Με την αυγή και η θάλασσα μενεξεδένια
λάμπει, και με το φως τα πάντα ξανανιώνουν.
Να η άνοιξη γυρίζει, να το χελιδόνι
στον Παρθενώνα ξαναχτίζει τη φωλιά του!
Πανίερη Αθηνά, τίναξε το πουλί σου
στ’ αμπέλια μας απάνω τα σαρακωμένα.
Αγάλια αγάλια αποχρυσώνεται το κύμα,
να η άνοιξη γυρίζει, μεσ’ στα κορφοβούνια
του Προμηθέα τα σπλάχνα σκίζοντας ένα όρνιο
μεγάλο, ασάλευτο ξανοίγεται μακριάθε
για να διώξεις το μαύρο γύπα που σε τρώει,
αρμάτωσέ μας, νέε νησιώτη, το καράβι.
Τ’ ανάκρασμα τ΄ακούτε της αρχαίας Πυθείας;
«Νίκη στων ημιθέων τ’ αγγόνια!» Από τη ‘ Ιδη
ως της Νικαίας τ’ ακρογιάλια ξανανθίζουν
αιώνιες οι ελιές. Με τ’ άρματα στα χέρια
εμπρός! Τα ύψη των βουνών ας τ’ ανεβούμε,
τους Σαλαμίνικους αντίλαλους ξυπνώντας!
Κ’ έλα, ετοιμάστε τα λευκά φορέματά σας,
αρραβωνιαστικές, για να στεφανωθήτε
στο γυρισμό τους ακριβούς σας μεσ’ στο λόγγο
γι’ αυτούς που σας γλυτώσανε κόφτε τη δάφνη.
Αγνάντια στη σκυφτή και ντροπιασμένη Ευρώπη,
ας πιούμε ξεχειλη τη δόξα παλληκάρια.
.
Ό,τι έγινε μπορεί να ξαναγίνει, αδέρφια!
Στων πυρωμένων τούτων βράχων την λαμπάδα
με σάρκα θεία μπόρεσ’ ο άνθρωπος να νοιώση
το φωτερώτερο κι απ’ όλα τα όνειρά του.
Κι η ψυχή βωβή εκεί πέρα θα είναι;
Κ’ εμείς ενός κορμιού ξερόκλαδα εκεί πέρα;
Το Μαραθώνιο πεζοδρόμο ακολουθώντας
κι αν πέσουμε, το χρέος μας έχουμε κάμει!
Και με το αίμα του προγόνου μας Λεωνίδα
το αίμα μας , θριαμβων αίμα, ταιριασμένο,
θα πορφυρώσει τον καρπό τον κοραλλένιο
και το σταφύλι το κρεμάμενο στο κλήμα.
Της ιστορίας μάς φέγγουν τρεις χιλιάδες χρόνια,
Ορθοί! Και πρόβαλε από τώρα το παλάτι
στον τόπο εκεί που λύθηκαν τα κακά μάγια,
κι ο φοίνικας ξαναγεννιέται από τη στάχτη.
Στις αμμουδιές της Μέκκας διώξε το ήλιε,
το μισοφέγγαρο μακριά απ΄τον ουρανό μας…
Αν πρέπει να πεθάνουμε για την Ελλάδα,
θεία είν΄η δάφνη! Μια φορά κανείς πεθαίνει.
Ποίημα του Fréderic Mistral
Μετάφραση Κωστής Παλαμάς