Οι Αστρακοί είναι χωριό και Δημοτικό διαμέρισμα της επαρχίας Πεδιάδας, 23 χλμ απ’ το Ηράκλειο, στην αριστερή πλευρά της κοιλάδας του ποταμού Καρτερού κι έχει δύο οικισμούς τον παλαιό και τον νέο. Στην κοίτη του ποταμού, κάτω από το χωριό υπάρχει το σπήλαιο Νεραϊδόσπηλιος, μέσα στο οποίο υπάρχει πηγή, που είναι μια από τις πηγές ύδρευσης του Ηρακλείου. Ο θρύλος λέει πως σ’ αυτή την σπηλιά που είναι χωμένη μέσα στο φαράγγι, με τις πολλές πηγές, τα γάργαρα νερά και την πλούσια βλάστηση γύρω της, είχαν διαλέξει να κατοικήσουν οι νεραϊδες! Μια νύχτα, ένας νεαρός λυράρης, άκουσε το τραγούδι τους κι από περιέργεια μπήκε στη σπηλιά. Κι εκεί τις είδε, λουσμένες στο φως, ντυμένες μ’ αραχνοϋφαντα πέπλα και λυτά μαλλιά χόρευαν και τραγουδούσαν! Συνεπαρμένος απ’ την γλυκειά μελωδία που χυνόταν στην αέρα και μαγεμένος απ’ τον χορό τους, έπιασε ασυναίσθητα τη λύρα του και τις συνόδεψε στο χορό. Οι Νεράιδες ακολούθησαν χορεύοντας τον ρυθμό της λύρας του και την αυγή χάθηκαν! Ο λυράρης δεν ήξερε αν είχε ονειρευτεί ή αν πραγματικά συνόδεψε τις Νεραϊδες στο χορό τους με τη λύρα του. Το επόμενο και το μεθεπόμενο βράδυ, οδηγημένος από μια αόρατη δύναμη, βρέθηκε πάλι στη σπηλιά κι έπαιζε με τη λύρα του, για τις Νεράιδες που χόρευαν.
Ο νεαρός ερωτεύθηκε μία απ’ τις νεραϊδες και πήγε σε μια γριά πολύξερη να ζητήσει τη βοήθειά της. Αυτή του είπε πως όταν πλησιάζει η ώρα να λαλήσουν οι πετεινοί και να χαθούν οι νεραϊδες, ν’ αρπάξει από τα μαλλιά εκείνη που αγαπούσε και να μην την αφήσει με κανέναν τρόπο να φύγει. Ήρθε λοιπόν το βράδυ πήρε ο νέος τη λύρα του και πήγε στη σπηλιά κι άρχισε να παίζει όσο πιό γλυκά μπορούσε. Σε λίγο παρουσιάστηκαν οι νεραϊδες κι άρχισαν να χορεύουν. Λίγο πριν λαλήσουν οι πετεινοί, ο νέος άφησε τη λύρα του κι όπως τον συμβούλεψε η γριά άρπαξε την νεραϊδα που αγαπούσε. Εκείνη αντιστάθηκε, αγρίεψε, έβαλε τις φωνές, μα τίποτα! Ο νέος την κρατούσε σφιχτά! Άρχισε τότε να μεταμορφώνεται πότε σε σκύλο, πότε σε φωτιά, πότε σε φίδι, πότε σε καμήλα, αλλά ο λυράρης την κρατούσε γερά από τα μαλλιά και δεν την άφηνε. Ξαφνικά, λάλησαν οι πετεινοί κι οι άλλες νεραϊδες εξαφανίστηκαν.
Τότε εκείνη που κρατούσε ο νέος ξανάγινε πανέμορφη, όπως ήταν πριν και την πήρε μαζί του στο σπίτι του. Έζησαν μαζί ένα χρόνο κι απέκτησαν έναν γυιό, αλλά η νεραϊδα δεν μίλαγε ποτέ! Ο λυράρης ήταν δυστυχισμένος για τη βουβαμάρα της νεραϊδας και μεταχειρίστηκε πολλούς τρόπους για να την κάνει να μιλήσει, χωρίς να τα καταφέρει όμως. Ξαναπήγε λοιπόν στη γριά και τη ρώτησε τι πρέπει να κάνει. Εκείνη του είπε να ζεστάνει καλά το φούρνο, να πάρει το παιδί απ’ τα χέρια της γυναίκας του και να κάνει πως θα το πετάξει μέσα στο φούρνο και να της πει: “Δε μου μιλάς; Τότε κι εγώ ρίχνω το παιδί σου στο φούρνο”. Ακολούθησε πιστά τη συμβουλή της γριάς, μα τη στιγμή που έκανε ότι θα έριχνε το παιδί στη φωτιά, η νεραϊδα χύμηξε πάνω του φωνάζοντας μη σκύλε το παιδί μου. Του τ’ άρπαξε από τα χέρια κι εξαφανίσθηκε μαζί με το παιδί. Απελπισμένος έψαξε να τους βρεί φωνάζοντας, κλαίγοντας και παρακαλώντας μάταια όμως. Η νεραϊδα με το παιδί, δεν ξαναφάνηκαν!
Πήγε λένε στις αδελφές της, αλλ’ αυτές δεν τη δέχθηκαν, γιατί δεν της συχώρεσαν το ότι άφησε άνθρωπο να την αγγίξει. Έτσι αναγκάστηκε να πάει λίγο πιο πέρα σε μια βρύση που τη λένε Λούτρα. Εκεί τη βλέπουν δυο – τρεις φορές το χρόνο να κρατεί το παιδί στην αγκαλιά της και να κλαίει. Οι άλλες εξακολουθούν να χορεύουν και να τραγουδούν, χωρίς να έχουν πια λύρα να τις συνοδεύει και χωρίς την αδελφή τους. Η νεραϊδα κάθεται με το παιδί της λυπημένη και κλαίει. Τα δάκρυά της πέφτουν στο νερό και το θολώνουν, γι’ αυτό τα νερά του Νεραϊδόσπηλιου θολώνουν πότε – πότε. Γύρω από το Νεραϊδόσπηλιο των Αστρακών υπάρχουν πολλές πηγές που βγαίνει νερό, συνοδευόμενο από ένα ελαφρύ θόρυβο, κάτι σαν κλάμα και μετά από κάθε νεροποντή, τα νερά των πηγών θολώνουν.
Αυτά τα φαινόμενα έκαναν τη φαντασία των ντόπιων να φτιάξει τον μύθο της νεραϊδας που κλαίει. Όταν περπατήσετε στο Νεραίδόσπηλιο θα νοιώσετε την γαλήνη και την αρμονία της φύσης, δίπλα στα κρυστάλλινα νερά, κάτω απ’ τους παχείς ίσκους των πλατάνων κι αν είσθε τυχεροί, κλείνοντας τα μάτια κι ανιχνεύοντας με όλες τις αισθήσεις, θα δείτε τον χορό των νεραϊδών, θ’ ακούσετε το κλάμμα της νεραϊδας και θα βυθιστείτε στη μαγεία των μύθων και των θρύλλων της λαϊκής μας παράδοσης.