Δώδεκα διαδοχικές εκδόσεις, εμπλουτισμένες συνεχώς με νεότερα δεδομένα, κυκλοφόρησαν πάνω στην ανθρωπολογική – εθνογενετική μελέτη των Ελλήνων. Βάση αυτού του έργου αποτελεί η διδακτορική διατριβή τού Άρη Ν. Πουλιανού, που εκπονήθηκε στο Πανεπιστήμιο της Μόσχας υπό την επίβλεψη του διάσημου καθηγητή Ανθρωπολογίας Γ. Φ. Ντεμπέτς.
H έρευνα στηρίχθηκε στη μελέτη 70 ανθρωπολογικών γνωρισμάτων 3000 περίπου Ελλήνων πολιτικών προσφύγων του 1949 στην τ. Σοβιετική Ένωση. Τα γνωρίσματα αυτά (π.χ. ύψος σώματος, πλάτος προσώπου, χρώμα δέρματος, σχήμα ματιών), αντανακλούν με τη σειρά τους τις δομές των γονιδίων και του DNA. Η στατιστική επεξεργασία, σε συνδυασμό με την γεωγραφική τους κατανομή, απέδειξε μαθηματικά την ακατάπαυστη βιολογική συνέχεια των Ελλήνων σε όλη τη διάρκεια της ιστορικής και προϊστορικής εποχής (λόγω της μικρής στατιστικής απόκλισης στη διασπορά των ανθρωπομετρικών και σωματοσκοπικών γνωρισμάτων), που ανάγεται τουλάχιστο στη Μεσολιθική και Άνω Παλαιολιθική περίοδο (30.000 χρόνια).
Επίσης, η ιστορική συνέχεια αποδεικνύεται από τη σύγκριση των μετρήσεων των σύγχρονων κατοίκων με αυτές των αρχαίων και προϊστορικών κρανίων της Ελλάδας, οι οποίες στατιστικά δεν παρουσιάζουν διαφορές. Έτσι, παρά τις κατά καιρούς επιδράσεις και περιορισμένες (κυρίως εσωτερικές) μετακινήσεις πληθυσμών, με την ανθρωπολογική έρευνα έγινε φανερό ότι ο πληθυσμός της Ελλάδας έμεινε βασικά αναλλοίωτος και ότι οι σύγχρονοι Έλληνες είναι απόγονοι των αρχαίων φύλων που κατοικούσαν στην Ελληνική χερσόνησο. Από την ίδια μελέτη έγινε επίσης γνωστό ότι οι Αλβανόφωνοι, οι Σλαβόφωνοι (μέχρι και το Μαυροβούνιο), καθώς και οι Βλάχοι της ευρύτερης γεωγραφικής περιοχής της Μακεδονίας, είναι στην πλειονότητά τους αυτόχθονες και έτσι οι ξένες επιδράσεις σε αυτούς αφορούν κυρίως στη χρήση των νεότερων γλωσσών που μεταχειρίζονται σήμερα.
Το ενδιαφέρον που έδειξε εξ αρχής ο Τύπος για την “Προέλευση των Ελλήνων”, παρατίθεται ενδεικτικά στα παρακάτω δημοσιεύματα.
ΑΥΓΗ, 6-1-1962: «Πάνω από 150 επιστήμονες του Παν/μίου και της Ακαδημίας της Μόσχας συμφώνησαν απόλυτα με τις επιστημονικές απόψεις του κ. Άρη Πουλιανού, υπογράμμισαν τη σοβαρότητα της εργασίας και χωρίς να τσιγκουνευτούν στις εκφράσεις τους, μίλησαν με πολύ εγκωμιαστικά λόγια γι’ αυτόν. Ο δόκτωρ Σ. Α. Τόκαρεφ, καθηγητής της εθνογραφίας του Πανεπιστημίου της Μόσχας και διευθυντής του Τμήματος της Εθνογραφίας των λαών της Ευρώπης στο Ινστιτούτο Εθνογραφίας της Ακαδημίας Επιστημών της Μόσχας, δήλωσε τα εξής:
“Η εργασία του Άρη Ν. Πουλιανού παρουσιάζει εξαιρετικό ενδιαφέρον για την Εθνογραφική Επιστήμη. Το συγκεντρωμένο και επεξεργασμένο στατιστικά τεράστιο υλικό ανθρωπολογικών ερευνών ανάμεσα στους Έλληνες πρώτη φορά εισάγει στην επιστήμη νέο είδος πηγών για τη μελέτη ενός προβλήματος βασικής σημασίας, όπως είναι η καταγωγή του ελληνικού λαού. Ως τώρα για το ζήτημα αυτό στην επιστήμη είχε γίνει γενικά δεκτή η άποψη ότι οι σύγχρονοι Έλληνες ιστορικά έχουν πολύ λίγα κοινά με τους αρχαίους Έλληνες ιδρυτές του αρχαίου πολιτισμού, ότι οι σύγχρονοι Έλληνες στο μεγαλύτερο μέρος τους αντιπροσωπεύουν απογόνους Σλάβων, Αλβανών και άλλων λαών που μετώκησαν στην Ελλάδα και συγχωνεύτηκαν με τους Έλληνες της Βυζαντινής εποχής. Αντίθετα ο συγγραφέας της παρούσης εργασίας, πειστικά και στηριγμένος σε ανάλογο υλικό, δείχνει ότι όποια κι αν ήταν η επίδραση των Σλάβων και των άλλων λαών που ήρθαν σε επαφή με τους Έλληνες, ο λαός της σύγχρονης Ελλάδας είναι βασικά απόγονος του αρχαίου πληθυσμού της Βαλκανικής και των νήσων του Αιγαίου”.
Ο παγκοσμίου φήμης ανθρωπολόγος του πανεπιστημίου της Μόσχας δόκτωρ Ι. Ι. Ρογκίνσκυ, σημειώνει ότι το νότιο τμήμα της Βαλκανικής βρίσκεται στην περιοχή της Ευρώπης, απ’ όπου διέρχεται η πλατειά συνοριακή ζώνη ανάμεσα στους χώρους της διναρικής και προσθιασιατικής φυλής. Έτσι σ’ αυτή την περιοχή μπορεί να διαπιστωθούν μερικά από τα γενικά προβλήματα της ταξινόμησης των λαών της Ευρώπης και της πρόσθιας Ασίας. “Επί πλέον πρέπει να σημειωθεί ότι σ’ αυτή την εργασία βρίσκει τη θέση της και η κριτική των ρατσιστικών κατασκευασμάτων σχετικώς με τη γένεση του αρχαίου πολιτισμού της Ελλάδας”. (Σημ.: Εννοούνται οι ρατσιστικές θεωρίες που υποστηρίζουν ότι οι σύγχρονοι Έλληνες δεν είναι απόγονοι των αρχαίων και ότι αυτός είναι ο λόγος που ο πολιτισμός τους σήμερα υπολείπεται των αναπτυγμένων χωρών. Αντίθετα, πέραν του ανεδαφικού συσχετισμού – αν για παράδειγμα συγκριθούν οι παραδόσεις – η επιστημονική διαπίστωση για τη βιολογική συνέχεια των Ελλήνων αποδεικνύει για άλλη μία φορά ότι είναι κυρίως οι γεωγραφικές και κοινωνικο-ιστορικές συνθήκες που διαμορφώνουν το πολιτισμικό επίπεδο ενός λαού).
«Ο διευθυντής του ανθρωπολογικού τμήματος του Ινστιτούτου Εθνογραφίας της Ακαδημίας Επιστημών της Μόσχας δόκτωρ Μ. Γ. Λεβίν πρόσθεσε: …Μπορεί να φαίνεται παράδοξη η διαπίστωση ότι πολλοί λαοί της Ευρώπης ανθρωπολογικά μελετήθηκαν χειρότερα απ’ ότι οι λαοί της Αυστραλίας, Μελανησίας και άλλων μακρινών χωρών. Από τις χώρες της Ευρώπης η Ελλάς είναι μία από τις ολιγότερο μελετημένες… Η εργασία του Α. Ν. Πουλιανού συμπληρώνει αυτό το κενό. Ο συγγραφέας κατέχει πλήρως τη μεθοδικότητα των ανθρωπολογικών ερευνών, αυστηρά ετήρησε όλους τους αναγκαίους όρους και έδωσε την αρμόζουσα προσοχή.
Ο διευθυντής του Ανθρωπολογικού Ινστιτούτου και Ανθρωπολογικού Μουσείου της Μόσχας δόκτωρ Β. Π. Γιακίμωφ δήλωσε: “Η δική μου άποψη είναι ότι η εργασία του Α. Ν. Πουλιανού αντιπροσωπεύει την πιο τέλεια συγκεφαλαίωση για την Ανθρωπολογία των Ελλήνων”.
Από την άλλη άκρη του Ατλαντικού, στις Η.Π.Α., ο διευθυντής του Ανθρωπολογικού Τμήματος του Smithsonian Institute Τζ. Λ. Έϊντζελ στο American Journal of Physical Anthropology (Αμερικανικό Περιοδικό Φυσικής Ανθρωπολογίας αρ. 22, τ. 5, 1964, σ. 343) σε βιβλιοκρισία της «Προέλευσης των Ελλήνων» γράφει: «Ο Άρης Πουλιανός… σωστά αποφαίνεται ότι υπάρχει πλήρης γενετική συνέχεια από τους αρχαίους ως τους σύγχρονους καιρούς…».
ΤΑ ΝΕΑ, 25-1-1962: «Η επιστημονική έρευνα του Α. Ν. Πουλιανού αντικρούει τη δογματική θεωρία του μισέλληνος Γερμανού ιστορικού Φαλμεράγιερ, που έζησε το 1790-1861, την εποχή του ελληνικού αγώνος της ανεξαρτησίας – και ο οποίος (Φαλμεράιερ) εντελώς δογματικά, χωρίς δηλαδή να προηγηθεί ανθρωπολογική έρευνα – και ως εκ τούτου αυταποδείκτως αντιεπιστημονικά – προσπάθησε να στηρίξει τη θεωρία του εκσλαβισμού της Ελλάδος. Ο ερευνητής καταλήγει ότι η ανθρωπολογική έρευνα με τα απαραίτητα ιστορικά και γλωσσολογικά στοιχεία είναι υποχρεωτική για τη λύση των εθνογενετικών προβλημάτων».
Το παρόν είναι αντανάκλαση όλου του παρελθόντος και σ’ αυτό ακριβώς βρίσκεται η ιστορική του αξία. Αν το παρελθόν μάς βοηθάει να καταλάβουμε το παρόν, το παρόν μάς βοηθάει να διανοηθούμε το μέλλον.