Από τη μινωική περίοδο ήταν γνωστή η λατρεία στην Κρήτη της νύμφης Βριτόμαρτις. Πρόκειται για μια θεότητα με αναφορές κυρίως στις κοπέλες και τους νέους κυνηγούς, που επιδίδονταν στην λατρεία της, μια θεότητα που σχετίστηκε και με τις μυήσεις εφήβων στις λόχμες και τα φαράγγια του νησιού.
Στην ουσία βέβαια, όπως προκύπτει και από κείμενα της αρχαιότητας υπήρξε στην πορεία συγχώνευση της Βριτόμαρτις, της Δίκτυννας και της θεάς Αρτέμιδος σε μια κοινή λατρεία, αν δεν επρόκειτο για το ίδιο και το αυτό πρόσωπο.
Στην Ελληνική Μυθολογία, στον 3ο τόμο, όπου καταγράφονται ήρωες και τοπικές παραδόσεις, τον οποίο υπογράφει μεταξύ άλλων συγγραφέων ο Ιωάννης Θ. Κακριδής, διαβάζουμε δύο διαφορετικές εκδοχές του μύθου για το ποια ήταν η Βριτόμαρτις.
Σύμφωνα με την πρώτη, η Βριτόμαρτις ή Δίκτυννα ήταν νύμφη, γεννημένη στην Καινώ της Κρήτης . Είχε πατέρα τον Δία και μητέρα την Κάρμη , κόρη του Εύβουλου και εγγονή της Δήμητρας . Της άρεσαν πολύ οι πορείες και τα κυνήγια μέσα στα δάση, αγαπούσε ιδιαίτερα την Άρτεμη και την ακολουθούσε παντού.
Έλεγαν μάλιστα πως αυτή είχε επινοήσει και το κυνηγετικό δίχτυ. Μια φορά που την είδε ο Μίνωας, την ερωτεύτηκε παράφορα και άρχισε να την κυνηγά παντού . Εννιά ολόκληρους μήνες έτρεχε πίσω της στα βουνά και στο λαγκάδια ο βασιλιάς , όμως εκείνη κατάφερνε πάντα να να ξεφεύγει και να κρύβεται μέσα στα δάση. Στο τέλος όμως την πρόφτασε, πάνω σε κάποιο ακρωτήρι, όταν το φόρεμά της μπλέχτηκε σε μια μυρτιά. Η Βριτόμαρτις , για να μην πέσει στο χέρια του Μίνωα πήδηξε από ψηλά στη θάλασσα και βρέθηκε μέσο στα δίχτυα των ψαράδων. Τότε, έλεγαν οι Κύδωνες, οι πιο παλαιοί κάτοικοι της Κρήτης, την είπαν Δίκτυννα και για το πάθημά της της αφιέρωσαν το Δικταίον όρος και την λάτρεψαν σαν θεά.
Σύμφωνα με τη δεύτερη,η Βριτόμαρτις γεννιέται από το ζευγάρωμα της Κόρμης με το Δία. Η Βριτόμαρτις απέφευγε τις συναναστροφές και ήθελε να διατηρήσει την αγνότητά της. Κάποτε άφησε την πατρίδα της τη Φοινίκη και ήρθε στο Άργος. Μετά πήγε στην Κεφαλληνία και εκεί οι ντόπιοι της έδωσαν το όνομα Λαφρία.
Από εκεί η Βριτόμαρτις ταξίδεψε ως την Κρήτη, όπου την είδε ο Μίνωας , την πόθησε και την κυνηγούσε για να την κάνει δική του. Η Βριτόμαρτις βρήκε καταφύγιο κοντά σε κάποιους ψαράδες. που την έκρυψαν στα δίχτυα τους. Αφού γλίτωσε από το κυνήγημα του Μίνωα , ένας από τους ψαράδες , ο Ανδρομήδης , την πήρε μαζί του , με το πλεούμενο του και την έβγαλε στην Αίγινα. Εκεί δοκίμασε να ενωθεί μαζί της , χωρίς εκείνη να το θέλει. Έτσι η Βριτόμαρτις αναγκάστηκε να τρέξει όσο πιο γρήγορα μπορούσε και πρόφτασε να εξαφανιστεί μέσα στο γειτονικό άλσος . Όταν οι ντόπιοι έψαξαν να την βρουν ανακάλυψαν στη θέση που την γύρευαν ένα άγαλμα της αντί για την ίδια . Τότε κήρυξαν τον τόπο ιερό, ονόμασαν την άφαντη Αφαία και την λάτρεψαν σαν θεά.
Στα σχόλια του τόμου αναφέρεται πως δύο αρχικά αυθυοπόστατες σεληνιακές θεές, με κοινό
λατρευτικό πρότυπο την Αστάρτη της Γάζας, η Βριτόμαρτις στην ανατολική Κρήτη και η Δiκτυννα στη δυτική ταυτίστηκαν σε μια ενιαία μινωική λατρεία με δυο μυθικές εκδοχές.
Βριτόμαρτις, σύμφωνα με αρχαίες μαρτυρίες, σήμαινε γλυκιά παρθένα. Η Δίκτυννα πήρε το όνομα της από τον αρχικό τόπο λατρείας της , το όνομα του βουνού Δίκτη.
Η μυθοποιημένη παρετυμολογική σχέση με τα δίχτυα των κυνηγών ή των ψαράδων,ευνοήθηκε από τα σεληνιακά γνωρίσματα της θεάς: οι επιδόσεις στα κυνήγια, τα τρεχάματα στα βουνά και τα λαγκάδια, το πήδημα στη θάλασσα ταιριάζουν στην Άρτεμις , στη Σελήνη ακόμα και στη Νύχτα.
Από το μύθο του Ήλιου ξέρουμε τη βιαστική φυγή της Νύχτας, με την εμφάνιση του Ήλιου και το βούτηγμα της στη θάλασσα, όμοιο με το πήδημα της Ινώς μπροστά στην καταδίωξή της από τον Αθάμαντα. Άλλωστε το δίχτυ,για ευνόητους λόγους όργανο μαγείας, ανήκει στη Σελήνη. Καθαυτό το αφηγηματικό στοιχείο με τον ψαρά που πιάνει στο δίχτυ του μια κοπέλα , είναι από τον κόσμο του παραμυθιού .
Στις επιδόσεις της Δίκτυννας και τις σχέσεις της με την Άρτεμις βλέπουμε όχι μόνο την αρχική φυσιογνωμία της μινωικής θεάς αλλά και την υποκατάσταση της από την ολυμπιακή ομοούσια της . Οι περιπλανήσεις της μέσα στην Κρήτη και το ταξίδια της σε άλλους τόπους,από τους εύλογους υπαινιγμούς στην πορεία και τις φάσεις της Σελήνης, απηχούν συσχετισμούς με ομοειδείς τοπικές λατρείες όπως της Αφαίας στην Αίγινα και της Λαφρίας στην Κεφαλληνία.
Όλες αυτές οι λατρείες με τον καιρό χωνεύτηκαν μέσα στην επίσημη λατρεία της Αρτέμιδος. Οπότε τα ονόματα Αφαία, Λαφρία, Βριτόμαρτις, Δίκτυννα κατέληξαν λατρευτικά επίθετα της ολυμπιακής θεάς.