Ο θεός Διόνυσος,ελληνικής προέλευσης,η οποία αποδείχθηκε από την αναγραφή του ονόματος του σε μυκηναϊκές πινακίδες της Πύλου (Γραμμική Γραφή Β’),λατρεύτηκε σε ευρεία και ουσιαστική έκταση στη χώρα των Ηδωνών.
Εδώ ταυτίστηκε με το φρυγικό θεό Σαβάζιο, ενώ στα ρωμαϊκά χρόνια, όταν πια η Ηδωνίδα αία περιήλθε στη ρωμαϊκή αυτοκρατορία, με τον Liber Pater[1].Αν και θεός λαϊκός ο Διόνυσος, εντάχθηκε ως ισότιμος στο Δωδεκάθεο του Ολύμπου χωρίς διάκριση.
Έπαιρνε μέρος στα συμβούλια των Ολυμπίων θεών, ενώ, κατά μία παράδοση, παραβρέθηκε στη γέννηση της Αθηνάς.
Ως σύμβολα του θεού θεωρήθηκαν ο θύρσος, η νεβρίδα-θα δούμε στη συνέχεια αγάλματα του με νεβρίδα-τα φύλλα κισσού, ο διπλός πέλεκυς,η άμπελος, ο κάνθαρος, ο σκύφος και το ασκί (κύριο μέσο μεταφοράς κρασιού μαζί με τον κρατήρα).
Αργότερα, όταν ο θεός Διόνυσος αναλαμβάνει την προστασία της χλωρίδας και της πανίδας, συνδέεται αυτόματα με την ύπαρξη του φαλλού ως στοιχείου της γονιμότητας[2].
Δεν πρέπει να μας ξενίζει το γεγονός της ευρείας διάδοσης της λατρείας του θεού στη χώρα των Ηδωνών, η οποία σε μεγάλη έκταση, ιδιαίτερα τα τοιχώματα των ξηροχειμάρρων,αλλά και οι ορεινές περιοχές της κατακλύζονται ακόμη και σήμερα από αγριοσταφυλές.
Κι ακόμη, οι ανασκαφικές έρευνες, που συντελέστηκαν πριν από μερικά χρόνια στους νεολιθικούς οικισμούς των Σιταγρών και του Αρκαδικού Δράμας, έφεραν στο φως σπέρματα από αγριοσταφυλή, τα οποία θεωρήθηκαν ως τα αρχαιότερα στον ελλαδικό χώρο[3].
Σύντομα οι Ηδωνοί επιδόθηκαν στην καλλιέργεια της αμπέλου με αποτέλεσμα τεράστιες εκτάσεις της γης τους να καλύπτονται από αμπελώνες.
Η καλλιέργεια της αμπέλου, ιδιαίτερα στο νομό της Δράμας, αναβίωσε στις ημέρες μας, σε τέτοιο σημείο, ώστε να αποτελεί σοβαρή οικονομική πηγή για τον τόπο.
Αλλά για τη σύγχρονη και συστηματική καλλιέργεια της αμπέλου στις ημέρες μας στη χώρα των Ηδωνών θα γίνει λόγος σε ξεχωριστή μελέτη.
Πριν την αναβίωση της συστηματικής καλλιέργειας της αμπέλου στην περιοχή της Δράμας, είχαμε καλλιέργεια της στα χωριά:
Πετρούσα,
Χωριστή,
Δοξάτο,
Νικηφόρο,
Άγιο Αθανάσιο[4],
Μοναστηράκι[5],
Καλή Βρύση[6],
βόρεια της πόλης της Δράμας (περιοχή αμπέλια απέναντι από το νοσοκομείο), στους Αμπελοκήπους, στην περιοχή του Αγίου Τρύφωνα κ.α.
Βέβαια αυτού του είδους η αμπελοκαλλιέργεια απέβλεπε κυρίως στην ιδιοχρησία και ελάχιστα στην εμπορία και την παραγωγή οινοπνευματωδών ποτών, κυρίως για οικογενειακή χρήση.
Δίκαια λοιπόν χαρακτηρίζανε τους Θράκες (Ηδωνούς) ως πολυπότες και ακρατοπότες[7].
Η ευρεία λατρεία του θεού Διονύσου στη χώρα των Ηδωνών διαφαίνεται εύγλωττα από την παρουσία των ιερών του, των επιγραφών, των αγαλμάτων, των νομισμάτων, στα οποία έχει αποτυπωθεί η μορφή του, την αγγειογραφία, τους μύθους, τις παραδόσεις και τα κατάλοιπα της λατρείας του, τα οποία επιβιώσανε μέχρι τις ημέρες μας στα χωριά :
Μοναστηράκι,
Καλή Βρύση,
Πετρούσα,
Ξηροπόταμος,
Πύργοι,
Νικήσιανη,
Παγονέρι.
Και όχι μόνον ο θεός Διόνυσος τιμήθηκε από τους Ηδωνούς, αλλά και η ακολουθία του, όπως οι Σιληνοί, οι Σάτυροι, οι Βάκχες, οι Θυιάδες και οι Μαινάδες, των οποίων οι μορφές αποτυπώθηκαν είτε σε νομίσματα[8] είτε σε αγάλματα[9] είτε και κατασκευάσθηκαν πύλες προς τιμή τους[10] στη Θάσο.
Οφείλουμε εδώ να τονίσουμε ότι στη χώρα των Ηδωνών συμπεριλαμβανόταν και η νήσος Θάσος μέχρι τον 70 π.Χ. αιώνα, οπότε και εκδιώχθηκαν οι Ηδωνοί από τους Πάριους, οι οποίοι καταστήσανε τη νήσο αποικία τους[11]. Η νήσος Θάσος είχε κατά καιρούς τα ονόματα: Ηδωνίς,Χρύση, Ηερίη, Αερία[12].
Ασφαλώς ο θεός Διόνυσος δεν είναι μόνος του.
Την ακολουθία[13] του την αποτελούν οι Σιληνοί, οι Σάτυροι, οι Τίτυροι, οι Βάκχες, οι Λήνες, οι Θυίες, οι Μιμαλλόνες, οι Ναϊδες, οι Χάριτες, οι Ώρες, οι Πάνες, οι Κένταυροι και οι Πρίαποι.
Στις γιορτές του Διονύσου οι γυναίκες σχηματίζανε θιάσους, τις ονομάζανε Βάκχες, Θυιάδες και Μαινάδες, οι οποίες κρατούσαν αναμμένους πυρσούς και θύρσους (ραβδιά στολισμένα με κλήματα).
Από το πολύ καλό yaunatakabara.blogspot.
[1] ΆνναςΑβραμέα, Η Θράκη κατά τη ρωμαϊκή αρχαιότητα, Θράκη, Έκδοση Γεν. Γραμματείας Περιφέρειας Ανατολικής Μακεδονίας Θράκης, χ.χ.
[2] Robert Flaceliere, Ο Δημόσιος και Ιδιωτικός βίος των αρχαίων Ελλήνων (μετ. Γ. Βανδώρου), Αθήνα 1970.
[3] Δες Jane Μ. Renfrew, Νεολιθική Ελλάς, Έκδοση Μορφωτικού Ιδρύματος Εθνικής Τραπέζης, Αθήναι 1973.
[4] Στην περιοχή του Αγίου Αθανασίου Κεφαλαρίου οι Ρωμαίοι άποικοι των Φιλίππων δημιουργήσανε αγροτικές εγκαταστάσεις με επίδοση και στην καλλιέργεια της αμπέλου, όπως αποδεικνύεται από την αποκάλυψη συγκροτήματος ληνού και οινοθηκών. Δες Ρ Collart, Philippes, ville de Macedoine, Paris 1937 και Φ. Κουκουλέ, Η αμπελουργία παρά Βυζαντινοίς, ΕΕΒΣ420,1950.
[5] Η Ν.Α. περιοχή του χωριού καλυπτόταν από αμπελώνες, τους οποίους οι Μοναστηρακιώτες ξερίζωσαν κατά τη διάρκεια των ετών 1943-46.
[6] Δες Γ. Κ. Χατζοπούλου, Καλή Βρύση, Εφημ. Πρωινός Τύπος Δράμας, 1969.
[7] Ξενοφώντος, Ανάβασις, 7, 2, 23, Παυσανίου, IX, 30, 5, Αθηναίος Χ, 59 και Γ Κ. Χατζοπούλου, Συμβολή εις την Λαογραφίαν του Κρυονέρου Ανατολικής Θράκης, τόμ.Α’, Θεσσαλονίκη, 1977.
[8] Βρέθηκαν νομίσματα με παράσταση ιθυφαλλικού Σιληνού (αργυρά τετράδραχμα). Head Β. V., Ιστορία των νομισμάτων, I, Αθήναι 1898.
[9] Δες Δ. I. Ααζαρίδη, Η Θάσος, Θεσσαλονίκη 1958.
[10] Δες Δ. I. Ααζαρίδη, Η Θάσος, Θεσσαλονίκη 1958.
[11] Δες Δ. Σαμσάρη, Ιστορική Γζωγραφιά ό. π. και Δ. Ααζαρίδη, Η Θάσος, ό. π.
[12] Μ. Γ. Δήμιτσα, Η Μακεδονία ενλίθοις φθεγγομένοις …,ό.π., Δ. Ααζαρίδη, Η Θάσος, ό.π., Στεφ. Βυζαντίου εν λ. Ευσταθίου εις Δ. Περιηγ. 517, Ευσεβ. Ευαγ. Προπαρ. 5, 33. 6, 7.
[13] Στράβ., 10, 3, 11.
Πηγή: ΒΙΣΑΛΤΗΣ