Τό θέμα είναι εξαιρετικώς λεπτόν και δυσνόητον δια την τρέχουσαν αντίληψιν. Διευκρινίζεται ότι η Αρχαία Ελληνική Γραμματεία διέπεται από την υλιστικήν θεωρίαν των δύο Αρχών, εκ της οποίας τα πάντα προήλθαν και τείνουν ανερχόμενα εις το άπειρον να φθάσουν εις την”εντελέχειάν” των, δηλαδή εις την απόλυτον επικράτησιν της εσωτερικής τελειότητος της φύσεώς των.
Κατά τους Πυθαγορείους, οι αριθμοί χωρίζονται εις δύο μεγάλα γένη: το άρτιον και το περιττόν. Τον ορισμόν δίδει ο Πλάτων στον Διάλογο ” Πολιτικός” (262Ε)
” Κάλλιον δε που και μάλλον κατ’ είδη και δίχα διαιροίτ’ άν, ει τονμέν αριθμόν αρτίω και περιττώ τις τέμνει, το δε αύ των ανθρώπων γένος άρρενι και θήλει. . . “.
( Καλύτερα νομίζω θά εγίνετο η διαίρεσις κατ’ είδη και εις δύο μέρη, εάν εχώριζε τους αριθμούς εις αρτίους και περιττούς, αν εχώριζε επίσης και το ανθρώπινον γένος εις άρρεν και θήλυ. . . .).
Άρτιον γένος είναι οι αριθμοί, οι οποίοι διαιρούμενοι δια του δύο δέν αφήνουν υπόλοιπον (2, 4, 6, 8). Οι άρτιοι δέν είναι δημιουργικοί αριθμοί, δέν γεννούν, τίκτουν, εφ’όσον δια της διαιρέσεως ουδέν μένει δια να συνεχίση τηνπροοδευτική εξέλιξιν των όντων. Οι άρτιοι αριθμοί έχουν τηνιδιότητα να επιλαμβάνωνται των όντων, να τα φροντίζουν, να τα βοηθούν εις τηνεξέλιξιν των. Είναι οι δεκτικές δυνάμεις του σύμπαντος, αι οποίαι όχι μόνον δέν είναι παθητικαί, αλλά αυτές είναι πού ενσυνειδήτως απο δ έ χ ο ν τ α ι, βοηθούν, τρέφουν, διατηρούν και συντηρούν τα γεννήματα των περιττών αριθμών. Είναι η θήλεια αρχή της Φύσεως. Είναι οι έξι θήλειες δ ε κ τ ι κ έ ς θεές του Ολυμπιακού Πανθέου.
Οι περιττοί αριθμοί (3, 5, 7, 9) διαιρούμενοι δια του δύο αφήνουν πάντοτε υπόλοιπον την μ ο ν ά δ α. Το υπόλοιπον, το Έ ν, προστιθέμενον εις οποιονδήποτε αριθμόν, άρτιον ή περιττόν, αλλάζει το γένος του αριθμού, από άρτιον τονμετατρέπει εις περιττόν και από περιττόν εις άρτιον. Είναι η Ενεργητική, Δημιουργική, Γεννητική Ουσία της Φύσεως, η άρρην αρχή, η γενεσιουργός αιτία. Είναι οι έξι άρρενες, ενεργούντες θεοί του Ολυμπιακού Πανθέου.
Η πράξις της διαιρέσεως πραγματοποιείται δια του πρώτου αρτίου αριθμού, της Δ υ ά δ ο ς, προκειμένου να προσδιορισθή η φύσις του υποκειμένου εις διαίρεσιν αριθμού. Το αποτέλεσμα της διαιρέσεως είναι προσδιοριζόμενον από τηνέλλειψιν υπολοίπου, οπόταν ο αριθμός είναι ά ρ τ ι ο ς ή από τηνπερισσευομένην μ ο ν ά δ α, οπόταν ο αριθμός είναι πε ρ ι τ τ ό ς.
Κατά τον Σπ. Νάγον “Ένας άγνωστος Διδάσκαλος, 1868 – 1933”, εις την σ. 172 Περί Αριθμών αναφέρει σχετικώς μέ τηνΟυσίαν του Νόμου Έ ν ή της Μ ο ν ά δ ο ς :
” Ο αριθμός 1 δύναται εις τάς πράξεις των αριθμών να επαναλαμβάνεται, αλλά κατά τηνέννοιαν μένει πάντοτε ο αυτός, διότι εξ αυτού δέν δύναται να παραχθή άλλο τι. δια να παραχθή άλλο τι πρέπει να υπάρχη και άλλος αριθμός 1 μέ διαφορετικήν ιδιότητα. Όταν λέγομεν 1 + 1 = 2 πρέπει τα δύο αυτά 1 να μήν είναι τα αυτά. Διότι αν είναι τα αυτά δέν δύναται να γίνεται μεταξύ αυτών παραγωγή και κατ’ ακολουθίαν εις τηνπερίπτωσιν αυτήν δέν δυνάμεθα να έχωμεν επέκτασιν των εννοιών των αριθμών.
” Παράδειγμα : όταν έχωμεν μίαν και μόνην ιδέαν μή συνεργαζομένην μετ’ άλλων διαφόρου φύσεως, η ιδέα αυτή επαναλαμβανομένη θά μένη πάντοτε η αυτή. Όπως δέν δυνάμεθα να επαναλάβωμεν τονοιονδήποτε άνθρωπον μέ τονεαυτόν του προκειμένου να παράγωμεν άλλον άνθρωπον. Τοιούτον γεγονός δέν εμφανίζεται ούτε εις τάς λειτουργίας της Φύσεως, ούτε εις τάς λειτουργίας των ιδεών. Η έννοια της παραγωγής είτε ιδεών, είτε φυσικών δυνάμεων, είτε μορφών, γίνεται δια της συνεργασίας δύο διαφορετικών παραγόντων”.
” Οι δύο διαφορετικοί παράγοντες μόνον εις τηνέννοιαν του αριθμού δ ύ ο είναι δυνατόν να υπάρχουν, διότι το ?Εν εκ της φύσεως του είναι μ ο ν ο ε ι δ έ ς. Εκ του αριθμού δύο συνεπώς γίνεται η αρχή της παραγωγής, εφ’ όσον ο αριθμός δύο έχει τηντ ό λ μ η ν να διασπασθή εις δύο διαφορετικά τμήματα, προκειμένου εξ αυτού να αρχίση η παραγωγή. Εξ αιτίας αυτής της ανίσου διαιρέσεως του αριθμού δ ύ ο, οι Πυθαγόρειοι απεκάλουν τοναριθμόν δ ύ ο το λ μ η ν .
Συνεπώς δεσπόζουσα από κοινού Αρχή των Εννέα Νόμων των Αριθμών, είναι οι δύο πρώτοι αριθμοί, το Έ ν και το Δ ύ ο, η Μ ο ν ά ς και η Δ υ ά ς, εκ των οποίων συντίθενται τα χαρακτηριστικά των επομένων αριθμών.
Μονάς ή Έ ν έχει δεσπόζον χαρακτηριστικό τηνκίνησιν.
Δ υ ά ς έχει δεσπόζον χαρακτηριστικόν την ζωήν.
Οι Νόμοι “Μονάς και Δυάς” από κοινού συνθέτουν τάς πρωταρχικάς ιδιότητας του απειροελαχίστου ατόμου της Ύ λ η ς. Τά άτομα της Ύ λ η ς διακρίνονται εις πυρήνα και φλοιόν.
Εις το κέντρον του πυρήνος δεσπόζει ο Νόμος της κινήσεως, εις την περιφέρεια ο Νόμος της ζωής.
Η κεντρομόλος δύναμις φέρει πρός τα έσω τηνσυσπείρωσιν των δυνάμεων μέ τηνεπιθυμία να συγκεντρώση το πάν στήν Ουσία του πυρήνος. Εις αντιδιαστολήν ο φλοιός χαρακτηρίζεται από τηνφυγόκεντρον δύναμιν επιθυμών να διακτινισθή πρός απάσας τάς κατευθύνσεις. Το άτομον συνεπώς της Ύ λ η ς φέρει εγγενώς “δυνάμει” τηναντίθεσιν, τονπόλεμον εις κατάστασιν αντιπαλότητος.
Διά να υπάρξουν τα άτομα της Ύλης πρέπει να συνευρεθούν εις χώρον, του οποίου η συνέχεια να μήν διακόπτεται. Το συνεχές του χώρου διέπεται από τονΝόμο της Ενεργείας, πού είναι ο τρίτος Νόμος της Φύσεως.
Οι Νόμοι Έ ν και Δ ύ ο διέποντες τηνΎλην γεννώνται από τηνανισομερή διάσπασιν της Δ υ ά δ ο ς, η οποία διαιρεί διασπώντας εις άπειρα τεμάχια τηνΎλην, τηνοποίαν κυβερνά. Κάθε νέον Έ ν προκύπτει εκ της διασπάσεως της αρχικής Δ υ ά δ ο ς. Όταν η διάνοια αντιληφθή τηνποιότητα και ιδιότητας τάς υποκρυπτομένας εις τηνΚοσμογονική Ουσία του Δ ύ ο, έχει αρχίσει τηνεπιστροφή εις τηνΟυσίαν του Είναι της.
Ποία η εσωτερική σύστασις του Έν καί εις τί διαφέρει από το Δ ύ ο;
Αι δύο Κοσμογονικαί Ουσίαι εκπροσωπούν κατά τονΠυθαγόρα, η μέν Μονάς και Δυάς τηνΎλην ή μεριστήν Κοσμογονικήν Ουσίαν, η δε τριάς τονχώρον και τηνενέργεια, η οποία συνέχει το πάν εντός του χώρου και είναι η Συνεχής Κοσμογονική Ουσία.
Η Ουσία του Έν είναι περατή, έχει π έ ρ α ς, αλλά και π ε ρ ι σ σ ε ύ μ α. Έχει μέν ως π έ ρ α ς καθορισμένα όρια ενεργείας εντός των οποίων κινείται, πλήν όμως πάντοτε κάτι π ε ρ ι σ σ ε ύ ε ι, ώστε εκ του π ε ρ ι σ σ εύματος να γεννηθή ένα νέο όν, μία νέα ιδέα, μία νέα κατάστασις, μία νέα πραγματικότης.
Εκ της φύσεως του το Έ ν, είναι ικανόν να δια + περάση πάν ότι υπάρχει λόγω της απολύτου πλαστικότητος, λεπτότητος και ιδιαιτερότητος να προχωρεί δια μέσου των πάντων άνευ οιουδήποτε διαχωρισμού ή διασπάσεως. Τίποτα δέν είναι ικανόν να του προβάλη αντίστασιν και αυτό του επιτρέπει να ευρίσκεται εις συνεχή επαφήν μέ τονΕαυτόν του, αλλά και ταυτοχρόνως να βρίσκεται εντός των πολλών. Φίλ. 14C – 17).
” Έν γάρ δή τα πολλά είναι και το έν πολλά θαυμαστόν λεχθέν ” . ( Διότι είναι θαυμαστόν το λεχθέν ότι τα πολλά είναι έν και το ένα πολλά). (Φιλ. 14 D).
Τό Έ ν είναι ο θεός του Τιμαίου (30). Είναι το αεί υπάρχον σ υ ν ε χ έ ς, το σ ύ ν + έ χ ο ν, δηλαδή το έχον είναι το κρατούν, το συγκροτούν τονΕαυτόν εις αδιάσπαστον, αρραγή κατάστασιν. Είναι αυτό πού κατ’ ουδένα λόγοn ή τρόποn δύναται να διασπασθή, η Σ υ ν ε χ ή ς Ο υ σ ί α, ο Α ι θ ή ρ, το Ύ δ ω ρ, ο Ω κ ε α ν ό ς (Τίμ. 41). το Έν είναι η πρώτη Κοσμογονική Ουσία. Η σημερινή επιστήμη δέν αποδέχεται πλέον το κενόν και συναινεί απολύτως μέ το σ υ ν ε χ έ ς και μή διακοπτόμενον του πανσυμπαντικού Α ι θ έ ρ ο ς.
Η συνεχής αύτη τάσις συγκροτήσεως και συγκρατήσεως του Έν να ευρίσκεται εις μή διακοπτομένην κατάστασιν, το καθιστά ικανόν να διαπερά το Π ά ν, το εν τή φύσει υπάρχον.
Ποίον είναι το Πάν; το Π ά ν είναι το Άπειρον. το άπειρον είναι το ά ν ε υ π έ ρ α τ ο ς, τα ά π ε ι ρ α σέ αριθμόν και τα α π ε ι ρ ο ελάχιστα εις μέγεθος υποσωματίδια της Ύλης, υπάρχοντα αεί εντός του κόσμου, διότι εκτός του Κόσμου τίποτα δέν υφίσταται (Ηράκλ. απ. 30). .
Τό Π ά ν είναι η δευτέρα Κοσμογονική Ουσία, η άπειρος Δυάς, ο αριθμός Δ ύ ο, το Ά π ε ι ρ ο ν των Πυθαγορείων, το οποίον βρίσκεται εις κατάστασιν αμορφίας, αταξίας, αρρυθμίας, συγχήσεως, ταραχής.
” . . . πάν όσον ήν ορατόν παραλαβών, ουχ ησυχίαν άγων αλλά κινούμενον πλημμελώς και ατάκτως. . . .”. (Τίμ. 30).
Τό Π ά ν είναι η ορατή Ύλη, τηνοποίαν παραλαμβάνει ο θεός και τηνθέτει εις τάξιν, ρυθμόν και αρμονία. Το Έ ν, ο Α ι θ ή ρ, ο Ωκεανός, παραλαμβάνει τηνυπάρχουσα αεί Ύλη, δέν τηνδημιουργεί (Τίμ. 30). Διότι ο θεός ή ο ξυνιστάς, ή ο δημιουργός του Τιμαίου, είναι η Συνεχής Κοσμογονική Ουσία, το Έν.
Η Δ υ ά ς των Πυθαγορείων, είναι η Μ ε ρ ι σ τ ή δευτέρα Κοσμογονική Ουσία, (η Ύ λ η, τα Ά π ε ι ρ α μικροσωματίδια). Της οποίας η Συνεχής είναι η αντίθεσις. Η Μ ε ρ ι σ τ ή Κοσμογονική Ουσία έχει τηνιδιότητα της Κινήσεως και της Ζωής και ως εκ τούτου μπορεί να κινήται και να ζή εις πλήρη αταξία και δυσαρμονία (Τίμ. 30), διακόπτουσα το συνεχές της Συνεχούς Ουσίας.
Τό Έ ν έχον τηνπρωταρχική ιδιότητα της ενεργείας, ωθείται να καλύπτη δια του συνεχούς χαρακτηριστικού της Ουσίας του, ολόκληρον τηνΎπαρξιν του. Λόγω της διαπερατότητός του διαπερνά τηνΜεριστήν Ουσία, Ύλην, τηνυπάρχουσαν εντός του και λόγω της πλαστικότητός του, δίδει ρυθμόν και τάξιν 3εις τα άπειρα μικροσωματίδια, άτομα, τα οποία εγκλωβίζονται στίς πτυχώσεις των ενεργειακών του κυματισμών.
Αι απειροελάχισται ά τ ο μ ο ι του Δημοκρίτου είναι γένους θηλυκού: είναι αι άτομοι. Αναφέρονται ακριβώς εις τα άπειρα υποσωματίδια, τα οποίαι είναι θηλυκού γένους, διότι η άτομος είναι εκείνη πού δέν επιδέχεται περαιτέρω τμήσιν. Ορθώς δε είναι θηλυκού γένους διότι ανήκουν στό γένος της Μεριστής Ουσίας, η οποία έχει τηναντιστοιχίαν της εις τηνθήλειαν αρχή. Η σημερινή έκφρασις “τό άτομον” ουδετέρου γένους, είναι λανθασμένη .
Ο Πλάτων στον διάλογον “Τίμαιος” (28) θέτει την ερώτησιν:
” Τί το όν αεί, γένεσιν δε ουκ έχον, και τί το γιγνόμενον μέν αεί, όν δε ουδέποτε ; ” ( Τί είναι εκείνον το οποίον υπάρχει πάντοτε αλλά δέν γεννάται ποτέ, και τί είναι εκείνο το οποίον πάντοτε γεννάται, αλλά ποτέ δέν υπάρχει ; )
Η απάντησις του Πλάτωνος είναι η εξής:
Ο νους μπορεί να αντιληφθή “τό όν αεί” δια της ορθής του λειτουργίας, λογικώς σκεπτόμενος, διότι το “όν αεί ” είναι αμετάβλητον, και υπάρχει πάντοτε. Ο Πλάτων κατονομάζει το “αεί όν” μέ διαφόρους ονομασίας, ως θεός, δημιουργός, ξυνιστάς, θεούς, θεά κλπ., διότι το θείον της Ουσίας του Όντος Όντως, δέν επιτρέπεται να κατονομασθή. Αυτός είναι ο λόγος πού οι μεγάλοι Φιλόσοφοι της Αρχαιότητος μετεχειρίζοντο ο καθείς και διαφορετικήν λέξιν γιά να κατονομάσουν το Θείον.
Το δεύτερον μέρος της Πλατωνικής προτάσεως “τό γιγνόμενον αεί” είναι γεννητόν, συνεπώς μεταβάλλεται δια της γνώμης, της δοξασίας, μέ τηνσυνεργασίαν της μή λογικώς σκεπτομένης αισθήσεως, η οποία έχει ως προσλαμβάνουσα εικόνα τηνφθαρτήν ύλην, τοναριθμόν δύο. Ευρισκομένη η Ύ λ η εις συνεχή μεταβολήν, εφ’όσον γεννάται αεί, χάνεται αεί. Συνεπώς δέν υπάρχει ποτέ.
Διά της νοήσεως και της λογικής επεξεργασίας των προκυπτουσών εννοιών ο νούς φθάνει εις τηναναγνώρισιν του αεί υπάρχοντος Όντος και δια της αναλογίας συμπεραίνει ότι το αεί Όν είναι το Έν, το Αγαθόν, η Συνεχής Κοσμογονική Ουσία, η ουδέποτε γεννηθείσα, αλλά αεί υπάρχουσα.
Η δε γνώσις, η προερχομένη εκ των αισθήσεων, άνευ της μεσολαβήσεως της λογικής, αφορά τα αισθητά, τα οποία γεννώνται και θνήσκουν πάντοτε, άρα δέν υπάρχουν ποτέ. δια της αναλογίας και πάλιν, ο νούς αναφέρεται εις τηνΜεριστήν Κοσμογονικήν Ουσία, εις τηνΎλην, εις τα άπειρα μικροσωματίδια, τα αεί γεννώμενα και αει θνήσκοντα εντός του Σύμπαντος Κόσμου.
Τό Έ ν και η Δ υ ά ς συνεπώς είναι αι δύο πρώται Μ ο ν ά δ ε ς, αι δύο πρώται Κοσμογονικαί Ουσίαι, αι οποίαι συνιστούν το άπαν της Δημιουργίας. Εξ αυτών και δια της ερωτικής των αεί στροβιλιζομένης επαφής αρχίζει η πορεία του Κόσμου, ως τηνπεριγράφει ο Πλάτων (Τίμ.92) :
” θνητά γάρ και αθάνατα ζώα λαβών και ξυμπληρωθείς όδε ο κόσμος ούτω, ζώον ορατόν τα ορατά περιέχον, εικών του νοητού θεός αισθητός, μέγιστος και άριστος κάλλιστός τε και τελεώτατος γέγονεν, είς ουρανός όδε μονογενής ών”. ( αθάνατα και θνητά ζώα, ένας ζωντανός ορατός οργανισμός, πού περιέχει τα ορατά, ένας αισθητός θεός πού είναι εικών του νοητού θεού, ο κόσμος πού είναι ο μέγιστος, ο άριστος, ο κάλλιστος. Και ο τελειότατος, ο ένας και μοναδικός αυτός ουρανός) .
“. . . . και εκ πάντων Έ ν, και εξ ενός Π ά ν τ α”, λέγει ο Ηράκλειτος εις το 10ον απόσπασμα.
Βιβλιογραφία:
Πλάτωνος, ΤΙΜΑΙΟΣ, ΠΟΛΙΤΙΚΟΣ, ΦΙΛΗΒΟΣ, ΦΑΙΔΩΝ, εκδ ΠΑΠΥΡΟΣ
Χ.Α. Λαμπρίδης, ΗΡΑΚΛΕΙΤΟΣ, εκδ. ΚΛΕΙΩ
Ιάμβλιχος, Ο ΠΥΘΑΓΟΡΙΚΟΣ ΒΙΟΣ, μετάφρ. Στ. Λαμπροπούλου
Σπ. Νάγος, ΕΝΑΣ ΑΓΝΩΣΤΟΣ ΔΙΔΑΣΚΑΛΟΣ εκδ. ΔΙΟΔΩΡΟΣ ΚΑΡΥΔΑΚΗΣ
Π. Γράβιγγερ, Ο ΠΥΘΑΓΟΡΑΣ ΚΑΙ Η ΜΥΣΤΙΚΗ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΤΟΥ ΠΥΘΑΓΟΡΙΣΜΟΥ, εκδ. ΙΔΕΟΘΕΑΤΡΟΝ
ΑΛΤΑΝΗ