ΒΕΒΗΛΟΙ
Βέβηλοι καλούνται εκείνοι oι άνθρωποι των οποίων η διανοητική τους αξία δεν τους επιτρέπει να εκτιμήσουν τη θεία Φύση και τα υπέροχα και θεία μυστικά της, τα οποία χρησιμοποιούμενα παρά των ανθρώπων δίδουν στις ψυχές τους πραγματικές πτέρυγες γιά να ίπτανται και κατανοούν τις Θείες καταστάσεις των πνευματικών κόσμων.
Βέβηλοι είναι εκείνοι oι οποίοι είναι πάντοτε πρόθυμοι να ασεβούν κατά των νόμων της θείας Φύσεως, να περιφρονούν την αξίαν των νοητικών της όντων και να υβρίζουν δια των πράξεών τους τούς νόμους εκείνους δια των οποίων εξασφαλίζεται η ύπαρξη και η πρόοδος τους. Στους τοιαύτης διανοητικής καταστάσεως ανθρώπους τα υπέροχα πνευματικά τέκνα της θείας Φύσεως ουδέποτε εμπιστεύονται τα μεγάλα της μυστικά. Το ίδιο δε πράττουν και οι μυημένοι στις Αλήθειες της Φύσεως για να μη περιέρχονται και αυτοί στην κατάσταση των βέβηλων.
ΕΝΑΡΕΤΟΙ
Ενάρετοι είναι οι μύστες γιατί και στις μεταξύ τους σχέσεις και σε εκείνες προς τους άλλους ανθρώπους ασκούν τις αρχές της αρετής και σκέπτονται και ενεργούν με βάση αυτές.
Ενάρετοι είναι οι μύστες διότι δεν ενδιαφέρονται μόνον γιά τους εαυτούς των, αλλά ενδιαφέρονται και περί πάντων των άλλων που ευρίσκονται στην ακτίνα της ενεργείας τους και αισθάνονται την υποχρέωση να παρέχουν προς τους άλλους ό,τι τους επιτρέπει η δυναμική τους ενέργεια, σε ίσον βαθμόν προς ό,τι παρέχουν στον ίδιο τον εαυτό τους προς εξυπηρέτηση της ανθρωπίνης τους ζωής και της ψυχικής τους προόδου. Εάν ενεργήσουν αντιθέτως, τότε θα χωρίσουν τα άτομά τους από τους άλλους ανθρώπους και στην περίπτωση αυτή θα αρνηθούν να αναγνωρίσουν τα δικαιώματα επί της ζωής και της προόδου των άλλων.
Η άρνηση από τους μύστες της αναγνωρίσεως των δικαιωμάτων των άλλων θέτει αυτούς ως πορευομένους εκτός ηθικών αρχών, οι δε πορευόμενοι εκτός ηθικών αρχών είναι βέβηλοι . Οι μύστες όχι μόνον πρέπει να αναγνωρίζουν τα δικαιώματα επί της ζωής και της προόδου των άλλων ανθρώπων, αλλά και να συντρέχουν και στην σύνταξη και θέσπιση κοινωνικών νόμων, που να προστατεύουν τα δικαιώματα αυτά. Οι τοιαύτης φύσεως νόμοι λαμβάνουν την έννοια των ηθικών νόμων και γίνονται κατά το παράδειγμα το προκύπτον από τις σχέσεις των καθόλου νόμων της θείας Φύσεως, οι οποίοι δια της λειτουργίας τους εμφανίζουν τις θείες αρμονίες των κόσμων και των μορφών τους και δια των αρμονιών αυτών πληρούνται οι κατά μέρος σκοποί των όντων της θείας Φύσεως.
Παρόμοιους ηθικούς νόμους πρέπει να δημιουργήσει και η ανθρώπινη κοινωνία για να εμφανισθεί μεταξύ των ατόμων αυτής αρμονία και να εκπληρωθεί ο ανθρώπινος σκοπός τους. Ενάρετος είναι ο μύστης ο έχων στις ενέργειές του την κατεύθυνση αυτή. Αντίθετη κατεύθυνση του μύστη δεν θα του επιτρέψει να εκπληρώσει τον ανθρώπινο σκοπό του για να έλθει σε θειότερο πνευματικό κόσμο, αλλά θα επανέρχεται να ζει επί του αυτού ανθρώπινου κόσμου, όπου αντίθετοι ηθικοί νόμοι επικρατούν, οι νόμοι εκείνοι οι οποίοι χωρίζουν τα κοινωνικά άτομα και υπαγορεύουν στις σχέσεις τους να επικρατούν ταπεινές και εγωιστικές πράξεις, οι νόμοι εκείνοι που έχουν θεσπισθεί και εφαρμόζονται από την ανθρώπινη ανοησία και την περιφρόνηση προς τους νόμους της Θείας Φύσεως.