Με τα χρόνια η πόλη χτίστηκε, απλώθηκε μέχρι το λοφάκι, σπίτια κι αργότερα πυκνές πολυκατοικίες πνίξανε τη περιοχή όμως το μικρό καφενεδάκι είχε το προνόμιο να βγάζει τα τραπεζάκια του στον κατηφορικό δρομάκο και πάνω στην πλατεία που δημιουργήθηκε για να βγαίνουν τη βόλτα τους οι περίοικοι και για να παίζουν τα παιδιά τους-τα πιο «ξανθά» της Αθήναςλέγαμε τότε διακωμωδώντας τους γάμους των πλουσίων Κολωνακιωτών με βόρειες Ευρωπαίες.
Στα 80’ς και στα 90’ς το καφενείο γνωρίζει ξανά μεγάλες δόξες, οι λογοτέχνες δίνουν και πάλι το παρόν με ατέλειωτες συζητήσεις και τρανταχτούς καβγάδες, μαζί τους και η κινηματογραφική ιντελιγκέντσια της εποχής-Περράκης, Κούνδουρος, Παναγιωτόπουλος, Αντιγόνη Αμανίτου, Κωνσταντίνος Τζούμας και άλλοι. Τριγύρω τους και η νεολαία που οσμίζεται την κατάσταση και γεμίζει τα τραπεζάκια πίνοντας μπίρες, ούζα, τσιμπολογώντας μεζεδάκια και αναπνέοντας «κουλτουριάρικο» αέρα.
Ύστερα ήρθε η παρακμή, ο Δήμος που εκμεταλλευόταν το κτίριο, λένε οι φήμες, ζητούσε υπέρογκα νούμερα για ενοικίαση, το καφενεδάκι έμεινε κλειστό για 4-5 χρόνια. Μέχρι πριν λίγο καιρό που το ανέλαβε ο Νεκτάριος Νικολόπουλος (γνωστός από το Ten και το Eleven πιο παλιά, δικά του και το Albion του Ψυχικού, το Stalin στο Χαλάνδρι, η Φτελιά στη Μύκονο).
Το καινούργιο καφέ- ουζερί, μαθαίνουμε, θα’ χει πράσινες τέντες, θα είναι πολύ απλό και ελαφρώς «παλιακό» στο ντεκόρ του, θα είναι ανοιχτό από το πρωί στις 8 μέχρι όσο αργά πάει το βράδυ, με καφέδες, ούζα, μπίρες και ελληνικό τσιμπολόγημα όπως παλιά-και ποτήρι με τα πιρουνάκια του μεζέ μέσα, θα’ χει και γραμμόφωνο με παλιούς δίσκους από όπερες μέχρι Ζαμπέτα, και κυρίως όπως μας λέει ο Νεκτάριος φιλοδοξεί να αναβιώσει τη παλιά διανοουμενίστικη ατμόσφαιρά του. Ανοίγει γύρω στις 10-15 Ιουλίου, θα λειτουργεί και τον χειμώνα.
Πηγή: Καλά Νέα