Χτες, ο δημοσιογράφος Ερκίν Κονούξεβερ, που «διέσωσε» με τις φωτογραφίες του τις τελευταίες στιγμές των πέντε παλικαριών της ομάδας Κορέλλη, προχώρησε σε νέες αποκαλύψεις. Οι συγκλονιστικές λεπτομέρειες Υποκριτική ανασκευή Διιστάμενες πληροφορίες για το γεγονός Τι απέγιναν τα φιλμ και τα σλάιτς «Μυστήριο» για τα σλάιτς Πολλά τα αναπάντητα «γιατί» Χαμηλοί τόνοι από Κυβέρνηση Ακούμε τις κραυγές τους… Νέα συγκλονιστική μαρτυρία
Σε μια περίπτωση, ο στρατιώτης, πριν πυροβοληθεί, ζητούσε από τους εισβολείς λίγο νερό, και αυτοί γελούσαν και τον κλοτσούσαν πάνω από το άρμα, προτού τον πυροβολήσουν στο κεφάλι. Σκηνές που κάποιοι δεν θέλουν να ξέρουν, γιατί τους ταράζουν τον ανέμελο ύπνο τους.
Πληθαίνουν οι σελίδες ντροπής της τουρκικής θηριωδίας
Εξακολουθεί να συγκλονίζει τον Ελληνισμό σε όλο τον κόσμο η τεκμηρίωση της τουρκικής βαρβαρότητας με τις εκτελέσεις των αιχμαλώτων στο Τζιάος – Κυθρέα. Μέρα με τη μέρα, σαν χιονοστιβάδα έρχονται τα νέα στοιχεία που σοκάρουν.
Οι Αντωνάκης Κορέλλης, Πανίκος Νικολάου, Χριστόφορος Σκορδής, Ιωάννης Παπαγιάννης και Φίλιππος Χατζηκυριάκου περικυκλώθηκαν από τα τουρκικά άρματα κατά την προέλασή τους προς την Αμμόχωστο.
Στην τουρκοκυπριακή εθνικιστική εφημερίδα Βατάν, αλλά και σε νέες δηλώσεις του στην Τουρκία, ο Ερκίν Κονούξεβερ αποκαλύπτει:
«Το άρμα Μερίτ ήταν υπό τη διοίκηση του ταγματάρχη Ερσέλ Καγιάν. Πλεύρισε τους πέντε Ελληνοκυπρίους, που φαινόταν να διατηρούν αμυντική θέση στην περιοχή Κορνόκηπος, όπως τη γνωρίζουν οι ντόπιοι. Ο Ερσέλ Καγιάν, ένοπλος και με προτεταμένο το αυτόματο, κατέβηκε από το άρμα και πλησίασε τους αιχμαλώτους, που διατάχθηκαν να γονατίσουν και να περάσουν τα χέρια πίσω από το σβέρκο. Ο διοικητής της ταξιαρχίας Μπορά, ταξίαρχος Χακί Μπορατάς, ειδοποιήθηκε και έφτασε στο σημείο της αιχμαλωσίας των 5 Ελληνοκυπρίων. Ο νεαρότερος των στρατιωτών, Φίλιππος Χατζηκυριάκου, μόλις 18 ετών, έκλαιγε γοερά. Οι άλλοι τηρούσαν πιο ψύχραιμη στάση και κοιτούσαν τους αξιωματικούς στα μάτια. Ο ταγματάρχης Ερσέλ Καγιάν πρόσφερε τσιγάρο στους αιχμαλώτους τής πίσω σειράς. Την ίδια στιγμή οι μηχανές των δύο φωτογράφων και το βίντεο του στρατού δούλευαν. Ήταν μια ηρωική εικόνα του στρατού εισβολής, που καθήλωνε και γονάτιζε τους Ελληνοκύπριους μαχητές. Ο ταξίαρχος Χακί Μπορατάς έφτασε και άρχισε να ασχολείται και αυτός με τους αιχμαλώτους. Το προσωπικό τού άρματος βιαζόταν να ακολουθήσει την ύλη του, που είχε διαταγή να σπεύσει προς την Αμμόχωστο. Ο ταξίαρχος είπε σε Τουρκοκύπριους ενόπλους που ακολουθούσαν την προέλαση των τουρκικών αρμάτων: “Πάρτε τους από “δώ”, και ακολούθως έσπευσε να ακολουθήσει την ταξιαρχία που προήλαυνε». Οι δύο δημοσιογράφοι, Ερκίν Κονούξεβερ και Αντέμ Γιαβούζ, ανεβαίνουν ακολούθως στο άρμα Μερίτ και συνεχίζουν να κινηματογραφούν τους αιχμαλώτους πάνω από το άρμα. Το άρμα απομακρύνεται λίγο, και όπως λέγει επί λέξει ο Κονούξεβερ: «Απομακρυνθήκαμε λίγο και ακούσαμε πυκνά πυρά. Κατεβήκαμε από το άρμα και πήγαμε πίσω στην περιοχή όπου συνελήφθησαν οι Ελληνοκύπριοι στρατιώτες. Τους είδαμε να κείτονται νεκροί στο χώρο όπου συνελήφθησαν και τους Τουρκοκύπριους Μουτζαχίτ (αντάρτες) να βρίσκονται ένοπλοι πολύ κοντά τους. Είδα ότι οι αντάρτες τούς σκότωσαν. Εκείνη τη στιγμή έφτασε και ο ταξίαρχος Μπορατάς. Τρελάθηκε όταν είδε τη σκηνή και, απευθυνόμενος στους Μουτζαχίτ, τους είπε: “Μα τι κάνατε εσείς; Εγώ σας είπα να τους σκοτώσετε;”»…
Οποία υποκρισία! Θέσαμε το θέμα σε ανώτερους αξιωματικούς του στρατεύματος και της ΕΛΔΥΚ για το τι προνοεί ο στρατιωτικός κώδικας σε τέτοιες περιπτώσεις και η θέση τους είναι ξεκάθαρη. Δεν μπορούσε ο ανώτατος αξιωματικός να κάνει πλάτες σε φανατισμένους ατάκτους που διψούσαν για αίμα. Πολύ πιθανόν η εντολή τους να ήταν πολύ διαφορετική, όπως τώρα την ανασκευάζει ο πολεμικός ανταποκριτής, που δεν ήταν ένας τυχαίος δημοσιογράφος, αλλά συνοδός του τουρκικού στρατού στις πολεμικές του επιχειρήσεις.
Μόλις πριν από λίγες μέρες, όταν ήρθε για τα πανηγύρια της εισβολής, δήλωνε στο «Σίγμα», που είχε αποστείλει δύο συναδέλφους στα κατεχόμενα, τον Νικόλα Μαρκαντώνη και τον Σωτήρη Παπαδόπουλο, ότι δεν γνώριζε τι απέγιναν οι πέντε αιχμάλωτοι που φωτογράφισε στο Τζιάος. Εδώ και δύο μέρες, όμως, γνώριζε και γνωρίζει καλά. Θυμάται τα πάντα – το όνομα του λοχία από τη Σαμψούντα, τον ταγματάρχη, τον ταξίαρχο, όλους.
Αποκαλυπτικός ο Κονούξεβερ, συνεχίζει στη Βατάν και στο χθεσινό τουρκικό Τύπο:
«Στην αντίδραση του ταξίαρχου Μπορατάς οι Μουτζαχίτ (αντάρτες) άρχισαν να λένε ότι οι εκτελεσθέντες ενέχονται σε σφαγές στα τουρκικά χωριά της περιοχής. Ότι έχουν σκοτώσει τον αδελφό κάποιου, την αδελφή κάποιου άλλου κτλ. Για χρόνια περιμέναμε αυτή την εκδίκηση, είπαν, και μας την πρόσφερε ο τουρκικός απελευθερωτικός στρατός. Μετά τις εξηγήσεις, ο ταξίαρχος Μπορατάς διέταξε να ανοιχτεί ένας λάκκος (ίσως αυτό που εμείς λέμε σήμερα πηγάδι στο Τζιάος), και τα άτομα αυτά θάφτηκαν εκεί. Ένας από τους αγωνιστές παρέδωσε στον ταξίαρχο Μπορατάς τα χρήματα και τα προσωπικά αντικείμενα των εκτελεσθέντων. Εκείνος τα πήρε στα χέρια του και, ακολούθως, έσχισε τα χρήματα και τα προσωπικά έγγραφα των εκτελεσθέντων και τα πέταξε προς τους Μουτζαχίτ. Στη συνέχεια μπήκαμε στα άρματα και φύγαμε».
Επιμένει για τον πυροβολισμό κατά του Αντέμ Γιαβούζ
Ο Κονούξεβερ αναφέρεται στις συνενεύξεις του στη σύλληψή του και εξηγεί ότι στόχος της επιστροφής του στη Λευκωσία ήταν η ταχύτατη μετάβασή του στα Άδανα, για να πάρει το φωτογραφικό υλικό. Με βαν του τουρκικού στρατού, συνοδευόμενος από τους συναδέλφους του πολεμικούς ανταποκριτές Αντέμ Γιαβούζ και Τζενκίζ Καπκίν, επέστρεφαν, παίρνοντας μαζί τους και μια Τουρκοκυπρία με τον άντρα της, για να πάει σε γυναικολογική κλινική στην κατεχόμενη Λευκωσία.
Στην Ομορφίτα μπέρδεψαν το δρόμο και έπεσαν, λέει, στις ελληνοκυπριακές θέσεις, δεχόμενοι πυρά. Μια σφαίρα τον βρήκε στον ώμο, προκαλώντας του διαμπερές τραύμα. Ακινητοποιημένο το όχημά του με νεκρό τον οδηγό, τον πλησιάζει Ελληνοκύπριος στρατιώτης και ρωτά ποιοι είναι. Ο ίδιος απαντά πως είναι δημοσιογράφοι. Η απάντηση του Ελληνοκύπριου ήταν ότι ήταν και ο ίδιος δημοσιογράφος, αλλά τώρα είναι πόλεμος. Του πήρε τις φωτογραφικές μηχανές και τα φιλμ που είχε. Ακολούθως, σύμφωνα με τον ισχυρισμό του ιδίου, του έδωσαν μια πετσέτα για να κρατήσει το αίμα από τον τραυματισμένο του ώμο. Τον ανέκριναν και τον μετέφεραν ακολούθως στο στρατηγείο (τι εννοεί, είναι άγνωστο, γιατί οι ελληνοκυπριακές πηγές λένε ότι πήγαν με τεθωρακισμένο κατευθείαν στο νοσοκομείο). Εκεί ανακρίθηκαν και πάλι και ακολούθως τους μετέφεραν στο νοσοκομείο, όπου τους επιτέθηκαν οι νοσοκόμοι και οι νοσοκόμες και τους έσωσαν οι γιατροί. Τον χειρούργησαν και όταν τελείωσε η επέμβαση, του έφεραν δίπλα του τον Αντέμ. Τον είδε βαριά πληγωμένο και τα έχασε, γιατί δεν είχε τραυματιστεί κατά τη σύλληψή του, μια μικρή εκδορά είχε μόνο στο μάγουλο. Οι νοσοκόμοι και οι νοσοκόμες, του είπε, είχαν επιτεθεί στον ίδιο και στον Τζενκίζ, και τους αλυσόδεσαν. Τότε, ένας στρατιώτης που κυκλοφορούσε στο νοσοκομείο, τους έριξε μια ριπή και αυτή κτύπησε τον Αντέμ στην κοιλιά. Οι γιατροί επενέβησαν και τον χειρούργησαν δύο φορές για να σταματήσουν την αιμορραγία. Η κατάστασή του ήταν κρίσιμη και κατάλαβε ότι θα πέθαινε. Ζήτησε να μεταφερθεί σοβαρά τραυματισμένος στην Τουρκία, για να ταφεί όταν πεθάνει δίπλα στο ρέμα, στη γενέτειρά του στα Άδανα. Ο Κονούξεβερ λέει ότι ο γιατρός Δημητριάδης, που τον συνάντησε πρόσφατα, του δικαιολογήθηκε ότι οι γιατροί έκαναν ό,τι μπορούσαν για να σώσουν και το φίλο του, αλλά δεν μπόρεσε να ζήσει. Το νοσοκομείο μας ήταν πολύ κοντά στο μέτωπο, και γι” αυτό οι συμπεριφορές που είδατε, του εξήγησε, λέει.
Στο κρίσιμο αυτό σημείο, που καταμαρτυρά ελληνική ενοχή στο χειρισμό αιχμαλώτων, οι πληροφορίες διίστανται. Ο Δημήτρης Δημοσθένους, του φυλακίου 14 στην περιοχή Ποντικίδη, συμπληρώνει την κατάθεση Παύλου Βωνιάτη και λέγει ότι πράγματι συνελήφθησαν εν ζωή 5 άτομα. Ο οδηγός έπεσε πάραυτα νεκρός από τις ανταλλαγές πυρών. Ωστόσο, ο τραυματισμένος Κονούξεβερ συνοδευόταν από άλλους δύο άντρες και το ζεύγος των Τουρκοκυπρίων, μια έγκυο Τουρκάλα από την Επιχώ και τον άντρα της. Επικοινωνήσαμε και πάλι με τον Παύλο Βωνιάτη, που εξήγησε ότι φρέσκαρε τη μνήμη του με συναγωνιστές του. Ο Αντέμ Γιαβούζ, λέει, ήταν λεπτός και κοντούλης, και, πάνω στην ένταση και τις στριγγλιές της Τουρκοκυπρίας, εκλήφθηκε για παιδί. Δεν ασχολήθηκαν μαζί του, αλλά με τον Κονούξεβερ, που είχε τις μηχανές και τα φιλμ. Ο Δημοσθένους, όμως, θυμάται ότι ο Αντέμ άδειασε, ερχόμενος για να παραδοθεί, τις τσέπες του, και με κίνηση του χεριού κάτι πέταξε. Εδώ, ίσως, είναι η χαμένη άκρη του νήματος με τα φιλμ των εκτελέσεων. Δεν το λέμε αυτό για να δικαιολογήσουμε οποιονδήποτε, και είναι δουλειά της ΚΥΠ να βρει τι έγινε.
Από τις 12 και μόνο φωτογραφίες που διασώζονται αυτήν τη στιγμή στην Επιτροπή Αγνοουμένων και με τις ταυτοποιημένες σορούς που φέρουν σφαίρες στα κρανία, τεκμηριώνεται η εν ζωή σύλληψη και η άνανδρη εκτέλεση των πέντε της ομάδας Κορέλλη. Το θέμα, όμως, είναι τι έγιναν οι άλλες φωτογραφίες. Ο Ντίνος Μενελάου, δημοσιογράφος της Μάχης, θυμάται ότι παρέλαβε 3-4 φιλμ από τον άνθρωπο που τα παρέδωσε στην εφημερίδα, έναντι αμοιβής 24 λιρών, προϊόν εράνου των συντακτών, για να προβληθεί μια όντως αποκαλυπτική ιστορία. Ήταν τότε η κατάσταση χαώδης παντού και είναι αμφίβολο αν οι τόμοι της εφημερίδας Μάχη διασώζονται. Μόνο συγγενείς διαθέτουν κάποια αντίτυπα των εκδόσεων των ημερών εκείνων, που ήταν περί το τέλος Αυγούστου με αρχές Σεπτεμβρίου. Ο δημοσιογράφος Ντίνος Μενελάου, διευθυντής σήμερα του τμήματος ειδήσεων του «Σίγμα», προσπάθησε για το καλύτερο αποτέλεσμα στην εκτύπωση των φωτογραφιών των φιλμ που εξασφάλισε η εφημερίδα. Η πρώτη εκτύπωση δεν έδωσε καλό αποτέλεσμα και χρειάστηκε η προσθήκη υλικών για να φύγει το μαύρο χρώμα που τη σκίαζε.
Την ίδια περίοδο ο φωτογράφος Χρίστος Γιάγκου δέχεται την επίσκεψη έφεδρου αξιωματικού, που του δίνει προς εκτύπωση σλάιτς με το ίδιο θέμα. Εκτυπώνεται αριθμός φωτογραφιών και ο έφεδρος παίρνει μαζί του τις φωτογραφίες και τα σλάιτς.
Το Σίγμα εντόπισε χτες τον έφεδρο ανθυπολοχαγό Χριστάκη Ελευθερίου και μίλησε μαζί του. Όπως λέει, παρέδωσε τις φωτογραφίες και τα σλάιτς στο ΓΕΕΦ και στον τότε λοχαγό Χαράλαμπο Λόττα. Ο συνάδελφος Σωτήρης Παπαδόπουλος επικοινώνησε με τον αποστρατευθέντα υποστράτηγο Χαράλαμπο Λόττα, ο οποίος αρνήθηκε ότι παρέλαβε οτιδήποτε. Το θέμα διερευνά ήδη η Αστυνομία και η ΚΥΠ παίρνει σειρά καταθέσεων, ώστε να βρει μιαν άκρη για το τι έγιναν τα φιλμ και τα σλάιτς.
Όπως μετέδωσε χτες βράδυ το Σίγμα, τριάντα χρόνια μετά τη δολοφονία των πέντε Ε/κ από τον κατοχικό στρατό, σύννεφα δημιουργούνται για το πού κατέληξαν τα φιλμ του Τούρκου φωτογράφου Ερκίν Κονούξεβερ.
Οι φωτογράφοι που ασχολήθηκαν με την επεξεργασία των φωτογραφιών μιλούν στην κάμερα του Σίγμα, την ώρα που οι συγγενείς των πέντε παλικαριών περιμένουν απαντήσεις.
Στην υπόθεση έχουν εμπλακεί τόσο η Επιτροπή Αγνοουμένων όσο και η ΚΥΠ.
Η φωτογραφία, που κάνει το γύρο του κόσμου, δείχνοντας τη στυγνή δολοφονία που διέπραξαν οι Τούρκοι στρατιώτες, προκαλεί αναταραχές και μέσα στην Κύπρο.
Άγνωστο παραμένει το πρόσωπο που τελευταίο είχε στην κατοχή του τα φιλμ, την ώρα που αποδεικνύεται ότι υπήρχαν και έγχρωμα σλάιτς με τις ίδιες εικόνες. Ο Ανδρέας Θεμιστοκλέους, γνωστός ως «Φώτο Κύκκος», είναι ο άνθρωπος που ασχολήθηκε με τα φιλμ που του έδωσε ο τότε έφεδρος αξιωματικός Χριστάκης Ελευθερίου.
Την ίδια στιγμή, ο τότε έφεδρος αξιωματικός Χριστάκης Ελευθερίου πήγε και στο φωτογράφο Χριστάκη Γιάγκου, για να εμφανίσει έγχρωμα σλάιτς, αφού ήταν ο μόνος το 1974 που μπορούσε να το κάνει.
Το Σίγμα επικοινώνησε με τον τότε έφεδρο αξιωματικό, ο οποίος δεν θέλησε να σχολιάσει οτιδήποτε στην κάμερα.
Αρκέστηκε, όμως, να πει ότι όλα τα σλάιτς, τα φιλμ και τις φωτογραφικές μηχανές τα παρέδωσε στον τότε λοχαγό Χαράλαμπο Λόττα.
Το Σίγμα επικοινώνησε με τον Χαράλαμπο Λόττα, ο οποίος, όμως, διέψευσε ότι είχε παραλάβει οτιδήποτε, τονίζοντας ότι τις φωτογραφίες τις είδε μόνο στην εφημερίδα Μάχη.
Οι δυο τους έχουν κληθεί, σύμφωνα με πληροφορίες, να μιλήσουν στην Επιτροπή Αγνοουμένων, ενώ στο παιγνίδι έχει μπει και η ΚΥΠ.
Την ίδια ώρα, αναπάντητο παραμένει και το ερώτημα:
Τι έγιναν τα σλάιτς;
Ποιος ήταν ο τελικός παραλήπτης;
Οι συγγενείς των πέντε δολοφονημένων παλικαριών ζητούσαν τότε, ζητούν και τώρα απαντήσεις.
Ο αδελφός του δολοφονηθέντα από τους Τούρκους, Χριστόφορου Σκορδή, Πέτρος Σκορδής, ζητεί μέσω της τηλεόρασης του Σίγμα να μάθει τι έγιναν οι αποδείξεις της εκτέλεσης των δικών τους.
Η εφημερίδα Μάχη δημοσίευσε για πρώτη φορά τις φωτογραφίες την Πέμπτη, 19 Σεπτεμβρίου 1974.
Για τέσσερις συνεχόμενες ημέρες παρουσίαζε φωτογραφίες από τέσσερα φιλμ που ήρθαν στην κατοχή της και για τα οποία πλήρωσε τότε 24 λίρες.
Όλες οι φωτογραφίες είναι ασπρόμαυρες, στοιχείο που αποδεικνύει ότι σλάιτς δεν περιήλθαν ποτέ στην κατοχή της εφημερίδας.
Τα αναπάντητα “γιατί” του Αντρέα Χατζήκυριακου, αδελφού του εκτελεσθέντα από τους Τούρκους Φίλιππου Χατζήκυριακου, για το τι έγινε τότε, είναι και δικά μας γιατί.
Τελικά, ποιος λέει αλήθεια;
Σήμερα, Παρασκευή, παραμονές τις εορτής της Κοίμησης της Μεγαλόχαρης, πραγματοποιείται η πρώτη κηδεία, του Ιωάννη Παπαγιάννη. Τριάντα πέντα χρόνια από την ημέρα που δολοφονήθηκε μαζί με άλλους συναγωνιστές του. Στον ιερό ναό του Αγίου Νικολάου στην Έγκωμη θα υπάρχει στις 4 το αδιαχώρητο, για να αποχαιρετήσουμε το παλικάρι στην τελαυταία του κατοικία και για να του πούμε ότι ο αγώνας της Κύπρου για ελευθερία συνεχίζεται.
Η θυσία τους δεν θα πάει χαμένη, και οι ίδιοι θα καταστούν λίπασμα ελευθερίας και έμπνευση της νέας γενιάς για να μην πέσουμε ποτέ ξανά μόνοι, αβοήθητοι και διχασμένοι, στις ερπύστριες των τουρκικών τανκς.
Ο Κυβερνητικός Εκπρόσωπος Στέφανος Στεφάνου δήλωσε στη «Σημερινή» ότι η Κυβέρνηση συνειδητά κρατεί χαμηλούς τόνους, για να μην παραβλάψει τις προσπάθειες διερεύνησης της τύχης των αγνοουμένων της κυπριακής τραγωδίας. Σε καμιά περίπτωση, τονίζει, δεν υπάρχει ανοχή ή δικαιολόγηση των τουρκικών εγκλημάτων και εν καιρώ θα γίνει εκείνο που αρμόζει.
Η οικογένεια του Αντωνάκη Κορέλλη παρουσιάζεται αποφασισμένη για ατομική προσφυγή στο ΕΔΑΔ. Η σύζυγος του Κορέλλη και οι κόρες της θέλουν να δουν την Τουρκία να λογοδοτεί για την απάνθρωπη συμπεριφορά της και για τα εγκλήματα που έκανε στον τόπο μας. Ανάλογες σκέψεις εκφράζονται από τις οικογένειες και των υπολοίπων εκτελεσθέντων.
Η συνταρακτική αποκάλυψη άγγιξε τα τρίσβαθα της ψυχής κάθε Ελληνοκύπριου πατριώτη. Η αγωνία των παιδιών της Κύπρου πριν από την εκτέλεση, όταν το μίσος, σχεδόν συγχωριανών τους, Τουρκοκυπρίων ξεχείλιζε και εκτελούσαν τον έναν μετά τον άλλον. Η ευθύνη του τουρκικού στρατού κατοχής απαράγραπτη, όσα χρόνια κι αν πέρασαν. Γνώριζε ο Ντενκτάς όλα αυτά και πολλά παρόμοια όταν μιλούσε στο Σταύρο Σιδερά και του έλεγε «δεν ζουν αγνοούμενοι. Τους εκτέλεσαν Τουρκοκύπριοι άτακτοι, όταν τους παρέλαβαν από τον τουρκικό στρατό που τους είχε συλλάβει». Από τουρκοκυπριακές πηγές μαθαίνουμε ότι πέραν των φανατικών, που βρήκαν κάλυψη τον τουρκικό στρατό εισβολής, σκότωναν μαζί τους και αιμοδιψείς άντρες του Αττίλα, που επιδίδονταν σε σφαγές.
Μια νέα συγκλονιστική μαρτυρία, που, σύμφωνα με ισχυρισμό Ελληνοκυπρίου, είναι κινηματογραφημένη και πέρασε στα χέρια Γερμανού δημοσιογράφου από Τούρκους, παρουσιάζει την καταδίωξη στρατιωτών στον κάμπο της Μεσαορίας, τον εξευτελισμό και ακολούθως την εκτέλεση των στρατιωτών. Σε μια περίπτωση, ο στρατιώτης, πριν πυροβοληθεί, ζητούσε από τους εισβολείς λίγο νερό, και αυτοί γελούσαν και τον κλοτσούσαν πάνω από το άρμα, προτού τον πυροβολήσουν στο κεφάλι. Σκηνές που κάποιοι δεν θέλουν να ξέρουν, γιατί τους ταράζουν τον ανέμελο ύπνο τους. Ένα άλλο ντοκουμέντο παρουσιάζει, σύμφωνα με τον Ελληνοκύπριο που είδε την προβολή της ταινίας από γερμανικές πηγές, τον ομαδικό βιασμό και εξευτελισμό γυναικών σε χωριό της Κερύνειας και ακολούθως το λιντσάρισμα και την εκτέλεση των αντρών που αντέδρασαν όταν οι εισβολείς προσπαθούσαν να βιάσουν τις κόρες και τις γυναίκες τους. Τις εικόνες αυτές τις κατέγραψαν οι πολεμικοί ανταποκριτές και φυλάγονται στα αρχεία του τουρκικού στρατού, για να προσθέτουν στο «μεγαλείο» του.
Πληθαίνουν οι σελίδες ντροπής της τουρκικής θηριωδίας
[taxopress_postterms id="1"]