“Σω.: Άκου λοιπόν, καθώς αφηγούνται, μία πολύ όμορφη ιστορία, την οποία εσύ ασφαλώς θα εκλάβεις ως μύθο, όπως νομίζω, εγώ όμως τη θεωρώ πραγματική με έλλογη υπόσταση· και εξ άλλου ως αληθινά γεγονότα θα σου διηγηθώ όσα πρόκειται να διατυπώσω. Όπως δηλαδή αναφέρει ο Όμηρος
ο Ζευς ο Ποσειδώνας και ο Πλούτωνας διαμοιράστηκαν μεταξύ τους την
κοσμική αρχή, όταν την παρέλαβαν από τον πατέρα τους…
Υπήρχε λοιπόν ο εξής νόμος όσον αφορά τους ανθρώπους την εποχή του Κρόνου, ο οποίος διαχρονικά και τώρα ακόμη ισχύει ανάμεσα στους θεούς, όποιος από το γένος των ανθρώπων διανύσει τη ζωή του με δίκαιο και ευσεβή τρόπο, όταν πεθάνει, να μεταβαίνει και να κατοικεί στα Νησιά των Μακάρων σε κατάσταση απόλυτης ευδαιμονίας, μακριά από κάθε συμφορά· όποιος όμως διάγει τη ζωή του με άδικο και ασεβή τρόπο να οδηγείται στο δεσμωτήριο της τιμωρίας και της (απονομής της δικαιοσύνης) Δίκης, το οποίο ως γνωστό το αποκαλούν Τάρταρο.
Δικαστές εκείνων λοιπόν, την εποχή της βασιλείας του Κρόνου και πρόσφατα ακόμη, όταν την εξουσία κατείχε ο Δίας, ήταν ζωντανοί για τους ζωντανούς, οι οποίοι δίκαζαν τους ανθρώπους εκείνη την ημέρα την οποία επρόκειτο να πεθάνουν. Έτσι λοιπόν με εσφαλμένο τρόπο εκφέρονταν οι δικαστικές ετυμηγορίες.
Ο Πλούτων λοιπόν και οι επιτηρητές του Άδη, που κατέφθαναν από τα Νησιά των Μακάρων, κατήγγειλαν προς τον Δία, ότι εμφανίζονται συχνά και στους δύο μεταθανάτιους προορισμούς άνθρωποι που η αξία τους δεν ανταποκρίνεται στον τόπο άφιξης τους.
Αποκρίθηκε λοιπόν τότε ο Ζευς
:
«Εγώ, είπε, θα θέσω τέρμα σ’ αυτό που συμβαίνει, διότι τώρα οι δίκες εκδικάζονται άσχημα». «Αυτοί δηλαδή που κρίνονται» είπε «περιβάλλονται με σάρκα τη στιγμή της κρίσης, επειδή δικάζονται ζωντανοί».
«Πολλοί λοιπόν», συνέχισε αυτός, «αν και διαθέτουν διεφθαρμένες ψυχές είναι ενδεδυμένοι με καλλίγραμμα σώματα και ευγενική καταγωγή και πλούτη και όταν συντελείται η κρίση, καταφθάνουν γι’ αυτούς πολλοί μάρτυρες να βεβαιώσουν ότι έχουν ζήσει δίκαια.
Έτσι οι δικαστές εκθαμβώνονται από αυτά, αφού μάλιστα και οι ίδιοι δικάζουν ενδεδυμένοι (με σάρκες) και μπροστά από την ψυχή τους έχουν, σαν προκάλυμμα τα μάτια και τα αυτιά και ολόκληρο το σώμα. Όλα αυτά τα επικαλύμματα συνιστούν ασφαλώς εμπόδιο και τα «ενδύματα» των δικαστών και αυτά των κρινομένων. «Πρωταρχικά λοιπόν», είπε, «είναι αναγκαίο να καταργήσουμε τη δυνατότητα να προβλέπουν οι άνθρωποι τον θάνατό τους, διότι τώρα γνωρίζουν εκ των προτέρων τη στιγμή του θανάτου τους. Αυτή λοιπόν η διαταγή έχει διαβιβαστεί στον Προμηθέα για να σταματήσει την προγνωστική δυνατότητα των ανθρώπων.
Έπειτα είναι αναγκαίο να κρίνονται όλοι αυτοί γυμνοί· πρέπει δηλαδή αυτοί να δικάζονται αφού έχουν πεθάνει. Και ο κριτής πρέπει να είναι γυμνός (απαλλαγμένος από κάθε ένδυμα) πεθαμένος, ώστε η ίδια η ψυχή του να ατενίζει την ψυχή κάθε ανθρώπου αμέσως με το θάνατο, αφού τον εγκαταλείψουν όλοι οι συγγενείς και αφού θα έχει αφήσει στη γη όλο εκείνο τον υλικό στολισμό, για να αποβεί δίκαια η κρίση. Έχοντας λοιπόν διαγνώσει αυτό πριν από εσάς, έχρισα δικαστές τους γιους μου, δύο από την Ασία, το Μίνωα και τον Ραδάμανθυ και ένα από την Ευρώπη τον Αιακό.
Αυτοί λοιπόν όταν πεθάνουν, θα δικάσουν στο λειμώνα, στο σημείο όπου ο δρόμος χωρίζεται σε τρεις κατευθύνσεις, απ’ όπου δύο οδοί οδηγούν η μια στις Νήσους των Μακάρων και η άλλη στον Τάρταρο. Εκείνους τους νεκρούς που καταφθάνουν από την Ασία θα τους κρίνει ο Ραδάμανθυς, αυτούς που έρχονται από την Ευρώπη ο Αιακός. Στο Μίνωα θα αποδώσω τη δικαιοδοσία οριστικής ετυμηγορίας, αν υπάρχει κάτι αμφισβητούμενο στις κρίσεις των άλλων δύο, για να καταστεί όσο το δυνατό πιο δίκαιη η κρίση για την μεταθανάτια πορεία των ανθρωπίνων ψυχών».
Αυτή είναι Καλλικλή η αφήγηση που εγώ έχω ακούσει και πιστεύω ότι είναι αληθινή. Από τις αναφορές αυτές, συλλογίζομαι ότι κάτι τέτοιο συμβαίνει. Ο θάνατος, όπως εγώ νομίζω, δεν είναι τίποτα άλλο παρά ο διαχωρισμός δύο πραγμάτων, της ψυχής και του σώματος, του ενός από το άλλο.
Από τη στιγμή λοιπόν που θα επέλθει ο διαχωρισμός της ψυχής από το σώμα, το κάθε ένα από τα δύο μέρη σχεδόν εξίσου διατηρεί εκείνα τα χαρακτηριστικά, που είχε όταν ο άνθρωπος βρισκόταν εν ζωή, το σώμα διατηρεί αναλλοίωτη τη φύση του και ορατές όλες τις περιποιήσεις και τις διαμορφώσεις που δέχτηκε.
Για παράδειγμα αν το σώμα κάποιου ήταν μεγάλο ή από τη φύση ή από την υπερβολική κατανάλωση τροφής ή από την επίδραση και των δύο παραγόντων, όσο ήταν ζωντανός και όταν πεθάνει ο νεκρός θα είναι μεγάλος και αν υπήρξε παχύς θα είναι παχύς και μετά το θάνατο και για όλα τα χαρακτηριστικά του σώματος το ίδιο ισχύει.
Αν πάλι έτρεφε μακριά κόμη, μακρομάλλης θα είναι και ο νεκρός. Αν επιπρόσθετα κάποιος είχε μαστιγωθεί και είχαν αποτυπωθεί στο σώμα του οι ουλές από τις μαστιγώσεις ή άλλα τραύματα, ενώ βρισκόταν στη ζωή και μετά το θάνατο αυτά θα είναι έκδηλα στη μορφή του πεθαμένου. Ή αν κανείς κατά την διάρκεια της ζωής του είχε μέλη του σώματός του σπασμένα ή διαστρευλωμένα, οι ίδιες αυτές διαμορφώσεις θα είναι ορατές και στη μεταθανάτια ουσία του.
Με μια φράση δηλαδή, όλα εκείνα τα χαρακτηριστικά που αποτυπώθηκαν στο σώμα του ανθρώπου ενώ ζούσε είναι ευδιάκριτα και όταν πεθάνει ή αν όχι όλα τα περισσότερα για κάποιο χρονικό διάστημα.
Η ίδια διεργασία νομίζω ότι ισχύει και για τη ψυχή Καλλικλή.
Έκδηλα είναι όλα τα χαρακτηριστικά της ψυχής, όταν απογυμνωθεί από το σώμα, και οι
έμφυτες ιδιότητες και οι
επίκτητες, όσες διαμορφώσεις απέκτησε η ψυχή του ανθρώπου λόγω της ενασχόλησής της με κάθε πράγμα.
Όταν λοιπόν παρουσιαστούν ενώπιον του δικαστή, εκείνοι που έρχονται από την
Ασία στον
Ραδάμανθυ, ο Ραδάμανθυς τους βάζει σε σειρά και εποπτεύει την ψυχή καθενός, χωρίς να γνωρίζει σε ποιον ανήκει, αλλά πολλές φορές αφού παραλάβει την ψυχή του
Μεγάλου Βασιλιά ή άλλου οποιουδήποτε
βασιλιά ή δυνάστη και διαπιστώσει
ότι τίποτα δεν είναι υγιές στην ψυχή του, αλλά αντίθετα είναι
όλη μαστιγωμένη από ραπίσματα και γεμάτη ουλές από την επίδραση των επιορκιών και της αδικίας, που με κάθε πράξη του έχει αποτυπώσει στην ψυχή του και όλα
διεστραμμένα από το ψεύδος και την αλαζονεία και τίποτα ορθό, αφού έχει ανατραφεί χωρίς την αλήθεια. Υπό την αρνητική επίδραση τέλος, της εξουσίας της τρυφής της αλαζονείας και της αυθαιρεσίας των ενεργειών του,
διέκρινε την ψυχή να είναι γεμάτη από ασύμμετρη και ασχήμια. Αφού διαπίστωσε λοιπόν ο δικαστής αυτά, απέπεμψε αμέσως αυτήν με περιφρόνηση στο δεσμωτήριο, όπου πρόκειται, αφού φθάσει, να υποστεί τις αρμόζουσες κυρώσεις…
Όπως λοιπόν έλεγα, όταν εκείνος ο Ραδάμανθυς παραλάβει (για να δικάσει) κάποιον τέτοιου είδους, δεν γνωρίζει τίποτα σχετικά με αυτόν, ούτε ποιος είναι ούτε από ποιους κατάγεται, γνωρίζει μόνο ότι κάποιος είναι διεφθαρμένος. Έτσι, αφού διαπιστώσει αυτό, τον αποπέμπει στον Τάρταρο, επισημαίνοντας, είτε ότι δύναται να θεραπευθεί, είτε ότι είναι ανίατος, σύμφωνα με την αλάθευτη κρίση του. Εκείνος αφού φτάσει στον Τάρταρο υφίσταται αυτά που του αρμόζουν.
Ενίοτε όταν ο αδέκαστος κριτής διακρίνει άλλη ψυχή ανθρώπου, ο οποίος έχει ζήσει με
ευσέβεια και υπό το πνεύμα της αλήθειας, απλού ιδιώτη ή κάποιου άλλου, κυρίως όμως, όπως εγώ θεωρώ, Καλλικλή, ψυχή φιλοσόφου που αφοσιώθηκε στα δικά του έργα και δεν ακολούθησε ποικίλες κατευθύνσεις στη ζωή του, τη
θαυμάζει και τη στέλνει στα
Νησιά των Μακάρων.
Έτσι ακριβώς ενεργεί και ο
Αιακός και καθένας από αυτούς δικάζει κρατώντας ράβδο, ο
Μίνωας όμως κάθεται εποπτεύοντας, κρατώντας μόνος αυτός χρυσό σκήπτρο, όπως αναφέρει ο
ομηρικός Οδυσσέας ότι είδε αυτόν «να κρατεί χρυσό σκήπτρο και να απονέμει δικαιοσύνη στους νεκρούς.
Εγώ λοιπόν Καλλικλή, έχω πεισθεί απόλυτα από την διήγηση αυτή και μεριμνώ πως θα παρουσιαστώ στον κριτή με όσο το δυνατό πιο υγιή την ψυχή μου. Αντλώ ικανοποίηση λοιπόν στο να απέχω από τις τιμές των πολλών ανθρώπων και αφιερώνομαι στο εγχείρημα ανεύρεσης της αλήθειας, πως πραγματικά θα μπορέσω να γίνω καλύτερος και κατά τη διάρκεια της ζωής μου και όταν πεθάνω, μετά το θάνατο.
Προτρέπω μάλιστα και όλους τους άλλους ανθρώπους, όσο δύναμαι να πράξω κάτι τέτοιο, και σε σένα απευθύνω την παραίνεση να κατευθύνεις τη ζωή σου στον αγώνα αυτό, τον οποίο εγώ θεωρώ τον επικρατέστερο από όλους τους εγκόσμιους αγώνες, και σε επικρίνω που δεν έχεις τη δυνατότητα να βοηθήσεις τον εαυτό σου, όταν έρθει η στιγμή της δικής σου δίκης και κρίσης, την οποία εγώ μόλις τώρα ανέφερα, αλλά, αφού προσέλθεις ενώπιον του δικαστή τον γιο της Αίγινας, όταν σε συλλάβει και σε οδηγήσει προς το δεσμωτήριο, θα μείνεις άναυδος και θα κυριευτείς από ίλιγγο, εσύ εκεί όχι λιγότερο από εμένα εδώ, και ίσως κάποιος σε χτυπήσει ατιμωτικά στο πρόσωπο και σε εξευτελίσει με κάθε δυνατό τρόπο.”
Πλάτων, Γοργίας, 523a-527e
Εισαγωγή, φιλοσοφική ανάλυση, μετάφραση, σχόλια: Ηλίας Βαβούρας- ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΖΗΤΡΟΣ
Σχόλιο στο απόσπασμα από τον κ.Ηλία Βαβούρα:
Ο μύθος γύρω από το δικαστήριο των ψυχών ύστερα από
το θάνατο (C. 79-82, 523a-527e):
“Απομένει η μεταφυσική θεμελίωση των διαλεκτικών συμπερασμάτων. Ποιος γνωρίζει αν η ζωή είναι θάνατος ή ο θάνατος ζωή; Ο θάνατος, για το Σωκράτη, δεν τίποτα άλλο παρά ο χωρισμός δύο πραγμάτων, της ψυχής και του σώματος. Η αθάνατη ψυχή εξέρχεται από το θνητό σώμα και οδεύει προς το σταυροδρόμι της κρίσης. Εκεί αναμένουν οι ακριβοδίκαιοι και αδέκαστοι Κριτές του Άδη, ο Αιακός, ο Μίνως και ο Ραδάμανθυς, οι οποίοι ατενίζουν την ψυχή κάθε νεκρού και εκδίδουν την αταλάντευτη ετυμηγορία τους, βασιζόμενοι στα ορατά σημάδια που φέρει πάνω της κάθε ψυχή από την προθανάτια δράση της.
Οι ψυχές των διεφθαρμένων και των αδίκων αποστέλλονται στο δεσμωτήριο της τιμωρίας και της απονομής της δικαιοσύνης, στον στυγερό Τάρταρο και υποβάλλονται σε φρικτά, συνεχώς επαναλαμβανόμενα βασανιστήρια.
Οι ψυχές, που έζησαν με δικαιοσύνη και σωφροσύνη κατευθύνονται στις Νήσους των Μακάρων και βιώνουν της αιώνια ευδαιμονία.
Η φιλοσοφία, όπως ακριβώς και στον πλατωνικό Φαίδωνα, οράται ως μελέτη και προετοιμασία θανάτου.
Ο
Σωκράτης συρμένος άδικα σε δίκη από κάποιο ευτελές υποκείμενο, ίσως να μην δύναται να υπερασπιστεί τον εαυτό του ενώπιον της εγκόσμιας δικαστικής αρχής, ελλείψει ονομαστών μαρτύρων που θα συνηγορήσουν υπέρ του και ελλείψει της μεγαλεπήβολης ρητορικής πειθούς, η οποία θα δημιουργήσει επίφαση αλήθειας και θα εξαπατήσει τους δικαστές, στο επέκεινα, όμως, θα βρεθεί αναπόδραστα στις νήσους των Μακάρων.
Ο πολιτευτής μπορεί έντεχνα να διαφεύγει τις δαγκάνες του πολιτειακού νόμου όσο βρίσκεται στη ζωή και να πραγματοποιεί τις άδικες επιδιώξεις του, στο μεταθανάτιο σταυροδρόμι της κρίσης, όμως, θα καταληφθεί από έντρομο ίλιγγο, καθώς τα τέκνα του Διός θα εποπτεύουν την ψυχή του και θα του επιβάλλουν, μετά ραπισμάτων και προπηλακισμών, σκληρότατη τιμωρία.
Η προτροπή προς τον φιλοσοφικό τρόπο ζωής ενδύεται το μέγιστο κλέος.
Ο πολιτικός ανήρ αρμόζει να κατακτήσει σε ατομικό επίπεδο την αυτοκυριαρχία (η κυριαρχία του λόγου επί του θυμού και των ηδονών) και τη δικαιοσύνη (διατήρηση αυτής της ευταξίας) και εν συνεχεία, αφού το κατορθώσει αυτό να επιδοθεί στην εφαρμογή των αρχών της πολιτικής επιστήμης.
Με το τέλος του Γοργία η οδός προς τη θεμελίωση της πλατωνικής πολιτικής φιλοσοφίας έχει πια ανοίξει.”