Περί Πολυθεϊσμού και Μονοθεϊσμού

Περί Πολυθεϊσμού και Μονοθεϊσμού


0 0 ψήφοι
Article Rating
[taxopress_postterms id="1"]

Ένα από τα βασικά αξιώματα που τυπώνεται στο μυαλό μας από τη σχολική ακόμη ηλικία και που μας συνοδεύει είτε συνειδητά είτε υποσυνείδητα καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής μας, είναι αυτό που υποστηρίζει ότι, ο μονοθεϊσμός αποτελεί εξέλιξη του πολυθεϊσμού. Σύμφωνα με το γνωστό αξίωμα, ο άνθρωπος με την εμφάνιση του στη Γαία, αποθέωσε διάφορα φυσικά φαινόμενα που αδυνατούσε να ερμηνεύσει με τρόπο λογικό. Στη συνέχεια, από το πρώτο στάδιο αυτό της φυσιολατρικής τρόπον τινά θεώρησης ή θρησκείας, πέρασε στα διάφορα είδη πολυθεϊσμού. Τέλος, όταν ο άνθρωπος μετέβη στην λεγομένη εποχή του ορθολογισμού, ασπάστηκε τον μονοθεϊσμό στις διάφορες μορφές του, κυρίως βεβαίως τον χριστιανισμό και τον μωαμεθανισμό. Αυτό το αξίωμα ταύτιζε ουσιαστικά τον πολυθεϊσμό με βαρβαρικές και πρωτόγονες εποχές, δοξασίες και αντιλήψεις ενώ ταυτοχρόνως εξίσωνε τον μονοθεϊσμό με πολιτισμό ανεπτυγμένο και προοδευτικό.

Αποτελεί λοιπόν πρόκληση για τον σημερινό σκεπτόμενο άνθρωπο, τον άνθρωπο δίχως προκαταλήψεις, να ερευνήσει αν πράγματι ο πολυθεϊσμός συνάδει με πρωτόγονη αντιληπτικότητα, αν όντως ο μονοθεϊσμός αποτελεί χαρακτηριστικό ιδίωμα εξελιγμένου πολιτισμού και αν εν τέλει ο μονοθεϊσμός είναι η φυσική εξέλιξη, το επόμενο βήμα με άλλα λόγια, του πολυθεϊσμού.

Επειδή όμως μια τέτοια έρευνα έχει αμέτρητες διακλαδώσεις θα πρέπει να τεθούν συγκεκριμένοι περιορισμοί. Θα σταθούμε λοιπόν σε συγκεκριμένες θεωρήσεις που μας αφορούν άμεσα και όχι έμμεσα κι ούτε απλώς θεωρητικά.

Εργαστήρια Κυριαρχίας Θεών

Έτσι λοιπόν θα εξετάσουμε τον Ελληνικό πολυθεϊστικό σύστημα, γνωρίζοντας βεβαίως ότι παρουσιάζει τεράστιες διαφορές με άλλες πολυθεϊστικές αντιλήψεις πχ Ινδουισμό και στον αντίποδα θα ασχοληθούμε με το ορθόδοξο χριστιανικό δόγμα, γνωρίζοντας και πάλι ότι παρουσιάζει διαφορές, είτε μικρές είτε μεγάλες, τόσο με τον ισλαμισμό όσο και με άλλα χριστιανικά δόγματα.

Ξεκινώντας την αναζήτηση μας, διαπιστώνουμε ότι ο άνθρωπος, ο κάθε άνθρωπος σε οποιαδήποτε γωνιά της Γης, όταν προσπάθησε να ερμηνεύσει τον κόσμο, το Σύμπαν και τη θέση του σε αυτό, κατέληγε πάντα σε μια πολυθεϊστική και φυσιολατρική θεώρηση των πραγμάτων. Αμέσως λοιπόν προκύπτει ένα ερώτημα. Γιατί ο άνθρωπος αντιλήφθηκε τον κόσμο πολυθεϊστικά και όχι μονοθεϊστικά εξαρχής; Στο ερώτημα αυτό μπορούν να δοθούν δύο κύριες απαντήσεις.

Πρώτον. Ο άνθρωπος έδωσε μια πολυθεϊστική ερμηνεία του κόσμου γιατί ακριβώς δεν είχε την πνευματική ικανότητα να ερμηνεύσει τον κόσμο μονοθεϊστικά. Οπότε του ήρθε πιο εύκολα να ορίσει μια πλειάδα θεοτήτων. Αυτή η πρώτη απάντηση που διαθέτει και τους περισσότερους υποστηρικτές, συναντά ένα πολύ μεγάλο εμπόδιο, ένα εμπόδιο που ουσιαστικά ακυρώνει το συγκεκριμένο επιχείρημα. Και ποιο είναι αυτό το επιχείρημα;…


Αν δεχτούμε ότι πράγματι κατά την πρώτη πνευματική αναλαμπή του, ο άνθρωπος έδωσε μια φυσιολατρική θεώρηση του Κόσμου γιατί ακριβώς ζούσε σε πλήρη αρμονία με τη Φύση και ουσιαστικά η Φύση υπήρξε το φυσικό περιβάλλον του, τότε πώς μπορούμε να ερμηνεύσουμε την μετέπειτα πολυθεϊστική ερμηνεία που έδωσε ένας πνευματικά ανεπτυγμένος λαός, όπως υπήρξε ο Ελληνικός; Οι Έλληνες έθεσαν τις βάσεις και δημιούργησαν τον Ορθό Λόγο, την Κριτική Σκέψη, την Φιλοσοφία, τις Τέχνες, τις Επιστήμες, ουσιαστικά όλα αυτά που χαρακτηρίζουν τον σύγχρονο άνθρωπο, όλα αυτά που κάνουν τον άνθρωπο να ξεχωρίσει από τα υπόλοιπα πλάσματα που κατοικούν σε αυτόν τον πλανήτη. Και ενώ οι Έλληνες δημιούργησαν όλα αυτά, ανέπτυξαν ένα μοναδικό πολυθεϊστικό σύστημα ενώ γενεές Ελλήνων μεγάλωσαν και γαλουχήθηκαν με την πολυδιάστατη και ανυπέρβλητη Μυθολογία τους. Και όχι μόνο αυτό. Οι φιλόσοφοι των Ελλήνων ποτέ δεν αμφισβήτησαν αυτήν την θεώρηση. Μπορεί να εναντιώθηκαν των αντιλήψεων του απαίδευτου ανθρώπου περί των θεοτήτων αλλά υπήρξαν υποστηρικτές της συγκεκριμένης κοσμοθεωρήσεως. Μεγαλύτερο παράδειγμα αποτελεί βεβαίως ο Πλάτων, αυτός που θεωρείται ως ο μεγαλύτερος φιλόσοφος του Ελληνικού Κόσμου, ο οποίος στην αρχή κάθε έργου του, πάντα μνημόνευε θεότητες του Ελληνικού Πανθέου. Εννοείται ότι η αναφορά στον Ελληνικό Τρόπο Σκέψεως εντοπίζεται στην εποχή ακμής του Ελληνισμού και όχι εποχή παρακμής του. Εξάλλου, όταν αναφερόμαστε σε μια συγκεκριμένη χρονική περίοδο και στα επιτεύγματα της περιόδου αυτής, πάντα επικεντρωνόμαστε στην ακμή της περιόδου και ποτέ στην όποια παρακμή της. Αυτό όμως που είναι ακόμα πιο εντυπωσιακό είναι η διαπίστωση ότι η δομή τόσο της ελληνικής μυθολογίας όσο και της ελληνικής πολυθεϊστικής αντίληψης γενικότερα, είναι τέτοια που από την μία προσφέρει μια απλή ανάγνωση, απλοϊκές απαντήσεις και συναισθηματική ανακούφιση για όλους τους ανθρώπους, κυρίως τους απαίδευτους ενώ από την άλλη κρύβει φιλοσοφικές και επιστημονικές αλήθειες για όσους θελήσουν να αναζητήσουν απαντήσεις σε αιώνια ερωτήματα που απασχολούσαν και θα απασχολούν για πάντα τον άνθρωπο. Έχουμε να κάνουμε λοιπόν με μία πολυ-επίπεδη θεώρηση του Κόσμου που εκφράζεται μέσα σε ένα εκπληκτικής συλλήψεως θρησκευτικό σύστημα. Πριν προχωρήσουμε στην δεύτερη ερμηνεία του γιατί ο άνθρωπος ερμήνευσε πρωτίστως πολυθεϊστικά τον Κόσμο, πρέπει να σταθούμε σε μια ακόμη σημαντική παράμετρο που όχι μόνο απορρίπτει εξολοκλήρου την αντίληψη ότι ο πολυθεϊσμός αποτελεί χαρακτηριστικό πρωτόγονου ανθρώπου αλλά που αποτελεί ισχυρότερη ένδειξη ότι ο πολυθεϊσμός χαρακτηρίζει ανεπτυγμένες πολιτιστικά κοινωνίες.

Η πολυθεϊστική ματιά των Ελλήνων αποτέλεσε το έναυσμα αλλά και την βασική αιτία δημιουργίας του πολιτικού συστήματος που ονομάστηκε δημοκρατία, δηλαδή ενός συστήματος όπου τα μέλη, τα ενεργά μέλη μιας κοινωνίας, οι πολίτες, είχαν λόγο και άποψη και καθόριζαν σε μέγιστο βαθμό τα τεκταινόμενα της κοινωνίας τους. Ο πολυθεϊσμός και ο πολυμερισμός του Όλου εφαρμοζόταν και στην δημόσια ζωή τους με αποτέλεσμα η πολιτεία των Ελλήνων να αποτελούσε -ή τουλάχιστον να προσπαθούσε να αποτελέσει- μια αντανάκλαση του πώς έβλεπαν τον κόσμο οι Έλληνες. Αυτό αποτελεί ένα εκπληκτικό φαινόμενο γιατί αν δεχτούμε ότι η δημοκρατία αποτελεί το πιο εξελιγμένο -μέχρι στιγμής- πολιτικό σύστημα, τότε θα πρέπει να δεχθούμε ότι και η αιτία που δημιουργεί αυτό το σύστημα θα πρέπει να αποτελεί χαρακτηριστικό εξελιγμένου πολιτισμού. Οπότε δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι με την κατάρρευση του πολυθεϊστικού κόσμου και την επιβολή της χριστιανικής μονοκρατορίας στην Δύση και της ισλαμικής μονοκρατορίας στην Ανατολή, η δημοκρατία ως πολιτικό σύστημα εξαφανίστηκε για πολλούς αιώνες και κυριάρχησαν οι στυγνές, πολλές φορές, μονοκρατορίες. Και μόνο μετά από πολλούς, αιματηρούς αγώνες και μια πιο συστηματική μόρφωση του κόσμου, επανήλθε ο θεσμός της δημοκρατίας και μάλιστα σε εποχές όπου η κυρίαρχη θρησκευτική αντίληψη -που εκφράζεται πάντα μέσα από τον μονοθεϊσμό- είχε αρχίσει να υποχωρεί.

Μπορούμε λοιπόν συμπερασματικά να υποθέσουμε ότι αν ο Ελληνικός Πολιτισμός ήταν μονοθεϊστικός, δεν θα είχε υλοποιήσει το δημοκρατικό πολιτικό σύστημα. Και αν μελετήσουμε διεξοδικά και τα άλλα επιτεύγματα του Ελληνικού Πολιτισμού θα καταλήξουμε στο συμπέρασμα ότι όλα αυτά τα επιτεύγματα υπήρξαν απόρροια του συγκεκριμένου θρησκευτικού συστήματος. Είναι λοιπόν παράλογο, από την μία να χαρακτηρίζουμε ως πρωτόγονη μια θρησκευτική θεώρηση και από την άλλη να εκθειάζουμε και να θεωρούμε ως πρότυπα πολιτιστικά και όχι μόνο, τα γεννήματα, της συγκεκριμένης θρησκευτικής θεώρησης.

Η δεύτερη απάντηση στο ερώτημα γιατί ο άνθρωπος ερμήνευσε τον κόσμο πολυθεϊστικά, είναι θα λέγαμε, μη επιστημονική. Ο Άνθρωπος, ως κομμάτι, αναπόσπαστο κομμάτι ενός συνόλου, είτε το σύνολο αυτό ονομάζεται κοινωνία, είτε Φύση, είτε Κόσμος, είτε Πλάση, είτε Σύμπαν, είτε οτιδήποτε, είναι φυσικό να ερμηνεύει τα πάντα κατά τον ίδιο τρόπο. Δηλαδή ο πολυμερισμός και κατά συνέπεια ο πολυθεϊσμός είναι κάτι που πηγάζει εκ των έσω ως φυσική έκφραση αυτού ακριβώς που είναι. Φυσικά μια τέτοια άποψη δεν αποδεικνύεται επιστημονικώς, αλλά τα ιστορικά παραδείγματα είναι άπειρα και οι ενδείξεις ισχυρότατες. Ακόμα και σήμερα, που η θρησκεία χαρακτηρίζεται μονοθεϊστική, οι οπαδοί διαφόρων εκφράσεων αυτής της θρησκείας -της χριστιανικής θρησκείας- κατέληξαν σε έναν λανθάνοντα πολυθεϊσμό είτε μικρής κλίμακας -πέρα από το θεό, λατρεύεται ο μεσσίας, η μητέρα του, οι μαθητές του- είτε πολύ μεγαλύτερης -εκατοντάδες άγιοι προστάτες κατά τα πρότυπα πολυθεϊστικών θρησκειών-.

Εφ’ όσον λοιπόν το πρωταρχικό θρησκευτικό συναίσθημα του ανθρώπου εκφράστηκε δια μέσου πολυθεϊστικών αντιλήψεων και εφ’ όσον μέσα σε μια χαρακτηριζόμενη ως μονοθεϊστική θρησκεία κυριάρχησε η ανάγκη δημιουργίας πολυθεϊστικών προτύπων, δεν μπορούμε παρά να υποστηρίξουμε ότι ο άνθρωπος από τη φύση του, από ένστικτο, από κάτι αρχέγονο που υπάρχει χαραγμένο βαθιά μέσα του, αντιλαμβάνεται την Πλάση όλη πολυθεϊστικά. Από εκεί και πέρα εξωγενείς λόγοι που ως επί το πλείστον επιβλήθηκαν με τη βία, τον έστρεψαν κατά της φύσεως του, κατά του εσωτερικού του εαυτού με αποτέλεσμα να υπάρχει σήμερα ένα περίεργο μονοθεϊστικό μόρφωμα. Έχοντας αναφέρει όλα τα ανωτέρω, είναι προφανές ότι δεν είναι δυνατόν να δεχτούμε ότι ο μονοθεϊσμός υπήρξε εξέλιξη του πολυθεϊσμού – τουλάχιστον όχι του ελληνικού πολυθεϊσμού. Το πώς όμως επιβλήθηκε ο μονοθεϊσμός δεν αποτελεί θέμα της παρούσης εργασίας. Αυτό που θέλει να δείξει η εργασία, είναι το πώς η θρησκεία, η εκάστοτε θρησκεία, επηρεάζει τη συμπεριφορά του ανθρώπου και το πώς καθορίζει τον τρόπο που σκέφτεται και που ενεργεί γενικότερα. Γιατί κατανοώντας την επιρροή των θρησκευτικών αντιλήψεων στους ανθρώπους, μπορούμε να κατανοήσουμε το γιατί επικρατεί στον σημερινό κόσμο αυτή η οικτρή κατάσταση, όπου ο άνθρωπος φερόμενος ως ανελέητος κανίβαλος, αυτοκαταστρέφεται, πυρπολώντας το περιβάλλον του και καταδικάζοντας τις επόμενες γενεές να ζήσουν σε έναν φρικτό, παραμορφωμένο και μολυσμένο κόσμο. Και πάνω απ’ όλα ίσως να καταλάβουμε γιατί η απάθεια και η αδράνεια χαρακτηρίζουν την σημερινή κοινωνία. Ας σταθούμε λοιπόν στον ελληνικό πολυθεϊσμό. Η ελληνική κοσμοθεώρηση ξεκινά από κάτι πολύ συγκεκριμένο. Τα πάντα έχουν σχέση, το κάθε τι συνδέεται γιατί ακριβώς όλα αποτελούν το Σύμπαν. Θεοί, άνθρωποι, όλοι ζουν και κινούνται στον ίδιο χώρο, στο ίδιο Σύμπαν, όλοι μαζί αποτελούν το Ένα, την Πλάση, τον Κόσμο.

Πριν συνεχίσουμε θα πρέπει να ξεκαθαρίσουμε κάτι ουσιαστικό. Για τον Έλληνα, γι’ αυτόν που αντιλαμβάνεται τον κόσμο με την ελληνική ματιά, το όποιο δίλημμα πολυθεϊσμός ή μονοθεϊσμός, απλά δεν ευσταθεί.

Κατά την ελληνική κοσμοαντίληψη, όλα είναι Ένα, και το ένα είναι το Όλον. Όπως ακριβώς η Φύση είναι πολυμερής και πολύχρωμη αλλά παραμένει μία, ως Φύση, έτσι και η Ελληνική Αντίληψη συνέλαβε το θείο. Πολλές θεότητες που όμως όλες μαζί συναποτελούν και είναι το θείο. Ο Κόσμος, το Σύμπαν είναι Ένα και μέσα σε αυτό υπάρχουν οι θεοί και φυσικά, εμείς, οι άνθρωποι.

Ο Πολυθεϊσμός δεν είναι ο ίδιος αλλά αντιθέτως έχει εκφραστεί με ποικίλους τρόπους, αναλόγως τον λαό που κάθε φορά τον διαμόρφωσε και διαμορφώνει. Έτσι ο Ελληνικός Πολυθεϊσμός δεν έχει ουδεμία σχέση, για παράδειγμα, με τον Ινδικό. Αλλά ακόμα και όταν ένας λαός δανειζόταν στοιχεία από άλλον, και πάλι οι διαφορές ήσαν τεράστιες. Για παράδειγμα, μπορεί οι Ρωμαίοι να πήραν το Ελληνικό Πάνθεον και να το ενσωμάτωσαν στη δικής του αντίληψη όμως αυτό που προέκυψε είχε βασικές και αγεφύρωτες διαφορές με το πώς αντιλαμβανόταν το θείο οι Έλληνες. Έπρεπε να έρθουν οι νεοπλατωνικοί που όμως είχαν Ελληνική Παιδεία, για να ξεπεραστεί το ρωμαϊκό θρησκευτικό σύστημα.

Αντιθέτως, οι διάφορες εκφράσεις του μονοθεϊσμού περιέχουν ελάχιστες διαφορές η μία από την άλλη. Πράγμα βεβαίως λογικό αφού ο μονοθεϊσμός -με την έκφραση που μας έχει διασωθεί- ουσιαστικά προέκυψε από την ίδια μήτρα, τον ιουδαϊκό λαό, με αρχικό σκοπό την πλήρη χαλιναγώγηση, του κατά τα άλλα δύστυχου αυτού λαού. Έτσι ο μονοθεϊσμός είτε ονομάζεται ιουδαϊσμός είτε χριστιανισμός είτε ισλαμισμός παρέμεινε κατά βάση ο ίδιος.

Επειδή όμως ζούμε σε μια χώρα που στο σύνταγμα της περιέχει το οξύμωρο, από την μια να διακηρύσσει την ανεξιθρησκία και από την άλλη να δηλώνει επίσημη θρησκεία τον ορθόδοξο χριστιανισμό, όταν θα αναφερόμαστε από εδώ και πέρα στον μονοθεϊσμό, θα εννοούμε τον χριστιανισμό ενώ όταν θα αναφερόμαστε στον πολυθεϊσμό θα έχουμε κατά νου το Ελληνικό Δωδεκάθεο, αν και γνωρίζω πολύ καλά ότι ο Ελληνικός Πολυθεϊσμός αποτελεί μια σημαντική ιδιαιτερότητα.

Μονοθεϊσμός και Πολυθεϊσμός. Ένας Έλληνας Πολυθεϊστής θα μπορούσε πολύ ορθά να υποστηρίξει ότι είναι και Μονοθεϊστής, έχοντας υπ’ όψιν την έννοια του Όλου. Όμως σήμερα, που η έννοια «μονοθεϊσμός» έχει πλήρως ταυτιστεί με την εικόνα του ενός θεού πέραν του κόσμου αυτού, του ενός θεού που πράττει όπως πράττει ανεξέλεγκτα δίχως να περιορίζεται ή να υπακούει σε κανέναν Φυσικό ή Κοσμικό νόμο και κάνει ότι κάνει για να δοξαστεί, σε μια τέτοια λοιπόν κοινωνία όπως είναι η σημερινή, με διαμορφωμένες τέτοιες αντιλήψεις, παγιωμένες πλέον στις συνειδήσεις όλων, είναι τουλάχιστον ατυχές και άσκοπο να προσπαθεί να πείσει ο Έλληνας -ο Έλληνας στην Κοσμοθεώρηση και όχι στην υπηκοότητα- ότι έννοιες όπως μονοθεϊσμός και πολυθεϊσμός είναι ουσιαστικά πλασματικές και άνευ ουσίας.

Σήμερα λοιπόν οι έννοιες αυτές δεν σχετίζονται με τον όποιο αριθμό θεοτήτων. Κάτι τέτοιο είναι τελείως εσφαλμένο – πάντα βέβαια αναφερόμενος στον Ελληνικό Πολυθεϊσμό. Οι έννοιες λοιπόν μονοθεϊσμός και πολυθεϊσμός έχουν σχέση με το πώς αντιλαμβάνεται κανείς όλο τον κόσμο, όλο το Σύμπαν, με το πώς ερμηνεύει την πλάση, με το πώς βλέπει την δική του θέση στην Δημιουργία και φυσικά με το ποια θα πρέπει να είναι και η πρέπουσα και ορθή και δίκαια τάξη στην κοινωνία μας. Άλλωστε δεν είναι τυχαίο που η κάθε εξουσιαστική αρχή κάθε δόγματος που στηρίζεται στον χριστιανισμό υπήρξε πάντα φιλική με κάθε είδους φασιστικής εξουσίας; Το κεντρικό δόγμα του μονοθεϊσμού, του ενός θεού που φροντίζει για όλα, βρίσκει τέλεια εφαρμογή στην κοινωνία του ανθρώπου όπου τη θέση του ενός και παντοδύναμου θεού παίρνει είτε ο άρχοντας είτε ο μονάρχης είτε ο δικτάτορας είτε βεβαίως ο ιερέας. Και αυτό γιατί στον μονοθεϊσμό ο πιστός συνειδητά, επιλέγει το ρόλο του προβάτου, του προβάτου που οφείλει να υπακούει τον ποιμένα του.

Έχοντας λοιπόν όλα αυτά υπ’ όψιν μπορούμε τώρα να εστιάσουμε στην σημαντικότερη διαφορά μονοθεϊσμού και ελληνικού πολυθεϊσμού. Στη συνέχεια θα ανατρέξουμε και στην καινή διαθήκη για να δούμε και εκεί τις διαφορές, μια που η καινή διαθήκη εκφράζει ουσιαστικά στις μέρες μας το μονοθεϊστικό δόγμα.

Κατά την Ελληνική Κοσμοαντίληψη, το σύμπαν δεν δημιουργήθηκε. Τίποτε δεν δημιουργείται εκ του μηδενός – κάτι τέτοιο είναι “αφύσικο”. Όλα προϋπήρχαν. Αυτό που άλλαξε και αλλάζει είναι η κατάσταση των πραγμάτων. Δηλαδή όλα υπήρχαν σε μια διαφορετική κατάσταση -το Ορφικόν Ωόν- και εξαιτίας των ενεργειών δυνάμεων όλα μεταβλήθηκαν ή αν προτιμάτε μια πιο σύγχρονη ερμηνεία, μεταλλάχθηκαν εξαιτίας μιας φοβερής έκρηξης (Βig Bang). Το ποιες δυνάμεις ήσαν αυτές που προκάλεσαν την εκκίνηση των αλλαγών του Παντός, είναι ακριβώς ζήτημα που εξετάζουνε και ερμηνεύουν οι φιλόσοφοι και οι επιστήμονες.

Όταν πια το Σύμπαν πήρε την σημερινή του μορφή -πάντα βεβαίως με την ανθρώπινη και τωρινή ματιά- επήλθε η τάξη και η κυριαρχία των σημερινών φυσικών νόμων. Αυτή η περίοδος των ασύλληπτων αλλαγών και κοσμολογικών συγκρούσεων, περιγράφεται, αλληγορικά φυσικά, στην Τιτανομαχία. Και αφού η κυριαρχία του Διός, του Κοσμικού Νόμου και Τάξης, εγκαταστάθηκε, δημιουργείται ο Άνθρωπος. Και ο άνθρωπος δημιουργείται όχι γιατί επιθυμεί κάποιος θεός να δοξάζεται αλλά γιατί ο θεός είναι Δημιουργός και σαν δημιουργός δημιουργεί, και δημιουργεί βεβαίως πάντα το αγαθόν. Όμως και εδώ η δημιουργία του ανθρώπου δεν είναι εκ του μηδενός. Υπάρχουν αιώνιοι και σταθεροί νόμοι που δεν παραβιάζονται. Έτσι ο κάθε θεός ενεργεί όχι ανεξέλεγκτα αλλά πάντα εναρμονισμένα με το Σύμπαν. Και ο θεός, ο κάθε θεός αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα του Όλου. Όπως εξάλλου και ο άνθρωπος. Τόσο ο θεός όσο και ο άνθρωπος έχουν την θέση τους μέσα στο όλον. Μπορεί μεν ο άνθρωπος να είναι μικρός αλλά έχει πάντα την δική του θέση. Δεν αποτελεί έρμαιο κανενός, θεού ή μη, παρά μόνον των δικών του, όποιων τέλος πάντων, παθών. Μια ολότελα διαφορετική θεώρηση από αυτήν της μονοθεϊστικής αντιλήψεως.

Σύμφωνα λοιπόν με την μονοθεϊστική αντίληψη, δεν υπήρχε τίποτε παρά μόνο ο θεός. Κάποια στιγμή ο θεός αποφασίζει να δημιουργήσει τα πάντα. Έτσι δημιουργείται το Σύμπαν, σύμφωνα με τις διαταγές του θεού, που αφού δημιουργεί κάτι, έπειτα αντιλαμβάνεται ότι αυτό που δημιούργησε είναι καλό. Πάντα όμως ο ένα θεός, στέκεται έξω από τα δημιουργήματα του, ξεχωριστά. Όλα υπάρχουν για να τον δοξάζουν. Οι άγγελοι, ο άνθρωπος, όλα. Ο θεός βάζει τον άνθρωπο στον παράδεισο για να τον δοκιμάσει, για να δει αν τον υπακούει. Είπαμε, μια αντίληψη πέρα για πέρα διαφορετική από την ελληνική πολυθεϊστική σύλληψη. Έτσι λοιπόν ο άνθρωπος οφείλει κάθε μέρα, κάθε στιγμή να προσεύχεται και να ζητά το έλεος του θεού μια που ο θεός, δρώντας τελείους ανεξάρτητα -να μην χρησιμοποιήσω την λέξη αυθαίρετα- αποφασίζει και τιμωρεί κατά το δοκούν.

Αυτή λοιπόν η ερμηνεία γεννά και ανάλογες συμπεριφορές, όπως ήδη έχει αναφερθεί. Αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα αλαζονικής, εξουσιαστικής και φασιστικής νοοτροπίας. Αποτελεί το έναυσμα για την γέννηση, την κυριαρχία και εν τέλει την αιτιολόγηση και βεβαίως το άλλοθι, για κάθε είδους στυγνού, μονοπροσωπικού πολιτεύματος.

Αντιθέτως, η πίστη σε ένα Όλο όπου όλοι έχουν θέση, όπου ακόμα και οι θεότητες δρουν βάσει απαράβατων νόμων, όπου ότι δημιουργείται, δημιουργείται αλτρουιστικά δίχως απαίτηση ανταλλάγματος δημιουργεί αντιστοίχως και εκείνες τις προϋποθέσεις για την εγκατάσταση είτε ενός αριστοκρατικού συστήματος – με την έννοια των «αρίστων» – όπου βεβαίως η δικαιοσύνη και οι νόμοι της είναι σεβαστοί και ισχύει για όλους δίχως ουδεμία εξαίρεση είτε για την δημιουργία ενός πραγματικού δημοκρατικού συστήματος όπου, βάση αξιοκρατίας και μόνο, ο κάθε πολίτης, όσο «αδύναμος» κι είναι, έχει την δική του θέση, έχει τη δική του υπόσταση και οντότητα ως πολίτης. Έτσι το θέμα δεν είναι ένας θεός ή δύο ή πολλοί. Κατά τους Έλληνες, οι θεοί είναι αμέτρητοι, απλώς για λόγους συγκεκριμένους που πηγάζουν από την βαθύτερη κατανόηση των πραγμάτων, ορίστηκαν οι Δώδεκα κυρίαρχοι. Δεν είναι λοιπόν θέμα αριθμού, είναι θέμα συγκεκριμένης αντίληψης, αντίληψη που διαμορφώνει στη συνέχεια συγκεκριμένους τρόπους ατομικής και κοινωνικής συμπεριφοράς. Και μια που μιλάμε για συμπεριφορές, ας πάμε στην σημερινή συμπεριφορά των χριστιανών-πολιτών (πολιτών κατ’ επίφαση). Βλέποντας και μελετώντας βαθύτερα την καινή διαθήκη -όπως αποκαλείται ένα εκ των δύο ιερών βιβλίων των χριστιανών- μπορούμε να καταλάβουμε γιατί σήμερα οι πολίτες φέρονται όπως φέρονται. Γιατί δεν πρέπει να αγνοούμε, ότι η θρησκευτικότητα δεν αποτελεί μόνο θέμα πίστης. Οι θρησκευτικές πεποιθήσεις διαμορφώνουν σε καθοριστικό σημείο το πώς φερόμαστε και το πώς δρούμε όλοι μας, όχι μόνο στις διαπροσωπικές μας σχέσεις αλλά κυρίως στην κοινωνική μας συμπεριφορά και στο πώς αντιμετωπίζουμε την δική μας θέση μέσα στην κοινωνία γενικότερα. Οπότε ο χριστιανισμός, όπως εκφράζεται μέσα από την ζωή του Ιησού ή σωστότερα Τζεσουά, ως συνέχεια της παλαιάς διαθήκης, αποτελεί συμπλήρωμα της μονοθεϊστικής αντίληψης, της χριστιανικής φυσικά, μονοθεϊστικής αντίληψης.

Η ζωή λοιπόν του Τζεσουά. Υπήρχε ο Τζεσουά ή όχι;

Υπήρχε ή όχι Ιησούς; Αυτή η ερώτηση είναι και άστοχη και άνευ ουσίας, μια που το βασικό ζήτημα δεν είναι το καθ’ αυτό πρόσωπο του Ιησού αλλά η διδασκαλία που χρεώνεται στο συγκεκριμένο πρόσωπο.

Πάντως στο πιο πάνω ερώτημα, η θέση η δική μου είναι σαφής. Σαφώς και υπήρχε πρόσωπο με το όνομα Ιησού και μάλιστα όχι μόνο ένα αλλά πολλά μια που το όνομα «Τζεσουά» αποτελεί ένα κοινό όνομα – σήμερα, για παράδειγμα υπάρχουν πολλοί που φέρουν αυτό το όνομα, σήμερα που στο όνομα αυτό αποδίδεται μια ολάκερη μυθοπλασία περί θεότητος, πόσο δε μάλλον τότε που δεν υπήρχε και το ανάλογο δέος. Οπότε είναι πολύ πιθανόν στην εποχή της διακυβερνήσεως του Ποντίου Πιλάτου, να υπήρχαν πολλά άτομα που έφεραν αυτό το συγκεκριμένο όνομα.. Τώρα αν ανάμεσα στα άτομα αυτά υπήρχε κάποιος που αυτό-αποκαλούνταν και μεσσίας, δεν μπορώ να απαντήσω. Αλλά υπήρχε μια έντονη ροπή μεσσιανισμού την εποχή της ρωμαιοκρατίας, πράγμα επόμενο μια που ο ιουδαϊκός λαός περίμενε – πέραν του κινήματος των Ζηλωτών – την απελευθέρωση τους από τον θεό.

Όσον αφορά την «θεότητα» κάποιου προσώπου ή όχι, τι να πω. Όπως και να έχει η προσφώνηση και οι χαρακτηρισμοί «θεανθρώπου» και «θεομήτηρ» κατ’ εμέ αποτελούν ύβρη αλλά και παραλογισμό. Είναι δυνατόν να «γεννηθεί» θεότητα και μάλιστα από ανθρώπινο πλάσμα; Οι Έλληνες χρησιμοποίησαν αυτούς τους όρους με καθαρά συμβολικό και αλληγορικό χαρακτήρα – αλλά ακόμα και στους μύθους των υποδεικνύουν το όλο άτοπο. Η Σεμέλη που υπήρξε «θεομήτηρ» πεθαίνει εξαιτίας της αδυναμίας της ανθρώπινης φύσεως να αντέξει στη θέα ενός αληθινού θεού. Όταν όμως αυτοί οι όροι χρησιμοποιούνται κυριολεκτικά τότε η κάθε έννοια λογικής καταρρέει.

Άρα ουδείς λογικός άνθρωπος μπορεί να δεχθεί ότι υπήρξε θεάνθρωπος, όχι μόνο ο Ιησούς αλλά ο οποιοσδήποτε άλλο αυτοφερόμενος μεσσίας – για το «θεομήτωρ» δεν χρειάζεται να πούμε τίποτε άλλο. Ας έλθουμε όμως στο βασικό θέμα. Αυτό της διδασκαλίας του Τζεσουά.

Καταρχάς υπάρχει μια έντονη φιλολογία περί των κειμένων που αποκαλούνται από τους χριστιανούς ως ιερά. Υποστηρίζουν πολλοί, ότι τα κείμενα, και συγκεκριμένα η «καινή διαθήκη» έχει παραποιηθεί και ο λόγος του Τζεσουά δεν μας έχει μεταφερθεί σωστά. Εδώ λοιπόν μετά από την πλήρη αποδοχή όρων όπως «θεάνθρωπος» και «θεομήτωρ», ο παραλογισμός και η παντελής απουσία οποιουδήποτε ίχνος λογικής συνεχίζεται.

Ο Τζεσουά, υπαρκτό πρόσωπο ή όχι, δεν έγραψε τίποτα. Οι ακόλουθοι του -στην πλειοψηφία τους- ήσαν αγράμματοι. Άρα ήταν επόμενο η όποια καταγραφή να γίνει από άλλους, από τους μαθητές αυτών για παράδειγμα, που διέθεταν και μια στοιχειώδη μόρφωση. Οπότε ό,τι έγραψαν το έκαναν βάση, όχι αυτών που είδαν αλλά αυτών που άλλοι μετέφεραν σε αυτούς είτε ήσαν αληθινά είτε ήσαν ψέματα. Για ποια παρεμβολή λοιπόν μιλάμε, εφ’ όσον δεν υπήρχαν «κείμενα» από πρώτο χέρι; Αλλά πέραν τούτου, τα τελευταία χίλια τουλάχιστον χρόνια, οι χριστιανοί μεγαλώνουν με αυτά τα κείμενα και είναι χριστιανοί γιατί ακριβώς δέχονται την διδασκαλία που προκύπτει μέσα από αυτά τα κείμενα κι ό,τι γνωρίζουν για τον ίδιο των Τζεσουά βγαίνει από αυτά τα κείμενα. Οπότε όλη αυτή η κουβέντα περί αυθεντικών ή μη κειμένων είναι άνευ ουσιαστικού περιεχομένου.

Ας έρθουμε τώρα στην ουσία, στο μανιφέστο του χριστιανισμού. Η διδασκαλία του Τζεσουά αποτελεί μια φιλοσοφία που έρχεται σε πλήρη αντίθεση με την ελληνική κοσμοθεώρηση όπως αυτή προκύπτει και μέσα από τα διασωθέντα γραπτά του συνόλου των ελλήνων φιλοσόφων αλλά και μέσα από την αποκωδικοποίηση, αποσυμβολισμό και κατανόηση των ελληνικών μύθων.

1…Ο χριστιανισμός στηρίζεται εξολοκλήρου στην αποδοχή ενός προσώπου, του Τζεσουά, ως μεσσία της ανθρωπότητος. Η παραδοχή και η πίστη σε ένα μεσσία έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τον ελληνισμό που έχει ως βασικό κορμό την αυτενέργεια και την δράση του κάθε ανθρώπου χωριστά έτσι ώστε οι λέξεις «πόλις» και «πολίτης» να αποκτήσουν νόημα και ουσία. Από την στιγμή που η οποιαδήποτε σωτηρία και απελευθέρωση εξαρτώνται κύρια και άμεσα από έναν μεσσία, τότε η οποιαδήποτε δραστηριοποίηση και ενεργοποίηση ανθρώπων και πολιτών καταργείται.

2…Κατά τον Τζεσουά, ο άνθρωπος θα πρέπει να τα περιμένει όλα από τον θεό και ο ίδιος να μην ενδιαφέρεται καθόλου για το αύριο. Χαρακτηριστική η ομιλία του Τζεσουά όπου παρομοιάζει τους πιστούς με τα πουλιά και τους τονίζει ότι ο θεός φροντίζει για τα πουλιά που δεν έχουν καμία έννοια για την επόμενη μέρα. Έτσι πρέπει να είναι και οι πιστοί. Φυσικά αυτή η άποψη απλώς ενισχύει τον μεσσιανισμό και αποτελεί μια προέκταση του. Η πρόνοια για την επόμενη μέρα, για το αύριο, για το μέλλον, δεν έχουν λόγο ύπαρξης για τον πιστό, αφού για όλα θα φροντίσει ο θεός. Κάπως έτσι γεννάται και υποστηρίζεται θεολογικά ο απόλυτος μοναρχισμός. Για όλα θα φροντίσει ο ένας, ο άρχοντας. Αυτήν ακριβώς την δομή έχει και το χριστιανικό ιερατείο που εμμένει να χαρακτηρίζει τους πιστούς «ποίμνιο» που βεβαίως έχουν ανάγκη από έναν ποιμένα. Δεν είναι λοιπόν να απορεί κανείς γιατί, ενώ στην αρχαία Ελλάδα υπήρχαν δημοκρατικές διαδικασίες και έλεγχος της εξουσίας ακόμα και σε ολιγαρχικά αποκαλούμενα πολιτεύματα, μετά την επικράτηση του χριστιανισμό και μέχρι τον τελευταίο αιώνα, η έννοια της δημοκρατίας ήταν στην πράξη όχι μόνο ανυπόστατη αλλά και καταδιωκόμενη.

3…Η οικογένεια, η δημιουργία της οικογένειας και η φροντίδα της οικογένειας αποτελούν ασήμαντες έννοιες και επ’ ουδενί προτεραιότητες, σύμφωνα πάντα με την ευαγγελική διδασκαλία. Ο Σίμων, ο σημαντικότερος, κατά τεκμήριο απόστολος, εγκαταλείπει τα παιδιά και τη γυναίκα του κατόπιν εντολής του Τζεσουά, δίχως την παραμικρή έννοια για την τύχη τους. Ο ίδιος ο Τζεσουά αρνείται πολλάκις να συναντήσει την μητέρα και τα αδέλφια του, ενώ πάνω στον σταυρό ακόμα και στην ύστατη του στιγμή, μπροστά στον πόνο της μητέρας του, αρνείται να την προσφωνήσει μητέρα, παρά την αποκαλεί «γυνή». Ένα άλλο χαρακτηριστικό που συν τοις άλλοις μας δείχνει μια πραγματική αλλοίωση των κειμένων της καινής διαθήκης, αποτελεί η σημερινή μετάφραση της καινή διαθήκης όπου αντί να χρησιμοποιηθεί η λέξη «μισήσει» χρησιμοποιείται η λέξη «απαρνηθεί». Συγκεκριμένα, ο Τζεσουά λέει στους μαθητές του ότι όποιος επιθυμεί να τον ακολουθήσει θα πρέπει να μισήσει τον πατέρα του. Αλλά στην τωρινή μετάφραση, έχει χρησιμοποιηθεί η φράση «να απαρνηθεί τον πατέρα του». Φυσικά αυτή η άρνηση της οικογένειας δεν είναι τυχαίο γεγονός. Η προσέλκυση νέων οπαδών και ο παρασυρμός τους επιτυγχάνεται ευκολότερα όταν δεν υπάρχει η επιρροή και η προστασία της οικογένειας, κάτι που το βλέπουμε ακόμα και σήμερα με τον τρόπο που τα μοναστήρια εγκλωβίζουν και φυλακίζουν νέους και νέες.

4…Συνέχεια της αρνήσεως της οικογένειας αποτελεί και η θέση περί αγαμίας και μοναχισμού. Τόσο ο Τζεσουά όσο και οι επιστολές των αποστόλων, επιστολές που αποτελούν αναπόσπαστα τμήματα της καινής διαθήκης, υπερτονίζουν την υπεροχή του μοναχικού βίου έναντι του έγγαμου. Φυσικά αυτή η θέση βρίσκεται σε απόλυτη αρμονία και με τον μεσσιανισμό. Ο μοναχός είναι ο αρνητής όχι μόνο της οικογενειακής ζωής αλλά και της κοινωνικής. Τα τεκταινόμενα της πόλης, του είναι αδιάφορα, σημασία έχει μόνο η προσωπική επαφή του με το θεό. Δηλαδή η προσωπική του «σωτηρία», αδιαφορώντας πλήρως για τους άλλους, είναι το μόνο που έχει σημασία. Αν λοιπόν όλοι ακολουθούσαμε τις προσταγές των «αγίων» αποστόλων, ο κόσμος μετά από μία με δύο γενεές θα έπαυε να υπάρχει. Αλλά η άρνηση αυτού που οι Έλληνες ονόμασαν Κόσμο από την λέξη «κόσμημα» φαίνεται ακόμα πιο έντονα στο παρακάτω σημείο.

5…Η γνωστότερη προσευχή και η μόνη που φέρνει «αυτούσια» – τρόπον τινά – την υπογραφή του Τζεσουά είναι αυτή που ονομάζουμε «πάτερ ημών». Σύμφωνα πάντα με το ιερό βιβλίο των χριστιανών, ο Τζεσουά συνέθεσε τα λόγια αυτής της προσευχής όταν του ζητήθηκε ο τρόπος προσευχής των χριστιανών. Λοιπόν σε τούτη την επίκληση ακούγεται η φράση «.. ελθέτω η βασιλεία σου...». Δηλαδή ο πιστός παρακαλεί τον θεό του να φροντίσει να έρθει το συντομότερο δυνατόν η έλευση εκ νέου του μεσσία του, η έλευση του οποίου θα συνοδεύεται με την αιώνια βασιλεία του. Όμως σύμφωνα με τις γραφές, τις αποκαλούμενες ως «ιερές» αλλά και με την γενικότερη και ειδικότερη εσχατολογία που διέπει το χριστιανικό δόγμα, η δευτέρα παρουσία, δηλαδή η επόμενη και τόσο αναμενόμενη από τους πιστούς, έλευση του μεσσία τους ταυτίζεται συγχρόνως και με το τέλος του κόσμου, δηλαδή με την καταστροφή του πλανήτη. Με άλλα λόγια, όλοι οι χριστιανοί, όλα τα παιδιά που πηγαίνουν στα σχολεία της Ελλάδος, παρακαλάνε κάθε μέρα να έρθει η καταστροφή του κόσμου γιατί μέσω αυτής της καταστροφής, θα «σωθεί» η ψυχή τους!! Τι να πρωτοθαυμάσει κανείς; Την παγερή αδιαφορία για τον υπόλοιπο κόσμο και την ολοκληρωτική αφοσίωση στο ατομικό συμφέρον – ακόμα και με το πλέον βαρύτατο τίμημα – ή μήπως την πλήρη ανοησία όλων εκείνων των πιστών που δεν έχουν συνειδητοποιήσει το τι ακριβώς ζητάνε από τον θεό τους.

6…Η Ελληνική Κοσμοαντίληψη επιδιώκει το γνώθι σ’ αυτόν, δηλαδή την πλήρη κατανόηση του εαυτού και την δυναμική που κρύβει μέσα του γιατί μόνο αν κανείς συνειδητοποιήσει πλήρως την δική του αξία, καταλαβαίνει την θέση του στο Όλο με άμεση συνέπεια την αέναη προσπάθεια για την βελτίωση της ζωής όχι μόνο στην δική του τοπική κοινωνία αλλά στον κόσμο γενικότερα. Για να γίνει αυτό όμως, θα πρέπει ο καθένας να παιδευτεί, να μάθει, να αποκτήσει γνώσεις, να αποκτήσει κριτική ικανότητα και ικανότητα αντίληψης. Και εδώ βρίσκεται το μεγαλείο και η δύναμη αλλά και η αδυναμία του Ελληνικού Πολυθεϊσμού, γιατί με ανοικτό μυαλό και με πνευματική εξάσκηση μπορεί κανείς να εισχωρήσει και να δει πίσω από τις αλληγορίες και τους συμβολισμούς τους μύθους των θεών και όχι μόνο. Στην αντίπερα όχθη, ο χριστιανισμός απαιτεί ακριβώς το αντίθετο. Ο Τζεσουά, στους περίφημους μακαρισμούς του, μακαρίζει τους πνευματικά ανάπηρους, τους ανόητους αλλά και τα παιδιά που δεν είναι σε θέση να έχουν ούτε αντίληψη αλλά ούτε και κριτική ικανότητα. Ο θεός μέσα στην σοφία του, υποστηρίζουν τα ευαγγέλια, διάλεξε να φανερωθεί στους ανόητους και στα παιδιά και όχι στους σοφούς. Πλήρη αποστροφή της γνώσεως. Και όχι μόνο αυτό. Είναι καταπληκτικό το γεγονός ότι τον Τζεσουά φέρεται να έχει προδώσει ο πιο μορφωμένος του απόστολος! Αντιθέτως, οι πλέον πιστοί και οι πλέον αγαπητοί υπήρξαν οι αμόρφωτοι ψαράδες.

7…Η διδασκαλία του χριστιανισμού χαρακτηρίζεται από την έντονη δουλικότητα και την πλήρη ταπεινότητα, συμπεριφορές εκ διαμέτρου αντίθετες και απορριπτέες από την Ελληνική Κοσμοαντίληψη. Η ελληνική διδασκαλία επιδίωκε και επιδιώκει να δημιουργήσει ανθρώπους ελεύθερους, με ιδανικά υψηλά όπως Ανδρεία, Περηφάνεια, Αρετή. Με μία λέξη: Αξιοπρέπεια. Αντιθέτως μέσα από τις πάμπολλες παραβολές του Τζεσουά βγαίνουν διδάγματα που υποστηρίζουν την αποδοχή της όποιας κακομοιριάς του πιστού, την αποδοχή της δουλείας, την συγχώρεση των πάντων. Βεβαίως, για τον ίδιο αυτό δεν ισχύει. Με ελαφριά την καρδιά, όλοι οι χριστιανοί προσπερνούν την σφαγή των νηπίων -όπως αναφέρεται στην καινή διαθήκη – από τον Ηρώδη ενώ ο «άγγελος» κυρίου προειδοποιεί μόνο τον μεσσία. Τι επίδειξη ταπεινότητος και αλτρουισμού… Ο ίδιος ο Τζεσουά φαίνεται να καταδικάζει τους ιουδαίους ζηλωτές επειδή ακριβώς πολεμούσαν να εκδιώξουν τον κατοχικό ρωμαϊκό στρατό, και ένας εξ αυτών, ο Βαραββάς, παρουσιάζεται ως δολοφόνος. Φυσικά, την αυτή πρακτική την έχει υιοθετήσει πλήρως η ορθόδοξη εκκλησία, ιδίως όταν επιχειρεί να δικαιολογήσει την εχθρική στάση που κράτησε σε κάθε απελευθερωτικό αγώνα του ελληνικού λαού, με αποκορύφωμα τον αφορισμό των αγωνιστών της επαναστάσεως του 1821. Για τον Τζεσουά – και φυσικά για την εκκλησία – η προσωπική ελευθερία και η αξιοπρέπεια αποτελούν έννοιες ανύπαρκτες και άνευ ουσιαστικής σημασίας. Η άθλια και εξαθλιωμένη ζωή του ραγιά και του σκλάβου είναι πάντα προτιμότερη από τον κίνδυνο της απωλείας της έστω και αν αυτό συμβεί κατά την διάρκεια απελευθερωτικού αγώνος.

8…Η χριστιανική διδασκαλία αποτελεί ίσως την μόνη θρησκεία στον κόσμο όπου παρουσιάζεται ξεκάθαρη αποστροφή προς την Φύση. Είναι καταπληκτικό το εδάφιο στο οποίο ο Τζεσουά καταριέται μια συκιά, επειδή το καημένο φυτό, εκτός εποχής του καθώς ήταν, δεν έφερε καρπούς για να τον ταΐσει. Δεν είναι λοιπόν να απορεί κανείς γιατί σήμερα ο κόσμος έχει καταντήσει έτσι. Οι άμεσα υπεύθυνοι της γήινης μόλυνσης είναι στην πλειοψηφία τους χριστιανοί, αλλά δεν χρειάζεται να πάμε τόσο μακριά. Στην ελληνική επαρχία, οι αγρότες και ψαράδες μας, αν και ζουν από την μητέρα γη, δείχνουν ελάχιστο ως καθόλου σεβασμό σε αυτήν. Άνθρωποι που εκκλησιάζονται τακτικότατα και που είναι έτοιμοι ανά πάσα στιγμή να υποστηρίξουν ακόμα και με την βία τυχόν απομάκρυνση του ιερέα τους – όπως έχουμε παρακολουθήσει κατά επανάληψη. Η χωρίς μέτρο χρήση φυτοφαρμάκων – με γνωστές τις καταστρεπτικές συνέπειες τους στο περιβάλλον, ο ολέθριος τρόπος αλιείας που κυριολεκτικά ρημάζει τον βυθό και τον καταντά άγονο, όλα αυτά πηγάζουν από έναν συγκεκριμένο τρόπο συμπεριφοράς από μία συγκεκριμένη στάση ζωής. Την χριστιανική αντίληψη ότι ο θεός έπλασε τον άνθρωπο έτσι ώστε να δοξάζεται από αυτόν ενώ έπλασε τον κόσμο για να τον κάνει ότι θέλει ο άνθρωπος δίχως να δίνει λογαριασμό σε κανέναν. Σε πλήρη αντίθεση η Ελληνική Κοσμοαντίληψη, η οποία υπερτονίζοντας την αλληλεξάρτηση Ανθρώπου – Φύσεως καθώς και την θέση του ανθρώπου όχι εκτός αλλά μέσα στην ίδια την Φύση, θεοποίησε με πάμπολλες θεότητες όχι μόνο την ίδια την Φύση αλλά και κάθε στοιχείο της. Η Γαία, Η Δήμητρα, Η Άρτεμις, Ο Ποσειδώνας, ο Πάνας, οι Νεράιδες, οι Νύμφες, οι θεοί Ποταμοί και αμέτρητες άλλες θεότητες δείχνουν τον απέραντο σεβασμό -ακατανόητο για τον μέσο σημερινό χριστιανό- του Έλληνα προς την Φύση. Ο Έλληνας δεν μπορούσε να μολύνει την Φύση γιατί ακριβώς μέσα σε αυτή κατοικούν θεότητες. Εν αντιθέσει με την χριστιανική αντίληψη που θέλει τον θεό να κατοικεί έξω από την Φύση, έξω από τον Κόσμο.

9…Η χριστιανική θρησκεία, σε αντίθεση με το τι νομίζουν οι περισσότεροι αμαθείς χριστιανοί, ως συνέχεια και συμπλήρωμα του ιουδαϊσμού, χαρακτηρίζεται από έντονο εθνικισμό και μισαλλοδοξία. Η πεποίθηση πολλών είναι ότι το χριστιανικό δόγμα, όπως αυτό εκφράστηκε από τον Τζεσουά και τα γραπτά των αποστόλων, μιλά για αγάπη και συγχώρεση. Έτσι υποστηρίζουν ότι τα όποια εγκλήματα που διεπράχθησαν στο όνομα του Τζεσουά έγιναν με πρωτοβουλία της εκκλησιαστικής αρχής και μόνο. Σαφώς και η εκκλησία φέρει το μεγαλύτερο μερίδιο ευθύνης για τις χιλιάδες των νεκρών μη χριστιανών. Αλλά η εκκλησία έδρασε καλυμμένη πλήρως από τις χριστιανικές διδαχές. Σε πάμπολλα σημεία ο Τζεσουά παροτρύνει τους μαθητές του να πάνε στους Ιουδαίους, να διδάξουν στους Ιουδαίους, να επαναφέρουν τους Ιουδαίους στο δρόμο του θεού ενώ ο ίδιος δηλώνει ότι έχει έρθει για να συμπληρώσει τον Ιουδαϊκό νόμο. Έτσι λοιπόν το εθνικιστικό στοιχείο είναι κυρίαρχο. Όμως το εδάφιο που ξεχωρίζει είναι εκείνο όπου ο Τζεσουά συναντά γυναίκα που δεν είναι της ιουδαϊκής πίστεως αλλά “Εθνική” δηλαδή ειδωλολάτρισσα σύμφωνα με τον Σαούλ, και την αποκαλεί “σκυλί”. Συγκεκριμένα, στο εν λόγω εδάφιο, η γυναίκα παρακαλά γονατιστή τον Τζεσουά να γιατρέψει την άρρωστη κόρη της. Τότε, ο «μεσσίας της αγάπης» την αντικρούει ρωτώντας την αν είναι σωστό να δίνει κανείς την τροφή στα σκυλιά αντί στους ανθρώπους. Η γυναίκα απαντά, δουλοπρεπέστατα κάτω βέβαια από τον πόνο και την αγωνία για την κόρη της, ότι ακόμα και τα σκυλιά έχουν δικαίωμα στα ψίχουλα… Ικανοποιημένος από αυτήν την απάντηση ο μεσσίας γιατρεύει την κόρη της. Το εδάφιο αυτό είναι χαρακτηριστικό και της σημερινής νοοτροπίας του μέσου χριστιανού. Δήθεν σέβεται την πίστη του άλλου, αλλά μόνο αυτός κατέχει την πάσα αλήθεια και όχι μόνο αυτό, αλλά θεωρεί την δική του πίστη, την χριστιανική ως εξέλιξη – όπως έχουμε ήδη αναφέρει – και έτσι όσοι επιμένουν σε “παλαιές” ή άλλες δοξασίες δεν είναι παρά υπάνθρωποι ή κατά το εβραϊκότατο, γκοΐμ. Ο Ελληνικός Πολυθεϊσμός είναι πάνω από εθνικισμούς και δίχως μισαλλοδοξίες. Όσοι ερμηνεύουν την Ελληνική Πολυθεϊστική Θρησκεία ως καθαρά εθνική ουσιαστικά παραμένουν προσκολλημένοι στην εβραιοχριστιανική αντίληψη του κόσμου, με άλλο όμως όνομα. Οι Έλληνες ερμήνευσαν τον κόσμο και το Όλο σύμφωνα με τις δικές τους αντιλήψεις. Αυτή όμως η κοσμοθεώρηση δεν περιορίζεται στην εθνότητα και δεν μπορεί να περιοριστεί σε εθνικιστικά ή ακόμα και εθνικά πλαίσια, μια που η Συμπαντική και η Κοσμική ερμηνεία των Ελλήνων είναι αυτή ακριβώς. Κοσμική, Συμπαντική Ερμηνεία/Ετσι ο καθένας, ανεξαρτήτου χρώματος ή καταγωγής μπορεί να υιοθετήσει τον Ελληνικό Πολυθεϊσμό. Εξάλλου σήμερα, περισσότερο Έλληνες είναι οι πολίτες άλλων χωρών που σέβονται την ελληνική πολυθεϊστική παράδοση πολύ περισσότερο από τον μέσο ελληνόφωνο κάτοικο αυτής της χώρας, που δεν την σέβεται καθόλου

10…Η ανευθυνότητα αποτελεί αντιπροσωπευτικό στοιχείο του χριστιανισμού, ένα χαρακτηριστικό που καλλιεργείται μέσα από την ατιμωρισία και την δίχως όρους μεταμέλεια και έμπρακτης συγχωρέσεως. Αποκαλυπτικό είναι το εδάφιο όπου ο Τζεσουά, πάνω στον σταυρό, δίνει άφεση «αμαρτιών» και εξασφαλίζει θέση στο ουράνιο βασίλειο του, στον εγκληματία που σταυρώνεται μαζί του, μόνο και μόνο επειδή ο εν λόγω εγκληματίας δηλώνει πίστη στο πρόσωπο του Τζεσουά και τον αναγνωρίζει ως «μεσσία». Με μιας λοιπόν διαγράφονται και αποτελούν πλέον στοιχεία άνευ σημασίας, οι όποιες πράξεις του είτε αυτές ήσαν δολοφονίες είτε βιασμοί είτε ληστείες. Αρκεί η δήλωση πίστεως και συνεπώς υποταγής στο πρόσωπο του μεσσία. Τόσο απλά. Μια πρακτική που εφαρμόζεται κατά κόρον. Οι χριστιανοί είναι ουσιαστικά ελεύθεροι να σκοτώνουν, να ληστεύουν να παρανομούν εν γένει αρκεί βεβαίως να εξομολογηθούν και να ζητήσουν συγχώρεση. Έτσι είναι πραγματικά άλογο το πώς οι εκάστοτε επικεφαλής της συγκεκριμένης θρησκείας να υποστηρίζουν με στόμφο ότι ο χριστιανισμός διδάσκει ήθος και αρετή. Αυτό που ζητά επίμονα η θρησκεία αυτή, είναι δηλώσεις πίστεως – όπως ακριβώς ο Τζεσουά. Από την στιγμή ακόμα που γεννιόμαστε, υποχρεούμαστε σε αδιάκοπες δήλωσε και αποδείξεις υποταγής. Το βρέφος, στις σαράντα μέρες πρέπει να πάει στην εκκλησία. Πρέπει να βαπτιστεί, δηλώνοντας ότι μετατρέπεται σε δούλος του θεού. Πρέπει να πίνει το αίμα του μεσσία σε τακτά διαστήματα, δηλώνοντας κάθε φορά εκ νέου την αφοσίωση του στο δόγμα. Η Ελληνική Κοσμοαντίληψη επίσης συγχωρεί και εισάγει μάλιστα την έννοια της εξιλέωσης αλλά αφού πρώτιστα προηγηθεί έμπρακτη μεταμέλεια. Οι ίδιοι οι θεοί των Ελλήνων δείχνουν στους ανθρώπους τον εξαγνισμό. Ο Απόλλων υποχρεούται να καθαρθεί για τον φόνο του Πύθωνας, Ο Άρης δικάζεται γι τον φόνο του βιαστή της κόρης του και πάει λέγοντας. Αλλά η υπευθυνότητα, η ανάληψη ευθυνών και αποδοχή των συνεπειών των πράξεων, αποτελεί χαρακτηριστικό γνώρισμα ανθρώπου με αξιοπρέπεια. Κάτι που δεν επιδιώκει να δημιουργήσει ο χριστιανισμός. Οπότε σήμερα με ένα συγγνώμη και με μία προσευχή, όλα συγχωρούνται. Είναι μετά να απορεί κανείς γιατί συμβαίνουν όσα συμβαίνουν στο χριστιανικό κόσμο;

Υπάρχουν και άλλες, πολλές ακόμα διαφορές. Αυτές όμως είναι από τις πιο σημαντικές. Οι χριστιανικές θέσεις αποτελούν απόρροια όμως της μονοθεϊστικής θεώρησης του κόσμου. Στον μονοθεϊσμό ότι γίνεται, γίνεται όχι για την βελτίωση του ανθρώπου ούτε για την προς τα άνω εξέλιξη του. Ό,τι γίνεται γίνεται για να «δωροδοκηθεί» ο θεός, ό,τι γίνεται, γίνεται για να σώσει ο καθένας την ψυχή του, ό,τι γίνεται, γίνεται για την εξυπηρέτηση και ικανοποίηση ατομικών και μόνο αναγκών με πλήρη αδιαφορία και ακόμα απαξίωση για τους άλλους, για το κοινό καλό. Και αυτό γιατί η αποδοχή του μονοθεϊσμού δεν αποτελεί παρά προέκταση μοναρχικών και φασιστικών αντιλήψεων, είτε από την μία κατεύθυνσι είτε από την άλλη. Δηλαδή είτε από την μεριά των πιστών – όπου όπως ο πιστός περιμένει από τον θεό να τα κάνει όλα, έτσι και ο υπήκοος δεν αμφισβητεί τις αποφάσεις του μονάρχη και αποδέχεται τηνεξ ουρανού κυριαρχία του – είτε από την μεριά της εξουσίας – όπου η εξουσία έμμεσα ταυτίζεται μι τον θεό, απαιτώντας έτσι την ίδια αφοσίωση από τους πιστούς αλλά και την αυτήν δίχως αντιρρήσεις υπακοή. Οπότε χαρακτηριστικά που σκοπό έχουν να ενισχύσουν την προσωπικότητα του ατόμου κα να δραστηριοποιήσουν το άτομο μετατρέποντας τον σε ενεργό πολίτη που απαιτεί και να γνωρίζει κα να ελέγχει τα της εξουσίας, πρέπει να εξαλειφθούν γιατί ακριβώς τα στοιχεία αυτά ίσως οδηγήσουν σε ανατροπή του επιθυμητού στάτους κβό. Δεν είναι τυχαίο λοιπόν η επιμονή σε φράσεις του τύποι ποίμνιο, μαντρί, ποιμενάρχης και όλα τα συναφή. Το αίσθημα ανάγκης της μόνιμης καθοδήγηση: από κέντρο εξουσίας που δεν επιδέχεται ουδεμία αμφισβήτηση, καλλιεργείται από την στιγμή που εισερχόμαστε σε αυτόν τον κόσμο.

Άφησα για το τέλος το μεγάλο όπλο του μονοθεϊσμού. Εφ ‘όσον κατά τον μονοθεϊσμό όλοι μας αποτελούμε δημιουργήματα που μοναδικό σκοπό έχουμε την λατρεία του ανωτέρου όντος, θα έπρεπε να βρεθούν αιτίες που θα ανάγκαζαν, τρόπον τινά, τους ανθρώπους να συμβιβαστούν με αυτήν την ιδέα και να είναι και ευχαριστημένοι. Για τον λόγο αυτό, σε κάθε είδος μονοθεϊσμού, υπάρχει και το αντίπαλο δέος. Ο θεός είναι ο καλός αλλά υπάρχει και το κακό, το κακό που μπορεί μεν να είναι κατώτερο από το καλό, από τον θεό, αλλά που όμως επηρεάζει πολύ ευκολότερα τον άνθρωπο. Έτσι έχουμε την σύλληψη της μορφής του σατανά. Ο σατανάς που θέλει το κακό των ανθρώπων και που συνωμοτεί για να παρασύρει τους ανθρώπους μακριά από το δρόμο του θεού. Όσοι μείνουν πιστοί στον θεό κερδίζουν την «αιώνια» ζωή. Δηλαδή η ψυχή τους που είναι αθάνατη, θα ζει κάτω από την προστασία του δημιουργού σε μια αιώνια γαλήνη. Σε αντίθετη περίπτωση, η ψυχή θα βασανίζεται αιωνίως από τον σατανά και τους βοηθούς του – τους αντίστοιχους αγγέλους του κακού. Ο μονοθεϊσμός δεν μπορεί να στερεωθεί δίχως την πάλη του κακού και του καλού και δίχως βεβαίως την τιμωρία από την μια μεριά και την επιβράβευση από την άλλη. Οπότε από την παιδική ακόμα ηλικία, ο χριστιανός ουσιαστικά τρομοκρατείται με τις εικόνες του σατανά, και εξαναγκάζεται δηλαδή να πράττει ως καλός χριστιανός, διαφορετικά τον περιμένουν οι αιώνιες φλόγες της κολάσεως. Εξάλλου οι αποκαλούμενοι πατέρες της εκκλησίας τονίζουν κατά κόρον στα συγγράμματα τους ότι θα πρέπει στους ανθρώπους να εμφυσηθεί ο φόβος του θεού.

Εδώ τώρα προκύπτει το απλό ερώτημα. Αφού ο θεός είναι και καλός και παντοδύναμος τότε γιατί δεν εξαφανίζει τον σατανά για να ησυχάσουν οι άνθρωποι; Αυτό θα το ρωτούσε ο κάθε λογικός άνθρωπος, αλλά ας μην ξεχνάμε ότι η όλη διάρθρωση των μονοθεϊστικών θρησκειών σκοπεύει στην κατάργηση αυτής ακριβώς της λογικής. Ο θεός λοιπόν αφήνει τον σατανά να υπάρχει επειδή επιθυμεί να δοκιμάζει συνεχώς τους ανθρώπους. Ουσιαστικά η ζωή πάνω στην γη, για μας τους ανθρώπους δεν αποτελεί παρά μια συνεχή δοκιμασία για να πείσουμε τον δημιουργό ότι η θέση μας, αφού πεθάνουμε, δεν είναι στην κόλαση αλλά κάπου καλύτερα. Έτσι ο καθένας ασχολείται μόνο με τον εαυτό του και τη προσωπική του σωτηρία, επιθυμώντας μάλιστα να βρεθεί σε εκείνο το ονειρεμένο μέρος, μια που όλοι οι «καλοί» χριστιανοί θεωρούν εαυτούς άξιους για τον παράδεισο.

Η Ελληνική Θεώρηση δεν έχει το κακό, δεν έχει κανέναν σατανά. Οι θεοί είναι αγαθοί, δεν υπάρχουν κακοί θεοί. Ακόμα και οι μάχες, οι αλληγορικές μάχες με τους Τιτάνες και τους Γίγαντες, δεν έχουν να κάνουν με πάλη κακών εναντίων καλών. Για τον Έλληνα υπάρχει το ωφέλιμο και το βλαβερό. Έτσι οι Τιτάνες ηττώνται από τον Δία γιατί οι παρουσία τους πλέον δεν εξυπηρετεί την πρόοδο των πάντων, όπως και η ήττα των Γιγάντων έπρεπε να συμβεί για να μπορέσει η Γη να ηρεμήσει και να ξεκινήσει η δημιουργία του ανθρώπινου πολιτισμού.

Ο άνθρωπος πράττει το καλό όχι για να κερδίζει θέση στον παράδεισο, αλλά γιατί είναι το καλό και το ωφέλιμο και αυτό πρέπει να κάνει. Χαρακτηριστικό παράδειγμα ο μύθος της Αρετής και της Κακίας. Ο άνθρωπος πράττοντας ό,τι είναι ωφέλιμο για την κοινωνία, συντελεί στην πρόοδο της ανθρωπότητας αλλά και του ιδίου. Μια πνευματική πρόοδος που επιτυγχάνεται και με την μελέτη και με την αναζήτηση των αιτιών των πάντων. Τότε μόνο η ψυχή του, το θεϊκό μέρος του ανθρώπου – σύμφωνα με τους Έλληνες – ξεπερνά τα ανθρώπινα όρια και πλησιάζει το επίπεδο των θεών. Μια πρόοδος που θα φανεί ακόμα περισσότερο όταν, με το θάνατο του σώματος, η ψυχή θα μπορέσει να ενσωματωθεί με το θείο, αν έχει βεβαίως πετύχει αυτήν την εξέλιξη. Ουσιαστικά λοιπόν, η ζωή εκείνου του ανθρώπου που υπήρξε επιζήμια και βλαβερή για τους υπόλοιπους συνανθρώπους του δεν τιμωρείται με την κόλαση – όταν πεθάνει – αλλά είναι αυτή που καθορίζει και εξαναγκάζει την ψυχή του σε χαμηλά, κατώτερα επίπεδα, σταματώντας αλλά και αποτυγχάνοντας την εν δυνάμει εξελικτική πορεία της. Έχοντας όλα αυτά κατά νου, καταλαβαίνουμε γιατί είναι τόσο σημαντική η κοινωνική δράση, η κοινωνική παρουσία του ανθρώπου για τον Έλληνα. Μέσα αυτής της δράσεως βοηθά ή όχι την πρόοδο. Οπότε η ζωή είναι πολύτιμη γιατί σκοπός του ανθρώπου αποτελεί η όσο πιο έντονη συμμετοχή του σε αυτήν.

Για την χριστιανοσύνη η απόσυρση ενός ανθρώπου σε κάποια έρημο – όπως συμβούλεψε με την ζωή του ο Ιωάννης ο αποκαλούμενος και βαπτιστής – αποτελεί σίγουρο δρόμο προς τον παράδεισο. Μακριά από κάθε κοινωνική ή άλλη συναστροφή. Στην αντίπερα όχθη, η θέση της ελληνικής κοσμοαντίληψης όπου ο μοναχισμός είναι κατακριτέος και όπου αποτελεί και την μεγαλύτερη τιμωρία για τον ζωντανό και δραστήριο άνθρωπο.

Κλείνοντας θα πρέπει να τονισθεί το εξής. Το θρησκευτικό συναίσθημα είναι έμφυτο στον άνθρωπο. Όταν αυτό το συναίσθημα γίνεται καταλύτης για την πνευματική αλλά και κοινωνική εξέλιξη του άνθρωπου, τότε μπορούμε με βεβαιότητα να ισχυριστούμε, ότι η συγκεκριμένη θρησκεία που γεμίζει αυτό το έμφυτο συναίσθημα αποτελεί θρησκεία που συντελεί στην πρόοδο της ανθρωπότητας. Όταν όμως μια θρησκεία από την μια δημιουργεί ουσιαστικά ανελεύθερα και καταπιεσμένα πνευματικά και όχι μόνο άτομα και από την άλλη αποτελεί το όχημα για ομάδες ανθρώπων να επιβουλεύονται και να εκμεταλλεύονται με το χείριστο τρόπο τον λαό, πατώντας πάνω ακριβώς σε αυτό το θρησκευτικό συναίσθημα, τότε η συγκεκριμένη θρησκεία είναι υπεύθυνη για την δημιουργηθείσα πνευματική αναπηρία της ανθρωπότητας. Και όχι ακριβώς υπεύθυνη αλλά συνυπεύθυνη γιατί ο κάθε άνθρωπος οφείλει, σαν μια πνευματική, σωματική και ολοκληρωμένη οντότητα που είναι, να προσπαθεί συνέχεια για την δική βελτίωση. Οπότε η αποδοχή εκούσιας ή συνειδητής, μιας καταστάσεως που τον εμποδίζει να πράξει τα ανώτερο), βαρύνει σε πολύ μεγάλο βαθμό και τον ίδιο.

Και αυτό είναι το κύριο νόημα του Ελληνισμού. Η Συμμετοχή, η Δράση, η ανάληψη ευθυνών. Με άλλα λόγια, ο απώτερος στόχος του Ελληνισμού, είναι να αποτελεί μια ελεύθερη, ανεξάρτητη και πάνω απ’ όλα ουσιαστική και για τον ίδιο αλλά και για τον συνάνθρωπο, Ζωή.

Tου Ηρακλή Χαριτίδη

Πηγή: ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΗΜΕΡΑ

Σύνδεσμος στην Πηγή…

0 0 ψήφοι
Article Rating

Συνδρομή
Ειδοποίηση για
guest

0 Comments
Παλαιότερο
Νεότερο Περισσότερο ψηφισμένο
Ενσωματωμένα σχόλια
Δείτε όλα τα σχόλια
0
Θα θέλαμε τις σκέψεις σας, σχολιάστε.x