Εν αρχή ην το χάος

Εν αρχή ην το χάος


0 0 ψήφοι
Article Rating

«Εν αρχή ην το [1]» κατά τον Ησίοδο. Τρία στοιχεία όμως συνυπάρχουν, το , η Γαία και ο Ερωτας. Ο Ερωτας δεν γεννά αλλά ενθαρρύνει και διευκολύνει τη γέννηση και τη δημιουργία. Από το γεννήθηκαν το Έρεβος και η Νύχτα, ενώ τα παιδιά τους ήταν ο και η Ημέρα.

 «ἤτοι μὲν πρώτιστα γένετ’· αὐτὰρ ἔπειτα Γαῖ’ εὐρύστερνος, πάντων ἕδος ἀσφαλὲς αἰεὶ ἀθανάτων οἳ ἔχουσι κάρη νιφόεντος Ὀλύμπου, Τάρταρά τ’ ἠερόεντα μυχῷ χθονὸς εὐρυοδείης, ἠδ’ Ἔρος, ὃς κάλλιστος ἐν ἀθανάτοισι θεοῖσι, λυσιμελής, πάντων τε θεῶν πάντων τ’ ἀνθρώπων δάμναται ἐν στήθεσσι νόον καὶ ἐπίφρονα βουλήν.» (Ησιόδου 116-122)

Στην αρχή γεννήθηκε το , κι έπειτα η πλατύστηθη Γαία παντοτινός και ασφαλής τόπος των αθανάτων που εξουσιάζουν τις χιονισμένες κορφές του Ολύμπου και τα σκοτεινά Τάρταρα στα βάθη της γης με  τους πλατείς δρόμους. Μετά ο Έρως που είναι ο ωραιότερος ανάμεσα στους αθάνατους θεούς, που λύνει τα μέλη όλων των θεών και των ανθρώπων και δαμάζει στα στήθεια την καρδιά και τον νου.

Εργαστήρια Κυριαρχίας Θεών

«ἐκ Χάεος δ’ Ἔρεβός τε μέλαινά τε Νὺξ ἐγένοντο· Νυκτὸς δ’ αὖτ’ Αἰθήρ τε καὶ Ἡμέρη ἐξεγένοντο, οὓς τέκε κυσαμένη Ἐρέβει φιλότητι μιγεῖσα.»(Ησιόδου 123-126)

Από το ακόμη δημιουργήθηκαν το Έρεβος κι η μαύρη νύχτα. Κι απ’ τη Νύχτα «γεννήθηκε» ο κι η Ημέρα, που τα γέννησε σμίγοντας με «φιλότητα»[2]με το Έρεβος.

Ο και η ημέρα δημιουργήθηκαν από την έλξη (φιλότητα) της Νύχτας και του Ερέβους. Οι έννοιες «φιλότης,(η) – νεικος,(το)» είναι σημαντικές στην κατανόηση της διαδικασίας της εξέλιξης. Ο Εμπεδοκλής ερμηνεύει την κίνηση στο «Σφαίρον» σύμπαν ως  την επιδραση δύο αντίρροπων δυνάμεων, της Φιλότητας και του Νείκεος, οι οποίες προκαλούν μεταβολές και μετακομίσεις στο σύμπαν.


 Εμπεδοκλής «Περί φύσεως»

  αὐτὰρ ἐγὼ παλίνορσος ἐλεύσομαι ἐς πόρον ὕμνων,

 τὸν πρότερον κατέλεξα, λόγου λόγον ἐξοχετεύων,

35.20

 κεῖνον· ἐπεὶ Νεῖκος μὲν ἐνέρτατον ἵκετο βένθος  

 δίνης, ἐν δὲ μέσηι Φιλότης στροφάλιγγι γένηται,

 ἐν τῆι δὴ τάδε πάντα συνέρχεται ἓν μόνον εἶναι,

 οὐκ ἄφαρ, ἀλλὰ θελημὰ συνιστάμεν’ ἄλλοθεν ἄλλα.

 τῶν δέ τε μισγομένων χεῖτ’ ἔθνεα μυρία θνητῶν ·

35.25

 πολλὰ δ’ ἄμεικτ’ ἔστηκε κεραιομένοισιν ἐναλλάξ,

 ὅσσ’ ἔτι Νεῖκος ἔρυκε μετάρσιον· οὐ γὰρ ἀμεμφέως

 τῶν πᾶν ἐξέστηκεν ἐπ’ ἔσχατα τέρματα κύκλου,

 ἀλλὰ τὰ μέν τ’ ἐνέμιμνε μελέων τὰ δέ τ’ ἐξεβεβήκει.

 ὅσσον δ’ αἰὲν ὑπεκπροθέοι, τόσον αἰὲν ἐπήιει

35.30

 ἠπιόφρων Φιλότητος ἀμεμφέος ἄμβροτος ὁρμή·

 αἶψα δὲ θνήτ’ ἐφύοντο, τὰ πρὶν μάθον ἀθάνατ’ εἶναι,  

 ζωρά τε τὰ πρὶν ἄκρητα διαλλάξαντα κελεύθους.

 τῶν δέ τε μισγομένων χεῖτ’ ἔθνεα μυρία θνητῶν,

 παντοίαις ἰδέηισιν ἀρηρότα, θαῦμα ἰδέσθαι.

«Μα θα γυρίσω ξανά στου τραγουδιού τον δρόμο,

αυτόν που πήρα πριν, τον ένα λόγο μετά τον άλλο

εκστομίζοντας, σ’ εκείνο: Γιατί, όταν η φιλονικία

έφτασε στα τρίσβαθα της δίνης και ήρθε στη μέση

του στροβίλου η αγάπη, όλα τούτα άρχισαν

να συνάζονται και να γίνονται ένα μόνο, όχι μεμιάς,

αλλά ηθελημένα σμίγοντας, ένα από εδώ, άλλο

από εκεί. Από το σμίξιμό τους μύρια προήλθαν

είδη θνητών. Πολλά όμως έμειναν άσμιχτα,

σε αυτά που έσμιγαν ανάμεσα. Ήταν όσα κρατούσε,

ακόμα ψηλά, η φιλονικία- γιατί ακόμα δεν είχε τελείως

αποσυρθεί κι ολότελα στα εξώτατα όρια του κύκλου,

αλλά κάποια μέρη της παρέμεναν μέσα,

άλλα είχαν προχωρήσει. Όσο έτρεχε μακριά

για να ξεφύγει, τόσο ερχόταν προς το μέρος της

συνέχεια της άμεμπτης αγάπης η ήπια αθάνατη ορμή.

Αμέσως τότε έγιναν θνητά όσα πριν ήξεραν

να “ναι αθάνατα, και αναμείχτηκαν όσα ήταν

προηγουμένως άσμιχτα, αλλάζοντας δρόμους.

Κι απ’ το σμίξιμό τους μύρια προήλθαν είδη θνητών,

με μορφές κάθε λογής, θαύμα σωστό να τα βλέπεις».

Το χάος

Στην ησιόδεια το αποτελεί το πρώτο από τα τρία αρχικά στοιχεία: -Ερεβος-Νυξ.  Στα Αργοναυτικά το χαρακτηρίζεται ως αρχαίον (= πρωτογενές, αγέννητο=δεν γεννήθηκε, προϋπήρχε)) «…Πρῶτα μὲν ἀρχαίου χάεος μελανήφατον ὕμνον…» Ορφέως[3] – αργοναυτικά, 421). Το Χάος είναι το αδιάστατο χάσμα, επέκεινα του απείρου χρόνου, της άπειρης αιωνιότητας, «…τοῦ ἐφ’ ἑκάτερα ἀπείρου αἰῶνος…»(Marc-Aurèle, Pensées, livre IV). Το χάος είναι η αδημιούργητη αρχήή το αυθύπαρκτο αρχικό αίτιο του οποίου η πρώτη κίνηση της ουσίας του είχε ως αποτέλεσμα τον σχηματισμό, τον διαχωρισμό του σε έρεβος και νύχτα.

Το έρεβος

Το έρεβος είναι  «η πρωτογενής ύλη», η μάζα. Το αδιαμόρφωτο χάος-χάσμα αρχίζει να διαμορφώνεται.  Το Ερεβος είναι η μη μορφοποιημένη ύλη.  Μ’ αυτό το «πρωτόπλασμα ύλης»  σμίγει  η Νύχτα για να γεννηθούν ο αιθέρας, ως  η ψυχή του κόσμου και η ημέρα. Δεν υπάρχει χρόνος χωρίς χώρο (άχωρος χρόνος), γι’ αυτό και μερικοί θεωρούν πως το έρεβος προήλθε από τον χρόνο και την αδράστεια (ανάγκη). Αν ως αδράστεια νοηθεί η δημιουργός και πολύεργη ανάγκη του χάους, τότε το έρεβος είναι το ίζημα  του διαχωρισμού της Νύκτας από το χάος «…αρχαίου μεν πρώτα χάους ατέκμαρτον[4] ανάγκην…» = Κατά πρώτον μεν (εφανέρωσα) του αρχαίου χάους την ακαταμάχητην ανάγκην (Αργοναυτικά, στ. 12)

Η Νύξ

Tο Ερεβος είναι η ορατή ύλη, η μάζα. HΝυξ είναι η μη ορατή ύλη, η σκοτεινή ύλη, η πρωτογενής, πρωταρχική ενέργεια, οι ιδιότητες της οποίας περιγράφονται στον Ορφικό ύμνο Νυκτός. Είναι μακαρία θεά, μελανόστιλπνη, αστρόφεγγη, που χαίρεται στην ησυχία και στην πολύυπνη ηρεμία, τερπνή, φιλάγρυπνη, μητέρα των ονείρων, λυσιμέριμνη και πράα, κρατά την ανάπαυση των πόνων, υπνοδότρια, φίλη όλων, ιππεύτρια, νυχτόφεγγη, ημιτελής, και γήινη και ουράνια, περιοδική, παίχτρια με τ’ αεροπλάνητα θηράματα, που εκπέμπει φως στα βάθη και πάλι αποσύρεται στον Άδη. Διότι η φοβερή ανάγκη κυβερνά τα πάντα.

Το Χάος χωρίστηκε σε δύο μορφές, σε δύο οντότητες, το έρεβος και την νύκτα. Οι δύο αυτές ουσίες του χάους διαχωριζόμενες η μία από την άλλη κάτω από την επίδραση του νείκεος έλκονται ταυτόχρονα μεταξύ τους, λόγω φιλότητας για να δημιουργηθεί ο και η Ημέρα. Το Νείκος και η Φιλότης ορίζονται έτσι ως συμπαντικοί νόμοι. Το Ερεβος και η Νυκτα είναι η διπλή υφή του χάους-μάζα και ενέργεια. Το χάος βρίσκεται ακόμη σε μια πολύ ασταθή κατάσταση. Η Νύκτα ημιτελής, εκπέποντας φως και αποσυρόμενη πάλι στον Αδη[5] πασχίζει να κρατήσει στο όλον αυτό σύστημα του Χάους την ηρεμία ενάντια στο δύστροπο Νείκος, επειδή η φοβερή ανάγκη κυβερνά τα πάντα. Ο και η Ημέρα, ως τέκνα του Ερέβους και της Νυκτός, θα δώσουν την πρώτη λύση σ’ αυτήν την αστάθεια του όλου χαοτικού συστήματος. 

Το «Χάος-Ερεβος-Νυξ» είναι για τους πυθαγορείους ο δεύτερος τριγωνικός αριθμός, 1+2=3, ο οποίος προκύπτει εκ του τύπου χ= ν(ν+1)/2, όπου ν=2. Ο πρώτος τριγωνικός αριθμός είναι η μονάδα και αντιπροσωπεύει το Χάος 1=1(1+1)/2 όπου ν=1. Το άθροισμα των δύο πρώτων τριγωνικών αριθμών 1+3 =4 θα μας δώσει και τον δεύτερο κατά τον Πυθαγόρα πυραμιδικό αριθμό, αφού ο πρώτος για τους αριθμούς όλων των ειδών και των τύπων είναι η ΜΟΝΑΔΑ.

Αιθήρ

Παράγεται από το ρήμα αίθω που σημαίνει ανάβω, αναφλέγω, φέγγω, φλέγομαι, καίομαι «αίθω γάρ ού μόνον το καίω, αλλά και το λάμπω» (Ευστάθιος Παρεκβολαί Είς Ψ 250).

Ο στον «Κρατύλο» ετυμολογεί την λέξη λέγοντας ότι παράγεται από «αεί θεί» που σημαίνει αυτό που κινείται συνεχώς. (Κρατύλος 440 b). Ο δε

…Διόπερ ὡς ἑτέρου τινὸς ὄντος τοῦ πρώτου σώματος παρὰ γῆν καὶ πῦρ καὶ ἀέρα καὶ ὕδωρ, αἰθέρα προσωνόμασαν τὸν ἀνωτάτω τόπον, ἀπὸ τοῦ θεῖν ἀεὶ τὸν ἀΐδιον χρόνον θέμενοι τὴν ἐπωνυμίαν αὐτῷ.…

Ο Όμηρος δεν θεωρούσε τον Αιθέρα ως κάποια θεότητα ούτε και ως κάποια περιοχή, αλλά ως μία ιδιαίτερη κατάσταση του Ουρανού , ο οποίος βρίσκεται κάτω από τον Ουρανό (Ιλιάς . Ξ. 288, Θ. 556, Β 412, Ο 192, Π 300, T351).

Στον  Ορφικό ύμνο Αἰθέρος περιγράφονται οι βασικές του ίδιότητες: μέρος άστρων και ηλίου και σελήνης, πανδαμάτορας, πυρίπνοος, έναυσμα ζωής σε όλα τα ζωντανά, υψηλόφεγγος, το άριστο στοιχείο του κόσμου, λαμπρό γέννημα, φωτοφόρος και αστροφώτιστος.

Ο αιθέρας είναι η πρωτοϋλη του Σύμπαντος, έναυσμα ζωής και σελασφόρος. Την ιδιότητα του σελασφόρου φέρουν μόνον ο αιθέρας και η φύσις.  Είναι η ένυλος Αρχή του Σύμπαντος και το αείζωον πυρ του Ηράκλειτου, διακεχυμένος απανταχού στο Σύμπαν, «Διός ύψιμέλαθρον έχων κράτος αίέν άπειρές» (Αργοναυτικά 5.11).Είναι η πέμπτη ουσία (πεμπτουσία) της φύσις πλάϊ στα άλλα: γη, ύδωρ, αήρ και πυρ, τα οποία και καθορίζουν ένα συμβολισμό για τις καταστάσεις της ύλης.

Ο αιθέρας αποτέλεσε σημαντικό μέρος της προσπάθειας των επιστημόνων για την κατανόηση του Σύμπαντος, από τον Αριστοτέλη (και τους παλαιότερούς του) μέχρι τους επιστήμονες – ερευνητές της σύγχρονης εποχής. Παράλληλα όμως, ο αιθέρας υπήρξε και ένα πεδίο αντιπαράθεσης μεταξύ των επιστημόνων για τον αν υφίσταται ή όχι. Μετά την δημοσίευση της θεωρίας της Ειδικής Σχετικότητας ή ύπαρξη του αιθέρα εγκαταλείφθηκε οριστικά.

Ημέρα

Ηταν η Πρωτογενής (αρχέγονη θεά), κόρη του Ερέβους και της Νυκτός και η αδελφή-σύζυγος του Αιθέρα.

Τα δειλινά, η Νύχταάπλωνε ένα πέπλο σκότους μεταξύ της φωτεινής  ατμόσφαιρας του αιθέρα και της χαμηλότερης  του αέρα της γης φέρνοντας νύχτα για τον άνθρωπο. Κάθε αυγή η Ημέρα έδειωχνε την ομίχλη της Νύχκτός, κι έκανε την γη να κολυμπά και πάλι στο λαμπρό φως του ουρανού (Αιθήρ). Στην ορφική κοσμογονία νύχτα και μέρα ήταν ουσίες διακριτές και τελείως ανεξάρτητες από τον ήλιο.

Η Ημέρα ταυτίστηκεμε την , την βασίλισσα των ουρανών, και με την Ηώ, την θεά της αυγής. Ο φαίνεται να την θεωρεί περισσότερο ως μια θεία ουσία παρά ανθρωπόμορφη θεά.

Είναι μια από τις καταστάσεις ή ιδιότητες του αιθέρα, της φωταύγειας, της φωτεινής υφής του αιθέρα-σελασφόρου.

Πρωτόγονος

Στον «Ύμνο προς Πρωτόγονον» βλέπουμε την πίστη των Ορφικών ότι ο Αιθήρ προϋπήρχε πριν από οποιαδήποτε γέννηση – εμφάνιση, αφού ο Πρωτόγονος, ή Έρως, ή Φάνης πλανιόταν μέσα στον Αιθέρα όταν γεννήθηκε από το αυγό, «Πρωτόγονον καλέω διφή, μέγαν, αιθερόπλαγκτον, ωογγενή» – (Ορφ. Ύμνος 6 προς Πρωτόγονον. )  «Τον δισυπόστατο Πρωτόγονο επικαλούμαι, τον μέγα, τον αιθεροπλάνητο, τον ωογέννητο…»

Κατά την Αριστοτελική φυσική δεν υπάρχει κενό μέσα στο χώρο. Η ύπαρξη του κενού θεωρείται παράλογη, και ο το αποδεικνύει με μια σειρά επιχειρημάτων, που οδηγούν στο συμπέρασμα ότι κόσμος πρέπει να είναι ένας πλήρης και πεπερασμένος χώρος.

Για τους Πυθαγορείους έχουμε τον τρίτο τριγωνομετρικό αριθμό: 1+2+3 = 3*(3+1)/2 = 6

και τον τρίτο πυραμιδικό αριθμό: 1+3+6=10 (=άθροισμα των τριών τριγωνομετρικών αριθμών).

Η Γένεση του χώρου

Ουρανός

ΟΥΡΑΝΟΣ ήταν  αρχέγονη θεός (Πρωτόγενος) Οι Έλληνες φαντάζονταν τον ουρανό ως ένα στερεό θόλο από ορείχαλκο, διακοσμημένο με αστέρια, του οποίου τα άκρα κατέβηκαν για να ξεκουραστούν από τα εξόχως απόκεντρα όρια της γης.

Για τους Ορφικούς ο Ουρανός είναι παγγενήτορας, αδάμαστος εσαεί τμήμα οικουμένης, πρωτογέννητος, πάντων αρχή και πάντων τέλος, πατέρας κόσμου, που ως σφαίρα περιστρέφεται γύρω απ’ τη γη, κατοικία θεών μακαρίων, που οδεύει μεπεριδινήσεις σβούρας, ουράνιος και γήινος φύλακας όλων που περιβάλλει, στα στήθη που κρατά την άπληστη της φύσεως ανάγκη, μελανόχρους, ακατάβλητος, ολόστιλπνος, ποικιλόμορφος, παντεπόπτης, Κρονοτόκος, μακάριος, πανυπέρτατη θεότητα.

Γαια (Γη)

Η Γαία ή Γη ήταν η Πρωτόγενη (αρχέγονη θεότητα) της γης, ένα από τα κυρίαρχα στοιχεία που εμφανίστηκε για πρώτη φορά στην αυγή της δημιουργίας. Στο επίπεδο της ς, συμβολίζει την υλική πλευρά του Κόσμου και όχι τον πλανήτη Γη, η οποία καλειται Χθών. Σύμφωνα με τον Ησίοδο η Γαία με το Χάος, με μεσολάβηση του Έρωτα, γεννούν τον Ουρανό. Μια άλλη εκδοχή ταυτίζει το Χάος με τον Ουρανό και οριοθετεί έτσι τη Γαία και τον Ουρανό ως το πρώτο Κοσμικό Ζευγάρι της Δημιουργίας.

Η Γαία ενώθηκε με τον Ουρανό και δημιούργησε τους , τους Τιτάνες και όλη την πλάση που περιβάλλει τον κόσμο. Ο Ουρανός, θέλοντας να ανακόψει τη συνεχή δημιουργία της Γαίας, αποφασίζει να στείλει τα παιδιά του στα σπλάχνα της. Εξαιτίας αυτής της σκληρότητας, η Γαία συμμαχεί με έναν από τους Τιτάνες γιους της, τον Κρόνο, και καθαιρεί από την εξουσία του κόσμου τον Ουρανό.

Για τους Ορφικούς η θεά Γαία είναι πανθρέπτειρα μητέρα των μακαρίων και των θνητών ανθρώπων, πανδότρια, τελεσφόρα, πανκαταλύτρα, αυξητική, καρποφόρα, που σε καλές εποχές αφθονεί, έδρα του αθανάτου κόσμου, πολυποίκιλη κόρη, που κυοφορεί με επιτόκιες ωδίνες τον πολυειδή καρπό, αιωνία, πολύσεπτη, βαθύκολπη, καλότυχη, που χαίρεται μ’ ευωδιαστές πρασινάδες, ομβριοχαρής, που γύρω της περιστρέφεται ο πολυποίκιλτος κόσμος των άστρων με την αέναη φύση και τα άγρια ρεύματα.

Ο Ουρανός γέννησε  με την Γη:

1.    Τους Τιτάνες: τον Ωκεανό, την Τηθύα, τον Κόιο, την Φοίβη, τον Υπερίωνα, την Θεία, τον Κρείο (ή Κριό), τον Ιαπετό, την Θέμη, την Μνημοσύνη, τον Κρόνο και την

2.   Τους Κύκλωπες:  τον Βρόντη, τον Αστερόπη και τον Άργη

3.  Τους Εκατόγχειρες: τον Βριάρεω,  τον Κόττο και τον Γύγη

4. Χωρίς μητέρα: την , τις  Ερινύες (Αληκτώ,  Μέγαιρα και  Τισιφόνη), τους (Αλκυονέα,  Άθω,  Βέσβικο,  Κλυτίο, Εγκέλαδο, Πορφυρίωνα, Εχίωνα και τις  Μελιάδες νύμφες

Η ερμηνεία και αποσυμβολισμός των ονομάτων δεν είναι απλά ένα συναρπαστικό παιγνίδι, αλλά η ανακάλυψη των φυσικών, των κυρίαρχων νόμων του Σύμπαντος. Σε κάθε επίπεδο δημιουργίας αντιστοιχούν ή προαπαιτούνται επενέργειες που τα ονόματα των τέκνων κάθε ζεύγους προσδιορίζουν. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός πως η δεν είναι κόρη της Γαίας, Η είναι ουράνια και όχι γήϊνη, υλική. Συμβολίζει την δημιουργική δύναμη του αιθέρα, είναι το θηλυκό αρχέτυπο της αρμονίας, της αγάπης και του ουράνιου έρωτα.

Ο έρως είναι πρωταρχική ιδιότητα του Αιθέρος, ο οποίος προϋπάρχει της δημιουργίας μαζί με το άχρονο και αχωρο χάος.  Είναι η κινητήρια δύναμη, που χωρίς αυτόν η κίνηση είναι αδύνατη και ο κόσμος αφανής.

Απ’ όλα τα τέκνα του Ουρανού και της Γαίας ο () είναι αυτός που θα αναδειχθεί πανδαμάτωρ και θα αναλάβει τα σκήπτρα της δημιουργίας.

Με την γέννηση του Ουρανού και της Γής, ο αδιάστατος χώρος αποκτά διαστάσεις, το Σύμπαν προσδιορίζεται  ως άπειρος διαστατός χώρος σε αντιδιαστολή με το αδιάστατο Χάος.

Η γένεση του χρόνου

Για τους Ορφικούς ο είναι αειθαλής, πατέρας μακαρίων θεών και ανθρώπων, πολυμήχανος, αμόλυντος, μεγαλοδύναμος, Τιτάνας ρωμαλέος, που εξαντλεί τα πάντα και ο ίδιος πάλι τα αυξαίνει, που έχει δεσμούς αδιαρρήκτους στον απέραντο κόσμο, γεννήτορα του αιώνα (χρόνου), εύγλωττος , βλαστός της γης και του κατάστερου ουρανού, γέννηση, αύξηση, μείωση, της ς σύζυγος, σεμνός Προμηθέα, που κατοικεί τα μέρη όλα του κόσμου, γενάρχης, πανούργος, κάλλιστος.

Με την γέννηση του Κρόνου (=Χρόνου: «ω Κρόνε γεννήτορα του αιώνα» ΄Ορφικός ύμνος Κρόνου΄) το στατικό, το πλανώμενο αλλά και ακίνητο στην εσωτερικότητά του  σύμπαν αποκτά κίνηση.  «Πέραν τούτου, ανευ τόπου και κενού και χρόνου, είναι αδύνατος η κίνησις», «πρὸς δὲ τούτοις ἄνευ τόπου καὶ κενοῦ καὶ χρόνου κίνησιν ἀδύνατον εἶναι» (Αριστοτέλους περί φυσικής 200β).  Το όλον από το «φύσει είναι» μεταβαίνει στο «ενεργεία είναι».   Την ενδελέχεια αυτή θα την εκφράσει  η παρουσία της ς (Ροής-κίνησης ), σύζυγος και αδελφή του Κρόνου.

Για τους Ορφικούς η (Ροή) είναιθυγατέρα του πολύμορφου Πρωτόγονου, που οδηγεί το ιερότροχο άρμα των ταυροφόνων, τυμπανοκρουστική, μανιακή, χαλκοκρούστρια κόρη, μητέρα του άνακτος Ολυμπίου Διός, του ασπιδοφόρου, παντιμημένη, λαπρόμορφη, του Κρόνου μακαρία ομόκλινη, που χαίρεται στα όρη με των θνητών τα φοβερά ολολύγματα, παμβασίλισσα, πολεμοθόρυβη, γενναιόψυχη, ξεγελάστρα, σωτήρια, λυτήρια, αρχέγονη, μητέρα των θεών και των θνητών ανθρώπων, αεικίνητη και αερόμορφη.

Με την γέννηση των ζευγών Ουρανού-Γαίας και Κρόνου-ς ολοκληρώνεται η δημιουργία του φυσικού κόσμου, της ς την οποία οι στον «Υμνο της Φυσης» αποκαλούν

 «παγγεννήτρα θεά, μητέρα πολυμήχανη, ουράνια, πρεσβυτέρα, πολυπλάστρα θεότητα, άνασσα, πανδαμάστρια, αδάμαστη, κυβερνήτρια, ολόλαμπρη, παντοκράτειρα, τετιμημένη, πανυπερτάτη σε όλα άφθαρτη, πρωτογέννητη, πρωτοείπωτη, φημισμένη, νυχτερινή, πολύπειρη, φωτοφόρα, ασυγκράτητη, που περιφέρει αθόρυβα ίχνη ποδιών, αγνή, κοσμήτρια θεών, ατελείωτη και τελεία, κοινή μεν στα πάντα, αλλά κι απόκοσμη ολόμονη, αυτογέννητη, αγέννητη, ερασμία, πολύτερπνη, μεγίστη, ολάνθιστη, περίπλοκη, φιλική, πολύμεικτη, έμπειρη, ηγεμονίδα, κυρίαρχη, ζωοδότειρα, παντοθρέφτρα κόρη, αυτάρκεια, δικαιοδότειρα, πολυώνυμη υπακοή των Χαρίτων, αιθέρια, γήινη και θαλάσσια προστάτιδα, πικρή στους φαύλους, αλλά γλυκιά στους ευπειθείς, πάνσοφη, πανδότρια, χορηγήτρια, παμβασίλισσα, τροφοπληθύς, λίπανση και λυτρώτρια των ωριμασμένων, πάντων πατέρας, μητέρα, τροφός και ανατροφεύς, ευτοκία, μακαρία, πολύσπορη, εποχική ορμή, πάντεχνη, πλάστρα, πολυπλάστρα, θαλασσία θεότητα, αιωνία, κινητήρια, πολύπειρη, συνετή, που στροβιλίζει με αέναη δίνη τη γοργή ροή, αείρρευστη, κυκλική, αλλομορφομετάβλητη, λαμπρόθρονη, τιμημένη, αυτή μόνη εκπληρεί το κριθέν, πιο πάνω από σκηπτούχους βαρυβροντώδης κραταιότατη, ατρόμητη, πανδαμάστρια, πεπρωμένον, μοίρα, πυρίπνοη, αιωνία ζωη και αθάνατη και πρόνοια.».

Κάθε της ιδιότητα εκφράζει και ένα συμπαντικό νόμο, όπως αυτό διαμορφώθηκε κατά την διαδικασία της δημιουργίας της ς.

Τα θεϊκά ζεύγη των πρωτογόνων Ερεβος-Νυξ, Αιθήρ-Ημέρα, Ουρανός-Γαία, αντιπροσωπεύουν περισσότερο καταστάσεις, υφείς, ουσίες του αρχέγονου Χάους, αναβαθμούς της εξέλιξης από το Χάος στην . Η εμφάνιση κάθε ζεύγους προϋποθέτει την γένεση των γεννητόρων τους όχι ως μια βιολογικά οριζόμενη προϋπόθεση, αλλά ως εξελικτική διαδικασία, καθ’ όσον κάθε θυγατρικό ζεύγος ενυπάρχει στο μητρικό ως λανθάνουσα ουσία, υφή ή κατάσταση.   Η σειρά γέννησης εκάστου ζεύγους διαγράφει και την σειρά των αναβαθμών της εξέλιξης από το αρχέγονο Χάος στην . Προδιαγράφει επίσης αυτή η σειρά την ακολουθία των συμπαντικών νόμων και αναγκαιοτήτων που διέπουν αυτήν την εξέλιξη, ταυτόχρονα, όμως, χαράσσουν και τα όρια στα πλαίσια των οποίων μπορεί και οφείλει να κινηθεί η σύγχρονη φυσική επιστήμη, δίνουν την πραγματική εικόνα της φύσης, των νόμων και των φαινομένων της.

Οι φαινομενικές «αιμομειξίες» των θεϊκών ζευγών είναι η κατάδειξη κατίσχυσης της μιας η της άλλης ιδιότητας του ταυτού«ἐπεὶ δ’ ἔνια  ταὐτὰ καὶ δυνάμει καὶ ἐντελεχείᾳ ἐστίν, οὐχ ἅμα δὲ ἢ οὐ  κατὰ τὸ αὐτό, ἀλλ’ οἷον θερμὸν μὲν ἐντελεχείᾳ ψυχρὸν δὲ δυνάμει, πολλὰ ἤδη ποιήσει καὶ πείσεται ὑπ’ ἀλλήλων· ἅπαν γὰρ ἔσται ἅμα ποιητικὸν καὶ παθητικόν. (Αριστοτέλους, περί ς 201α. 19)» «Από το άλλο μέροςωρισμένα πράγματα  υπάρχουν ταυτοχρόνως και δυνάμει και εντελεχεία, όχι βέβαια μαζύ, ούτε υπό την αυτήν  έποψιν, αλλα ωσαν εκείνο που είναι θερμόν δυνάμει και ψυχρόν εντελεχείᾳ· ως έκ τούτου πολλα αμοιβαία  ενεργήματα και  παθήματα θα γίνουν, διότι όλα θα είναι συνάμα ποιητικά και παθητικά.».

Ο ευνουχισμός του Ουρανού από τον Κρόνο συμβολίζει την επενέργεια του χρόνου και της συνακόλουθης κίνησης του σύμπαντος, την ροή του αιθέρα, μέσα στον οποίο κινείται ο κόσμος (ως διάκοσμος). Τον διαχωρισμό της Γης από την Ουρανό κι ας θυμηθούμε λίγο τον μύθο του Ατλαντα.

Στηνορφική θεογονία η διαδοχή των θεών είναι σχεδόν η ίδια με αυτήν της ησιόδου. Η βασική διαφορά έγκειται στην αρχή της δημιουργίας. Η ελληνική θεολογία (Άπασα γαρ η παρ’ Έλλησι θεολογία της ορφικής εστί μυσταγωγίας έκγονος (Πρόκλος, Σχόλια εις πλατωνικό Τίμαιο) διδάσκει ότι εν αρχῇ και πριν την δημιουργία του Σύμπαντος υπήρχε η «Άρρητος Αρχή» το Προδημιουργικόν «Εν»   (“τήν δέ μίαν πρό τοιν δυοιν άρρητον άφίησιν· αυτό γάρ τό μηδέ φάναι περί αυτής ενδείκνυται αυτής τήν άπόρρητον φύσιν”.)

«Χάος ἦν καὶ Νὺξ Ἔρεβός τε μέλαν πρῶτον καὶ Τάρταρος εὐρύς·

γῆ δ᾽ οὐδ᾽ ἀὴρ οὐδ᾽ οὐρανὸς ἦν· Ἐρέβους δ᾽ ἐν ἀπείροσι κόλποις

τίκτει πρώτιστον ὑπηνέμιον Νὺξ ἡ μελανόπτερος ᾠόν,

ἐξ οὗ περιτελλομέναις ὥραις ἔβλαστεν Ἔρως ὁ ποθεινός,

στίλβων νῶτον πτερύγοιν χρυσαῖν, εἰκὼς ἀνεμώκεσι δίναις.

Οὗτος δὲ Χάει πτερόεντι μιγεὶς νύχιος κατὰ Τάρταρον εὐρὺν

ἐνεόττευσεν γένος ἡμέτερον, καὶ πρῶτον ἀνήγαγεν εἰς φῶς.

Πρότερον δ᾽ οὐκ ἦν γένος ἀθανάτων, πρὶν Ἔρως

ξυνέμειξεν ἅπαντα·

ξυμμειγνυμένων δ᾽ ἑτέρων ἑτέροις γένετ᾽ οὐρανὸς ὠκεανός τε

καὶ γῆ πάντων τε θεῶν μακάρων γένος ἄφθιτον».    

 (Βλ. «Αριστοφάνης «Όρνιθες, 693 – 702»).

«Πρώτα ήταν το Χάος, η Νύχτα, το μέλαν Έρεβος

κι ο ευρύς Τάρταρος. Δεν υπήρχε ούτε γη

ούτε Αήρ ουδέ Ουρανός. Στην αρχή μέσα

στους απέραντους κόλπους του Ερέβους γέννησε

η μελανόπτερος Νύχτα δίχως αρσενική σπορά

ένα Ωό. Από αυτό, σαν πέρασε ο καιρός, βγήκε

ο ποθητός Έρως με τις χρυσές φτερούγες στην πλάτη

που έλαμπαν και γοργός σαν τον άνεμο.

Αυτός έσμιξε στο σκοτάδι με το πτερωτό Χάος

Μέσα στον ευρύ Τάρταρο, κλώσησε το ημέτερον γένος

και το ανήγαγε στο φως. Πρωτύτερα

δεν υπήρχε το γένος των αθανάτων, ώσπου ο Έρως

συνέμειξε τα πάντα. Κι όπως ενώθηκαν το ένα

με το άλλο, γεννήθηκε ο Ουρανός, ο Ωκεανός,

η Γαία κι όλο το αθάνατο γένος των μακάριων θεών.

Στην εικόνα ο Ορφικός Φάνης. Ο Κόσμος σα ζώνη ελλειψοειδής με τα σημεία του Ζωδιακού· πάνω και κάτω τα δύο μισά του Κοσμογονικού Αυγού (με φλόγες)· ανάμεσα ο Φάνης φτερωτός ως Έρως· από το κεφάλι του δέσμες ηλιακές· πίσω από τους ώμους μεγάλο μισοφέγγαρο· με φίδι γύρω στο κορμί σα · κεφάλια τράγου, λιονταριού, κριαριού στη μέση του κορμιού· με το σκήπτρο στ’ αριστερό σα βασιλεύς του Κόσμου και τον κεραυνό στο δεξί σα Ζευς· με δίχαλα πόδια σαν Παν· και, έξω από τον Ζωδιακό, στις τέσσερις γωνίες του αναγλύφου, που λείπουν εδώ, τα κεφάλια των τεσσάρων Ανέμων.

Ο Φάνης είναι ένα από τα ονόματα της δημιουργικής αρχής του Σύμπαντος, προσωποποίηση του Δημιουργού `Ερωτα σύμφωνα με την Ορφική θεογονία. Ο Φάνης ήταν μία πρωταρχική θεότητα («Πρωτόγονος») που αναπήδησε από το «κοσμικό αυγό», το οποίο γέννησε η Νύχτα. Στις «Ορφικές Ραψωδίες» που παραδόθηκαν από τον Ιερώνυμο και από τον Ελλάνικο, αναφέρεται ότι ο υπήρξε η αιτία των πάντων και ο δημιουργός του αργυρού κοσμικού αυγού του Φάνητα.

Το Χάος συμβολίζει τον Χώρο του Σύμπαντος. Ο συμβολίζει την κινητήρια δύναμη που ενώνει, μεταλλάσσει και μεταμορφώνει (μορφή, αυτό που φαίνεται, ο Φάνης) το Παν. Η ίδια ιδιότητα του αιθέρα τονίζεται και στα Ερμητικά[6] κείμενα της δημιουργίας.

Ποιμάνδρης: «Συνέβη, λοιπόν, όπως είπα, η γέννηση αυτών των επτά ανθρώπων με τον ακόλουθο τρόπο. Η γη ήταν θηλυκή, το νερό έτοιμο για αναπαραγωγή, ο καρπός της φωτιάς ώριμος. Η φύση πήρε από τον Αιθέρα το πνεύμα και γέννησε τα σώματα σύμφωνα με τη μορφή του Ανθρώπου. Ο Άνθρωπος από ζωή και φως έγινε ψυχή και νους, ψυχή από ζωή και νους από φως. Και όλα όσα ανήκουν στον αισθητό κόσμο έμειναν έτσι μέχρι το τέλος της περιόδου και την αρχή των φύλων»

Ο Λεύκιππος[7] ερμηνεύοντας την δημιουργία του κόσμου αναφέρει:

“Πως συνέστηκεν ο κόσμος”

«Ο νυν κόσμος περικεκλασμένω σχήματι εσχημάτισται τον τρόπο τούτον:

Των ατόμων σωμάτων απρονόητον και τυχαίαν εχόντων την κίνησιν συνεχώς τε και τάχιστα κινουμένων, εις ταυτό πολλά σώματα συνηθροίσθη, [και] δια τούτο ποικιλίαν έχοντα (και) σχημάτων και μεγεθών.

Αθροιζομένων δε εν ταυτώ, τούτων τα μεν οσα μείζονα ην και βαρύτερα πάντων υπεκάθιζεν, όσα δε μικρά και περιφερή και λεία και ευόλισθα ταύτα εξεθλίβετο, κατά την σύνοδον των ατόμων, εις τε το μετέωρον ανεφέρετο.

ώς δε ουν εξέλειπεν μεν η πληκτική δύναμις μετεωρίζουσα, ουκέτι δε ήγεν η πληγή πρός το μετέωρον, εκωλύετο δε ταύτα κάτω φέρεσθαι, επιέζετο [δε βιαίως] πρός τους τόπους τους δυνάμενους δέξασθαι.

Ουτοι δε ήσαν οι πέριξ και προς τούτοις το πλήθος των σωμάτων περιεκλάτω:  περιπλεκόμενα δε αλλήλοις

 Αυτοί δε (οι τόποι) κατά την περίκλασιν τον ουρανόν εγέννησε.

 Της δε αυτής εχόμεναι φύσεις αι άτομοι, ποικίλαι ούσαι… την των. άστρων φύσιν απετέλουν”

(Testimonia 24.2.)

Πως συνεστήθη ο κόσμος

O Κόσμος αυτός, σε (αυτή την) διασπαρμένη μορφή εσχηματίσθη με τον εξής τρόπο:

Τα σώματα των ατόμων, χωρίς αιτία και τυχαία έχοντας την κίνηση, κινούμενα συνεχώς και ταχύτατα, [και] δια τούτο ποικιλίαν έχοντα πλήθος επί τον αυτό (τόπο) συγκεντρώθησαν…

Συναθροιζομένων δε εν ταυτό (στον ίδιο τόπο) εξ’ αυτών τα μεν όσα μείζονα και βαρύτερα, υπό κάτω πάντων (στο κέντρο) εκάθιζαν, όσα δε μικρά και περιφερόμενα, λεία και ευολίσθητα, εξεθλίβοντο, αυτά, κατά την συγκέντρωση των σωμάτων σχηματίζοντας μετέωρο, (ουράνιο φαινόμενο).

Όμως όταν εξέλιπε η πληκτική δύναμη  που τα μετεώριζε και έπαψε να οδηγεί (τα άτομα) προς το μετέωρο, εμποδίζοντο να φτάσουν (τα άτομα) κάτω (δηλαδή στο κέντρο του φαινομένου), βιαίως δε αυτά εσπρώχθησαν σε τόπους που μπορούσαν να τα δεχθούν.

Αυτοί δε (οι τόποι) ήταν ο περιβάλλον χώρος και σ΄ αυτόν τον χώρο το πλήθος των σωμάτων διεσπάσθη.

Περιπλεκόμενα δε μεταξύ τους κατά την διαίρεση τον ουρανό εγέννησαν!

Της αυτής δε φύσεως άτομα, που είναι ποικίλα…την φύση των άστρων αποτελούν.

Στον Αριστοτέλη ο χρόνος ρέει ομοιόμορφα παντού, είναι παγκόσμιος, είναι όμως χρόνος σχετικός με την κίνηση των σωμάτων, εκτελεστικός, και δεν θα υπάρχει αν σταματήσει κάθε κίνηση. Ο λοιπόν μετράει το χρόνο με την κίνηση του ουρανού αλλά δεν τον ταυτίζει με αυτήν…. «γιατί, αν υπήρχε ένα πλήθος από ουρανούς, η κίνηση ενός οποιουδήποτε από αυτούς, χωρίς διάκριση, θα αποτελούσε το χρόνο, ώστε θα συνυπήρχαν πολλοί χρόνοι” πράγμα αδύνατο, γιατί ο χρόνος είναι ο ίδιος σε όλα τα μέρη την ίδια στιγμή, είναι παγκόσμιος.

Στο Νεύτωνα, ο χρόνος ρέει ομοιόμορφα και παγκόσμια , είναι όμως απόλυτος, δεν εξαρτάται από τα σώματα και θα ρέει και σε έναν κενό κόσμο. Είναι έννοια μεταφυσική.

Στον Αϊνστάιν  είναι η κίνηση του φωτός που είναι παράξενη και ιδιαίτερη, με αποτέλεσμα: ο χρόνος δεν ρέει ομοιόμορφα, είναι τοπικός συστέλλεται και διαστέλλεται, δεν είναι παγκόσμιος και συμπλέκεται με το χώρο, είναι η ανατροπή στις κλασσικές έννοιες του χώρου και του χρόνου. (σχετικότητα του ταυτόχρονου).

Η θεωρία της σχετικότητας προέβλεπε «γεωμετρία» του χώρου απουσίᾳ  ύλης, γεγονός που ανάγκασε σε ποικίλες ανασκευές αυτής της θεωρίας (σχετιστικό κενό, κβαντικό κενο)  οι ανασκευές των οποίων χρειάστηκαν νεες αναπροσαρμογές για να απαντήσουν με σχετική και πάλι επάρκεια ή υπεκφυγή σε νέα φαινόμενα ή προβλήματα, η λύση των οποίων βρίσκεται στον αρχαιοελληνικό αιθέρα. Αλλά ίσως αυτή η παραδοχή να είναι και το κύριο πρόβλημα των επιστημονιστών της φυσικής επιστήμης. Κάτι ανάλογο συμβαίνει με την θεωρία των συνόλων, την Ευκλείδια γεωμετρία και το αξεπέραστο της ταχύτητας του φωτός. 

Με την γένεση του χώρου και του χρόνου ολοκληρώνεται και για την Πυθαγόρεια φιλοσοφία η αποκαλούμενη «Τετρακτύς»[8], η πηγή της αέναης φύσης. Ο τριγωνομετρικός αριθμός είναι 1+2+3+4=10 και ο πυραμιδικός αριθμός είναι 1+3+6=10. Ο αριθμός 10 αντιπροσωπεύει τον τέλειο αριθμό, το Σύμπαν, το Ολον, την εικόνα του παντός. Το 10 έχει το προνόμιο να ανήκει και στους ακέραιους (1,2,3,4,5…10), στους τριγωνικούς (1,2,3,6,10…) και στους Πυραμιδικούς (1,4,10,20…). Σπάνιοι άλλοι αριθμοί έχουν αυτό το προνόμιο. Και αυτοί είναι ο 120, ο 1540 και ο 7140.

Ορφικός ύμνος Κρόνου

Αιθαλής, μακάρων τε θεών πάτερ ηδέ και ανδρών,

ποικιλόβουλ’, αμίαντε, μεγασθενές, άλκιμε Τιτάν,

ός δαπανάις μεν άπαντα και αύξεις έμπαλιν αυτός

δεσμούς αρρήκτους ός έχεις κατ’ απείρονα κόσμον,

αιώνος Κρόνε παγγενέτωρ, Κρόνε ποικιλόμυθε,

Γαίης τε βλάστημα και Ουρανού αστερόεντος,

γέννα, φυή, μείωσι, ς πόσι, σεμνέ Προμηθεύ,

ός ναίεις κατά πάντα μέρη κόσμοιο, γενάρχα,

αγκυλομήτα, φέριστε. Κλύων ικετηρίδα φωνήν

πέμποις εύολβον βιότου τέλος αιέν άμεμπτον.

Συ ο αειθαλής, ω πατέρα μακαρίων θεών και ανθρώπων,

πολυμήχανε, αμόλυντε, μεγαλοδύναμε, Τιτάνα ρωμαλέε,

που εξαντλείς τα πάντα και ο ίδιος πάλι τα αυξαίνεις,

δεσμούς αδιαρρήκτους που έχεις στον απέραντο κόσμο,

ω Κρόνε γεννήτορα του αιώνα (χρόνου), εύγλωττε Κρόνε,

βλαστέ της γης και του κατάστερου ουρανού,

γέννηση, αύξηση, μείωση, της ς σύζυγε, σεμνέ Προμηθέα,

που κατοικείς τα μέρη όλα του κόσμου, ω γενάρχη,

πανούργε, κάλλιστε. Ακούοντας την ικετευτική φωνή

στέλνε πανόλβιο άμεμπτο τέλος του βίου πάντοτε.

Ορφικός ύμνος Ρέας

Πότνια Ρέα, θύγατερ πολυμόρφου Πρωτογόνοιο,

ήτ’ επί ταυροφόνων ιερότροχον άρμα τιταίνεις,

τυμπανόδουπε, φιλοιστρομανές, χαλκόκροτε κούρη,

μήτερ Ζηνός άνακτος Ολυμπίου, αιγιόχοιο,

πάντιμ’, αγλαόμορφε, Κρόνου σύλλεκτρε μάκαιρα,

ούρεσιν ή χαίρεις θνητών τ’ ολολύγμασι φρικτοίς,

παμβασίλεια Ρέα, πολεμόκλονε, ομβριμόθυμε,

ψευδομένη, σώτειρα, λυτηριάς, αρχιγένεθλε,

μήτηρ μεν τε θεών ηδέ θνητών ανθρώπων.

Εκ σου γαρ και γαία και ουρανός ευρύς ύπερθεν

και πόντος πνοιαί τε. Φιλόδρομε, αερόμορφε.

Ελθέ, μάκαιρα θεά, σωτήριος εύφρονι βουλήι

ειρήνην κατάγουσα συν ευόλβοις κτεάτεσσι,

λύματα και κήρας πέμπουσ’ επί τέρματα γαίης.

Δέσποινα Ρέα, θυγατέρα του πολύμορφου Πρωτόγονου,

που οδηγείς το ιερότροχο άρμα των ταυροφόνων,

τυμπανοκρουστική, μανιακή, χαλκοκρούστρια κόρη,

μητέρα του άνακτος Ολυμπίου Διός, του ασπιδοφόρου,

παντιμημένη, λαπρόμορφη, του Κρόνου μακαρία ομόκλινη,

που χαίρεσαι στα όρη με των θνητών τα φοβερά ολολύγματα,

παμβασίλισσα Ρέα, πολεμοθόρυβη, γενναιόψυχη,

ξεγελάστρα, σωτήρια, λυτήρια, αρχέγονη,

μητέρα των θεών και των θνητών ανθρώπων.

Γιατί από σένα η γη κι ο πάνωθε ο ουρανός ο ευρύχωρος

και η θάλασσα και οι άνεμοι. Αεικίνητη, αερόμορφη.

Έλα, θεά μακάρια, σωτήρια με βούληση ευδιάθετη

κομίζοντας ειρήνη με πανόλβια δώρα.

Μιάσματα και δυστυχίες ξαποστέλνοντας στα πέρατα της γης.

Ορφικός ύμνος Νυκτός

Νύκτα θεών γενέτειραν αείσομαι ηδέ και ανδρών.

(Νυξ γένεσις πάντων, ήν και Κύπριν καλέσωμεν)

κλύθι, μάκαιρα θεά, κυαναυγής, αστεροφεγγής,

ησυχίηι χαίρουσα και ηρεμίηι πολυύπνωι,

ευφροσύν, τερπνή, φιλοπάννυχε, μήτερ ονείρων,

ληθομέριμν’ αγανή τε, πόνων ανάπαυσιν έχουσα,

υπνοδότειρα, φίλη πάντων, ελάσιππε, νυχαυγής,

ημιτελής, χθονία ηδ’ ουρανία πάλιν αυτή,

εγκυκλία, παίκτειρα διώγμασιν ηεροφοίτοις,

η φάος εκπέμπεις υπό νέρτερα και πάλι φεύγεις

εις Άιδην. Δεινή γαρ ανάγκη πάντα κρατύνει.

Νυν σε, μάκαιρα, καλώ πολυόλβιε, πάσι ποθεινή,

ευάντητε, κλύουσα ικετηρίδα φωνήν

έλθοις ευμενέουσα, φόβους δ’ απόπεμπε νυχαυγείς.

Θα εξυμνήσω τη Νύκτα τη γενέτειρα θεών και ανθρώπω.

(Νύκτα γένεση των πάντων, που και Κύπριδα ας την ονομάσουμε)

εισάκουσε, μακαρία θεά, μελανόστιλπνη, αστρόφεγγη,

που χαίρεσαι στην ησυχία και στην πολύυπνη ηρεμία,

ω ευφροσύνη, τερπνή, φιλάγρυπνη, μητέρα των ονείρων,

λυσιμέριμνη και πράα, που κρατάς την ανάπαυση των πόνων,

υπνοδότρια, φίλη όλων, ιππεύτρια, νυχτόφεγγη,

ημιτελής, εσύ και γήινη και ουράνια,

περιοδική, παίχτρια με τ’ αεροπλάνητα θηράματα,

που εκπέμπεις φως στα βάθη και πάλι αποσύρεσαι

στον Άδη. Διότι η φοβερή ανάγκη κυβερνά τα πάντα.

Τώρα εσέ, μακαρία, παρακαλώ, πανόλβια, ποθητή σ’ όλους,

ευπρόσιτη, ακούγοντας την ικετευτική φωνή

έλα ευμενής κι απόδιωχνε τους φόβους τους νυχτοφανείς.

 Ορφικός ύμνος Ουρανού

Ουρανέ παγγενέτωρ, κόσμου μέρος αιέν ατειρές,

πρεσβυγένεθλ’, αρχή πάντων πάντων τε τελευτή,

κόσμε πατήρ, σφαιρηδόν ελισσόμενος περί γαίαν,

οίκε θεών μακάρων, βόμβου δίναισιν οδεύων,

ουράνιος χθόνιός τε φύλαξ πάντων περιβληθείς,

εν στέρνοισιν έχων φύσεως άτλητον ανάγκην,

κυανόχρως, αδάμαστε, παναίολε, αιολόμορφε,

πανδερκές, Κρονότεκνε, μάκαρ, πανυπέρτατε δαίμον,

κλύθ’ επάγων ζωήν οσίαν μύστηι νεοφάντηι.

Ουρανέ παγγενήτορα, αδάμαστο εσαεί τμήμα οικουμένης,

πρωτογέννητε, πάντων αρχή και πάντων τέλος,

πατέρα κόσμου, που ως σφαίρα περιστρέφεσαι γύρω απ’ τη γη,

κατοικία θεών μακαρίων, που οδεύεις με περιδινήσεις σβούρας,

ουράνιος και γήινος φύλακας όλων που περιβάλλεις,

στα στήθη που κρατάς την άπληστη της φύσεως ανάγκη,

μελανόχροε, ακατάβλητε, ολόστιλπνε, ποικιλόμορφε,

παντεπόπτη, Κρονοτόκε, μακάριε, πανυπέρτατη θεότητα,

εισάκουσε κομίζοντας ζωή ενάρετη σε νεοφώτιστο μύστη.

Ορφικός ύμνος Γαίας

Γαία θεά, μήτερ μακάρων θνητών τ’ ανθρώπων,

παντρόφε, πανδώτειρα, τελεσφόρε, παντολέτειρα,

αυξιθαλής, φερέκαρπε, καλαίς ώραισι βρύουσα,

έδρανον αθανάτου κόσμου, πολυποίκιλε κούρη,

η λοχίαις ωδίσι κύεις καρπόν πολυειδή,

αιδία, πολύσεπτε, βαθύστερν’, ολβιόμοιρε,

ηδυπνόοις χαίρουσα χλόαις πολυανθέσι δαίμον,

ομβροχαρής, περί ήν κόσμος πολυδαίδαλος άστρων

ειλείται φύσει αενάωι και ρεύμασι δεινοίς.

αλλά, μάκαιρα θεά, καρπούς αύξοις πολυγηθείς

ευμενές ήτορ έχουσα, συν ολβίοισιν εν ώραις.

Θεά Γη, των μακαρίων μητέρα και των θνητών ανθρώπων

πανθρέπτειρα, πανδότρια, τελεσφόρα, πανκαταλύτρα,

αυξητική, καρποφόρα, που σε καλές εποχές αφθονείς,

έδρα του αθανάτου κόσμου, πολυποίκιλη κόρη,

που κυοφορείς με επιτόκιες ωδίνες τον πολυειδή καρπό,

αιωνία, πολύσεπτη, βαθύκολπη, καλότυχη,

που χαίρεσαι μ’ ευωδιαστές πρασινάδες, ω συ σ’ ανθοστολίσματα θεότης,

η ομβριοχαρής, που γύρω της ο πολυποίκιλτος κόσμος των άστρων

περιστρέφεται με την αέναη φύση και τα άγρια ρεύματα.

Αλλά, θεά μακαρία, αύξησε τους πολυχαρείς καρπούς

έχοντας διάθεση ευμενή μαζί με ευφορίες στις εποχές.

Ορφικός ύμνος Αἰθέρος

Ω Διός υψιμέλαθρον έχων κράτος αιέν ατειρές,

άστρων ηελίου τε σεληναίης τα μέρισμα,

πανδαμάτωρ, πυρίπνου, πάσι ζωοίσιν έναυσμα,

υψιφανής Αιθήρ, κόσμου στοιχείον άριστον,

αγλαόν ω βλάστημα, σελασφόρον, αστεροφεγγές,

κικλήσκων λίτομαί σε κεκραμένον εύδιον είναι.

Ω εσύ με την υψηλόβαθρη εξουσία του Διός την ακατάλυτη πάντα,

μέρος άστρων και ηλίου και σελήνης,

πανδαμάτορα, πυρίπνοε, έναυσμα ζωής σε όλα τα ζωντανά,

εσύ ο υψηλόφεγγος , το άριστο στοιχείο του κόσμου,

ω λαμπρό γέννημα, φωτοφόρο, αστροφώτιστο,

καλώντας σε ικετεύω νάσαι μακρόθυμος γαλήνιος.

Ορφικός Υμνος Ερωτος

Κικλήσκω μέγαν, αγνόν, εράσμιον, ηδύν ”Ερωτα, 
τοξαλκή, πτερόεντα, πυρίδρομον, εύδρομον ορμήι, 
συμπαίζοντα θεοίς ηδέ θνητοίς ανθρώποις, 
ευπάλαμον, διφυή, πάντων κληίδας έχοντα, 
αιθέρος ουρανίου, πόντου, χθονός, ηδ’ όσα θνητοίς 
πνεύματα παντογένεθλα θεά βόσκει χλοόκαρπος, 
ηδ’ όσα Τάρταρος ευρύς έχει πόντος: θ’ αλίδουπος: 
μούνος γάρ τούτων πάντων οίηκα κρατύνεις. 
αλλά, μάκαρ, καθαραίς γνώμαις μύσταισι συνέρχου, 
φαύλους δ’ εκτοπίους θ’ ορμάς από τώνδ’ απόπεμπε.
Επικαλούμαι τον μεγάλον, τον αγνόν τον περιπόθητον, τον γλυκύν Ερωτα, τον ισχυρόν τοξότην τον πτερωτόν πού φλογίζει με δύναμιν τους ανθρώπους, τον ταχύν και ορμητικόν που παίζει μαζί με τους θεούς και με τους θνητούς ανθρώπους τον έξυπνον τον εφευρετικόν με τάς δύο φύσεις, πού κρατεί τα κλειδιά των πάντων, τα κλειδιά του επουρανίου αιθέρος, της θαλάσσης και της γης και όσα πνεύματα, πού γεννούν τα πάντα εις τους ανθρώπους, τρέφει ή θεά, παράγουσα χλωρούς καρπούς και όσα έχει ο ευρύς Τάρταρος και η θορυβώδης θάλασσα διότι μόνον εσύ κρατείς το πηδάλιον (είσαι, κυρίαρχος) όλων αυτών. Αλλά ώ μακάριε, με καθαρές διαθέσεις έλα μαζί με τους μύστας και απομάκρυνε από αυτούς τις φαύλες και παράδοξες ορμές.

 Ορφικός ύμνος Πρωτογόνου

Πρωτόγονον καλέω διφυῆ, μέγαν, αἰθερόπλαγκτον,

ὠιογενῆ, χρυσέαισιν ἀγαλλόμενον πτερύγεσσι,

ταυροβόαν, γένεσιν μακάρων θνητῶν τ’ ἀνθρώπων,

σπέρμα πολύμνηστον, πολυόργιον, Ἠρικεπαῖον,

ἄρρητον, κρύφιον ῥοιζήτορα, παμφαὲς ἔρνος,

ὄσσων ὃς σκοτόεσσαν ἀπημαύρωσας ὁμίχλην

πάντη δινηθεὶς πτερύγων ῥιπαῖς κατὰ κόσμον  

λαμπρὸν ἄγων φάος ἁγνόν, ἀφ’ οὗ σε Φάνητα κικλήσκω

ἠδὲ Πρίηπον ἄνακτα καὶ Ἀνταύγην ἑλίκωπον.

ἀλλά, μάκαρ, πολύμητι, πολύσπορε, βαῖνε γεγηθὼς

ἐς τελετὴν ἁγίαν πολυποίκιλον ὀργιοφάνταις.

Τον δισυπόστατο Πρωτόγονο επικαλούμαι, τον μέγα, τον αιθεροπλάνητο,

τον ωογέννητο, με τα χρυσά φτερά που αγαλλιά,

τον ταυρόφωνο, τη γένεση των μακαρίων και των θνητών ανθρώπων,

το πολυενθύμητο σπέρμα, τον πολυόργιο, τον Ηρικεπαίο,

τον ανείπωτο, την κρύφια ορμή, τον πάμφωτο βλαστό,

συ που διέλυσες τη σκοτεινή ομίχλη των ματιών

κυκλοστρεφόμενος με τις κινήσεις των φτερών παντού στον κόσμο

φέρνοντας το ιερό λαμπρό φως, γι’ αυτό Φάνητα σε ονομάζω

κι άνακτα Πρίαπο κι Ανταύγη ζωηροφθαλμο.

Αλλά μακάριε, στοχαστικέ, γόνιμε, πήγαινε χαρούμενος

στην άγια τελετή την πολυσύνθετη των οργιοφαντών.

 Ορφικός ύμνος Φύσεως

Ὦ Φύσι, παμμήτειρα θεά, πολυμήχανε μῆτερ,

οὐρανία, πρέσβειρα, πολύκτιτε δαῖμον, ἄνασσα,

πανδαμάτωρ, ἀδάμαστε, κυβερνήτειρα, παναυγής,

παντοκράτειρα,  τιτιμενέα πανυπέρτατε πᾶσιν

ἄφθιτε, πρωτογένεια, παλαίφατε, κυδιάνειρα,

ἐννυχία, πολύτειρε, σελασφόρε, δεινοκαθέκτι,

ἄψοφον ἀστραγάλοισι ποδῶν ἴχνος εἱλίσσουσα,

ἁγνή, κοσμήτειρα θεῶν ἀτελής τε τελευτή,

κοινὴ μὲν πάντεσσιν, ἀκοινώνητε δὲ μούνη,

αὐτοπάτωρ, ἀπάτωρ, ἐρατή,  πολύγηθε, μεγίστη,

εὐάνθεια, πλοκή, φιλία, πολύμικτε, δαῆμον,

ἡγεμόνη, κράντειρα, φερέσβιε, παντρόφε κούρη,

αὐτάρκεια, δίκη, Χαρίτων πολυώνυμε πειθώ,

αἰθερία, χθονία καὶ εἰναλία μεδέουσα,  

πικρὰ μέν φαύλοισι, γλυκεῖα δὲ πειθομένοισι,

πάνσοφε, πανδώτειρα, κομίστρια, παμβασίλεια,

αὐξιτρόφος, πίειρα πεπαινομένων τε λύτειρα.

πάντων μὲν σὺ πατήρ, μήτηρ, τροφὸς ἠδὲ τιθηνός,

ὠκυλόχεια, μάκαιρα, πολύσπορος, ὡριὰς ὁρμή,

παντοτεχνές, πλάστειρα, πολύκτιτε,  ποντία δαῖμον,

ἀιδία, κινησιφόρε, πολύπειρε, περίφρων,

ἀενάωι στροφάλιγγι θοὸν ῥύμα δινεύουσα,

πάνρυτε, κυκλοτερής, ἀλλοτριομορφοδίαιτε,

εὔθρονε, τιμήεσσα, μόνη τὸ κριθὲν τελέουσα,

σκηπτούχων ἐφύπερθε βαρυβρεμέτειρα κρατίστη,

ἄτρομε, πανδαμάτειρα, πεπρωμένη, αἶσα, πυρίπνους,

ἀίδιος ζωὴ ἠδ’ ἀθανάτη τε πρόνοια·

πάντα σύ ἐσσι, ἄνασσα· σὺ γὰρ μούνη τάδε τεύχεις.  

ἀλλά, θεά, λίτομαί σε † σὺν εὐόλβοισιν † ἐν ὥραις

εἰρήνην ὑγίειαν ἄγειν, αὔξησιν ἁπάντων.

Ω φύση, παγγεννήτρα θεά, μητέρα πολυμήχανη,

ουράνια, πρεσβυτέρα, πολυπλάστρα θεότητα, άνασσα,

πανδαμάστρια, αδάμαστη, κυβερνήτρια, ολόλαμπρη,

παντοκράτειρα, τετιμημένη, πανυπερτάτη σε όλα

άφθαρτη, πρωτογέννητη, πρωτοείπωτη, φημισμένη,

νυχτερινή, πολύπειρη, φωτοφόρα, ασυγκράτητη,

που περιφέρεις αθόρυβα ίχνη ποδιών,

αγνή, κοσμήτρια θεών, ατελείωτη και τελεία,

κοινή μεν στα πάντα, αλλά κι απόκοσμη ολόμονη,

αυτογέννητη, αγέννητη, ερασμία, πολύτερπνη, μεγίστη,

ολάνθιστη, περίπλοκη, φιλική, πολύμεικτη, έμπειρη,

ηγεμονίδα, κυρίαρχη, ζωοδότειρα, παντοθρέφτρα κόρη,

αυτάρκεια, δικαιοδότειρα, πολυώνυμη υπακοή των Χαρίτων,

αιθέρια, γήινη και θαλάσσια προστάτιδα,

πικρή στους φαύλους, αλλά γλυκιά στους ευπειθείς,

πάνσοφη, πανδότρια, χορηγήτρια, παμβασίλισσα,

τροφοπληθύς, λίπανση και λυτρώτρια των ωριμασμένων,

πάντων εσύ πατέρας, μητέρα, τροφός και ανατροφεύς,

ευτοκία, μακαρία, πολύσπορη, εποχική ορμή,

πάντεχνη, πλάστρα, πολυπλάστρα, θαλασσία θεότητα,

αιωνία, κινητήρια, πολύπειρη, συνετή,

που στροβιλίζεις με αέναη δίνη τη γοργή ροή,

αείρρευστη, κυκλική, αλλομορφομετάβλητη,

λαμπρόθρονη, τιμημένη, συ μόνη που εκπληρείς το κριθέν,

πιο πάνω από σκηπτούχους βαρυβροντώδης κραταιότατη,

ατρόμητη, πανδαμάστρια, πεπρωμένον, μοίρα, πυρίπνοη,

αιωνία ζωη και αθάνατη και πρόνοια.

Όλα σ’ εσένα είναι τα πάντα. Γιατί συ μόνη τα δημιουργείς.

Αλλά θεά, παρακαλώ σε μαζί με πλουτοφόρες εποχές

να φέρνεις ειρήνη, υγεία, αύξηση των πάντων.


[1] Χάος = άπειρος χώρος, άμορφη ύλη, όρφνη, τοῦ ἐφ’ ἑκάτερα ἀπείρου αἰῶνος  = του (χάους) και απ’ τις δυο πλευρές της άπειρης αιωνιότητας.

Ως ‘Χάος’ στην σύγχρονη θεωρία του χάους ορίζεται  η εξαιρετικά ευαίσθητη εξάρτηση της κίνησης από τις αρχικές συνθήκες.

Χαοτικές περιοχές κίνησης είναι εκείνες στις οποίες δύο τροχιές, που αρχικά βρίσκονται πολύ κοντά, απομακρύνονται «εκθετικά» (πολύ γρήγορα) η μια από την άλλη και σύντομα βρίσκονται σε εντελώς διαφορετικά σημεία του χώρου. Στις περιοχές αυτές, μικρές αλλαγές στα «αίτια» οδηγούν σε μεγάλες αλλαγές στα «αποτελέσματα» και οι ντετερμινιστικές αντιλήψεις του Νεύτωνα και του Λαπλάς για τη δυναμική παύουν να ισχύουν

[2]Κατά τον Εμπεδοκλή ο κόσμος διέπεται από δύο δυνάμεις της φιλότητας (έλξης και συνένωσης) και του νείκεος, (έχθρας διάσπασης και διάλυσης).

[3] Ο γεννήθηκε στην Πίμπλεια της Πιερίας, γυιός του Οιάγρου και της μούσας Καλλιόπης, βασιλιάς των Κικόνων, έλαβε μέρος στην Αργοναυτική εκστρατεία  (11.650 π. Χ.) και είναι και ο συγγραφέας των Ορφικών ύμνων.

[4] Ατέκμαρτον = ατέλεστον, ἀσυλλόγιστον, ἄσημον· παρὰ τὸ ἄτερ καὶ τὸ τέκμωρ, τὸ ἄνευ καὶ χωρὶς τέλος

[5] Αποσυρόμενη πάλι στον Αδη = Μετατρεπόμενη σε μάζα χάνοντας έτσι τις ιδιότητές της ως ενέργεια, θνήσκουσα

[6] Πρόκειται για τα Κείμενα του Ερμή του Τρισμέγιστου. Ο γεννήθηκε στην Κυλλήνη της Αρκαδίας περί το 50.000 π.Χ. ( ο Λαέρτιος)  Ηταν γυιός του Δία και της πλειάδας Μαίας, κόρης του Ατλαντα  και ο ιδρυτής της πρώτης μονοθεϊστικής θρησκείας.

[7]Λεύκιππος ο Ελεάτης και κατά μερικούς ο Αβδηρίτης. Μαθητής του Ζήνωνος του Ελεάτη, φιλόσοφος  και δάσκαλος του Δημόκριτου. εισηγητής της ατομικής θεωρίας. Διατύπωσε πρώτος την υπόθεση ότι η ύλη αποτελείται από άτομα.

[8] Οι πυθαγορικοί τριγωνομετρικοί αριθμοί εξάγονται από τον τύπο χ=ν*(ν+1)/2, όπου ν είναι το πλήθος των αριθμών και οι πυραμιδικοί αριθμοί εξάγονται από τον τύπο χ=ν*(ν+1)*(ν+2)/ν*(ν-1)*+…+(ν-(ν-1)). Η «Τετρακτύς» προκύπτει από τα τρία τρίγωνα των αριθμών από το 1 έως το 10 ως εξής: το 1ο τρίγωνο από τους αριθμούς «5,1,4», το 2ο τρίγωνο από τους αριθμούς «7,1,8» και το 3ο τρίγωνο από τους αριθμούς «10,1,2». Αν τοποθετήσουμε τα τρία αυτά τρίγωνα όπως στο σχημα τότε προκύπτει η «Τετρακτύς» των Πυθαγορείων.

Ι. Μότσης

Πηγή…

0 0 ψήφοι
Article Rating

Συνδρομή
Ειδοποίηση για
guest

0 Comments
Παλαιότερο
Νεότερο Περισσότερο ψηφισμένο
Ενσωματωμένα σχόλια
Δείτε όλα τα σχόλια
0
Θα θέλαμε τις σκέψεις σας, σχολιάστε.x