ΤΑ ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΔΕΔΟΜΕΝΑ ΤΩΝ ΕΓΚΥΡΩΝ ΠΗΓΩΝ
Ι. Εισαγωγή
Ό μέγας μυστήριος, ό γνωστός άγνωστος, ό παράξενος ταξιδιώτης. Πέθανε επί Νέρωνος το 64 μ.Χ., δύο όμως σοβαροί eκκλησιαστικοί συγγραφείς, ό Εύσέβιος Καισαρείας κι ό Ιερώνυμος, τοποθετούν τον θάνατο του στα 67 μ.Χ.
Ωστόσο πιάστηκε το 64 μ.Χ. στις μέρες της πυρπόλησης της Ρώμης. Σ’ αυτή την πυρκαγιά κάηκαν τα πιο ξακουστά οίκοδομήματα: Ό Ιππόδρομος, το Παλατινό, οι ναοί της Σελήνης, του Δία, του Ηρακλή και άλλα. Μάλιστα διωχετεύτηκε ή φήμη πώς τη φωτιά την εβαλε ό Νέρων. “Όμως αυτή ή εκδοχή στον σοβαρο ερευνητή μόνο μειδίαμα προκαλεί. Με όσα τουλάχιστον αναφέρουν ό Τάκιτος κι ό Σουετώνιος ό Νέρων ήταν όντως φύση καλλιτεχνική.
Λάτρευε την ομορφιά της ζωής, την ποίηση, τον αθλητισμό κι ήταν γοητευμένος αθεράπευτα από το Ελληνικό Πνεύμα. Σεβόταν απεριόριστα όλα τα ιερά σεβάσματα της Ρώμης. Ηταν ό πρώτος μη χριστιανικός αυτοκράτορας πού με νόμους νοιάστηκε για τους φτωχούς και τους δούλους. Άπαγόρεψε τις μονομαχίες, γιατί μισούσε το αίμα. Άνέβαλλε να ύπογράψη θανατικές καταδίκες, για να πεθάνουν οι κατάδικοι στα γεράματα τους. Διέταξε το σταμάτημα των πολεμων, για να σταματήση το δουλεμπόριο, πού από αυτό πλούτιζαν οί συγκλητικοί. Υπήρξε πάνω άπ’ όλα φιλέλληνας. Δύο φορές ήλθε στήν Ελλάδα, πήρε μέρος στους Ολυμπιακούς αγώνες, χάρισε την ελευθερία στην Πελοπόννησο και για πέντε χρόνια απάλλαξε την Ελλάδα από φόρους. Έτσι ή φιλολαϊκή και φιλελληνική του πολιτική ξεσήκωσε εναντίον του την πλουτοκρατία και τον Ίουδαιοχριστιανισμό, πού από κοινού προσπαθούσαν την δολοφονία του με αρχηγό της συνωμοσίας τον δάσκαλο του Σενέκα.
Την ήμερα λοιπόν της πυρκαγιάς ό Νέρων κήρυξε σε πένθος την πόλη κι έδωσε το είναι του για την περίθαλψη των θυμάτων της πυρκαγιάς και για την αποκατάσταση των ζυμιών. Συνεπώς μία τέτοια πρωτόγνωρη για την εποχή προοδευτική ψυχή ήταν αδύνατο να θέλησε να κάνη ένα τέτοιο μεγάλο κακό. Δεν είναι όμως παράξενο, όπως μας πληροφορεί ό Τάκιτος, ότι συναντούσε κανείς στους δρόμους την ήμερα της πυρκαγιάς ανθρώπους μ’ αναμμένους δαυλούς, πού τους πετούσανε μέσα στα σπίτια, επεκτείνοντας έτσι τη φωτιά;
II. “Οι εκ της Καίσαρος οικίας… ”
Ποιοι κρυφά και ύπουλα έσκαβαν τον λάκκο του Νέρωνα; Πρώτος και καλύτερος ό ίδιος ό δάσκαλος και παιδαγωγός του, ό Σενέκας, ό μεγάλος στωικός φιλόσοφος, ό ομοϊδεάτης του Πείσων, ό Γάλβας και πολλοί “οί εκ της του Καίσαρος οικίας” (Φιλιππισίους 4,22). Ποιόν είχε αδελφό ό Σενέκας; Τον Γαλλίωνα, τον ανθύπατο της Αχαΐας. Δεν είναι περίεργο πού, ενώ ό Παύλος συλλαμβάνεται στην Κόρινθο, απελευθερώνεται από τον Γαλλίωνα (Πράξεις 18, 12-17), δίχως μάλιστα ν’ άπολογηθη; Δεν είναι ακόμα παράξενο, ότι ό Παύλος αλληλογραφούσε με τον Σενέκα; Μας το πληροφορούν ό Ιερώνυμος και ό Αυγουστίνος. Αλήθεια δεν μπαίνει κανείς στην υποψία, ότι ό Παύλος ταξιδεύει μέχρι την Ισπανία (“ως εάν πορeυωμαι εις Iσπανίαν, έλευσομαι πρός υμάς”: (Ρωμαίους 15,24), άφοϋ έκεϊ διοικεί ό Γάλβας, ό συνωμότης κατά του Νέρωνα και συσσυνωμότης με τον Πείσωνα και τον Σενέκα, πού ό τελευταίος έχει αδελφό τον Γαλλίωνα τον ανθύπατο της Αχαΐας, πού απελευθερώνει τον Παύλο, χωρίς ν’ άπολογηθη στην Κόρινθο;
Τελικά ποιοι είναι αυτοί “οι εκ της Kαίσαρος οίκίας”, πού από την καρδιά της Ρώμης στέλνουν τους αδελφικούς των ασπασμούς στους αδελφούς των Φιλίππων; Είναι δηλαδή ό Σενέκας, ό Πείσων ή ό Βουρος; Μα αυτός πάλι ό Έπαφρόδιτος; Δεν είναι περίεργο πώς αυτός ό συνεργάτης και συστρατιώτης του Παύλου (Φιλιππισίους 2,25 και 4,18) εϊναι αυτός πού έμπηξε το μαχαίρι στον λαιμό του Νέρωνα, γιατί εκείνος δεν είχε το κουράγιο ν’ αύτοκτονήση; Μα εκείνο πάλι το περίεργο της “Αποκάλυψης” του Ιωάννη; Διαβάστε: “Ή γυναiκα πού είδες είναι ή πόλη ή μεγάλη (Ρώμη) που έχει την εξουσία της σ’oλους τους βασιλείς της γης… σε μια μέρα θα γέμιση πληγές και με φωτιά θα κατακαη… καθε κυβερνήτης, οι ναυτες κι όσοι στη θάλασσα εργάζονται από μακριά θα βλέποuν τον καπνό της, όταν θα καίεται” (κεφ. 17 και 18). Δεν μοιάζει στ’ αλήθεια σαν ένα σχέδιο δράσης; Ας μη ξεχνάμε πώς ή “Αποκάλυψη” εiν’ ένα βιβλιο με πολύ καμουφλάζ. Διαβάστε ωστόσο την αρχή του 13ου κεφαλαίου των “Πράξεων”, για να βρεθήτε μπροστά σ’ ένα άλλο περίεργο. “Στην εκκλησία της Αντιόχειας ήταν μερικοί προφήτες, δηλαδή ό Βαρνάβας, ό Συμεών, που λεγόταν καί Nίγερ, ό Λουκιος από την Κυρήνη, ό Μαναήν ό συμμαθητής του Ηρωδη του τετράρχη (‘Αγρίππα) κι ό Σαυλος”. Πώς έλαχε όμως αυτός ό προφήτης καΐ συνεργάτης του Παύλου, ό Μαναήν, να είναι αυτός πού στις μέρες της πυρκαγιάς της Ρώμης, το 64, σήκωσε σε επανάσταση τους εθνικιστές Ιουδαίους της Παλαιστίνης; Συνδέοντας oλ’ αυτά τα ονόματα και τα γεγονότα μεταξύ τους καταλήγει κανείς στο παράξενο συμπέρασμα, πώς του Παύλου ή σύλληψη κι ή μετάβαση του στη Ρώμη ήταν εσκεμμένη και καλά μελετημένη από ένα συνωμοτικό σχέδιο, πού στόχευε στην ταυτόχρονη ανατροπή του Νέρωνα με την πυρπόληση της Ρώμης και τον ξεσηκωμό των Εβραίων στα Ιεροσόλυμα.
Τα γεγονότα μιλούν μόνα τους. Ενώ συλλαμβάνεται στο Ναό των Ιεροσολύμων και την ώρα πού παίζεται ή ζωή του (Πράξεις 21, 22-23), ό Ρωμαίος χιλίαρχος Κλαύδιος Λυσίας με όλη την στρατιωτική του δύναμη τον άποσπα από τα χέρια των Εβραίων. Τώρα στο “κρατητήριο” είναι ελεύθερος. Μάλιστα, ένω έξω οι Εβραίοι ουρλιάζουν, ό Λυσίας του επιτρέπει να μιλήση, προστατεύοντας τον στρατιωτικά. Άνετος λοιπόν ό Παύλος, κι ας είναι “κρατούμενος”. Ως και ό ανεψιός του, της αδελφής του ό γιος, μπαίνει ανενόχλητα στο “κρατητήριο”, για να ειδοποίηση τον θειο του, πώς οι Εβραίοι του ετοιμάζουν ενέδρα. Και ό Παύλος, “προσkαλεσάμενος ένα των έκατοντάρχων εφη: τον νεανίαν τουτον άπαγε προς τον χιλίαρχον, έχει γαρ τι άπαγγειλαι αυτω”. Και να ή ενέργεια του χιλίαρχου: Φωνάζει δύο έκατόνταρχους και τους διατάζει να συγκεντρώσουν δύναμη διακοσίων στρατιωτών, εβδομήντα ιππέων και διακοσίων λογχοφόρων, και το βράδυ στις εννιά να μεταφερθή ό Παύλος από τα Ιεροσόλυμα στην Καισαρεία της Παλαιστίνης – μία απόσταση κοντά στα εκατό χιλιόμετρα – κι αυτό για να μη κινδυνέψη στον δρόμο, για να δικαστή από τον Φήλικα τον ηγεμόνα. Και δεν είναι και πάλι περίεργο, πού, ένω ό Παύλος είναι κρατούμενος, γνωρίζει το περιεχόμενο του δικογράφου πού ό Λυσίας στέλνει συνοδευτικά στον ηγεμόνα της Ιουδαίας;
III. Οι ανέσεις της φυλακής καί το ταξίδι στη Ρώμη
Ωστόσο σε λίγες μέρες οι προύχοντες Εβραίοι καταφθάνουν στην Καισαρεία και καταθέτουν στον ηγεμόνα μήνυση εναντίον του Παύλου, πού έλεγε: “Ευρόντες γαρ τον άνδρα τουτον λοιμόν (πληγή κοινωνική) καί κiνουντα στάσεις πάσι τοις Ίουδαίοις τοις κατά την οίκουμένην, πρωτοστάτην τε της των Ναζωραίων αίρέσεως… δυ και έκρατήσαμεν…” (Πράξεις 24, 5). Στην απολογία του o Παύλος δεν ανέπτυξε θέμα τριαδικότητας του θεού, παρά είπε: “Για την θρησκεία που μου λένε ότι ανήκω και που οί κατήγοροι μου την λένε αίρεση, σας λέω ότι πιστευω στον θεό των πατέρων μας, πιστεύω σ’ όσα διδάσκει ό Νόμος και οί προφήτες. Την ελπίδα μου την έχω στο θεό, όπως το παραδέχονται και οί κατήγοροι μου, δηλαδή ελπίζω στην ανάσταση νεκρών δικαίων και άδικων” (Πράξεις 24,14-15). Ό Φήλιξ δεν πήρε αμέσως απόφαση, για να μάθη, λέει, περισσότερα γι’ αυτή την θρησκεία, όταν κατεβή στην Καισαρεία ό χιλίαρχος. Δίνει όμως διαταγή στον έκατόνταρχο, “τηρεiσθαι αυτόν εχειν τε άνεσιν και μηδένα κωλυειν των ίδιων αυτον υπηρετεiν αυτω” (Πράξεις 24, 23-24). Τo παράξενο όμως είναι πού τoν επισκεπτότανε συχνά ό Φήλιξ μαζί με την γυναίκα του. Δύο χρόνια τον κράτησε ελπίζοντας, λέει, να απόσπαση χρήματα άπ’ αυτόν. Περίεργο δεν είναι; Που θα εύρισκε ό Παύλος τα χρήματα; Του είχαν περισσέψει από την εμπορία σκηνών; Γεννιέται όμως ή απορία: Ποιοι τον “υπηρετούσαν”, πώς τους πλήρωνε και πώς τα “έβγαζε πέρα” δύο χρόνια “άνεργος”; Στο μεταξύ φεύγει ό Φήλιξ καί τον αντικαθιστά ό Πόρκιος Φήστος. Ωστόσο οί Ιουδαίοι δεν ξεχάσανε τον Παύλο. Φαίνεται, δεν “ικανοποιήθηκαν από την απολογία του”. Με σκοπό να του στήσουν “ενέδρα” παρουσιάζονται στο νέο ηγεμόνα και του ζητούν να τον στείλη να δικαστή στα Ιεροσόλυμα. Οι Ιουδαίοι εδώ είναι οί άρχοντες. Ναι, μα μέχρι χθες ό Παύλος ήταν όργανο τους. “Άρα ή σύλληψη του είναι σκηνοθετημένη. Ό Παύλος είναι πιόνι της άρχουσας τάξης.
Λίγη υπομονή όμως. Ό νέος ηγεμόνας, πού ενημερώθηκε καλά από τον προκάτοχο του, απορρίπτει την πρόταση τους. Του επιτρέπει όμως να κουβεντιάση μαζί τους ελεύθερα. Όμως το παράξενο αποκορυφώνεται με την τιμητική παρουσία του βασιλικού ζεύγους Ηρώδη Άγρίππα και Βερενίκης στην δίκη του Παύλου. “Τη ουν έπαυριον έλθόντος του Άγρίππα και της Βερενίκης μετά πολλής φαντασίας και εισελθόντων εις το ακροατήριόν συν τοις χιλιάρχοις και τοις άνδράσι τοις κατ’ εξοχήν όνοι της πόλεως” (Πράξεις 25,23). Γιατί δηλαδή τόση επισημότητα και τιμή για ένα “κινουντα στάσεις πάσι τοις Ίουδαίοις τοις κατά την οίκουμένην”; Δεν είναι περίεργο; Μήπως o Σενέκας έχωσε καλά την “ουρά” του; Είναι παράξενη όλη ή διαδικασία με τo να κουβεντιάζη ένας βασιλιας με ένα “οικουμενικό ταραξία” και στο τέλος να του πετά κι ένα ευτράπελο: “εν όλίγω με πείθεις χριστιανόν γενέσθαι” (Πράξεις 26,28). Κι ενώ όλη ή “δικαστική ατμόσφαιρα” είναι με το μέρος του, ό Παύλος ρίχνει το “γάντι”: Ζητά να δικαστή από το αυτοκρατορικό δικαστήριο στη Ρώμη. Την ώρα άκριβώς εκείνη πού κατάλαβε πώς θα αφηνόταν ελεύθερος. “Άγρίππας δέ τω Φήστω εφη, άπολελυσθαι έδυνατο ό άνθρωπος οντος, ειμή έπεκέκλητο καίσαρα” (Πράξεις 26, 32). Δηλαδή ή επίκληση του αυτοκράτορα ήταν σε ώρα κινδύνου ή σε ώρα κατάλληλη για κάποιο συγκεκριμένο σχέδιο; Στην Ρώμη δεν ξέρει μόνο τον Σενέκα, τον Πείσωνα, τον Βούρο, τον Γάλβα, τον Έπαφρόδιτο και τόσους άλλους “εκ της καίσαρας οικίας” συνδέεται και με άλλα υψηλά ιστάμενα πρόσωπα, πού τους θυμάται στις επιστολές του: “Άσπάσασθε τους εκ των Αριστοβούλου, άσπάσασθε Ήρωδέωνα τον συγγενή μου, άσπάσασθε τους εκ των Ναρκίσσου” (προς Ρωμαίους 16,10-12). Έτσι ό Παύλος οδηγείται κρατούμενος στη Ρώμη. Ηταν όμως ένα ταξίδι γεμάτο ναυάγια και ταλαιπωρίες (Πράξεις 27, 28).
Σε μία στιγμή όμως το πλοίο κόλλησε στην ξέρα και να πάλι το παράξενο: Επειδή οι φρουροί στρατιώτες με το κόλλημα του πλοίου φοβήθηκαν μήπως οi κρατούμενοι πέσουν στη θάλασσα και δραπετεύσουν, σκέφτηκαν να τους σκοτώσουν όλους. “Ομως,έπειδή ό επικεφαλής έκατόνταρχος ήθελε ζωντανό τον Παύλο, δεν το έπραξαν (Πράξεις 27, 42). Είχε δηλαδή ρητή διαταγή για τον Παύλο ο έκατόνταρχος; Ηταν “μιλημένος”; Ωστόσο το ναυάγιο τους πέταξε στην Μάλτα και μετά τρεις μήνες ο Παύλος έφθασε στη Ρώμη.
IV. Ή περίεργη ελευθερία επικοινωνίας στη Ρώμη
Το παράξενο κι εδώ είναι ότι ό κρατούμενος και υπόδικος Παύλος “εμεινε διετιαν ολην εν ιδίω μισθώματι και άπεδέχετο πάντας τους εισπορευομένους προς αυτόν άκωλυτως” (Πράξεις 28, 30). Αλήθεια, ποιος του πλήρωνε το νοίκι; Με την άνεση του λοιπόν καλεί όλους τους πρόκριτους Ιουδαίους της Ρώμης στο “σπίτι” του (Πράξεις 28, 17-20). Υπήρχαν στη Ρώμη Ιουδαίοι, άφου τους είχαν εκτοπίσει όλους από έκεi; Μήπως ήταν δούλοι στην υπηρεσία του καίσαρα; Ποιόν έστειλε και τί τους είπε; Ότι τους θέλει ένας υπόδικος να τους μιλήση; Στους καλεσμένους του είπε, λένε οι “Πράξεις”, πώς είναι αυτή τη στιγμή αλυσοδεμένος, “ενεκεν της ελπίδος του Ισραήλ.”. Δηλαδή για τους ακροατές του ποια ήταν αυτή ή ελπίδα του Ισραήλ; Ή ανάσταση των νεκρών; “Η μήπως ή ανάσταση του λαού και της πατρίδος τους από τη Ρωμαϊκή υποδούλωση; “Όταν δηλαδή οι οδοιπόροι προς Εμμαούς λένε για τον Ιησού πώς “αυτός εστίν o μέλλων λυτρουσθαι τον ‘Ίσραήλ”, εννοούν πώς θα τους κληροδοτήση τον Παράδεισο; Όταν o Παύλος απευθύνεται σε Ιουδαίους, πού τους λέει πώς πάει να δικαστή για χάρη της “ελπίδος του Ισραήλ”, δεν είναι σα να τους λέη, είμαι ένας “Ζηλωτής”, κρατούμενος; Και να πάλι άλλο παράξενο: Ενώ οι πρόκριτοι της Ιερουσαλήμ εξοργίσθηκαν από τα λεγόμενα του, θεωρωντας τον ένοχο θανάτου, πώς δεν τον λιθοβόλησαν σαν τον Στέφανο; Λένε οι “Πράξεις”, πώς οι Εβραίοι της Ρώμης δεν ξέρουν τίποτα (28, 21), ξεχνώντας πώς πιο πάνω είπαν πώς τον περίμεναν στην είσοδο της πόλης (Πράξεις 28, 15). Δύο χρόνια, μας λένε οι “Πράξεις”, ό Παύλος έμεινε κρατούμενος. Γιατί; Τόσο αργούσε το αυτοκρατορικό δικαστήριο; Γιατί κόβουν την διήγηση έτσι απότομα; Ό “κράτιστος Θεόφιλος” δεν θα είχε την περιέργεια, αν μη την αγωνία, να μάθη τί απέγινε ό Παύλος; Όλα όμως αυτά τα παράξενα μας οδηγούν στην “αμαρτωλή” σκέψη, πώς ό Παύλος έχει σχέση με τη πυρκαγιά της Ρώμης. Γι’ αυτό και ήρθε στη Ρώμη. Ή κράτηση του ήταν το “άλλοθι” του. Μπορούμε να πούμε πώς οι δικοί του στη Ρώμη τον “απελευθέρωσαν”. Έκτος του ότι ήταν στο σχέδιο δράσης, αλλά και μέσα σ’ εκείνο τον πανικό, ήταν εύκολο να σχεδιαστή μία “απόδραση”. “Όταν τα κείμενα της Καινής Διαθήκης έχουν άλλοιωθη κατά το “δοκούν”, τότε οι αλήθειες βγαίνουν με το σταγονόμετρο. Ό Παύλος λοιπόν απελευθερώθηκε και κρύφτηκε στην Τροία. Έκεi τον συνέλαδαν σαν συνυπεύθυνο της πυρπόλησης της Ρώμης.
V. Αποσιώπηση, και “μη έπαισχυνθης έμέ…”
Ή αποσιώπηση αυτού του τραγικού γεγονότος από μέρους των “Πράξεων”, αφού ή χρονολογία του συμπίπτει με την παρουσία του Παύλου στη Ρώμη, είναι χαρακτηριστική. “Ας διαβάσουμε ένα κομμάτι της τελευταίας του επιστολής, άπό τη Ρώμη στον φίλο του Τιμόθεο πού βρίσκεται στην Έφεσο (Β’ Τιμόθεον Ι, 3-8): “Χάριν έχω τω θεώ από προγόνων, μη ουν έπαισχυνθης το μαρτυριο του Κυριου ημών μη δε έμέ τον δέσμιον αυτον”. Δηλώνει δηλαδή πώς ή πίστη του στον θεό παραμένει όπως του την δίδαξαν οι προγονοί του, πού είναι θεός προστάτης και λυτρωτής του Εβραϊκού λαού. Προτρέπει τον Τιμόθεο να μη ντρέπεται για τον Ιησού, πού δικάστηκε ως πολιτικός εγκληματίας, και να μη νοιώθη ντροπή για τα δεσμά του στη Ρώμη. θα μπορούσε δηλαδή ό Τιμόθεος να νοιώθη ντροπή για τον κρατούμενο μεγάλο δάσκαλο του; Σαν ποια κατηγορία του προσήψαν του Παύλου στη δεύτερη του σύλληψη στη Ρώμη, πού μπορεί να νοιώθουν ντροπή οι φίλοι και συνεργάτες του; Λακωνικά μας τα λέει. Μήπως γι’ αυτό τον εγκατέλειψαν ό Φύγελος, ό Ερμογένης, ό Δήμας, ό Κρήσκης και τόσοι άλλοι, ενώ ό Αλέξανδρος ό χαλκωματάς του προξένησε πολλά κακά; (1, 15 & 4, 9-16). Ποια όμως κακά; Τον εγκατέλειψαν, λέει στην πρώτη του απολογία. Δηλαδή αυτά τα ονόματα πού τον εγκατέλειψαν ήταν μάρτυρες υπεράσπισης του, πού τους έφερνε μαζί του από την Καισαρεία στη Ρώμη; Και πώς δεν αναφέρονται στις “Πράξεις” στη διήγηση του ναυαγίου; Μήπως ή φράση “πρώτη μου απολογία” είναι εμβόλιμη κάποιου αντιγραφέα; Άφοϋ όλα στον Παύλο πήγαιναν τόσο καλά; Σπίτι να νοικιάζη του έπιτρέψανε, τους πάντες ακώλυτα να δέχεται δεν του το άπαγορεύσανε, πώς ξαφνικά αλλάξανε τα πράγματα, και μάλιστα μόλις πού γλύτωσε από το στόμα λεονταριοΰ (Β’ Τιμόθεον 4,17);
Όμως, άφοu ένας Ρωμαίος πολίτης δεν τιμωρείται ποτέ να πεθάνη ως τροφή λεονταριών, γιατί αναφέρει μια τόσο μεγάλη άναλήθεια; Ενώ ό συγγραφέας των “Πράξεων” είναι λαλίστατος για όλες τις συλλήψεις του Παύλου, γιατί αποσιωπά την τελευταία; Γιατί παράτησε έτσι απότομα την γλαφυρή λεπτολογία του; Ό Παύλος λοιπόν ήρθε στη Ρώμη με στόχο την πυρπόληση της. Μετά την καταστροφή διέφυγε στην Τροία και κρυβόταν στο σπίτι του Καρπού. Ή φήμη δτι την πυρκαγιά την έβαλαν οι Χριστιανοί ήταν αιτία να υποψιαστούν τον άρχηγέτη τους.
Έτσι ό Παύλος συλλαμβάνεται βίαια κι αστραπιαία κι οδηγείται στην Ρώμη. Να γιατί τον εγκατέλειψαν οί φίλοι του. Από τη Ρώμη τώρα ο Παύλος παρακαλεί τον Τιμόθεο νά πέραση να του φέρη το έπανωφόρι του, “τον φελόνην” (Β’ Τιμόθεον 4,13). Σύμφωνα με τα λεγόμενα των “Πράξεων” και των επιστολών του από την Τροία πέρασε πριν δέκα τουλάχιστον χρόνια. Ξέχασε δηλαδή τότε το παλτό του και μετά τόσον καιρό το θυμήθηκε; Άλλα ας θυμηθούμε για λίγο τον Σουετόνιο, πού λέει πώς πολλοί νοικοκυραίοι είδαν ανθρώπους πού κρατούσαν αναμμένους δαυλούς, μα δεν τους έλεγαν τίποτα, γιατί ήσαν δούλοι του αυτοκράτορα, “Ηταν δηλαδή οι “άγιοι της τού καίσαρος οικίας”; (Φιλιππισίους 4,22). “Όμως κατάφεραν να πείσουν μέχρι σήμερα πώς την έβαλε ό Νέρων τη φωτιά, γιατί είχε “ψώνιο” με την ποίηση! Είπαν πώς ήθελε να δη την Ρώμη να καίγεται, όπως κάποτε ή Τροία, για να εμπνευστή και γράψη το ποίημα “της ζωής του”. Μα οι πρώτοι πού έσκαβαν τον λάκκο του ήταν ή iδια ή μάνα του και ο δάσκαλος του. Οι χριστιανοί, θυμίζω, κaψανε δύο φορές την Άγια Σοφία της Κωνσταντινούπολης, καψανε την βιβλιοθήκη της Αλεξάνδρειας, πού ήταν ή πιο μεγάλη στον κόσμο, σκότωσαν την Αλεξανδρινή μεγάλη φιλόσοφο και μαθηματικό Υπατία με πάσσαλο στην κοιλιά. Κι ήσαν κυρίως οι εξ Εβραίων χριστιανοί, γιατί αυτοί διατηρούσαν άσβεστο μίσος κατά των Ελλήνων και των Ρωμαίων. Ό Ρωμαίος ιστορικός Τάκιτος λέει πώς ή πυρκαγιά ξέσπασε τον Ιούλιο του 64 και πώς εκείνη την ήμερα ό Νέρων ήταν στην ιδιαίτερη πατρίδα του, το Αντιουμ. Από τις απόκρυφες ωστόσο επιστολές του Σενέκα μαθαίνουμε, πώς ή πυρκαγιά ξέσπασε τον Μάρτιο του 64. Ποιος λέει την αλήθεια; θυμίζουμε όμως πώς τον Μάρτιο του 64 ό συνεργάτης του Παύλου Μαναήν (Πράξεις 13, 1-2) κήρυξε επανάσταση κατά των Ρωμαίων. ΤΙ λοιπόν συμβαίνει;
Πότε τελικά μπήκε ή φωτιά στη Ρώμη; Και βέβαια τον Μάρτη του 64. Λέει δηλαδή ψέματα ό Τάκιτος; Όχι. Άλλα κάποιο χέρι διώρθωσε το κείμενο του Τάκιτου, για να μη συμπίπτη ή ημερομηνία της επανάστασης με τήν πυρκαγιά, αφού ό άρχιεπαναστάτης ήταν συνεργάτης του Παύλου. Γιατί, όταν ό Τάκιτος “διωρθώνετο”, ό διορθωτής δεν είχε υπόψη του τον Σουετόνιο, πού αναφέρει πώς ό Νέρων την χρονιά του 64 πήρε μέρος στους Όλυμπιακούς αγώνες στην Ελλάδα, πού γίνονταν πάντα Ιούλιο και κάθε τέσσερα χρόνια.
VI. Επίλογος
Καταλήγουμε λοιπόν στο συμπέρασμα πώς ό Παύλος είναι ό μορφωμένος του Μεσσιανικού Κινήματος. Ο,τι δεν έκαναν οι Σικάριοι θα το καταφέρη ό Παύλος με φιλοσοφική μέθοδο και με την αλληγορική δεξιοτεχνία, μπολιάζοντας τον Εβραϊκό οραματισμό στην Έλληνορρωμαϊκή πραγματικότητα. Ό Παύλος είναι ό φανατικός Ζηλωτής μεσσιανιστής, πού παλεύει για το δράμα του Εβραϊσμού, πού είναι ή λύτρωση του γένους του από τους Ρωμαίους τούτη τη στιγμή και ή υποταγή σ’αύτο μέσω του Γιαχβέ όλης της οικουμένης. Ό Παύλος είναι το σκεύος εκλογής του γνήσιου Εβραϊσμού. Ό Εβραϊσμός εκδικείται μέσω του Παύλου τον Ελληνικό Πολιτισμό. Ό Εβραϊσμός μεγαλύτερο του εχθρό θεωρούσε ανέκαθεν τον Ελληνικό Πολιτισμό, γιατί έχει δύναμη στη γνώση, στο πνεύμα και στην ελευθερία της συνείδησης. Όταν ό Εβραίος μίλα για ειδωλολάτρη, όταν μιλα για εθνικό, εννοεί τον Έλληνα και τον πολιτισμό του. O Παυλισμός δεν εΪναι χριστιανισμός, ό Παύλος πρόδωσε και πλαστογράφησε τον Χριστό – δεν θα κατακτούσε την Ελλάδα, αν ή Ελλάδα δεν ήταν κατακτημένη από τους Ρωμαίους.
Τo Εβραϊκό κατεστημένο είναι το “τηλεκοντρόλ” κι ό Παύλος ή ωρολογιακή βόμβα στα θεμέλια του Ελληνικού Πολιτισμού. Αυτόν τον Ελληνικό Πολιτισμό πού το αδούλωτο και καθαρό μυαλό του Ιησού τον έθαύμασε, ό Παύλος τον αμαύρωσε. Χρίστος και Παυλικος Χριστιανισμός μπορεί να είναι λέξεις όμόηχες, μα δεν είναι ομοούσιες.
Άτταβύριος
Πηγή: ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΗΜΕΡΑ