Στην είσοδο της Αρχαίας Αγοράς, λίγα μέτρα από την ανασκαφή της νότιας σιδηροδρομικής γραμμής του Ηλεκτρικού, εκεί που οι αρχαιολόγοι έφεραν στο φως ένα μεγάλο τμήμα του, μεγάλης αρχαιολογικής σημασίας, βωμού των 12 θεών, τίποτα δεν μαρτυρούσε χθες το μεσημέρι την κινητοποίηση των τελευταίων ημερών. Ισως γιατί είχε επιτευχθεί ο πρώτος στόχος: να μην προχωρήσει η κατάχωση του ευρήματος σύμφωνα με το χρονοδιάγραμμα των ΗΣΑΠ, ύστερα από παρέμβαση του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου.
Η παραπάνω εξέλιξη δεν είναι πρόκριμα για αλλαγή της απόφασης των ΗΣΑΠ, αλλά κερδίζεται χρόνος, πιθανότατα κι από τις δύο πλευρές, για να μην οξυνθεί το κλίμα και φυσικά να μελετηθεί σε μεγαλύτερο βάθος ένα μνημείο αυτής της αρχαιολογικής αξίας. Το δημοσίευμα της «Καθημερινής» του Σαββάτου όπου γινόταν εκτενής αναφορά στο ιστορικό και στη σημασία του βωμού των 12 θεών εκτόνωσε, ίσως προσωρινά, μια συγκεκριμένη αντίληψη για τη θέση των αρχαιοτήτων στη σύγχρονη πόλη, αλλά την επόμενη ημέρα όλοι βρισκόμαστε αντιμέτωποι με ένα παλιό, τεράστιο ιδεολογικό ζήτημα που ταλανίζει την Αθήνα και όλες τις ιστορικές πόλεις του κόσμου. Και η επιβεβαίωση των ευρημάτων (κάθε αρχαιολόγος ήταν σε θέση να γνωρίζει την ακριβή θέση του βωμού αφού ένα μικρό τμήμα του βρίσκεται εντός της Αρχαίας Αγοράς) επαναφέρει τη συζήτηση στο σημείο που την είχαμε αφήσει παλαιότερα, με αφορμή ίσως κάποια άλλη εξίσου σημαντική ανακάλυψη.
Σχολές σκέψης: Οι δύο σχολές σκέψης έχουν συχνά την ίδια αφετηρία, αλλά καταλήγουν σε διαφορετικό συμπέρασμα. Την πρώτη ασπάζονται πολλοί αρχαιολόγοι. Η αρχαία πόλη είναι a priori πιο σημαντική από τη σύγχρονη. Αν επικρατούσαν οι πιο σκληροπυρηνικοί θιασώτες αυτής της αντίληψης το μισό κέντρο της Αθήνας θα ήταν μια ανοιχτή ανασκαφή. Ή ένα αχανές αρχαιολογικό πάρκο. Συχνά είναι υποχρεωμένοι να υπογράψουν αποφάσεις κατάχωσης αρχαιοτήτων που τις υπαγορεύει η λογική, αλλά καθόλου η καρδιά τους. Δυστυχώς για τους ίδιους και για όλους μας αποφάσεις ή αντιλήψεις που επικράτησαν όταν χτιζόταν η σύγχρονη Αθήνα επέβαλλαν μια πραγματικότητα καθόλου ευχάριστη.
Γνωρίζουν ότι κάτω από αλλεπάλληλα οικοδομικά τετράγωνα και έργα υποδομής είναι καταδικασμένα σε αιώνιο σκοτάδι ανεκτίμητα τεκμήρια του αρχαίου κόσμου. Αυτό είναι ένα είδος συνθηκολόγησης ή υποχρεωτικού ρεαλισμού στον οποίο έχουν εκπαιδευθεί πολλές γενιές αρχαιολόγων.
Στην άλλη όχθη συναντάμε τους πιο «πραγματιστές». Κατανοούν την οργή και τη θλίψη πολλών συναδέλφων τους, αλλά αναγνωρίζουν πως η δύναμη του «τώρα» και του «σήμερα» είναι τις περισσότερες φορές ανυπέρβλητη. Στην περίπτωση του βωμού θα εύχονταν να γινόταν το όνειρο πραγματικότητα. Κι αυτός ο γνωστός-άγνωστος θησαυρός της αρχαίας Αθήνας να έβλεπε ξανά το φως του ήλιου. Αλλά αναγνωρίζουν πόσα εμπόδια υπάρχουν σε αυτόν τον δρόμο. Τα ευρήματα βρίσκονται κατά μήκος των γραμμών του Ηλεκτρικού Σιδηροδρόμου. Ολες οι εναλλακτικές λύσεις, χωρίς ακόμα να γνωρίζουμε κατά πόσο είναι εφικτές τεχνικά, θα προκαλέσουν τεράστια αναστάτωση στη ζωή της πόλης και θα έχουν μεγάλο οικονομικό κόστος. Πώς να συμβιβάσουμε τα ασυμβίβαστα;
Η Αθήνα αντιμέτωπη για πολλοστή φορά με τον ίδιο της τον εαυτό.
Η παραπάνω εξέλιξη δεν είναι πρόκριμα για αλλαγή της απόφασης των ΗΣΑΠ, αλλά κερδίζεται χρόνος, πιθανότατα κι από τις δύο πλευρές, για να μην οξυνθεί το κλίμα και φυσικά να μελετηθεί σε μεγαλύτερο βάθος ένα μνημείο αυτής της αρχαιολογικής αξίας. Το δημοσίευμα της «Καθημερινής» του Σαββάτου όπου γινόταν εκτενής αναφορά στο ιστορικό και στη σημασία του βωμού των 12 θεών εκτόνωσε, ίσως προσωρινά, μια συγκεκριμένη αντίληψη για τη θέση των αρχαιοτήτων στη σύγχρονη πόλη, αλλά την επόμενη ημέρα όλοι βρισκόμαστε αντιμέτωποι με ένα παλιό, τεράστιο ιδεολογικό ζήτημα που ταλανίζει την Αθήνα και όλες τις ιστορικές πόλεις του κόσμου. Και η επιβεβαίωση των ευρημάτων (κάθε αρχαιολόγος ήταν σε θέση να γνωρίζει την ακριβή θέση του βωμού αφού ένα μικρό τμήμα του βρίσκεται εντός της Αρχαίας Αγοράς) επαναφέρει τη συζήτηση στο σημείο που την είχαμε αφήσει παλαιότερα, με αφορμή ίσως κάποια άλλη εξίσου σημαντική ανακάλυψη.
Σχολές σκέψης: Οι δύο σχολές σκέψης έχουν συχνά την ίδια αφετηρία, αλλά καταλήγουν σε διαφορετικό συμπέρασμα. Την πρώτη ασπάζονται πολλοί αρχαιολόγοι. Η αρχαία πόλη είναι a priori πιο σημαντική από τη σύγχρονη. Αν επικρατούσαν οι πιο σκληροπυρηνικοί θιασώτες αυτής της αντίληψης το μισό κέντρο της Αθήνας θα ήταν μια ανοιχτή ανασκαφή. Ή ένα αχανές αρχαιολογικό πάρκο. Συχνά είναι υποχρεωμένοι να υπογράψουν αποφάσεις κατάχωσης αρχαιοτήτων που τις υπαγορεύει η λογική, αλλά καθόλου η καρδιά τους. Δυστυχώς για τους ίδιους και για όλους μας αποφάσεις ή αντιλήψεις που επικράτησαν όταν χτιζόταν η σύγχρονη Αθήνα επέβαλλαν μια πραγματικότητα καθόλου ευχάριστη.
Γνωρίζουν ότι κάτω από αλλεπάλληλα οικοδομικά τετράγωνα και έργα υποδομής είναι καταδικασμένα σε αιώνιο σκοτάδι ανεκτίμητα τεκμήρια του αρχαίου κόσμου. Αυτό είναι ένα είδος συνθηκολόγησης ή υποχρεωτικού ρεαλισμού στον οποίο έχουν εκπαιδευθεί πολλές γενιές αρχαιολόγων.
Στην άλλη όχθη συναντάμε τους πιο «πραγματιστές». Κατανοούν την οργή και τη θλίψη πολλών συναδέλφων τους, αλλά αναγνωρίζουν πως η δύναμη του «τώρα» και του «σήμερα» είναι τις περισσότερες φορές ανυπέρβλητη. Στην περίπτωση του βωμού θα εύχονταν να γινόταν το όνειρο πραγματικότητα. Κι αυτός ο γνωστός-άγνωστος θησαυρός της αρχαίας Αθήνας να έβλεπε ξανά το φως του ήλιου. Αλλά αναγνωρίζουν πόσα εμπόδια υπάρχουν σε αυτόν τον δρόμο. Τα ευρήματα βρίσκονται κατά μήκος των γραμμών του Ηλεκτρικού Σιδηροδρόμου. Ολες οι εναλλακτικές λύσεις, χωρίς ακόμα να γνωρίζουμε κατά πόσο είναι εφικτές τεχνικά, θα προκαλέσουν τεράστια αναστάτωση στη ζωή της πόλης και θα έχουν μεγάλο οικονομικό κόστος. Πώς να συμβιβάσουμε τα ασυμβίβαστα;
Η Αθήνα αντιμέτωπη για πολλοστή φορά με τον ίδιο της τον εαυτό.
Πηγή: ΕΝΝΕΑ ΕΤΗ ΦΩΤΟΣ