1. Εισαγωγή
Η απόπειρα αντικειμενικής διερεύνησης του αρχαίου Ελληνικού Μυστηριακού υλισμού, ως εγχείρημα είναι δυσχερέστατο. Ιδίως, αν τούτο πρόκειται να εκτυλιχθεί μέσα στα αναγκαστικώς περιορισμένα πλαίσια ενός άρθρου. Εντούτοις, είναι βέβαιον ότι, λογικώς, η απόπειρα αυτή, ως προσπάθεια, θα προσκρούσει αναπόφευκτα στις διάχυτες σύγχρονες ανελεύθερες, – συγκριτικά προς τις εκπληκτικώς ελεύθερες εκείνες των αρχαίων Ελλήνων -αντιλήψεις περί ύλης. Ίσως, η περισσότερο νομιμοποιημένη προσέγγιση στις περί ύλης αντιλήψεις των αρχαίων Ελλήνων, – μέσα στο πλαίσιο των οποίων, άλλωστε, επίσης νόμιμα καταχωρίζονται και οι αντίστοιχες περί ύλης θέσεις του αρχαίου Ελληνικού Μυστηριακού υλισμού – είναι η προκύπτουσα από την επεξεργασία της αρχαίας Ελληνικής φιλοσοφικής κοσμολογίας.
Συγκεκριμένα ερωτήματα εγείρονται γύρω από την ιδιόμορφη, ως άνω, θέση της Ελληνικής φιλοσοφικής κοσμολογίας, σχετικά με την κεντρική τοποθέτηση της, η οποία φωτίζει πολλές πλευρές του αρχαίου Ελληνικού Πνευματικού πολιτισμού. Θεμέλια τούτου είναι η αρχαιότερη Ελληνική φιλοσοφική κοσμολογική θεώρηση. Πρόκειται για εκείνη που παραδόθηκε από τον Ορφέα. Η απόπειρα χρονολόγησης της Ορφικής φιλοσοφικής κοσμολογίας επεκτείνεται στην αντικειμενική αντιμετώπιση πολύπλευρων ένδοθεν και έξωθεν λυσσαλέων προσπαθειών ώστε να μειωθεί, τελείως ανόητα, το εύρος της εξέλιξης του χρονικού “γίγνεσθαι” των Ελλήνων. Μέσα στις απηνείς προσπάθειες ποικίλων ομάδων να εξαφανισθεί ο,τιδήποτε έχει σχέση με τον αρχαίον Ελληνικό Πνευματικό πολιτισμό, η τακτική αυτή περιλαμβάνει και τον Ορφέα, για τον οποίο, οι συνεχώς ανανεούμενοι αυτοί κύκλοι, προβάλλουν τη δήθεν μυθική του υπόσταση. Αντίθετα, όλος ο αρχαίος Ελληνικός κόσμος αναγνωρίζει στον Ορφέα τον αναμορφωτή της αρχαίας Ελληνικής θρησκείας και τον θεωρεί ως τον μέγιστο του θεολόγο.
2. Θεμελιώδης συμβολή Χασάπη
Ο χρονικός ιστορικός εντοπισμός της γένεσης της Ορφικής φιλοσοφικής κοσμολογίας μπορεί, κατά τον αστρονόμο Κ. Χασάπη, να γίνει μέσα από τα αστρονομικά στοιχεία που καταγράφουν οι λατρευτικοί Ορφικοί Ύμνοι. Ο Κ. Χασάπης δημοσίευσε στη διδακτορική του διατριβή “Η Ελληνική αστρονομία της Β’ χιλιετηρίδας π.Χ., κατά τους Ορφικούς Ύμνους” (Αθήναι, 1967) ότι σε δύο Ορφικούς Ύμνους αναφέρεται η περιοδική εμφάνιση, ανά περίπου 10.000 χρόνια, μιας συγκεκριμένης ζωδιακής ιδιομορφίας (στο εξής ΣΖΙ), η οποία επικρατεί για χρονικό διάστημα περίπου 500 ετών. Μετά την παρέλευση των περίπου 500 αυτών ετών, η ΣΖΙ παραχωρεί τη θέση της στη συνήθη χωροταξική κανονικότητα των ζωδίων. Οι ΣΖΙ αυτές επανέρχονται, ως προειπώθηκε, περίπου κάθε 10.000 χρόνια. Η διασταυρούμενη αυτή διπλή αστρονομική αναφορά, μέσα στους Ορφικούς Ύμνους, της περιοδικώς εμφανιζόμενης αυτής ΣΖΙ, επιτρέπει να επιχειρηθεί μια αντικειμενική αστρονομική χρονολόγηση των Ορφικών Ύμνων, διότι, προφανώς, ο συνθέτης αυτών των Ύμνων έζησε κάτω από μια τέτοια ΣΖΙ. Ποια όμως είναι αυτή η ΣΖΙ; Η πιο πρόσφατη ΣΖΙ (στο εξής ΣΖΙ, -1841) επικρατούσε, κατά τον Χασάπη, περίπου από το -1841 έως το -1366 [1]. Η αμέσως προηγούμενη ΣΖΙ εμφανίστηκε περίπου 10.000 χρόνια πριν, οπότε, οπισθοχωρώντας ανάλογα πίσω από τον χρονικόν ορίζοντα του-1841, φθάνουμε στο περίπου -11841, καθώς 1841+10.000= 11.841. Αυτή είναι η (ΣΖΙ-11841). Η χρονολόγηση αυτή, ως (ΣΖΙ,-11841), για τους Ορφικούς Ύμνους, αν και προτάθηκε από τον Χασάπη στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, ως η περισσότερο ορθή, δεν έγινε αρμοδίως αποδεκτή για πολλούς θλιβερούς και απαράδεκτους λόγους. Έτσι, η ως άνω διατριβή, τελικώς, διαδήλωσε αναγκαστικά τον οπωσδήποτε εσφαλμένο ορίζοντα της (ΣΖΙ, -1841). Για την ιστορία, ας σημειωθεί ότι ο Χασάπης δεν αποδέχθηκε την πεντακοσάδα των ετών -1841 έως και -1366, ως προσδιοριστική της χρονολόγησης των Ορφικών κειμένων, διότι δεν ήταν δυνατόν να ζούσε κατά την (ΣΖΙ, -1841) ο Ορφεύς που φαίνεται ότι πρέπει να ήταν σύγχρονος του Τρωικού Πολέμου. Η χρονολόγηση εξάλλου της σύρραξης αυτής συνεχώς οπισθοβατεί, κατά τις ανανεούμενες έρευνες, με τάση να διολισθαίνει, ολονέν και βαθύτερα, πίσω από τον ορίζοντα του -3.500.
3. Προώθηση θέσεων Χασάπη
Δύο αντικειμενικές ενδείξεις οδήγησαν τον γράφοντα σε μια σειρά διαπιστώσεων που αποκτούν αυτονόητη επισήμανση νέων ανακατατάξεων στη διαμόρφωση πρόδηλων και μάλιστα αβίαστων συμπερασμάτων σε πολλούς τομείς. Το πρώτον αντικειμενικό στοιχείο είναι η χρονολόγηση της διάρκειας της τήξης των πάγων, μεταξύ του περίπου -20.000 μέχρι του περίπου -8.000. Πλείστες όσες έρευνες ειδικών επιστημόνων προσδιορίζουν τον τελευταίον κατακλυσμόν, τον ονομαζόμενο του Δευκαλίωνος, στα έτη περίπου του -12.000[2]. Μέσα στην παρατεταμένη κατακλυσμική αυτή καταστροφή, γύρω στο -12.000, αλλά και μέσα από εξελισσόμενες ταυτόχρονες γεωλογικές καταστροφές του πλημμυρισμένου Ελληνικού χώρου, λογικώς, αποκλείεται η περίπτωση να γίνει αποδεκτή η νομιμοποίηση της πολύπλευρης σκοπιμότητας να είχε συνθέσει ο Ορφεύς Ύμνους μέσα σε ένα τέτοιο τοπίο γεωλογικού ολέθρου. Ένα σοβαρότατον αντικειμενικό στοιχείο διαμορφώνεται από την παντελή παρασιώπηση οιουδήποτε κατακλυσμού μέσα στο κείμενο της “θεογονίας” του Ησιόδου. Η παρασιώπηση αυτή φαίνεται να μη δικαιολογείται. Πράγματι, επειδή ο Ησίοδος έζησε περίπου το -750, δηλ. μετά από τον κατακλυσμόν, αναμένεται ότι λογικώς έπρεπε να αναφέρει το γεγονός αυτό στη “θεογονία”, η οποία είναι μια ιδιότυπη περιγραφή της “ιστορίας” του ανθρώπινου γένους. Η παράλειψη ενός τόσο σημαντικού γεωφυσικού γεγονότος, μέσα σε ένα περιγραφικό της “ιστορίας” της ανθρωπότητας κείμενο, στοιχειοθετεί την αντίληψη ότι ίσως δεν είναι συνθέτης της “θεογονίας” ο Ησίοδος, αλλά κάποιος, ο οποίος, επειδή έζησε πριν από τον κατακλυσμό του -12.000, λογικώς δεν τον αναφέρει πράγματι μέσα στη “Θεογονία“. Στη περίπτωση αυτή, ίσως ο Ησίοδος να κατέγραψε ό,τι άκουσε. Η “θεογονία” όμως του Ησιόδου, περιέχει Ορφικούς κοσμολογικούς όρους, όπως το “χάος”, ο “Έρως” και η “Νύξ”. Η ύπαρξη αυτών των Ορφικών όρων, επιτρέπει την αναπόφευκτη υπόθεση ότι ο άγνωστος συνθέτης του κειμένου της “Θεογονίας” γνώρισε την ύπαρξη Ορφικών κοσμολογικών όρων. Οι όροι αυτοί θα πρέπει να αναχθούν στη χρονική περίοδο της Συγκεκριμένης Ζωδιακής Ιδιομορφίας που, πριν από το -11840, σχηματίστηκε γύρω στο -21840, σύμφωνα με τα προεκτεθέντα για τη σχέση των επαναλαμβανόμενων Συγκεκριμένων Ζωδιακών Ιδιομορφιών (ΣΖΙ) και χρονολόγησης, κατά τον Χασάπη, των Ορφικών Ύμνων. Ύστερα από αυτές τις επισημάνσεις, κυρίαρχο αντικειμενικό συμπέρασμα είναι ότι ο Ορφεύς είχε, κατά πάσαν πιθανότητα, την ακμή του περίπου κατά το -21840. Ως δεύτερο συμπέρασμα έρχεται η δίκαιη απόδοση στον Ελληνικό Πνευματικό πολιτισμό ενός καταρχήν χρονικού εύρους αναπνοής, κατ’ αντίθεση προς το διεθνώς καταδικασμένο να συμπιεσθεί ιστορικό γίγνεσθαι” του Ελληνικού λαού. Ο δήθεν ευρηματικός, άλλωστε, ισχυρισμός ότι το όνομα Ορφεύς καλύπτει συλλογική θεολογική προσπάθεια ομάδας, στην οποία θα μπορούσε να αποδοθεί η ίδρυση της αρχαίας Ελληνικής θρησκείας, δεν ευσταθεί, διότι ουδεμία θρησκεία ιδρύθηκε ποτέ από συλλογική εργασία. Όλες οι γνωστές θρησκείες έχουν ένα και μοναδικό ιδρυτή. Συνδυάζοντας τόσο την κορυφαία θέση του Ορφέως, όσον και ότι πρώτος παρουσίασε την πιο ολοκληρωμένη φιλοσοφική κοσμολογία, γίνεται κατανοητό, γιατί σχεδόν όλοι οι επόμενοι Έλληνες φιλόσοφοι ασπάσθηκαν τις κοσμολογικές θέσεις του Ορφέως. Η θεολογική αναμόρφωση που επέφερε ο μέγιστος αυτός θεολόγος των Ελλήνων έγινε αποδεκτή από τον Πυθαγόρα, τον Σωκράτη, τον Πλάτωνα και τους διαδόχους του Πλάτωνος. Σε αντίθεση προς τον Σπεύσιππο, ο Αριστοτέλης δεν κατανόησε την Ορφική παράδοση και η αδυναμία του αυτή ήταν η κύρια αιτία που τον απομάκρυνε νομίμως από το να γίνει διάδοχος του Πλάτωνος στην Ακαδημία. Η Ορφική θεολογική αναμόρφωση διαχέεται σ’ όλη την αρχαία Ελληνική γραμματεία. Η αναμόρφωση αυτή πέρασε μέσα στους Μυστηριακούς ορίζοντες, σε τέτοιο βάθος, ώστε η αρχαία Ελληνική μυστηριακή πραγματικότητα, η πολυποίκιλη, να οχοδρομηθεί πάνω στις εξαγγελθείσες από τον Ορφέα αντιλήψεις του περί αντικειμενικής υλικής πραγματικότητας. Πώς όμως όλα αυτά συνδυάζονται;
4. Ορφική φιλοσοφική κοσμολογία
Η πανάρχαιη Ορφική φιλοσοφική κοσμολογία εγκαθιδρύει θέσεις σε όλους τους τομείς του επιστητού. Πάνω σε αυτές τις θέσεις ιδρύθηκε ο αρχαίος Ελληνικός Πνευματικός πολιτισμός. Ο Ορφεύς αναφέρει ότι ο κόσμος μας άρχισε να διαμορφώνεται ΜΕΣΑ σε ένα υλικής, προφανώς, φύσης απροσδιόριστο, αόριστο, ανεκδήλωτο περιβάλλον, το οποίον ονόμασε “άρρητον αρχήν” ή “Χάος“[3]. Με τον όρο “άρρητον” ο Ορφεύς εισάγει την έννοια της αποφατικής θεολογίας. Μέσα στο προδημιουργικό “Χάος” εκδηλώθηκαν, κατά τον Ορφέα, δύο μορφές ύλης, των οποίων την υλική φύση η ονομασία τους προσδιορίζει. Η πρώτη μορφή ύλης που εκδηλώθηκε έχει, κατά τον Ορφέα, ατομική φύση και ονομάστηκε “Γη”. Η άλλη μορφή ύλης μοιάζει με νερό και ονομάστηκε από τον Ορφέα “Ύδωρ” [4]. Η επόμενη εξελικτική βαθμίδα της υλικής μορφής “Ύδωρ” ονομάστηκε από τον Ορφέα “Αιθήρ”. Οι Ορφικές υλικές μορφές “Γη” και “Ύδωρ” διαδηλώνουν απερίφραστα την εκ μέρους του Ορφέως αναμφισβήτητη αντίληψη ότι η “Γη” και το “Ύδωρ” προφανώς συγκροτούν το κρυμμένο, άγνωστο, απροσδιόριστο, ανεκδήλωτο υλικό προδημιουργικό περιεχόμενο του “Χάους”, το οποίο περιβάλλει τον κόσμο μας και τους άλλους, φυσικά, σε κατάσταση γέννησης και στη συνέχεια εξέλιξης, κόσμους. Κατά τον Ορφέα, το ανεκδήλωτης και απροσδιόριστης υλικής, οπωσδήποτε, φύσης “Χάος“. ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟ ΜΕΓΕΘΟΣ. Είναι, όμως, το “Χάος“, κατά τον Ορφέα, ΘΕΙΟΤΑΤΟ. Άρα, το “Χάος“, η προδημιουργική αυτή κατάσταση των κόσμων, για τους Έλληνες, είναι ΑΠΡΟΣΩΠΟ ΥΛΙΚΟ ΘΕΙΟΤΑΤΟ ΜΕΓΕΘΟΣ, το οποίο από τα έγκατα του φέρει σε εκδήλωση, ΜΕΣΑ του, τις δύο κατά τον Ορφέα, θείες απρόσωπες ΟΥΧΙ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΕΣ, υλικές κοσμογονικές ουσίες, τη “Γη” πρώτα και μαζί μ’ αυτήν το “Ύδωρ”. Θεωρητικώς, ο κόσμος μας συνεχώς ανανεώνεται με άτομα “Γης” που, περιβαλλόμενα πανταχόθεν από “Ύδωρ”- “Αιθέρα”, κολυμπούν μέσα στο “υδάτινο”- “αιθερικό” περιβάλλον τους. Το κοσμογονικό αυτό σύστημα αποτελεί το συνεχώς εκδηλούμενο περιεχόμενο του “Χάους”. Το εκδηλούμενο σύστημα των δύο υλικών κοσμογονικών ουσιών συνεχώς διευρύνεται, καθώς δέχεται, μέσα στον αυξανόμενο “χώρο” “Ύδωρ”- “Αιθήρ”, νέες εκδηλούμενες “ποσότητες” από το ανεκδήλωτο, διπλής υλικής φύσης, “περιεχόμενο” του “Χάους”. Τη διαστολή αυτή του κόσμου ανακάλυψε ο Hubble, κατά τη δεύτερη δεκαετία του 20ού αιώνα. Ο Ορφεύς είχε προσδιορίσει αυτή τη διαστολή, τότε, ως μια από τις κύριες λειτουργίες της Φύσης. Κατά τον Ορφέα, οι δύο υλικές κοσμογονικές ουσίες “Γη” και “Ύδωρ”- “Αιθήρ” εκφράζουν σταθερώς και συνεχώς, ως ιδιότητες της δίμορφης ύλης, το εξωτερικευόμενο ρυθμιστικό καθεστώς των ουχί πνευματικών Φυσικών Νόμων της απρόσωπης υλικής αντικειμενικής πραγματικότητας. Φύση είναι, κατά τον Σ. Νάγο, το σύνολο των εν ενεργεία και δράσει ουσιών και Νόμων των εκδηλούμενων σε μορφές και συνειδήσεις ανά τον άπειρο χώρο. Κατ’ Ορθό Λόγο, συνεπώς, έπεται ότι η εξελικτική μέσω του πνεύματος προέκταση των Νόμων των δύο υλικών ουσιών Τη” και “Ύδωρ” – “Αιθήρ” που δομούν το υλικό ψυχικό άτομο, συντελεί στην εμφάνιση των πνευματικών Νόμων. Επειδή, κατά τον Ορφέα, οι Νόμοι της Φύσης είναι εκείνοι, που προέρχονται από τους τρόπους λειτουργίας των δύο υλικών κοσμογονικών ουσιών, έπεται ότι, η όποια εκδήλωση μέσα στη Φύση, λογικώς, και τελικώς πρέπει θεμελιωδώς να αναχθεί στους τρόπους λειτουργίας των δύο υλικών κοσμογονικών ουσιών. Τούτο συγκροτεί ένα από τα “κλειδιά” ερμηνείας του φιλοσοφικού στοχασμού του Πλάτωνος, ο οποίος ακολουθεί την Ορφικοπυθαγόρεια μυστηριακή παράδοση.
5. Ψυχογονία κατ’ Ορφέα
Στις θεογονίες του, ή άλλως κοσμογονίες του, ο Ορφεύς απλώς υπαινίσσεται, αιτιολογημένα προφανώς, την ύπαρξη της ψυχής, για την οποία δεν κάνει σαφή λόγο. Όσον και εάν τούτο φαίνεται περίεργο, εν τούτοις, η φαινομενική αυτή παρασιώπηση αποτελεί μια από τις ισχυρότερες αξιωματικής φύσης διδασκαλίες του Ορφισμού, η θεμελιώδης σημασία της οποίας, όσον και εάν κρύβεται μέσα στις συμβολικές πτυχές της μυστηριακής επιστήμης των Ελλήνων, φωτίζει το μέγα “άρρητον” της θεολογίας των μυστηριακών Ορφικών θεσμοθεσιών. Κατά την Ορφική θεολογία, κάθε υλικό άτομο της Ορφικής “Γης” θα εξελιχθεί μέσα στη ροή εκατομμυρίων ετών στην επομένη εξελικτική του βαθμίδα, η οποία ονομάστηκε από τον Ορφέα “Ωόν”[5], δηλ., “αβγό”. Κάθε “Ορφικόν Ωόν”, όπως ονομάστηκε από τους μεταγενέστερους, θα μεταμορφωθεί σε προσωπικό θείον πνευματικόν ον. Η μεταμορφωτική, ως άνω, πορεία του κάθε “Ορφικού Ωού”, ΑΠΑΙΤΕΙ χρόνον επώασης της κυοφορούμενης μεταμόρφωσης του εξελιγμένου υλικού ατόμου Ορφικής “Γης” σε θείο προσωπικό πνευματικό ον, δηλ. σε προσωπικό θεό. Εξαιτίας αυτής της ΕΠΩΑΣΗΣ του κάθε εξελιγμένου υλικού ατόμου Ορφικής “Γης” σε προσωπικό θεό, το εξελιγμένο άτομο Ορφικής “Γης” ονομάστηκε “Ωόν” από τον ίδιο τον μέγιστο θεολόγο των Ελλήνων Ορφέα. Προφανώς, ο Ορφεύς ηθελημένα παρασιωπά την ενδιάμεση βαθμίδα ψυχή, μεταξύ ενός εξελιγμένου υλικού ατόμου Ορφικής “Γης”, το οποίον ονομάζεται “Ωόν”, δηλ. “αβγό” και ενός προσωπικού θεού. Προφανώς, με την παρασιώπηση αυτή, ο Ορφεύς θέλει να δείξει την άμεση σχέση που υπάρχει μεταξύ ενός απειροελάχιστου υλικού ατόμου Ορφικής “Γης” και της ψυχής ενός από τους θεούς, δηλ. από τα θεία προσωπικά πνευματικά όντα. Με αυτή την παρασιώπηση της ενδιάμεσης ψυχικής βαθμίδας ο Ορφεύς προβάλλει την υπέρτατη αξιωματική θέση των αρχαίων Ορφικών Μυστηρίων ότι το ΠΝΕΥΜΑ ΕΙΝΑΙ ΠΑΡΑΓΩΓΟΝ ΤΗΣ ΥΛΗΣ. Την Ορφική αυτή παρασιώπηση έκρινε ο Πυθαγόρας ότι μπορούσε να την παρακάμψει. Μέσα από το έργο του Πυθαγόρειου Τιμαίου του Λοκρού “Περί ψυχάς κόσμω” διαρρέει η περί ψυχής μυστηριακή θέση του Πυθαγόρα. Ο Τίμαιος ο Λοκρός αποκαλύπτει προφανώς ότι ο Πυθαγόρας θεωρούσε ότι η ψυχή, ως υλικόν ψυχικόν άτομο, συγκροτείται από ένα υλικόν άτομον Ορφικής “Γης” αναμιχθέν με Ορφικόν “Αιθέρα”. Στο έργο “Περί ψυχάς κόσμω” του Τιμαίου του Λοκρού βασίστηκε ο Πλάτων, για να συνθέσει τον δικό του “Τίμαιο”(35Α), έχοντας αποδεχθεί και ακολουθήσει τις Πυθαγόρειες μυστηριακές θέσεις περί συγκρότησης του υλικού ψυχικού ατόμου από τις δύο Ορφικές υλικές κοσμογονικές ουσίες.
6. Θεογονία κατ’ Ορφέα
Επειδή η ψυχή, ως. υλικόν ψυχικόν άτομον, κατά την Ορφικοπυθαγόρεια μυστηριακή παράδοση, είναι φύσει αθάνατη, καθώς άλλωστε ανώλεθρη είναι η υλική φύση των δύο υλικών θείων, κατ’ Ορφέα, κοσμογονικών ουσιών, οι οποίες συγκροτούν το υλικό ψυχικό άτομο, οδεύει η ψυχή την αέναη εξελικτική της πορεία μέσα στον άπειρο χρόνο. Ένα τμήμα της εξελικτικής πορείας του υλικού ψυχικού ατόμου είναι εκείνο, όπου, η ψυχή παραλαμβάνεται από την αρχαία Ελληνική μυστηριακή θεογονία. Στο ακροτελεύτιο αυτό τμήμα της εξελικτικής της πορείας, μέσα στον ανθρώπινο ορίζοντα, καθώς προετοιμάζεται πλέον η ψυχή να εγκαταλείψει το ανθρώπινο επίπεδο, τίθεται κάτω από τη θεία μυστηριακή θεογονική αντίληψη. Μέσα στις χιλιετίες, τον υλικόν ψυχικόν άτομον άλλαξε συνεχώς νέους βελτιωμένους αιθεροσωματικούς φορείς. Έτσι νομιμοποιείται η φυσική διαδικασία, κατ’ Ορφέα, της ΜΕΤΕΝΣΑΡΚΩΣΗΣ. Η εξέλιξη των δυνάμεων της ψυχής υπηρετείται κατά τον Ορφέα, με την απόκτηση δια ΜΕΤΕΝΣΑΡΚΩΣΗΣ νέου σωματικού φορέα, όταν η αναπόφευκτη φθορά του προηγούμενου απαιτεί, για τη συνέχιση της εξελικτικής προόδου της ψυχής, νέον, καταλληλότερον σωματικόν οργανισμόν, ώστε ο νέος αυτός φορέας να ανταποκριθεί στις αποκτηθείσες, κατά την προηγούμενη ενσάρκωση της ψυχής, νέες της δυνάμεις. Οι συνεχώς εξελισσόμενες δυνάμεις της ψυχής οδηγούν στην αέναη και πέραν του ανθρώπινου επιπέδου πρόσκτηση συνεχώς νέων τελειότερων ψυχικών ΑΙΘΕΡΙΚΩΝ ΦΟΡΕΩΝ. Έτσι, νομιμοποιούνται, κατά τον Ορφέα, οι θείες τάξεις των θεών, όπως επίσης και σε πιο εξελιγμένο θείον επίπεδον, οι τάξεις των μεγάλων και ελασσόνων Ολυμπίων θεών. Προτού εξαντληθούν οι δυνατότητες του γήινου επιπέδου στην προσφορά ολονέν και πιο τέλειου σωματικού φορέα, το υλικόν ψυχικόν άτομον, εξελικτικώς και νομίμως εισέρχεται στις αρχαίες Ελληνικές θειότατες μυστηριακές θεσμοθεσίες, όπου, η ψυχή θα προετοιμασθεί σταδιακώς, από ενσάρκωση σε ενσάρκωση, για την απόκτηση τελικώς θείου αιθερικού ψυχικού περιβλήματος. Τούτο, τελικώς κατά τον Ορφέα, θα αντικαταστήσει τον ανίσχυρο πια ανθρώπινο οργανισμό να προσφέρει στην ψυχή νέες εξελισσόμενες υπηρεσίες. Οι συλλογικώς προσδιοριζόμενες, ως εκθεωτικές, αυτές ιεροπραξίες των αρχαίων Ελληνικών Μυστηρίων συντονίζονται με συνεχώς καταβαλλόμενες από τους μυούμενους παράλληλες εξαγνιστικές προσπάθειες, ως αυτές διδάσκονται από τους μυσταγωγούς. Οι προσπάθειες αυτές αρχίζουν ήδη από το εισαγωγικό μυστηριακόν επίπεδον και συνεχίζονται στα συνεχώς ανώτερα μυστηριακά εκθεωτικά επίπεδα.
7. Μυστηριακός, κατ’ Ορφέα, υλισμός
Μέχρις εδώ, διαπιστώθηκε η άρρηκτη σχέση της λειτουργίας των νόμων της Φύσης με τις εξελικτικές διαδικασίες, στις οποίες υπόκεινται τα υλικά άτομα της Ορφικής Της”. Τα ανώτατα μυστηριακά ιερατεία των Μυστηριακών θεσμών της αρχαίας Ελλάδος, έχοντας συνειδητοποιήσει την έκταση και το βάθος της πιο πάνω συλλειτουργίας εξελικτικών διαδικασιών και Φυσικών νόμων, διεμόρφωσαν, με βάση αυτή τη Φυσική συλλειτουργία, όλη τη μυσταγωγική λειτουργική διάρθρωση των θειότατων της αρχαίας Ελλάδος εκθεωτικών διαδικασιών. Κοινός συνδετικός ορίζοντας όλων αυτών των μυστηριακών εκφράσεων είναι η ανώτατη αληθής ενσυνείδητη αντικειμενική γνώση των δυνάμεων, των ιδιοτήτων, των νόμων, των λειτουργιών και των δράσεων της υλικής αντικειμενικής πραγματικότητας εκ μέρους του Ορφέα και των μετέπειτα – ανώτατων ιεροφαντικών και μυσταγωγικών πράγματι σοφότατων ιερατείων της αρχαίας Ελλάδος. Οι νόμιμες αυτές εκτιμήσεις συγκροτούν αντικειμενικώς τον θεμελιώδη ορίζοντα του μυστηριακού υλισμού της αρχαίας Ελλάδος.
Συμπεράσματα
1. Κατά τον Ορφέα, αναγνωρίζεται ΑΠΡΟΣΩΠΟΝ ΟΥΧΙ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΟΝ ΑΙΤΙΟΝ, προφανώς άπειρων, ως προς τον αριθμό, άλλων επίσης κόσμων. Το αίτιον αυτό ονομάζεται “Χάος” ή “άρρητος αρχή”.
2. Μέσα στο “Χάος” εκδηλώθηκαν, κατά τον Ορφέα, οι δύο μορφές της ύλης, η ατομικής φύσης υλική μορφή “Γη” και η συνεχούς φύσης υλική μορφή “Ύδωρ” – “Αιθήρ”. Οι δύο αυτές υλικής φύσης, κατά τον Ορφέα, κοσμογονικές ουσίες αποκαλύπτουν ότι το “Χάος” είναι ΑΠΡΟΣΩΠΗ, ΟΥΧΙ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗΣ ΦΥΣΗΣ, ΥΠΕΡΤΑΤΗ, ΘΕΙΑ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΗ ΑΡΧΗ.
3. Όπως ο Πλάτων συμβολικά αναφέρει (‘Τίμαιος”35Α), η ψυχή συγκροτείται από τις δύο υλικές κοσμογονικές ουσίες. Ένα υλικόν άτομον Ορφικής “Γης” συγκροτείται σε ψυχικόν υλικόν άτομον δι’ “Αιθέρος” εκ μέρους των μορφοποιητικών δυνάμεων του Ορφικού “Ύδατος”.
4. Η τεκμαιρόμενη, κατά τον Ορφέα, υλική συγκρότηση της ψυχής, ως το αποτέλεσμα της μίξης των δύο Ορφικών υλικών κοσμογονικών ουσιών, νομιμοποιεί το ανώλεθρον του υλικού, ως άνω, ψυχικού ατόμου, αλλά και προσβλέπει στην αλληλοδιάδοχη περιβολή της ψυχής με συνεχώς νέους βελτιωμένους, σε κάθε ΜΕΤΕΝΣΑΡΚΩΣΗ, ΟΧΗΜΑΤΙΚΟΥΣ ΑΙΘΕΡΙΚΟΥΣ ΦΟΡΕΙΣ. Έτσι, η ψυχή ανέρχεται, σταδιακά και εξελικτικά, στην απόκτηση – μέσα από τις εκθεωτικές Ορφικές μυστηριακές διαδικασίες – θείου ψυχικού περιβληματικού αιθερικού φορέα. Κατά την, απροσδιόριστου χρόνου, πορεία αυτή των μετενσαρκώσεων, η ψυχή νομιμοποιείται να αποκτήσει “άλυτον” αιθερικό φορέα. Από ανθρώπινη, τότε, η ψυχή μεταμορφώνεται σε ψυχή θεού προσωπικού. Τούτο, άλλωστε, νομιμοποιεί την ΠΟΛΥΘΕΊΑ της Ορφικής θεολογίας.
5. Επειδή, κατά την Ορφική μυστηριακή θεολογία, κάθε υλικόν άτομον Ορφικής “Γης”, ανυψούμενον εξελικτικώς στο προ-εκθεωτικόν επίπεδο, δια των Μυστηρίων, θα μεταμορφωθεί σε προσωπικό θείον ον, έπεται ότι δια του ανοικτού τούτου αριθμού των δυναμένων να εκθεωθούν εξελιγμένων υλικών ατόμων Ορφικής “Γης”, η μυστηριακή θεολογία των αρχαίων Ελλήνων δέχεται την ύπαρξη ΠΟΛΛΩΝ προσωπικών θείων όντων. Άρα, κατά τον Ορφέα, το ΠΝΕΥΜΑ ΕΙΝΑΙ ΕΞΕΛΙΚΤΙΚΟΝ ΠΑΡΑΓΩΓΟΝ ΤΗΣ ΥΛΗΣ.
6. Επειδή ο Ορφικοπυθαγορισμός, ως το θειότατο μυστηριακό σύστημα της Ελλάδος, ΔΕΝ ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΕΙ ύπαρξη προσωπικής πνευματικής δημιουργικής του παντός Αρχής, ο Πλάτων, ως συνεπέστατος ακόλουθος του Ορφικοπυθαγορισμού, δια του όρου “θεός” αναφέρεται, κατά περίπτωση, είτε σε κάποιον από τους θεούς, είτε στον Ορφικόν “Αιθέρα”, όπως και στις απορρέουσες αντίστοιχες κοσμολογικές επισημάνσεις του Αιθέρος.
7. Ενώ ο Πυθαγόρας ονόμασε “πέρας” τόσο τη δρώσα μορφοποιητική ιδιότητα του “Ύδατος” όσο και το μορφικό αποτέλεσμα αυτής της μορφοποιητικής ιδιότητας του “Ύδατος”, πάνω στα υποατομικά σωματίδια της “Γης”, αντίστοιχα, ο Πλάτων υιοθέτησε τον όρο “ιδέα” για τη μορφοποιητική δράση και για το μορφοποιητικό αποτέλεσμα της δράσης αυτής του “Ύδατος”. Οι αρχαίοι Έλληνες χρησιμοποιούσαν τον όρο “ιδέα” για να προσδιορίσουν τη “μορφή”. Το ΑΝΥΠΑΡΚΤΟΝ, κατά τον μέγιστο θεολόγο των Ελλήνων Ορφέα, πνευματικόν προσωπικό δημιουργικό θείον ον, εμφορούμενο μάλιστα και με “ιδέας”, το γνώρισμα τούτο του σκέπτεσθαι προσωπικού όντος, ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΔΥΝΑΤΟΝ, στα πλαίσια λειτουργίας του Ελληνικού μυστηριακού Ορθού Λόγου, να υποκαταστήσει το ΑΠΡΟΣΩΠΟΝ, ΟΥΧΙ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΝ, ΥΛΙΚΗΣ ΦΥΣΗΣ ΠΡΟΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΟ “ΧΑΟΣ” των Ελλήνων.
8. Αβίαστα ορθώνεται η νομιμοποίηση της προσαρμογής των Μυστηριακών διαδικασιών του Μεγάλου Εκθεωτικού Έργου των Μυστηρίων της Ελλάδος στις νομικές θέσεις του Μυστηριακού υλισμού, εφόσον, τόσον η ψυχή, ως υλικόν ψυχικόν άτομον, κατά τον Ορφέα, όσον και οι ψυχικοί νόμοι που απορρέουν από τις εξελικτικές λειτουργίες γενικά του υλικού ψυχικού ατόμου και ιδιαίτερα από τις λειτουργίες της υλικής δομής τού προς εκθέωση μύστη, είναι νόμοι της Φύσης, Είναι, δηλ. νόμοι εντασσόμενοι στις λειτουργίες των δύο υλικών κοσμογονικών ουσιών, σε επίπεδον ψυχής. Η εξέλιξη του υλικού ψυχικού ατόμου του ανθρώπου, δηλ. της ψυχής του, υπάγεται, κατά τον Ορφέα, στη φροντίδα-της δικαιοδοσίας των μεγάλων Μυστηριακών συστημάτων της αρχαίας Ελλάδος. Όλες οι Μυστηριακές θεσμοθεσίες των αρχαίων Ελλήνων ασχολήθηκαν με την ανώτατη, κατά το δυνατόν, ανύψωση του ηθικού εξελικτικού επιπέδου του ανθρώπινου υλικού ψυχικού ατόμου, της ψυχής, δηλ. του ανθρώπου. Συνεπώς, το Μέγα Εκθεωτικόν Έργον των Μυστηρίων των αρχαίων Ελλήνων οχοδρομείται δια των Φυσικών ψυχικών νόμων, οι οποίοι συγκροτούν το νομικό πλαίσιο των πολύπλευρων ψυχικών εξελίξεων του υλικού ψυχικού ατόμου.
9. Βραδύτατα, αλλά σταθερά, η θεωρητική Φυσική παραδέχεται το αυταπόδεικτον της ύπαρξης του “αιθέρος”. Αν εσφαλμένα γίνει αποδεκτό ότι το διάστημα είναι απέραντο κενό, τότε, χωρίς την υλική, συνεχούς φύσης, ουσία “Αιθήρ”, πώς φθάνουν μέχρι τον πλανήτη μας ποικίλα σήματα μέσα από υποτιθέμενον “κενόν” χώρο; Το εφεύρημα ότι τάχα διαστρική σκόνη ικανοποιεί αναζητούμενη συνθήκη συνέχειας ύλης, είναι αυτόχρημα κωμικό.
10 Κατά τον Ορφέα, τα υλικά άτομα που συγκροτούν τον Ορφικόν κοσμογονικόν παράγοντα “Γη” τυλίγονται μέσα σε μορφοποιητικόν ΑΙΘΕΡΙΚΟΝ ΚΛΩΒΟΝ ο οποίος τα συγκρατεί και συγκροτεί τη ΜΟΡΦΗ – να, ξανά, η “ιδέα” του Πλάτωνος – του μορφοποιούμενου, έτσι, συγκεκριμένου συνόλου ατόμων της Ορφικής “Γης”. Όταν ο μορφοποιητικός αυτός αιθερικός κλωβός πάψει να συγκρατεί σε ΜΟΡΦΗ τα άτομα της Ορφικής “Γης”, τότε η μορφοποιητική ΕΝΕΡΓΕΙΑ του αιθερικού κλωβού απελευθερώνεται, οπότε, στη μοναδική αυτή περίπτωση, η ΜΑΖΑ μοιάζει να “μετατρέπεται” σε ΕΝΕΡΓΕΙΑ. Με την Ορφική αυτή παραδοχή νομιμοποιείται ένα βέλος που κατευθύνεται από το σύμπλεγμα m*c2 προς το Ε. Δεν νομιμοποιείται το “ίσον” αυτής της “εξίσωσης”.
11. Η επιμονή στην αρχική ύπαρξη στο κενό ενός απειροελάχιστου κοκκίου ύλης, το οποίον, ειδικά αυτό, εξερράγει και τα εκ της έκρηξης παραχθέντα ουράνια σώματα και φυσικά γαλαξίες τέθηκαν, ως δια μαγείας, σε αρμονική συνύπαρξη, ως έμμονη αντίληψη αναιρεί την αρχαία Ορφική φυσικοαιτιοκρατική αντίληψη. Η άνετα αποδεκτή Ορφική θεωρία περί “Χάους” αυτοπροσδιορίζεται ως ορθή.
12. Η ελπίδα της πνευματικής αναγέννησης του αρχαίου Ελληνικού Πνευματικού Πολιτισμού, στην ιερή του κοιτίδα, στηρίζεται πάνω στις ανερχόμενες προς τα άνω αλλεπάλληλες συνεχώς ανώτερες συνειδητοποιήσεις τόσον της αξίας, όσον και της αντικειμενικής ισχύος του αρχαίου Ορφικού φιλοσοφικού, στο σύνολο του, κοσμολογικού συστήματος.
Σπυροδήμος Ανεμογιάννης-Σινανίδης,
Διδάκτωρ Φιλοσοφίας Πανεπιστημίου Αθηνών
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
1.Πβ.” Η Ελληνική Αστρονομία της Β’ Χιλιετηρίδας π.Χ., κατά τους Ορφικούς ύμνους”, σελ. 80.
2.Πβ. New Times Nexus (2001) 15: 40.
Laviolette, Ρ.Α. “Galactic Explosions” Διδακτορική διατριβή, Portland State University, 1983, Πβ. Ζοοκ, Η.Α. “Solar Flare Activity” Icarus (1977) 32-106.
3.Πβ. Δαμασκίου, “Περί αρχ.”, 123 bis Rue. Πβ.Σ. Ανεμογιάννη-Σινανίδη, “Χώρος και
χρόνος εις τα Ορφικά αποσπάσματα”, Διδακτορική Διατριβή, Πανεπιστήμιο Αθηνών, Αθήναι 1978 σ.σ. 27-32.
4.Πβ. Δαμασκ., ε.α., 123 bis Rue. Πβ. Σ. Ανεμογιάννη-Σινανίδη, ε.α., σ.σ 33-40. 5.Πβ. Δαμασκ., ε.α., 55 Rue. Πβ. Σ. Ανεμογιάννη-Σινανίδη, ε.α., σ.σ. 65-57.