Η ΜΑΧΗ ΤΩΝ ΠΛΑΤΑΙΩΝ ΤΟ 479 π.Χ. Η ΕΚΔΙΩΞΙΣ ΤΩΝ ΒΑΡΒΑΡΩΝ ΑΠΟ ΤΗΝ ΧΩΡΑ ΤΟΥ ΦΩΤΟΣ!
«Ού ποιήσομαι περί πλείονος το ζην της Ελευθερίας».
Απόδοσις: «Δεν θα προτιμήσω περισσότερο την ζωή από την ελευθερία».
(Η αρχή του όρκου των Πλαταιομάχων).
Ληξάσης της κοσμοϊστορικής ναυμαχίας της Σαλαμίνος με την Δόξα και την θεά Νίκη να στεφανώνουν τους Έλληνες, ο «μέγας βασιλεύς» (ο Ξέρξης) επιστρέφει κατησχυμμένος στην Περσία και, λόγω της στενοχώριας του, αφήνεται στις θωπείες της ιουδαίας συζύγου του Εσθήρ(1). Ο θείος της Μαρδόνιος, όμως, παραμένει στην Ελλάδα για να κάψη την Ελλάδα, κατόπιν εντολής του Ξέρξου. Ο πονηρός Μαρδόνιος είχε πιο σοβαρό λόγο να καθίση στην Ελλάδα, διότι είχε δεχθή το στοίχημα που έβαλε με τον θείο του βασιλέως και περίφημο στρατηγό Αρτάβανο, όπου ο Αρτάβανος θα θυσίαζε τα παιδιά του στην περίπτωση κατά την οποία ο Μαρδόνιος θα νικούσε τους Έλληνες και θα επέστρεφε, ενώ το αντίθετο θα γινόταν στην περίπτωση κατά την οποία θα ηττάτο ο Μαρδόνιος.
Οι Έλληνες, μετά την περιφανή νίκη, δεν επαναπαύθησαν και ο Θεμιστοκλής αφού προσκλήθηκε από τους Σπαρτιάτες για να τιμηθή, παραμένει στην Λακεδαίμονα, τον χειμώνα του 480 προς 479 και μαζί με τους υπολοίπους στρατηγούς καταστρώνουν τα σχέδια της τελικής εκδιώξεως των βαρβάρων, οι οποίοι τόσα δεινά επέφεραν στην χώρα του Φωτός. Ο Μ αρδόνιος, παρά την συντριβή στην Σαλαμίνα, ήθελε να φέρει εις πέρας την ανήθικη «αποστολή» του, να αφανίση την Ελλάδα. Τον χειμώνα δε τον πέρασε μαζί με τον στρατό του στην Θεσσαλία και από εκεί εκινείτο διπλωματικώς, παρά τις διάφορες «εθιμοτυπικές» επισκέψεις των Θετταλών κατά των βαρβάρων, οι οποίες τους προκαλούσαν ανησυχία και ανασφάλεια .
Κατά την άνοιξη του 479 ο Μαρδόνιος στέλνει τις προτάσεις του προς την Αθήνα, οι οποίες, εν συντομία, ήσαν οι κάτωθι:
1) Αυτονομία των Αθηνών.
2) Διεύρυνση του αττικού εδάφους.
3) Ανοικοδόμηση όλων των ιερών, ναών, οικιών κ.ά
Την δέουσα απάντηση στις προτάσεις του Μαρδονίου έδωσε η Αθήνα δια στόματος Αριστείδου, η οποία ήτο:
«Μόνον όταν ο ήλιος ανατείλλη από την Δύση θα συμμαχήσουμε μαζί σου! Εφ’όσον, όμως, ο ήλιος ακολουθεί την αυτήν πορεία στον ουρανό, οι Αθηναίοι ποτέ δεν θα συμμαχήσουν. Αντιθέτως, η αντίστασή μας θα είναι μεγαλύτερη και ακατάπαυστη, αφού έχουμε τις ελπίδες μας στους θεούς και στους ήρωές μας, τους οποίους εσύ περιφρονείς, καίγοντας τα ιερά, τους ναούς και τα αγάλματα»!.
Η Ιστορία παίρνει για άλλη μια φορά την πέννα της…
Από την Αθήνα αποστέλλεται μήνυμα προς την Σπάρτη για βοήθεια, αφού «τον Μαρδόνιο θα πρέπη να τον αντιμετωπίσουμε στην Βοιωτία και να προλάβουμε πριν εμφανισθή στην Αττική. Για τον λόγο αυτόν στείλετε τον στρατό στο πεδίον όσο το δυνατόν πιο γρήγορα (στρατιήν ως τάχιστα εκπέμπετε)».
Δυστυχώς, όμως, τα πράγματα λαμβάνουν άλλη τροπή: Οι Αθηναίοι «ξεσπιτώνονται» και πάλι, κάτι που έγινε πριν την ναυμαχία της Σαλαμίνος, καταφεύγοντας στην ίδια νήσο με τα πλοία. Ο Μαρδόνιος εισέρχεται στην έρημη Αθήνα και στέλνει μήνυμα στον «μέγα βασιλέα» πως την κατέλαβε. Ο Ξέρξης ούτε σημασία έδωσε στο μήνυμα, ο δε Μαρδόνιος έστειλλε τον αγγελιαφόρο Μουρυχίδη τον Ελλησπόντιο στην Σαλαμίνα με «ειρηνιστικές» προτάσεις και «λύσιν συμβιβασμού», αλλά οι Αθηναίοι ούτε για αστείο να ακούσουν περί συμβιβασμών κ.λπ. Ένας βουλευτής, ο Λυκίδης (των δε βουλευτεών Λυκίδης) με ύφος είπε ότι, οι προτάσεις του Μαρδονίου είναι συμφέρουσες, κάνοντας τους συμπολίτες του να παγώσουν για αυτό που ξεστόμισε. Την έκπληξη διεδέχθη η οργή! Οι Αθηναίοι, αφού τον περικύκλωσαν, πήραν πέτρες και λιθοβόλησαν τον «ειρηνιστή και συμβιβασμένο». Ο δε Μουρυχίδης πήρε τον δρόμο της επιστροφής.
Εκείνην την εποχή η Τιμή της Πατρίδος δεν «σήκωνε» λύσιν συμβιβασμού κ.ά.
Ο Μαρδόνιος διατάζει την πυρπόληση της Αττικής και το βαρβαρικό ιππικό με αρχηγό τον Μασίστιο καταστρέφει την Μεγαρίδα…Οι Αθηναίοι βλέπουν από την Σαλαμίνα τις φωτιές (από τότε μας έκαιγαν…) και η καρδιά τους μάτωνε…
Οι αντιπρόσωποι των Αθηναίων στην Σπάρτη ανέμεναν με αγωνία, όπως όλοι οι Έλληνες, την εντολή των Πέντε Εφόρων για να ξεκινήσουν τα Παιδιά της Λακεδαίμονος. Οι Έφοροι αργούν, ενώ ο λαός της Σπάρτης διαμαρτύρεται για την καθυστέρηση: «Επιτέλους, αφυπνισθήτε! Χάνεται η Ελλάδα μας, τα Υακίνθια μπορεί να μην τα εωρτάσουμε την επόμενη χρονιά ελληνικά, όχι άλλες αναβολές αύριο και πάλι αύριο…». Οι Αθηναίοι προσμένουν απάντηση, οι Σπαρτιάτες τους συμπαραστέκονται και τους λέγουν λόγια παρηγορητικά, ενώ η νέα ημέρα αρχίζει να ξημερώνη…
Με τον λαό της Σπάρτης να παραληρή αποχαιρετώντας τα παλληκάρια του και τους κατασυγκινημένους Αθηναίους να πνίγωνται στις αγκαλιές των αδελφών τους Σπαρτιατών, Η ΤΡΟΜΕΡΗ ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΗ ΜΗΧΑΝΗ ΤΗΣ ΣΠΑΡΤΗΣ ΞΕΚΙΝΑ!
Εμπρός του στρατού αγέρωχος, ο βασιλέας Παυσανίας (εκτελούσε χρέη επιτρόπου του ανηψιού του και γιού του ημιθέου Λεωνίδα, Πλειστάρχου), πίσω του οι Υπασπιστές (οι 300) και κατά πόδας δέκα χιλιάδες στρατιώτες, οι οποίοι συνοδεύοντο από επτά είλωτες ο κάθε ένας! Η θέα της στρατιάς ήτο μεγαλοπρεπής και, φυσικά, επιβλητική. Ο ένδοξος Παυσανίας στέλνει στην Σαλαμίνα τον αγγελιαφόρο του Θαρσία με την εντολή να αναγγείλλη στους Αθηναίους το γεγονός. Όταν δε ο Θαρσίας ανήγγειλλε την χαρμόσυνη είδηση, η νήσος παρά λίγο να «βυθισθή» από τις ζητωκραυγές των Αθηναίων.
Στην Θήβα, όμως, ελάμβανε χώρα ένα προδοτικό γεγονός: Η φιλομηδική ηγεσία των Θηβαίων(για να μην παρεξηγούμεθα) με προεξάρχοντες τους αισχρούς Αταγγίνο, γιό του Φρύωνος και Τιμηγενίδη παραθέτουν γεύμα στον Μαρδόνιο καθώς και σε πενήντα «των Περσών λογιμωτάτους». Το «ποιευμένον δείπνον» περιγράφει ο Ηρόδοτος στην «Ιστορία» του (Θ΄, 16), όπου είναι συγκλονιστική η εξομολόγηση ενός Πέρσου στρατηγού στον Θέρσανδρο τον Ορχομένιο, ο οποίος Θέρσανδρος ήταν Έλληνας πραγματικός και, πλήν αυτού, υπήρξε πληροφοριοδότης του Ηροδότου!
Αργά την νύκτα, κάποιοι προδότες αναφέρουν στον Μαρδόνιο την κίνηση των Σπαρτιατών και των υπολοίπων Ελλήνων (από αυτούς δεν θα ησυχάσουμε ποτέ, τους προδότες…). Τα όπλα, πλέον, έχουν τον λόγο!
Οι δύο στρατιές παρατάσσονται στις Πλαταιές. Ο Ιερός Ελληνικός Στρατός με αρχιστράτηγο τον Σπαρτιάτη Παυσανία, γιό του Κλεομβρότου, υπερβαίνει για πρώτη φορά τους 100.000 άνδρες, όπου διακρίνουμε 40.000 βαρέως οπλισμένους και 70.000 ψιλούς. Ανάμεσά τους ευρίσκονται 2.000 Θεσπιείς με αρχηγό τον Νίκωνα, αδελφό του ημιθέου Δημοφίλου, που έπεσε στις Θερμοπύλες. Επίσης, συγκίνηση κατέλαβε τον Ελληνικό στρατό η παρέλαση και παράταξη 600 Ερετριέων, οι οποίοι ήλθαν και αυτοί να πολεμήσουν για τα ιερά και τα όσια, αλλά και για να εκδικηθούν τους βαρβάρους που το 480 κατέκαψαν την πόλη τους και σφαγίασαν τους κατοίκους της.
Επιβλητική και μεγαλοπρεπής η παράταξη του Ελληνικού στρατού, όπου στο δεξιόν κέρας, το τιμητικό, είναι παρατεταγμένοι οι Σπαρτιάτες, κοντά τους οι Κορίνθιοι και έπειτα όλοι οι υπόλοιποι Έλληνες. Στο αριστερόν κέρας παρατάσσονται οι Αθηναίοι με στρατηγό τους τον Αριστείδη.
Ενώ επικρατεί μια περίεργη ησυχία, τα Τέκνα της Ελλάδος υψώνουν το δεξί τους χέρι και με μια τρομερή φωνή δίδουν τον όρκο:
« (Ορκίζομαι ότι): Δεν θα προτιμήσω περισσότερο την ζωή από την Ελευθερία! Δεν θα εγκαταλείψω τους ηγέτες, ούτε τους ζωντανούς, ούτε τους νεκρούς, αλλά εκείνους που στην μάχη πέθαναν, όλους τους συμμαχητές μου θα θάψω. Εάν νικήσω δε τους βαρβάρους στην μάχη, καμμία από τις πόλεις που για την Ελλάδα πολέμησαν δεν θα πειράξω, ενώ εκείνες που με τους βαρβάρους συμμάχησαν, θα τις υποχρεώσω να καταβάλουν το δέκατον. Και τους ναούς που κάηκαν και αφανίσθηκαν από τους βαρβάρους δεν θα ξανακτίσω κανέναν, αλλά θα αφήσω να παραμείνουν ερείπια στις επόμενες γενεές, ως υπενθύμιση της ασεβείας των βαρβάρων» (2).
Οι «Γιοί των Θεών» εφορμούν εναντίον εκείνων που σύλησαν τα ιερά τους, έκαψαν τις πόλεις τους, σφαγίασαν γονείς, αδέλφια, γέροντες, βρέφη…Η ώρα της θεάς Νεμέσεως έφθασε.
Μεγάλη σε έκταση η νίκη των Ελλήνων!
Οι απώλειες των εχθρών μας είναι τρομακτικές σε αριθμό…Ανάμεσα στους νεκρούς ευρίσκονται ο Μαρδόνιος, ο οποίος φονεύθηκε από τον Σπαρτιάτη Αρίμνηστο και ο αρχηγός του ιππικού Μασίστιος. Εκ δε του συνόλου των 300.000 βαρβάρων σώθηκαν περί τους 3.000 άνδρες καθώς και 40.000 υπό τον Αρτάβαζο, οι οποίοι υπεχώρησαν κατά την ορμητική επίθεση των Ελλήνων στην αρχή της μάχης.
Οι άνδρες αυτοί, όμως, κινούμενοι προς βορράν για να επιστρέψουν στην Περσία, εδέχοντο επιθέσεις από όπου και να περνούσαν στην Ελλάδα, λίγοι δε επέστρεψαν…
Οι απώλειες των Ελλήνων ήσαν 91 Σπαρτιάτες, 52 Αθηναίοι και 16 Τεγεάτες. Τα λάφυρα ήσαν πλούσια, το δε μεγαλύτερο μέρος τους αφιερώθηκε στον Ολύμπιο Δία, τον Ίσθμιον Ποσειδώνα και στον Δελφικόν Απόλλωνα, ενώ στις Πλαταιές στήθηκε βωμός αφιερωμένος στον Ελευθέριον Δία, όπου ανεγράφη:
«ΤΟΝΔΕ ΠΟΥ ΕΛΛΗΝΕΣ ΝΙΚΗΣ ΚΡΑΤΕΙ ΕΡΓΩ ΑΡΗΟΣ ΠΕΡΣΑΣ ΕΞΕΛΑΣΑΝΤΕΣ, ΕΛΕΥΘΕΡΑ ΕΛΛΑΔΙ ΚΟΙΝΟΝ ΙΔΡΥΣΑΝΤΟ ΔΙΟΣ ΒΩΜΟΝ ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΥ».
Μετά δε την ταφή των ηρωικών νεκρών και την εκφώνηση των επικηδείων ακολουθεί η απονομή των Αριστείων Ανδρείας. Πρώτος τιμήθηκε ο Σπαρτιάτης Αριστόδημος και ακολούθησαν οι επίσης Σπαρτιάτες Ποσειδώνιος, Φιλόκυνας και Αμομφάρετος. Ο Αθηναίος, από την Δεκέλεια, Σωφάνης του Ευτυχίδου τιμήθηκε πρώτος από τους Αθηναίους και ακολούθησαν πολλοί.
Άξια αναφοράς είναι η κίνηση του Παυσανίου, μετά βεβαίως τις απονομές, όταν κάλεσε τον αρχιμάγειρο του Μαρδονίου και του είπε να μαγειρέψη ό,τι μαγείρευε για τον αρχηγό του και να το τοποθετήση επάνω σε μια ολόχρυση τράπεζα. Πράγματι, ένα πλουσιοπάροχο γεύμα γέμισε την τράπεζα. Τότε, είπε στον δικό του μάγειρο να του μαγειρέψη τον Μέλανα Ζωμό. Στο ξύλινο τραπεζάκι του Παυσανίου τοποθέτησε το φαγητό μαζί με κρίθινο ψωμί, έναν σκύφο οίνου και λίγα σταφύλια. Γυρνώντας προς τον στρατό είπε το εξής «αθάνατο»:
«Σας δείχνω την ανοησία του Ξέρξου και του στρατηγού του. Παρ’όλον που είχαν αυτά (δείχνοντας την χρυσή τράπεζα με το πλούσιο γεύμα) ήλθαν στην Ελλάδα να μας πάρουν εκείνα (δείχνοντας το ξύλινο τραπεζάκι με το λιτό ελληνικό φαγητό)»!
Ο Παυσανίας διέταξε και συνελήφθησαν οι μηδίζοντες ηγέτες των Θηβών, ο Ατταγγίνος και ο Τιμηγενίδης, οι οποίοι οδηγήθηκαν στον Ισθμό της Κορίνθου για τα περαιτέρω. Σε κάποια στιγμή του παρουσίασαν τα παιδιά του Ατταγγίνου και, τότε, είπε προστατεύοντάς τα:
«Έμαθα ότι, τα παιδιά είναι Έλληνες! Για την προδοσία του πατέρα τους δεν έχουν κανένα φταίξιμο»!
Η εορτή της αναμνήσεως της μάχης των Πλαταιών άρχισε να τελήται από το επόμενο έτος, το 478 π.Χ., με τον άρχοντα των Πλαταιών να σηκώνη τον σκύφο του λέγοντας:
«ΠΡΟΠΙΝΩ ΤΟΙΣ ΑΝΔΡΑΣΙΝ ΤΟΙΣ ΠΕΣΟΥΣΙΝ ΥΠΕΡ ΤΗΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ»!
Την στιγμή εκείνη «ηνοίγοντο τα ουράνια δώματα», όπως έγραψε στο βιβλίο του «MysteresetGreques» ο J.C. ZANNOL στο Παρίσι (1932).
ΠΡΟΓΟΝΟΥΣ ΤΙΜΑΤΕ!
Σημειώσεις:
1) Π. ΔΙΑΘΗΚΗ: Κεφάλαιον «Εσθήρ» (θα φρίξετε…).
2) ΛΥΚΟΥΡΓΟΣ Ο ΑΘΗΝΑΙΟΣ: «Κατά Λεωκράτους», 81.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ:
1) ΗΡΟΔΟΤΟΣ: «ΙΣΤΟΡΙΑ».
2) ΠΑΥΣΑΝΙΑΣ ΠΕΡΙΗΓΗΤΗΣ: «Αττικά», «Φωκικά», «Βοιωτικά».
3) ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ: «Αριστείδης», «Περί του Ε του εν Δελφοίς».
4) ΚΩΝ/ΝΟΣ ΠΛΕΥΡΗΣ: «Οι βάρβαροι», εκδ. ΝΕΑ ΘΕΣΙΣ.
5) ΗΛΙΑΣ ΣΩΤΗΡΙΟΥ: «Διά πυρός και σιδήρου», Θες/νίκη 2003.
ΑΝΤΩΝΙΟΣ ΑΝΤΩΝΑΚΟΣ-ΚΩΝ/ΝΟΣ ΣΠΙΝΟΣ: «Ελευθερία Λόγου και Δημοκρατία»,εκδ
Του Ηλία Σωτηρίου (Ιστορικού-Συγγραφέως).