Όλη η φιλοσοφία σύμφωνα με τον Επίκουρο,πρέπει να υπηρετεί ένα χρήσιμο σκοπό για την ανθρώπινη ζωή, διαφορετικά αυτή δεν έχει νόημα και σημασία.
« Μάταιος (κενός) είναι ο φιλοσοφικός λόγος που δεν θεραπεύει κανένα ανθρώπινο πάθος, ακριβώς όπως η ιατρική δεν οφελεί παρά μόνο όταν θεραπεύει τις αρρώστιεςτου σώματος, έτσι και η φιλοσοφία δεν προσφέρει τίποτα, αν δεν απαλλάσσει την ψυχή από τα πάθη της.»
( Άγνωστος αρχαίος Συγγραφέας)
Η φιλοσοφία γενικά και η ηθική θεωρία ειδικότερα, στην περίπτωση του Επίκουρου, είναι αναγκαίο μέσο για την εξασφάλιση της ψυχικής υγείας, που είναι απαραίτητη για την ευδαιμονία του ατόμου. Ο θεραπευτικός ρόλος της φιλοσοφίας αποσκοπεί στην επιδίωξη της ευδαιμονίας, που είναι και ο τελικός σκοπός της ανθρώπινης ζωής.
Η ηθική θεωρία του Επίκουρου έχει δύο σκέλη, την τετραφάρμακο που έχει προληπτικό χαρακτήρα και την αρχή της ηδονής.
Το πρώτο στηριζόμενο στην φυσιολογία στοχεύει στην εξάλειψη του αδικαιολόγητου φόβου και της ταραχής από την ανθρώπινη ψυχή. Το δεύτερο, στηριζόμενο σε ένα φυσιοκρατικό αλγόριθμο των επιθυμιών, προσφέρει ένα θετικό πρόγραμμα για την επιδίωξη της ευδαιμονίας του τελικού σκοπού του ανθρώπου.
Το πρώτο, λοιπόν μέλημα της φιλοσοφίας αυτής είναι η εξάλειψη των αιτίων της δυστυχίας, που προκαλούν αδικαιολόγητο φόβο και ανησυχία στον ανθρώπινο νου και οφείλονται σε πλάνη και σε εσφαλμένη ερμηνεία των φαινομένων.
Η Επικούρεια φιλοσοφία διατυπώνει επιγραμματικά τις κύριες θέσεις της ηθικής θεωρίας :
« ΑΦΟΒΟΝ Ο ΘΕΟΣ, ΑΝΥΠΟΠΤΟΝ Ο ΘΑΝΑΤΟΣ, Τ ΑΓΑΘΟΝ ΜΕΝ ΕΥΚΤΗΤΟΝ, ΤΟ ΔΕ ΔΕΙΝΟΝ ΕΥΕΚΚΑΡΤΕΡΗΤΟΝ»
« Ο θεός δεν είναι επίφοβος, ο θάνατος δεν είναι αντιληπτός, το μεν καλό εύκολα αποκτιέται, το δε κακό εύκολα υπομένεται.» ( Φιλόδημος Γαδαρηνός)
Η διατύπωση αυτή είναι γνωστή ως τετραφάρμακος και συμπυκνώνει τις απαραίτητες αρχές για την επιδίωξη της ευδαιμονίας. Το τετραπλό αυτό φάρμακο έχει σκοπό να προστατεύσει το άτομο από ψεύτικους φόβους ανησυχίες και ανώφελα βάσανα, που πηγάζουν από τις εσφαλμένες δοξασίες σχετικά με τη φύση του θείου, του θανάτου του καλού και του κακού.
Αλλά ας εξετάσουμε σε συντομία τις επικούρειες δόξασίες σχετικά με τον θεό, τον θάνατο,το καλό και το κακό.
Α. Ο θεός
Η εξάλειψη των φόβων του ατόμου θα πρέπει να στηρίζεται στη σαφή γνώση της φύσεως του θεού και της θέσης του στον φυσικό και τον ανθρώπινο κόσμο.
Ο Επίκουρος δέχεται την ύπαρξη του θεού, ως όντος που είναι άφθαρτο, αθάνατο και μακάριο, αφού η γνώση μας γι ΄αυτό είναι σαφής (εναργής) και προχωρά στον προσδιορισμό της φύσεως του θείου, διότι διαφορετικα το άτομο θα κυριαρχείται από τη λανθασμένη γνώση γι΄ αυτό.
« πρώτα – πρώτα πιστεύοντας ότι ο θεός είναι ον ζωντανό, αθάνατο και μακάριο, σύμφωνα με την παράσταση του θεού που έχει αποτυπωθεί στο νου των ανθρώπων, να μην αποδίδεις σ΄αυτόν τίποτα ξένο προς την αφθαρσία του, τίποτα αταίριαστο στην μακαριότητά του. Απεναντίας να πιστεύεις γι΄ αυτόν οτιδήποτε είναι ικανό να διαφυλάξει την μακαριότητά του και την αθανασία του. Οι θεοί υπάρχουν. Πρόδηλη είναι η γνώση γι΄αυτούς. Ωστόσο δεν είναι οι θεοί όπως τους πιστεύει ο πολύς ό κόσμος, διότι ο πολύς κόσμος δεν κρατά ακέραιη την αρχική παράσταση των θεών. Και ασεβής δεν είναι όποιος αρνείται τους θεούς των πολλών ανθρώπων, αλλά όποιος αποδίδει στους θεούς, όσα οι πολλοί πιστεύουν γι΄αυτους. Οι απόψεις του κόσμου για τους θεούς, δεν είναι προλήψεις, αλλά ψευδείς δοξασίες (υπολήψεις). Από τέτοιες δοξασίες προέρχεται η ιδέα ότι οι θεοί τιμωρούν τους κακούς με τις μεγαλύτερες συμφορές και ευεργετούν τους καλούς.» ( Επίκουρος επιστολή προς Μενοικέα.)
Ο συνετός άνθρωπος, όπως μας λέει ο Επίκουρος, που βασίζει τις κρίσεις του στις προλήψεις και όχι σε απλές υπολήψεις ( ψευδείς απόψεις), θεωρεί ότι ο θεός είναι ένα άφθαρτο και μακάριο όν και πρέπει να του αποδίδονται οι ιδιότητες της αφθαρσίας και της μακαριότητας. Κάθε άλλη ιδιότητα είναι εσφαλμένη και στηρίζεται σε μύθους.
Ένα τέτοιο όν :
« το μακάριο και άφθαρτο ον, ούτε το ίδιο έχει προβλήματα, ούτε σε άλλους προκαλεί. Έτσι δεν οργίζεται με κανέναν και δεν χαρίζεται σε κανένα. Γιατί όλα αυτά είναι γνωρίσματα αδυνάμων όντων.»( Επίκουρος Κύριαι Δόξαι 1 ).
Είναι λοιπόν λάθος να θεωρούμε ότι το θείο ενδιαφέρεται για οτιδήποτε εκτός από την μακαριότητά του. Η πίστη που υπάρχει σχετικά με τη φύση του θείου αλλά και την επιρροή του στο κόσμο, αλλά και στον άνθρωπο είναι και εσφαλμένες και επικίνδυνες και δημιουργουν φόβο και ταραχή, αφού αποδίδουν φυσικά φαινόμενα, και ανθρώπινες καταστάσεις και συμπεριφορές στη σκοτεινή δύναμη και την παρέμβαση των θεών. Σε ότι αφορά στο φυσικό κόσμο και τα ουράνια σώματα, το θεϊκό όν δεν παρεμβαίνει, διότι αυτό θα ήταν αντίθετο προς τη φύση του.
« δεν πρέπει να νομίζουμε ότι στα ουράνια σώματα η κίνηση, η θέση, η έκλειψη, η ανατολή και η δύση και τα συναφή φαινόμενα γίνονται επειδή κάποιος (θεός) έχει αναλάβει αυτή τη λειτουργία και τα ρυθμίζει ή τα ρύθμισε, ενώ συγχρόνως κατέχει την πλήρη μακαριότητα μαζί με την αφθαρσία. Διότι οι ασχολίες, οι φροντίδες, οι θυμοί και οι εύνοιες δεν συνυπάρχουν με τη μακαριότητα, αλλά είναι συνέπειες της αδυναμίας, του φόβου και της εξάρτησης από τους άλλους» ( Επίκουρος προς Πυθοκλέα)
Η απόδοση στους θεούς κάθε ανθρώπινης συμπεριφοράς ( ταραχή, οργή, θυμός, ευμένεια κλπ.) είναι λανθασμένη. Ο φωτισμένος άνθρωπος πρέπει να θεωρεί τα θεϊκά όντα ως πηγή δύναμης και παρηγοριάς και να προσπαθεί να προσεγγίσει και να μιμηθεί την θεϊκή γαλήνη και μακαριότητα, που είναι απαραίτητη για την προσωπική του ευδαιμονία.
Η αταραξία, η κατάσταση αυτή εσωτερικής ηρεμίας, η πνευματική γαλήνη, που είναι ουσιαστική για την κατάκτηση της ευδαιμονίας, γίνεται αδύνατη αν πιστεύει κανείς, όπως ο πολύς ο κόσμος, ότι η ανεξιχνίαστη δράση των θεών καθοδηγεί τη λειτουργία του κόσμου.
Β. Ο Θάνατος
Στη συνέχεια ο Επίκουρος διαλύει το φόβο, τον τρόμο και την αγωνία που κατέχει τους ανθρώπους σχετικά με το θάνατο.
Η τετραφάρμακος βεβαιώνει ότι ο θάνατος δεν μπορεί να γίνει αντιληπτός, αφού δεν είναι παρά η απώλεια κάθε αίσθησης, το τέλος της ζωής και η διάλυση του σώματος και της ψυχής στα άτομα της ύλης που τα συνθέτουν.
Στην επιστολή προς Μενοικέα γράφει για το θέμα του θανάτου κατά τρόπο μοναδικό και συγκλονιστικό:
«κοίτα να συνηθίζεις την ιδέα ότι ο θάνατος είναι ένα τίποτα για μας ( μηδέν προς ημάς), διότι κάθε καλό και κακό βρίσκεται στην αίσθηση, ενώ ο θάνατος σημαίνει στέρηση της αίσθησης. Γι΄ αυτό, η ορθή γνώση ότι ο θάνατος δεν σημαίνει τίποτα για μας, μας κάνει να απολαμβάνουμε τη θνητότητα του βίου. Όχι επειδή μας χαρίζει άπειρα χρόνια, αλλά επειδή μας απαλλάσσει από τον πόθο της αθανασίας. Δεν υπάρχει, βλέπεις, τίποτα το φοβερό στη ζωή, για εκείνον που έχει αληθινά καταλάβει ότι δεν υπάρχει τίποτα το φοβερό στο να μη ζεί. Άρα είναι ανόητος όποιος λέει ότι φοβάται το θάνατο, όχι γιατί θα τον κάνει να υποφέρει όταν έρθει, αλλά επειδή υποφέρει με την προσδοκία του θανάτου. Γιατί ότι δεν σε στεναχωρεί όταν είναι παρόν δεν υπάρχει λόγος να σε στεναχωρεί όταν το περιμένεις. Το πιο ανατριχιαστικό, λοιπόν από τα κακά, ο θάνατος, είναι ένα τίποτα για μας, ακριβώς επειδή όταν υπάρχουμε εμείς αυτός δεν υπάρχει και όταν έρχεται αυτός εμείς δεν υπάρχουμε. Ο θάνατος, λοιπόν δεν έχει να κανει ούτε με τους ζωντανούς ούτε με του πεθαμένους, αφού για τους ζωντανούς δεν υπάρχει, ενώ οι πεθαμένοι δεν υπάρχουν πιά.»
Όπως φαίνεται στο κείμενο αυτό, ο θάνατος είναι το αντίθετο της ζωής.Η ζωή σημαίνει αντίληψη, αίσθηση, συναίσθήματα και συνείδηση, ενώ ο θάνατος σημαίνει την πλήρη απουσία τους.
Ο θάνατος είναι απλώς η παύση της ζωής. Δεν υπάρχει αθανασία στο φυσικό κόσμο. Συνεπώς δεν υπάρχει τίποτα για να φοβάται ή να ελπίζει κανείς, από τη στιγμή που παύει να ζει. Ό,τι ακολουθεί είναι η απλή αποσύνθεση της ύλης, αφού τίποτα δεν απομένει εκτός άτομα ύλης, χωρίς αίσθηση και συνείδηση, που κάποτε αποτελούσαν το σώμα και την ψυχή του.
Η ελπίδα για αθανασία ή μεταθανάτια ζωή είναι για τον Επίκουρο μάταιη. Δεν έχει τίποτα να περιμένει ή να φοβάται κανείς από μια ανύπαρκτη κατάσταση. Τίποτα δεν υπάρχει μετά την ζωή εκτός από την ανυπαρξία. Το άτομο, λοιπόν, που ενδιαφέρεται να ρυθμίσει την ζωή του με τη λογική και να αναζητήσει την ευδαιμονία πρέπει να πορευτεί στη ζωή του, αποβάλλοντας κάθε παράλογη ελπίδα και φόβο για μετά θάνατο ανταμοιβή ή τιμωρία.
« Ω τύχη, σε έχω προκαταλάβει και έχω φράξει κάθε σου περείσφρηση. Και ούτε σε σένα, ούτε σε καμιά άλλη περίσταση, θα αφήσουμε τους εαυτούς μας εκτεθειμένους. Αλλά όταν θα πρέπει να τελειώνουμε, αφού φτύσουμε και τη ζωή, αλλά και εκείνους που προσκολλώνται σ΄αυτήν κενολογόντας, θα αποχωρήσουμε από τη Ζωή, τραγουδώντας έναν όμορφο ύμνο για το πόσο ωραία ζήσαμε» (Μητρόδωρος ο Λαμψακινός – Επικούρου προσφώνησις 47)
Συνεπώς, η θνητότητα όταν αντιμετωπίζεται με ηρεμία και σύνεση, μπορεί να γίνει πηγή δύναμης και παρηγοριάς. Αυτό που έχει να αντιμετωπίσει ό άνθρωπος δεν είναι οι απατηλοί φόβοι ή οι προσδοκίες για μετά θάνατο ζωή, αλλά οι πραγματικές δυσκολίες της ζωής. Δεν πρέπει να αναβάλλει την ζωή του από φόβο ή ελπίδα για κάποιο πράγμα, που ακόμη και αν υπήρχε, δεν είναι παρόν στη ζωή του. Η ζωή δεν είναι πουθενά αλλού. Είναι εδώ και τώρα.
« Μια φορά γεννιόμαστε, δεν γίνεται να γεννηθούμε δυό φορές και ούτε θα υπάρξουμε ξανά ποτέ πιά, στον αιώνα τον άπαντα. Και συ χωρίς να έχεις το αύριο στο χέρι σου, αφήνεις τη χαρά για άλλωτε, και στο μεταξύ η ζωή- από αναβολή σε αναβολή – χάνεται και ο θάνατος βρίσκει τον καθένα μας απασχολημένο.» ( Επικούρου Προσφώνησις)
Γ. Καλό και Κακό
Ένα ακόμη αίτιο ταραχής του ατόμου είναι οι πεποιθήσεις σχετικά με το καλό και το κακό.Πρέπει να ξεκαθαρίσουν οι βασικές έννοιες του καλού και του κακού και ποιά είναι η σημασία τους στην ανθρώπινη συμπεριφορά.
Ο Επίκουρος χρησιμοποιεί τους όρους αγαθό ( καλό ) και δεινόν (κακό ) για να προσδιορίσει πράγματα που είναι θεμιτό να επίζητά κανείς ή να αποφεύγει.
Κάθε κίνηση προς την κατεύθυνση του φυσικού σκοπού είναι καλή. Κάθε δραστηριότητα που στοχεύει σε ένα μη φυσικό τέλος είναι κακή.
Οι σκοποί ή οι στόχοι που θέτει η φύση είναι αγαθοί. Αντίθετα κάθε τι που αντιστρατεύεται αυτούς είναι κακό. Το άτομο, που κατ΄ουσίαν είναι είναι φυσικό όν, πρέπει να φροντίζει ώστε η ζωή του να κυλά με τρόπο που να ικανοποιεί τις απαιτήσεις της φύσης του. Η επικούρια προτροπή, που καλεί το άτομο να ζήσει σύμφωνα με τη φύση (κατά φύσην ζην ), προσδιορίζει τις θεμιτές για τον άνθρωπο επιλογές και αποφυγές.
Για τον Επίκουρο το αγαθόν είναι αυτό που προκαλεί ηδονήν, ενώ το δεινόν είναι αυτό που προκαλεί πόνον. Είναι εύκολο να αποκτήσουμε το αγαθό και εύκολο να υπομείνουμε το δεινό, κατά τον Επίκουρο, γιατί το πρώτο συνδέεται με την ενίσχυση της ανάπτυξης της φυσικής διαδικασίας της ζωής, ενώ το δεύτερο εμποδίζει την φυσική εξέλιξη της ζωής.
Κάθε τι που καταφάσκει στη ζωή γεννά ηδονήν και κάθε τι που την αρνείται συνοδεύεται από πόνο. Η ηδονή και ο πόνος, τα δύο θεμελιώδη συναισθήματα (πάθη), που βιώνουν όλα τα έμψυχα όντα – το πρώτο « οικείον προς την φύσην » ενώ το δεύτερο αλλότριον προς την φύσην μπορούν να προσδιορίσουν τι είναι καλό και τι κακό.
Και το μέν καλό εύκολα μπορεί να αποκτηθεί επειδή η ηδονή προυποθέτει ένα σύνολο σαφώς προσδιορισμένων στόχων και ενεργειών:
« Την ηδονήν ονομάζουμε αρχή και τέλος ( αξία και σκοπό ) της ευτυχισμένης ζωής. Διότι αυτή γνωρίσαμε ως αγαθό, πρώτο και συγγενικό προς τη φύση μας και χάρη σ΄αυτήν αποφασίζουμε για κάθε επιλογή και αποφυγή, αλλά και σε αυτήν οδηγούμαστε όταν κρίνουμε κάθε καλό με κριτήριο αυτό το συναίσθημα.» (Επίκουρος Επιστολή προς Μενοικέα.)
ενώ ο πόνος, εφόσον υπάρχει η κατάλληλη ψυχική δύναμη, μπορεί να αντιμετωπισθεί.
Συνεπώς η τετραφάρμακος έχει προληπτικό χαρακτήρα, για την εξάλειψη του φόβου και της αγωνίας, που πηγάζουν από τις εσφαλμένες δοξασίες, σχετικά με τη φύση του θείου, του θανατου, του καλού και του κακού.
Η ταραχή και ο φόβος που κυριεύουν την ψυχή εξαιτίας των εσφαλμένων κρίσεων, πρέπει να εξαλειφθούν πρίν από κάθε θετική επιδίωξη της ευδαιμονίας. Η τετραφάρμακος αποβλέπει, λοιπόν, στην προληπτική εξάλειψη των πηγών της ψυχικής οδύνης και αγωνίας, που μας οδηγούν, ώστε να γίνουμε δυστυχείς ( κακοδαίμονες). Σε ότι αφορά τις δύο πρώτες προτάσεις, η τετραφάρμακος αποτελεί τη λύση για την εξάλειψη της ταραχής και του φόβου. Οι δύο τελευταίες προτάσεις,που αφορούν το καλό και το κακό, παραπέμπουν στον αλγόριθμο της ηδονής, που συνιστά την θετική θεραπευτική πλευρά της ηθικής θεωρίας του Επίκουρου.
Έτσι είναι πραγματικά εύκτητον το αγαθόν, αν έχουμε κατά νου ότι αγαθό σημαίνει προπάντων αναχαίτιση ή εξάλειψη του κακού. Και για να επιτευχθεί αυτό, ο Επίκουρος έχει παρουσιάσει έναν ηθικό κανόνα με σκοπό την επίτευξη της ευδαιμονίας.
ΛΕΩΝΙΔΑΣ Α. ΑΛΕΞΑΝΔΡΙΔΗΣ
ΠΟΛΙΤΙΚΟΣ ΜΗΧΑΝΙΚΟΣ