός και εν αυτοίς και προς αλλήλοις ων και κρατών καθ΄υπερβασίαν θεωρούμενος ως έστι.

Τρόπωι δε και μεγέθει των όντων έκαστον τωι του εαυτού χρόνωι χρήται, αυτοίς γαρ μιν το οικείον αυτού μέτρον ούτω πεποίηται. Ως δ’ εκ του μέτρου τούτου, του τωι κοινώι αριθμώι μετέχοντος και εμφορουμένου εν εαυτώι, το πράγμα πάρεστι και εκφαίνεται φερόμενον και συμβεβλημένον τωι του Κόσμου Ρυθμώι. Ρυθμός δε λέξοιται αν το των μέτρων σύνολον και ξυμφωνίη πλέον δε τούτων και το άρρητον και ανέπαφον ως εν ταις πρωτίσταις αιτίαις ανήκον και αναγόμενον αυτών μέρος και των ιερών τοις απωτάτοις ξυμφερόμενον και λαμβανόμενον ως παν τι ουσίαι περιέχον.

Το δε των όντων έκαστον μέτρωι και Ρυθμώι εν τωι ατμήτωι κατά φύσιν Χρόνωι περιέχεται, τον τε και αντικείμενον λέξοιμεν αν.

Πολλά μιν ουν θεωρείν περί του Χρόνου χωρεί τινί, του δι’ απάντων δηλουμένου και απάντων πλεονάζοντος και εκ πάντων κρυπτομένου και φεύγοντος.

Το δε μέτρον και ο Ρυθμός ουκ εμφαίνει ποιόν αλλά ποσόν αληθείας. Περί δε του ποιού ουκ έξεστι τα’ ακριβές φάναι τινί των ανθρώπων ει δέηται τας της νοήσεως απορίας περί των απωτάτων και υπάτων του γίγνεσθαι αιτίων.

Ει και ψυχήν ονομάζομέν τι το κοινόν ον  και τα πάντα καθόλου και καθ’ έκαστον κινήσει και ζωήι κρατούν και τούτο πάσι κρατούμενον και ενεργείαι κινούμενον τοις ούσι, ου μην αλλ’  ουκ έστι τούτο ή τι το συντεθειμένον εκ του ενός πλειόνων στοιχείων, ταύτα δ’ εισίν ομοειδή των τηι των πραγμάτων θεμελίωι φύσει και γε τισι μορίοις ταύτης  όμοιον αυτήι τηι των σωμάτων.

Και έστιν αθάνατον ως και λογίζεται και αληθές αν είη το άμβροτον του πυρήνος ταύτης ως και οι παλαιοί έφησαν των φιλοσόφων και  θεολογούντων. Έστιν μεν δη τούτο και  αίτιον και νόμων εμητίσατο τους πρώτους του Κόσμου σκευής αλλά και των άλλων εστι αιτίων παράστασις και υπόδειξίς τε και κατηγορία.

Δια ταύτα και εν ως ακριβές φήσομεν είναι, ότι τα των αιτίων άκρατα και πόρρωι ευρισκόμενα μόνα την εαυτών φύσιν  γιγνώσκουσι, και εν αυτοίς ψυχή, η πλείοσιν  αλλοίων συσταθείσα.

Ει δη ουκ έστιν ψυχρόν τι ή και μάταιον το τον Χρόνον άνακτα και ανάκτορον τοις Θεοίς καλείσθαι, ομοίως ειπείν αψευδές και το αυτόν κοινόν είναι και τοις εσχάτοις έτι μορίοις, ώσπερ και η ψυχή, ότι το κινείσθαι και κινείν αναγκαίον μεν έστι τοις ούσι, ίδιον δε μιν και χρόνου και ψυχής.

Αλλ’ άπορον το τον χρόνον ως οικείον τι γνώναι βροτοίς, αδύνατον μάλιστ’ αν δόξοι το τοιούτον  επεί τοις πολλοίς λόγοις την σοφίαν απόλλυνται.

Σοφία γαρ έστι το του Χρόνου δίκαιον και δυνατόν, το τε των αυτού κατηγορημάτων εξοχώτατον. Αύτη δ’ ουν ως και Χρόνος εν ωι ναίει και ου ένεκεν δρα, δεσπότις γέγονεν · και ουκ έστι μηχανή του επίστασθαι και του αποδείξαι τα εαυτής, ει μη και του Έρωτος και της φροντίδος σχάσεως μεταλαμβάνειν τινά ως και του εξίστασθαι προς τοις αλλοτρίοις και του καταλίπειν εαυτόν και διαλαμβάνειν τα αλλότρια  όκωσπερ τα οικεία.

Έτι μεν ουν και τούτο δέον λεχθήναι, ότι δια  Σοφίας και των του Χρόνου ποιημάτων εκφαίνεται οίαπερ αν ειη η έκμετρος και ατελής φύσις· αλλά μιν  και εν τοις τελείοις και εν τοις ελαχίστοις δήλη εστίν η έκλυσις.

Σοφία ουν δη εμφαίνεται των νοητών ούσα το έμπεδον δια του Χρόνου το αείρροον, αόριστον τε και αόρατον. Αίολος γαρ και πάνυ άμα πάντεχνος τοις πάσι και τωι μηδενί ομού αιτία και βεβαίωσις εστι. Του χρόνου μεν δη ομοία  δια την όρεξιν του τα πάντα νέμεσθαι και τοις πάσι  το τε παν  τωι ενί το  τε εν τωι παντί άγειν και μορφούσθαι τα κεχωρισμένα και χωρίζεσθαι τα μεμορφωθέντα ου μην αλλά και ηγεμών αυτού ίσταται εν τωι δεικνύναι τούτωι, φέρειν δ’ αυτόν εν τοις των εκάστων και των καθόλου πόνοις.

Δι’ ο και ορθώς Ηράκλειτος ο Εφέσιος λέγει ότι Σοφία απάντων κεχωρισμένη εστί· και ουκ έστι το ειδέναι αυτήν χωρίς του θεωρείν επί ταυτόν και το έτερον, ως και το τωι αλλοτρίωι τωι οικείωι αφίκεσθαι ηγούμενον δίκαιον είναι και αψευδές.

Διόπερ και ουκ έστι διάφορον τι εν τωι απείρωι τε και ανάρχωι Χρόνωι, εξαιρουμένου του της Σοφίας μέτρου  και, τηι φρονήσει χάριτι, του τρόπου τε και του μεγέθους και του είδους των εμφαινομένων όντων.

Μαρία Ιω. Σίδερη

0 0 ψήφοι
Article Rating

Συνδρομή
Ειδοποίηση για
guest

0 Comments
Παλαιότερο
Νεότερο Περισσότερο ψηφισμένο
Ενσωματωμένα σχόλια
Δείτε όλα τα σχόλια
0
Θα θέλαμε τις σκέψεις σας, σχολιάστε.x