Καρναβάλι: Η αρχαιότερη Ελληνική εορτή


0 0 ψήφοι
Article Rating
Με το κριτήριο της γονιμότητας ερμηνεύεται εύκολα όλος εκείνος ο διάχυτος ερωτισμός της Ελληνικής ς – της πάμπλουτης αυτής ποιητικής έκφρασης της Αρχαίας Ελληνικής ς η οποία αποτυπώνεται σε κάθε μορφή της αρχαίας Ελληνικής Τέχνης – εφόσον ο θεοποιημένος Έρως είναι αυτός που διασφαλίζει την πολυπόθητη και πολύμορφη γονιμότητα διαμέσου της χαράς και της ηδονής της ερωτικής συνεύρεσης.
Εν τέλει η βιωματική εμπειρία του Έλληνα ανθρώπου ότι όλα γύρω του δια του Έρωτος γεννιώνται και αναγεννιώνται, του υπαγόρευε την πεποίθηση πως όχι μόνον τα όντα του άμεσου περιβάλλοντός του αλλά και ο κόσμος ολόκληρος, το Σύμπαν, αποτελεί το σύνολο των καρπών αέναων ερωτικών πράξεων – έλξεων, συμμίξεων και γεννήσεων – πεποίθηση η οποία ειδωμένη ποιητικά και συμβολικά όχι μόνον δεν διαψεύθηκε αλλά αντίθετα επιβεβαιώθηκε από τη σύγχρονη επιστήμη.
Καρναβάλι λοιπόν… Ή «Κάρνα» – «βάλι». Προφανώς είναι μια σύνθετη λέξη. Ποιά είναι όμως η προέλευση των δύο αυτών συνθετικών;
Ας ανοίξουμε τον Όμηρο. Σε πάμπολλους στίχους τόσο της ς όσο και της ς (Θ 306, Π 392, ε 376, θ 92, ι 140, υ 75 κ.α.) συναντάμε τη λέξη «καρ» και τα παράγωγά της. Η λέξη αυτή σημαίνει «κεφάλι» και σύγχρονη επιβίωσή της είναι βεβαίως η «κάρα». Εάν τώρα προσθέσουμε και το ευφωνικό «ν» στην ομηρική λέξη «καρ», φτάνουμε κιόλας στη λέξη «κάρνος». Τι σημαίνει η λέξη αυτή;
Η Ελληνική μας πληροφορεί ότι ο Κάρνος ήταν κάποιος μάντης του Θεού α από την Ακαρνανία, τον οποίο σκότωσε ο Ηρακλείδης Ιππότης, ο γιος του Φύλαντος.
 Οι συγγενείς του Ιππότου μάλιστα αναγκάστηκαν στη συνέχεια να προσφέρουν πλούσιες θυσίες στον α προκειμένου να εξευμενίσουν την οργή του για τον φόνο του Κάρνου. Ο περιηγητής Παυσανίας αναφέρει τον Κάρνο και ως Κριό (Λακωνικά 13, 4) γεγονός που δεν αφήνει καμιά αμφιβολία ότι η λέξη «κάρνος» σημαίνει «κριός».

Κάρνος ονομαζόταν επίσης κι ένας αρχαιότατος ποιμενικός, κριόμορφος και ιθιφαλλικός Θεός των Πελοποννησίων, προστάτης της γονιμότητας, άγνωστος ίσως σήμερα στους περισσότερους αλλά αντίστοιχος περίπου με τον γνωστότερο Πρίαπο του Ελλησπόντου. Ουσιαστικά δηλαδή ο Κάρνος ήταν ένας γονιμοποιητικός Θεός, τόσο των Λακώνων όσο και των Μεσσηνίων, πριν από την επικράτηση των Δωριεών στη νότια Πελοπόννησο, ενταγμένος στην χορεία των ζωόμορφων θεοτήτων οι οποίες, σύμφωνα με την ιστορία των θρησκειών, προηγήθηκαν των ανθρωπόμορφων.


Από το ουσιαστικοποιημένο επίθετο «Κάρνειος» παράγεται στον πληθυντικό η ονομασία της εορτής «τα Κάρνεια»,η οποία κατά τους ιστορικούς χρόνους τελείτο σε όλες τις δωρικές πόλεις προς τιμή του Καρνείου ος. Εορτάζονταν με ιδιαίτερη λαμπρότητα στο Γύθειο, στο Οίτυλο και στα Λεύκτρα της Λακωνίας, στη Καρδαμύλη και στις Φαρές Μεσσηνίας, στην Σικυώνα της Κορινθίας, στο Άργος της Αργολίδος και προπάντων στο Ιερό Άλσος με τα κυπαρίσσια, το λεγόμενο Καρνάσιον ή Καρνειάσιον στη μεσσηνιακή Οιχαλία. Το Άλσος αυτό βρισκόταν δίπλα στην όχθη του ποταμού Χάραδρου και το κοσμούσαν τα περικαλλή αγάλματα του Κριοφόρου Ερμού, της Αγνής (τοπική ονομασία της Περσεφόνης) και του Καρνείου α (βλ. Παυσανίας Μεσσηνικά 2,2). Οι εορταστές μεταμφιέζονταν όλοι και συμμετείχαν σε μυστήρια παρόμοια με εκείνα της Ελευσίνας, τα οποία κατά την μυθολογική παράδοση ίδρυσε ο Ελευσίνιος Καύκων, ο γιος του Κελαίνου, ενώ κατά το πέρας της γιορτής γινόντουσαν πάνδημα συμπόσια και «πανηγυρισμοί»!

Όσον αφορά την καταγωγή του Καρναβαλιού αρκετοί ανοιχτόμυαλοι ερευνητές, ημεδαποί και αλλοδαποί, αρχίζουν να εγκαταλείπουν πλέον στις ημέρες μας τις θεωρίες περί του «χορού του κρέατος» ή της «απόσυρσης του κρέατος», παρεπόμενες της χριστιανικής απόκρεω, και αποδίδουν τη μεγάλη γιορτή της γενικευμένης εαρινής λαϊκής γιορτής (που συμπεριλάμβανε φαγοπότι) σε εθιμικές επιβιώσεις διονυσιακών τελετών. Οι φίλοι αυτοί, παρόλο που πορεύονται προς τη σωστή κατεύθυνση, τελικά σφάλουν. Διότι το Καρναβάλι είναι μεν επιβίωση αρχαίων Ελληνικών θρησκευτικών γονιμοποιητικών τελετών, όχι όμως των διονυσιακών αλλά των απολλώνιων.

Εργαστήρια Κυριαρχίας Θεών

Πάμε τώρα στο δεύτερο συνθετικό της λέξης «Καρναβάλι».
Κατ’ αρχήν το επίρρημα «βάλλε» ή «άβαλε» στα αρχαία ελληνικά σημαίνει «είθε» και «μακάρι». Έπειτα, μερικές από τις δεκαπέντε και πλέον σημασίες του ρήματος «βάλλω» έχουν την έννοια του «στρέφω», «σείομαι πέρα δώθε», «ελαύνω», «φορώ», «προκαλώ», «ρίπτομαι» αλλά και… «φωτίζω».

Από εδώ κι έπειτα περνάμε στο ρήμα «βαλλίζω» που σημαίνει «χοροπηδώ», στα ουσιαστικά «βαλλισμός» δηλαδή «πηδηχτός χορός».

Με βάση τα προηγούμενα θα μπορούσαμε λοιπόν να συμπεράνουμε ότι:
Μια έκφραση του τύπου «καρνάβαλε», θα μπορούσε να σημαίνει «είθε Θεέ Κάρνε» να εκπληρώσει τις γονικοποιητικές μας προσδοκίες για την αύξηση των γεννημάτων μας.

Μια έκφραση του τύπου «καρναβάλλω» θα μπορούσε να σημαίνει «στρέφομαι ή σείομαι πέρα δώθε», κατά την διάρκεια της σχετικής εορτής, πρός τιμή του Θεού Κάρνου ή του Καρνείου α.


Μια έκφραση του τύπου «καρναβαλίζω» θα μπορούσε να σημαίνει ότι «χοροπηδώ» στο πανηγύρι του Κάρνου, φορώντας τα κέρατα του Θεού ή το κριόμορφο προσωπείο του.

Πηγή: GREEK SURNAMES

Σύνδεσμος στην Πηγή…

0 0 ψήφοι
Article Rating

Συνδρομή
Ειδοποίηση για
guest

0 Comments
Παλαιότερο
Νεότερο Περισσότερο ψηφισμένο
Ενσωματωμένα σχόλια
Δείτε όλα τα σχόλια
0
Θα θέλαμε τις σκέψεις σας, σχολιάστε.x