Του Μ. Καλόπουλου
Ας τον κατακεραυνώσει ο τρόμος
Ας τον ταρακουνήσει ο φόβος…
Βάλε το βέλος σου στο τόξο,
κι άλειψέ το με δηλητήριο»
Μύθοι της Μεσοποταμίας Έπος του Ανζού.
Ο Αχιλλέας θνήσκων:
Με την έλευση της εποχής των ηρώων, μπροστά στο γενικό ανάθεμα, στον ασταμάτητο κολασμό και την υποτίμηση, τα δηλητήρια υποχώρησαν και παρέμειναν σε χρήση μόνο από τους αμετανόητους φανατικούς οπαδούς της αποκρουστικής αναξιοπρέπειας. Αξίζει έπ’ αυτού να δούμε για λίγο μια κορυφαία παγκοσμίως γνωστή περίπτωση, που περιέργως δεν βλέπω πουθενά ούτε σαν υπόθεση να αντιμετωπίζεται έτσι, όπως εμείς προσεκτικά θα την απομυθοποιήσουμε και αφελώς παραμένει ακόμα ανέγγιχτη και ανερμήνευτη στην αγκαλιά του διάφανου κατά τα άλλα μύθου, παραγνωρισμένη ακόμα και από διάσημους ερμηνευτές. Στο κορυφαίο αριστουργηματικό πολεμικό σύγγραμμα της ανθρωπότητας, την «Ιλιάδα» του Όμηρου (του πρώτου πολεμικού ανταποκριτού της ιστορίας, όπως τον αποκαλούν κάποιοι), διαβάζουμε ενδιαφέρουσες λεπτομέρειες για τον φόβο των Ελλήνων, απ’ το ενδεχόμενο των δηλη-τηριασμένων βελών.
«Κι έκοψε κρύος τον πολέμαρχο Μενέλαο τότε ιδρώτας
ως είδε απ’ την πληγή να χύνεται το μαύρο αίμα κάτω…
(επεμβαίνει ο Αγαμέμνονας ψυχοστηρίζοντάς τον)
γιατρός θα σε κοιτάξει γρήγορα,
κι απάνω στην πληγή σου βοτάνια θ’ απιθώσει,
οι μαύροι σου για να γλυκάνουν πόνοι…
(δίνει εντολή σε παραστεκούμενο σύντροφο)
τον Μαχάονα φώναξε και μην αργείς καθόλου,
τον Ασκληπιό που έχει, τον άψεγο τον γιατρευτή πατέρα
τον γιο τού Ατρέα, τον πολέμαρχο Μενέλαο να κοιτάξει..
(ο Μαχάων έρχεται)
και την πληγή ως είδε την πικρή που του άνοιξε η σαγίτα,
το αίμα πρώτα βύζαξε κι όπως κάτεχε μετά,
πραγά βοτάνια πιθώνει, που’ χε δώσει ο Χείρωνας
στον κύρη του απ’ αγάπη» Ιλιάδα.
Δ΄148-218 & Λ΄ 829- 846.
Αυτό ακριβώς το βύζαγμα της πληγής, είναι απομεινάρι προληπτικής περίθαλψης, απέναντι στο ενδεχόμενο των δηλητηριασμένων βελών. Παρ’ όλο όμως που επί δέκα ολόκληρα χρόνια στον πόλεμο της Τροίας τα βέλη πέφτουν ασταμάτητα, καμία αναφορά δεν έχουμε σε αναξιοπρεπή δηλητηριασμένα βέλη… εκτός! Εκτός από την σημαντικότερη σαϊτιά του ομηρικού αυτού έπους, αυτήν που τελικά στέρησε τη ζωή του αντρειότερου των Ελλήνων Αχιλλέα.
Κατά την αφήγηση, η σαΐτα του Πάρη κατευθύνεται από τον θεό της ιατρικής Απόλλωνα, στην ακάλυπτη πτέρνα του ημίθεου Αχιλλέα. Αν όμως δεχθούμε τον θρύλο στις λεπτομέρειες του, τότε παραμένει εντελώς ανεξήγητο το γεγονός, ότι η μόνη τρωτή επιφάνεια του Αχιλλέως είναι..
ακάλυπτη, ενώ ως εκ της θέσεως της, θα μπορούσε θαυμάσια να είναι προσεκτικά καλυμμένη και απρόσιτη από εχθρικά όπλα. Δεν είναι όμως αυτό το μόνο αντιφατικό του προαναφερθέντος αχίλλειου θρύλου. Η ίδια η πολυθρύλητη πανοπλία του ήρωα, που θεωρήθηκε απ’ τα πολυτιμότερα λάφυρα του Τρωικού πολέμου, δεν συμβιβάζεται εύκολα με την γνωστή αθανασία και το άτρωτον του Αχιλλέως.
Κανένας λόγος δεν θα υπήρχε πράγματι, το άτρωτο κορμί του Αχιλλέα να είναι τόσο προσεκτικά καλυμμένο και να προστατεύεται από περίτεχνη ανθεκτικότατη πανοπλία, ενώ αντιθέτως η γνωστή (τουλάχιστον στην μητέρα του Θέτιδα) επιφάνεια της τρωτής του σάρκας, η «αχίλλειος πτέρνα», παραμένει εκτεθειμένη στις βολές των εχθρικών όπλων!
Κάτι άλλο θέλει φανερά να μας διηγηθεί ο θρύλος-ιστορία της “α-θανασίας” του Αχιλλέως, καθώς και ο περίεργος θάνατός του. “Κάτι” όμως που εξ όσων γνωρίζω, κανείς δεν μπήκε στον κόπο να το δει έτσι. “Κάτι” που πράγματι και εκπληκτικό και διδακτικό είναι. Το βέλος που στοίχισε τη ζωή του παλικαριού αυτού από την Θεσσαλία, του διασημότερου μαχητή της Τροίας, ήταν δηλητηριασμένο! Το άτρωτον του Αχιλλέως, στην ενδιαφέρουσα απομυθοποίησή του, πρέπει να στηρίζεται σε έναν αληθινά ανίκητο συνδυασμό ανδρείας, πολεμικής τέχνης… αλλά και άρτιας πολεμικής εξάρτησης. Η εκπαίδευσή του ήταν άριστη, αλλά και η πανοπλία του πρέπει να ήταν έργο προχωρημένης τεχνοτροπίας, ανθεκτικότερων για την εποχή της υλικών (ορειχάλκινη ίσως ή και σιδηρά και όχι απλώς χάλκινη) και ο κάτοχος της, φοβερά εξοικειωμένος με τη χρήση και την αξιοποίηση της. Ο πρίγκιπας όμως της καταστροφής από την άλλη πλευρά των τειχών, ο Πάρης, είχε όλα τα χαρακτηριστικά του ανθρώπου εκείνου που θα μπορούσε να κάνει χρήση της ποταπής δηλητηριώδους βολής.
Ο αξεπέραστος Όμηρος περιγράφει την προσωπικότητα του Πάρη με τα μελανότερα χρώματα. Όταν ο φυγόμαχος Πάρης κατεβαίνει επιτέ-λους για πόλεμο, πέφτει για κακή του τύχη πάνω στον πολέμαρχο Μενέλαο, τον άντρα δηλαδή της Ελένης, που δεν χάνει την ευκαιρία και με δρασκελιές μεγάλες βγαίνει εμπρός του. Ας ξαποστάσουμε λίγο διαβάζοντας Όμηρο:
«σα λιόντας που’ πεσε πάνω σε τρανό θρασίμι,
κάπου αν αγρίμι μακροκέρατο
πέτυχε για κι ελάφι πεινώντας…
παρόμοια κι ο Μενέλαος χάρηκε θωρώντας
τον πανώριο τον Πάρη εμπρός του,
τι λογάριαζε, θα γδικιωθεί τον κλέφτη»…
Το δειλό αρχοντόπουλο μπροστά στον οργισμένο λιονταρόψυχο Μυκηναίο βασιλιά της Σπάρτης το’ βαλε στα πόδια: «σάστισε και κόπηκε η χολή του… πισωτραβιέται…
και σύγκορμο τον έπιασε τρομάρα,
κι αναγυρίζει κι έχει μάγουλα χλωμοπερεχυμένα…
Απ’ τον ίδιο του τον αδελφό, τον συμπαθέστατο τρωικό ήρωα Έκτορα, μαθαίνουμε, ότι είναι ερωτύλος και δειλός, που για τις ορέξεις του παραμελεί τις ανάγκες του οδυνηρού πολέμου, που ο ίδιος (σύμφωνα με την αφήγηση) είναι η κύρια και η μοναδική αιτία.
και ο Έκτορας ως τον είδε με άσκημα τον αποπήρε λόγια:
Πάρη, Κακόπαρη και γυναικά και πλάνε,
να μη γεννιόσουν λέει και ανύπαντρος πιο πρώτα να χανόσουν!
Αχ πως θα το’ θελα Καλύτερα χίλιες φορές αλήθεια…
παρά του κόσμου πως κατάντησες ντροπή και καταφρόνια…
στ’ αλήθεια έχεις όμορφη θωριά
μα μήτε δύναμη μήτε καρδιά καθόλου» Ιλιάδα Γ΄20-45 *Το ίδιο του το όνομα «Πάρης» (παράτρεξη) είναι: «εκ του παριέναι τον μόρον». Τον παράτρεξε δηλαδή ο θάνατος, όταν αφέθη έκθετο στους αγρούς να πεθάνει ως ένα παιδί που οι προφητείες έδειχναν ότι θα φέρει σύμφορες μεγάλες. Το όνομα του είναι σαφώς ενδεικτικό της ανατολίτικης παιδείας, του εν αντιθέσει με το δεύτερο όνομα του «Αλέξανδρος» που δείχνει την ταυτόχρονη μεσογειακή του καταγωγή.
Ο Πάρης εικονίζεται συχνότερα με την πριγκηπική στολή του ασιάτη, παρά σε ηρωική γυμνότητα, ενδεικτικό κι αυτό των προτιμήσεών του. Είναι ένας μισοασιάτης που δεν δίστασε να φερθεί προδοτικά στην φιλοξενία του Μενελάου, κλέβοντας τον έρωτα της γυναικός του Ελένης. Ο Πάρης (στο Γ΄28) αποκαλείται «αλείτης»! Μια λέξη κλειδί που προέρχεται απ’ το «αλάστωρ» που σημαίνει: «ηθική κληρονομική νόσος». Μια διαχρονική κακοήθεια, μια ασταμάτητη ηθική κακοδαιμονία. Ένας καίριος χαρακτηρισμός, που νομίζω καυτηριάζει τις ξεχασμένες ηθικές ανωμαλίες, που με την πράξη του ο Πάρης επαναφέρει απ’ το φρικτό παρελθόν των δηλητηριασμένων όπλων.
Μπορεί λοιπόν ο Ι. Κακριδής στην «Ελληνική μυθολογία» (τόμ., 5ος σελ 126) ασταμάτητα να αναρωτιέται: «Πως να εννοήσουμε άραγε την φράση: ο Αχιλλέας σκοτώνεται από το θεό (Απόλλωνα) μαζί και τον θνητό (Πάρη);» (Όμηρος Χ 358 & «Αιθιοπίς» Πρόκλος 62) Αλλά ούτε σαν την παραμικρότερη υπόνοια δεν αναφέρει, ότι ο Πάρης ξεπερνώντας τους πάντες σε αθλιότητα, έχει κάθε δυνατότητα να προμηθευτεί από τον τοπικό Απολλώνιο ναό (του Θυμβραίου Απόλλωνα) το απαραίτητο φονικό δηλητήριο, εξασφαλίζοντας έτσι την συμβολική συμμετοχή του Απόλλωνα, στην δολοφονία του ακατάβλητου Θεσσαλού ήρωα Αχιλλέα. Μόνο έτσι μπορεί κατά την γνώμη μου να πάρει κάποιο ερμηνευτικό δρόμο, ο θρυλικός και παγκοσμίως γνωστός θάνατος του Αχιλλέα.
Όπως λοιπόν συμπεραίνουμε, ο Αχιλλέας δεν πεθαίνει από συνηθισμένο θανατηφόρο τραύμα στην φτέρνα! Μόνο ένα δηλητηριασμένο τραύμα στην περιοχή αυτή, θα ήταν υπέρ αρκετό για να στοιχίσει τη ζωή στον “άτρωτο” Αχιλλέα! Οποιοδήποτε άλλο τραύμα στο μέρος αυ-τό του σώματος, που δεν φιλοξενεί ζωτικά όργανα, δεν θα μπορούσε καθοιονδήποτε τρόπο να αποβεί μοιραίο.
Φαίνεται λοιπόν ότι η ανεπανάληπτη ακαταμάχητη παλικαριά του Αχιλλέα, από τον ευσεβή Όμηρο, μετατρέπεται ιεροπρεπώς στον θρύλο του άτρωτου ήρωα, που με την ποιητικότατη τελική κατάληξή του, σκεπάζει πολύ ελαφρά και πανέμορφα, ακόμα και αυτόν τον ανίερο δολοφονικό τρόπο εξόντωσης του. Τέτοιος ήταν από τότε ο Έλληνας! Θρυλοποιούσε ασταμάτητα και ομόρφαινε με τους υπέροχους ύμνους του, ακόμα και τον δόλιο θάνατο των παλικαριών του. Είναι όμως ανεπίτρεπτο νομίζω, να μην μπορούμε ακόμα να σηκώσουμε το αιθέριο ποιητικό κάλυμμα του ευσεβέστατου Ομήρου, για να δούμε κάτω από τον υπέροχα κεντημένο λόγο του, την πικρή δηλητηριώδη και αφυπνιστική πραγματικότητα, του δόλο-φονικού «πάριου βέλους».Θέλετε το κόστος αυτής μας της αδράνειας; Ποτέ δεν έγινε γνωστό το διδακτικότατο «πάριον βέλος» όπως το συζητάμε εδώ! Έγινε όμως ονομαστό το πάρθιον βέλος! Οι Πάρθοι ήταν μια πολεμική φυλή, που μετά από υποκριτική υποχώρηση στη μάχη, εστρέφοντο ξαφνικά και κατετόξεβαν με ακρίβεια τους διώκτες τους. Όλη αυτή η κίνηση της υποκριτικής υποχώρησης έκανε σοβαρότατη αίσθηση, και άφησε την συγκεκριμένη φήμη! Όμως το «πάριον βέλος», σαφώς διασημότερο, απολύτως άνανδρο, καταφανώς δολιότερο και σαφώς διδακτικότερο και φονικότερο… δεν άφησε καμιά παρόμοια αφυπνιστική φήμη!
Αυτά είναι τα οδυνηρά λάθη των λαών. Η ιστορία του κάθε λαού είναι πολύτιμη μόνο όταν γίνεται αφορμή εξαγωγής πολύτιμων συμπερασμάτων. Οι ανεπεξέργαστες επαναλήψεις, γίνονται αφορμή αποχαύνωσης! Όταν όμως όλη την ερμηνευτική προσοχή μας, την δώσαμε στις εβραϊκές θρησκευτικές αλληγορικές ωραιοποιήσεις, και κατορθώσαμε μάλιστα να ωραιοποιήσουμε ακόμα και τους αθλιότερους άθλους της Παλαιάς Διαθήκης, που να μας μείνει καιρός να ασχοληθούμε και με τις δικές μας ατέλειωτα διδακτικές μυθολογημένες παραδόσεις. Τελικώς όμως, (για να επανέλθουμε), τίποτε δεν μας πείθει καλύτερα για το δηλητήριο του «πάριου βέλους», από την τύχη που το έπος επιφυλάσσει τελικά στον αδίστακτο δράστη. Ο ίδιος ο Πάρης έχει παρόμοιο τέλος. Σκοτώνεται από τα δηλητηριασμένα βέλη του Ηρακλή, που τώρα μετά τον θάνατό του, είχε στην κατοχή του ο Φιλοκτήτης, τον οποίον καθοδόν προς την Τροία, άφησαν οι Έλληνες απομονωμένο στην Λήμνο. Ο Οδυσσέας φέρνει τον Φιλοκτήτη στην Τροία μαζί με τα δηλητηριασμένα αυτά βέλη, και τον πείθει να μονομαχήσει με τον Πάρη. Ο Πάρης τραυματίζεται απ’ τα βέλη αυτά θανάσιμα και έτσι ο Πάρης, είναι ο μόνος που κατά την ομολογία του μύθου πεθαίνει με τον τρόπο που διάλεξε να πολεμήσει, δηλαδή, από δηλητηριασμένο βέλος! Άλλωστε και ο ίδιος ο Οδυσσέας, που φρόντισε να είναι τέτοιο το τέλος του άνανδρου Πάρη, είναι ο μόνος απ’ τους ήρωες της Τροίας, που έχει σχέσεις με δηλητήρια, και απ’ το παρελθόν είχε αποδείξει ότι δεν είχε ιδιαίτερες δυσκολίες, στο να τα χρησιμοποιήσει όταν το έκρινε αναγκαίο!Η θεά Αθηνά μεταμορφωμένη σε παλιό φίλο του Οδυσσέα λέει στον γιο του τον Τηλέμαχο γι’ αυτόν:
«Αχ πόσο του Οδυσσέα εσύ που λείπει δεν τον φτάνεις…
που πήγε με καράβι στον Ίλο, γιο του Μέρμερου,
φαρμάκι θνητοφάγο ζητώντας του
τις χάλκινες σαΐτες του ν’ αλείβει,-
Μα εκείνος δεν του το’ δωσε (γιατί;)
γιατί τους επουράνιους φοβόταν,
κι ο πατέρας μου του το’ δωσε ο δικός μου,
που φίλος του ήταν καρδιακός.-
Ναι τέτοιος ο Οδυσσέας ν’ άπλωνε χέρι πάνω τους,
θα καταντούσαν (οι μνηστήρες) όλοι τους μεμιάς
γληγοροπέθαντοι και πικροπαντρεμένοι»
Ομήρου Οδύσσεια α, 259-273
*Όμως, ενώ οι μνηστήρες τρία ολόκληρα χρόνια (ν 390) τρωγοπίνουν ασταμάτητα στο σπίτι του Οδυσσέα, και μάλιστα κάποιοι εξ αυτών φοβούνται ένα τέτοιο ενδεχόμενο, μήπως δηλαδή: «φαρμάκια θνητοφάγα ρίξει (ο Τηλέμαχος) στα κροντήρια μας (πλατύστομες υδρίες) κι όλους να μας ξεκάνει»! Οδύσσεια β΄345. Παρόλα αυτά, τίποτε σχετικό δεν συμβαίνει, για σειρά ετών που παρασιτοζωούν στο παλάτι του βασιλιά της Ιθάκης!
Όπως σαφέστατα λοιπόν διαφαίνεται, τα δηλητήρια ήταν γνωστά και σε ευρύτατη χρήση και στην ελληνική αρχαιότητα. Μόνο που κατά τον εκπολιτισμό των λαών, η χρήση τους φαίνεται σταδιακά να υποχωρεί, αφού όσο ο πολιτισμός και η καλλιέργεια του προχωρούσε, η εκτίμηση της ανθρώπινης ζωής ανέβαινε, και η ύπουλη επαίσχυντος πράξη του δηλητηριασμού, υποχωρούσε στο σκοτεινά βάθη του αναθεματισμού. Μέγα μέρος αυτής της σημαντικής αξιοπρεπούς απόστασης από τα δηλητήρια, όπως φαίνεται άλλωστε από τα παραπάνω αποσπάσματα, στηρίχθηκε στο υψηλών ηθικών αρχών θρησκευτικό συναίσθημα των μεσογειακών Ελλήνων, που ραγδαία εξελισσόμενο περιέλαβε ένα πλήθος φυσιολατρικών στοιχείων.
Η Ελληνο-μεσογειακή θρησκεία άλλωστε, κλείνοντας πρώτη τον κύκλο των αναζητήσεών της, απ’ την φυσιολατρία στην φυσιοκρατία και από εκεί στην αέναη ευεργετική φυσιογνωσία, έφτασε τον ιεροπρεπή σεβασμό στα πολύτιμα δώρα της Φύσης στο αποκορύφωμά του. Ο ιερός σεβασμός της μητέρας φύσης υπήρχε έκδηλος σε όλα τα στοιχεία λατρείας. Η Δήμητρα, Γη-μήτρα ή Γη-μήτηρ, υπήρξε για την κλασική αρχαιότητα το κέντρο κάθε ευσέβειας.
Τα ποτάμια, οι πηγές τα δάση, και κάθε άλλη φυσική ομορφιά είχαν ιεροποιηθεί και κάθε σκέψη μόλυνσης και κακοποίησής τους, ήταν ήδη προ αμνημονεύτων χρόνων εντελώς αδιανόητη. Τις πηγές άλλωστε, κατά τον μύθο, φύλαγαν με κάθε φροντίδα αγαθές θεϊκές δυνάμεις οι Νηρηίδες, (κατοπινές νεράιδες). Η αξιοπρεπής λοιπόν Μεσογειακή θρησκεία, επέβαλε την οριστική απομάκρυνση των απεχθών δηλητηρίων. Έτσι, για τα δηλητήρια απέμεινε μόνο η ιαματική σταδιακή αραίωσή τους, που τα μετάβαλλε από φαρμάκια σε φάρμακα ελαφρού παυσίπονου κατευνασμού και θεραπείας.
Η ελληνική λοιπόν θεοσέβεια, που τότε ήταν ο κατ’ εξοχήν δημιουργός αν όχι ο μοναδικός φορέας “πολιτισμού”, έθους και ήθους, ήταν η αιτία που ενώ στον μεσογειακό χώρο, η απεχθής απειλητική χρήση των δηλητηρίων υποχωρούσε, στην «καθ ημάς ανατολή», όπου οι μάγοι και η μαγγανεία εθεωρούντο ιερατικές αρετές, έφτασε σε υψηλά επίπεδα χρήσης με σημαντικότερους εκπροσώπους αυτής της σχολής, αυτούς τους “δαίμονες των υδάτων” τους ιερο-προφήτες του βιβλικού ιερατείου. Ακριβώς γι’ αυτό λοιπόν το λόγο, μέγιστη είναι η ανάγκη ελέγχου, της ασιατικής θρησκευτικής φιλολογίας, στην ισχυρότερη κοιτίδα της, αυτή των ιερο-εβραϊκών γραφών, αλλά και μέχρι πίσω στην πατρογονική τους εστία, την ιστορική χώρα των μάγων την Χαλδαία.
Μ. Καλόπουλος
Πηγή: ΒΙΣΑΛΤΗΣ