[taxopress_postterms id="1"]
Γράφει η Μαρία Σεφέρου
Με τα λαμπερά Εγκαίνια του Νέου Μουσείου της Ακρόπολης, στις 20 Ιουνίου 2009, ο βιασμός του χώρου γύρω από τον ιερό βράχο της Ακρόπολης ολοκληρώθηκε. Το καινούργιο Μουσείο, σχέδιο του παγκοσμίως διάσημου ντεκονστρουκτιβιστή Ελβετο-Αμερικανού αρχιτέκτονα Μπέρναντ Τσούμι (Bernard Tschumi), σαν άλλο τσουνάμι, απλώνει απειλητικά τις αιχμηρές γωνίες του προς τον Παρθενώνα, λες και θα ήθελε να ξεσκίσει την καρδιά του ιερότερου μνημείου της παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς. Οποία ιεροσυλία! Κι όμως, ο κατά την ανάθεση (2002) Υπουργός Πολιτισμού, κ. Ευάγγελος Βενιζέλος, είχε εγκωμιάσει τα σχέδια, λέγοντας ότι ήταν “μια μεγαλοφυής λύση, ακριβώς όπως τη φανταστήκαμε να είναι.
”
Δικαίωμά σας να με αποκαλέσετε γκρινιάρα, ή ό,τι άλλο θέλετε, αλλά θεωρώ βλασφημία ότι κάτω από ένα εχθρικό και προσβλητικό προς το περιβάλλον αρχιτεκτονικό εξάμβλωμα στεγάστηκαν τα ιερά γλυπτά της Ακρόπολης.
Νομίζω πως αν μπορούσαν προς στιγμή να ζωντανέψουν, θα δραπέτευαν από τον ασφυκτικό κλοιό του γυαλιού. Όσο και να θέλω να ωραιοποιήσω και να δικαιολογήσω το πολυδιαφημισμένο
Μουσείο της Ακρόπολης, δε μπορώ να παραβλέψω το οφθαλμοφανές γεγονός ότι το δεσποτικά ογκώδες αυτό κατασκεύασμα, που μάλιστα εμποδίζει τη θέα του ιερού βράχου από τους πεζούς,
ούτε δένει ούτε εναρμονίζεται με τον Παρθενώνα. Πιστεύω πως η Ελλάδα, η Αθήνα, η Ακρόπολη και τα αριστουργήματα που στεγάστηκαν εκεί, άξιζαν κάτι καλύτερο. Τώρα όμως είναι αργά για δάκρυα, αν και υπήρξαν έγκαιρα έντονες
κριτικές που δυστυχώς δεν απέτρεψαν το μοιραίο…
Ας προσπαθήσουμε τουλάχιστον να εξηγήσουμε το φαινόμενο. Ο ελληνικής καταγωγής καθηγητής Μαθηματικών στο Πανεπιστήμιο του San Antonio, Texas, κ. Nikos A. Salingaros, σε άρθρο του με τίτλο «Αρχιτεκτονικός κανιβαλισμός στην Αθήνα» (Architectural Cannibalism in Athens) γράφει σχετικά:
«Όπως σε τόσες άλλες χώρες στον κόσμο, η Ελλάδα αντιμετωπίζει αρχιτεκτονικό κανιβαλισμό παρασυρόμενη από τη βίαιη επίθεση μιας νέας κοσμοθεώρησης. Αυτή η κοσμοθεώρηση δεν είναι ανεκτική, υποκαθιστώντας την παράδοση του έθνους, τον πολιτισμό του, ακόμη και τη θρησκεία του. Όμως δεν έχει επιβληθεί από κάποια εισβολή ξένης στρατιωτικής δύναμης (εκτός αν προσδιορίζεις την παγκοσμιοποίηση και τα διεθνή ΜΜΕ, όπως πολλοί κάνουν, ως δυνάμεις κατοχής)• ο αρχιτεκτονικός κανιβαλισμός είναι ένα είδος εμφυλίου πολέμου.
Μερικοί Έλληνες έχουν υποστεί πλύση εγκεφάλου να καταστρέψουν την κληρονομιά τους. Θέλουν απεγνωσμένα να συμμορφωθούν με το cult του μοντερνισμού. (…)
Κι ενώ ο υπόλοιπος κόσμος αρχίζει να απορρίπτει την εφιαλτική περίοδο της απάνθρωπης αρχιτεκτονικής και του ουρμπανισμού, μερικά άτομα είναι υπερήφανα να την προάγουν. Πάντοτε λίγο πίσω από τους καιρούς, αυτή η ομάδα παρ’ όλα αυτά αναπληρώνει την καθυστέρηση δείχνοντας κανονικό φανατισμό και επιθυμία να τιμήσει το cult.
Το νέο Μουσείο της Ακρόπολης αποπερατώθηκε εν τέλει, ένα τρανταχτό παράδειγμα της cult αρχιτεκτονικής. (…) Παρά τις ακράτητες εγκωμιαστικές δηλώσεις από τους υποστηρικτές του, το κτίριο του Μουσείου έχει αμελητέα αρχιτεκτονική αξία. Δεν έχει συνεκτικότητα, δεν έχει λογική, και σχεδόν μηδενικού βαθμού αρχιτεκτονική ζωή. Είναι ένα τυπικό προϊόν της ντεκονστρουκτιβιστικής μόδας, μολονότι δεν είναι περισπειρωμένο και συστρεμμένο όπως τα πιο ακραία παραδείγματα αυτού του στυλ. (…)
«Προσπαθώντας να εξηγήσω ένα πολιτιστικό μυστήριο – γιατί ο κόσμος αποκήρυξε κτίρια που τρέφουν τα συναισθήματα, κι αντί γι’ αυτά αγκάλιασε κτίρια που στην κυριολεξία μας αρρωσταίνουν – βρίσκεται κανείς αντιμέτωπος με πολλά εμπόδια. Δεν είναι ότι οι μέθοδοι για την παραγωγή ανθρώπινων κτιρίων είναι άγνωστες, ή ότι δεν υπάρχουν αρχιτέκτονες για να τα κτίσουν• η κοινωνία έχει κάνει μια συνειδητή επιλογή να χτίσει αυτά που χτίζει. Επιπλέον, τεράστια ενέργεια δαπανάται για να πείσει τους ανθρώπους ότι τα σύγχρονα κτίρια που μας περιβάλλουν είναι καλά, παρόλο που σχεδόν όλοι νιώθουν το αντίθετο. Υπάρχει μια βασική αποσύνδεση μεταξύ αυτού που νιώθουμε, κι αυτού που μας λένε πως πρέπει να νιώθουμε – ή ν’ αναγκαστούμε να αποδεχτούμε.»
Κλείνοντας αυτό το άρθρο, θα πω ότι ο βαρβαρισμός και στην αρχιτεκτονική είναι αναμενόμενος και αναπόφευκτος στο πλαίσιο της πνευματικής και πολιτιστικής παρακμής που έχει πλήξει τον κόσμο και ειδικότερα τη χώρα μας. Είναι το φυσιολογικό αποτέλεσμα της γενικευμένης έκπτωσης αρχών και αξιών που προσβάλλει και τις τέχνες. Εάν, λοιπόν, δούμε τα πράγματα ρεαλιστικά, το Νέο Μουσείο της Ακρόπολης, αν και ξένο προς το χώρο και υβριστικό του Παρθενώνα και των πολύτιμων θησαυρών που στεγάζει, είναι ό,τι καλύτερο θα μπορούσε να καταφέρει η πολιτιστικά, πολιτικά και ηθικά παρηκμασμένη Ελλάδα. Αυτό μπόρεσαν οι άνθρωποι, αυτό έκαναν. Σαφώς καλύτερο από το τίποτα. Παραθέτω μια συμβολική εικόνα γλυπτού που δείχνει την αποκοπή της κεφαλής (το αρχαίο πνεύμα αθάνατο, του ωραίου του μεγάλου και τ’ αληθινού) από το χωρίς ιδανικά, αρχές και αξίες κουφάρι της σημερινής Ελλάδας. Περασμένα μεγαλεία και διηγώντας τα να κλαις…
Όμως, για να μην είμαι μικρόψυχη, θα πω μπράβο και ευχαριστώ σε όλους όσους εργάστηκαν για την υλοποίηση αυτού του φιλόδοξου στόχου, έστω με την απαράδεκτη μορφή που πήρε το κτίριο. Απομένει τώρα να επαναπατριστούν τα κλεμμένα γλυπτά που βρίσκονται στο Βρετανικό Μουσείο για να ολοκληρωθεί το όνειρο της αξέχαστης Μελίνας Μερκούρη. Αξίζει να δούμε και την ιστορική διαδρομή εδώ.
Ο κριτικός αρχιτεκτονικής της New York Times ένιωσε πως έπρεπε να δικαιολογήσει αυτό το βδέλυγμα (το Νέο Μουσείο της Ακρόπολης) αποκαλώντας το: “Ένα εντυπωσιακό επίτευγμα – ένα κτίριο που είναι τόσο ένας φωτεινός διαλογισμός του Παρθενώνα όσο και μια μαγευτική δουλειά αυτή καθαυτή.” Αναρωτιέμαι, πώς μπορούσε ο κριτικός να πιστεύει αυτά που έχει γράψει; Πρέπει οπωσδήποτε να είναι αποκομμένος από τα αισθήματά του και την εμπειρία. (….)
Εξέχουσες φυσιογνωμίες τόσο στην Ελλάδα όσο και στον υπόλοιπο κόσμο είναι προφανώς σοκαρισμένοι από το σχέδιο του Νέου Μουσείου, το οποίο αρνείται να εναρμονιστεί με οτιδήποτε στο περιβάλλον. Το σχέδιο του νέου Μουσείου έχει μια ούλτρα-σύγχρονη εμφάνιση υψηλής τεχνολογίας, έτσι ώστε να μη σχετίζεται με τίποτα απολύτως στη μακρά ιστορία της Ελληνικής αρχιτεκτονικής.(…) Οποιοσδήποτε κι αν επέλεξε τον κ. Τσούμι, θα έπρεπε να γνωρίζει τι να περιμένει. Τώρα όμως δεν έχει νόημα να παραπονιέται κανείς.(…)
Ο συγγραφέας Βασίλης Βασιλικός (συγγραφέας του βιβλίου “Ζ”) ήταν τρομαγμένος. “O κ. Τσούμι επιτίθεται και είναι προκλητικός. Αυτή η τριγωνική πλατφόρμα, το μπαλκόνι της καφετέριας… αυτή η ανοιχτή ταράτσα είναι ένα τσιμεντένιο βέλος που στοχεύει στην πλάτη των δύο διατηρητέων κτιρίων, σα να θέλει να τα ξεσκίσει με την άκρατη οξύτητά του. Είναι άγριο• είναι από τον τρίτο κόσμο. Φυσιολογικά , ταιριάζει στην τερατώδη σύλληψη ολόκληρου του Μουσείου. Αλλά δεν περίμενα ποτέ τέτοια επίθεση, που είναι ανάξια ενός σπουδαίου αρχιτέκτονα όπως ο κ. Τσούμι. Εάν τα διατηρητέα κτίρια κατεδαφιστούν, αυτό το βέλος τότε θα στοχεύει την ίδια την Ακρόπολη, ωσάν να θέλει επίσης να την καταστρέψει. Κύριε Τσούμι, είναι αυτός ο πολυπόθητος διάλογος με το αρχαίο μνημείο; Ω, Μελίνα (Μερκούρη), που άρχισες αυτό το εγχείρημα, τώρα θα έκανες απεργία πείνας μέχρις ότου κατεδάφιζαν αυτό το βέλος εκδίκησης που είναι η ταράτσα της καφετέριας του Τσούμι. (Βασιλικός 2007)”.»
Αξίζει να διαβάσει κανείς ολόκληρη την εμπεριστατωμένη και γεμάτη πάθος ανάλυση του Νίκου Σαλίγκαρου εδώ.
Τι είναι όμως ο Ντεκονστρουκτιβισμός (deconstructivism από το deconstruction); Η λέξη σημαίνει “αποδόμηση” και είναι μια προσέγγιση στο σχεδιασμό κτιρίων, που ήρθε στη μόδα στη δεκαετία του’ 80, κι επιχειρεί να δει την αρχιτεκτονική σε τεμαχίδια και κομμάτια. Τα βασικά στοιχεία της αρχιτεκτονικής είναι αποσυναρμολογημένα. Τα ντεκονστρουκτιβιστικά κτίρια μπορεί να φαίνεται πως δεν έχουν καμία οπτική λογική. Μπορεί να εμφανίζονται πως έχουν γίνει από μη συγγενικές, δυσαρμονικές και αφηρημένες μορφές. Οι αποδομημένες ιδέες στην αρχιτεκτονική είναι δανεισμένες από το Γάλλο φιλόσοφο Jacques Derrida. Δείτε εδώ.
Πηγή…