Κατά περιόδους όλοι μας ασχολούμαστε λίγο παραπάνω με θέματα που αφορούν την υγεία μας, γινόμαστε περισσότερο ευαίσθητοι και προσεκτικοί όταν κυκλοφορεί μια ίωση, μερικοί από μας όμως το όριο της πρόληψης το ξεπερνάμε και κάνουμε τη ζωή μας δύσκολη. Σε αυτή την περίπτωση, μερικοί άνθρωποι ερμηνεύουν τα συμπτώματα της μιας απλής γρίπης ή ενός απλού πονοκέφαλου ως ενδείξεις για κάτι πολύ σοβαρό, που απειλεί τη ζωή τους. Επομένως, δεν πρόκειται απλά για μια φοβία, έχουμε να κάνουμε με την «υποχονδρίαση», η οποία είναι μια σοβαρή ψυχική
Η υποχονδρίαση, σύµφωνα µε το DSM–IV–TR (Diagnostic and Statistical Manual of Mental Disorders), ανήκει στις σωµατόµορφες διαταραχές, µια οµάδα ψυχικών διαταραχών που έχουν ως κοινό χαρακτηριστικό τους τα σωµατικά συµπτώµατα, τα οποία δεν µπορούν να αποδοθούν σε διάγνωση οργανικής πάθησης. Στην υποχονδρίαση, οι ασθενείς πιστεύουν ή υποπτεύονται ότι πάσχουν από κάποια σοβαρή ή απειλητική για τη ζωή τους ασθένεια. Τα άτομα αυτά υποβάλλονται σε εξετάσεις και αναζητούν επίμονα ιατρική βοήθεια καθώς η αγωνία και το άγχος τους εντείνεται όταν δεν μπορούν να λάβουν μια συγκεκριμένη απάντηση για την κατάστασή τους. Δυστυχώς, τα άτομα αυτά δεν ηρεμούν όταν οι γιατροί τα διαβεβαιώνουν ότι δεν υπάρχει κάποιο πρόβλημα αλλά ούτε λόγος ανησυχίας. Μπορούν να συνεχίσουν να υποφέρουν και να νιώθουν πόνο.
Μερικά συµπτώµατα όπως η ζάλη, η ταχυπαλµία, το τρέµουλο, ο πονοκέφαλος, ο πόνος στο στήθος και πολλά άλλα, ερμηνεύονται ως συμπτώματα μιας σοβαρής ασθένειας από τα άτομα που υποφέρουν από υποχονδρίαση. Υπάρχει περίπτωση να ζητήσουν δεύτερη και τρίτη γνώμη, μέχρι κάποιος γιατρός να τους επιβεβαιώσει ότι πάσχουν από κάτι κακό. Ακόμη, πολλά άτομα έχουν οδηγηθεί σε εγχειρήσεις ή και σε πολύ ακριβές θεραπείες, χωρίς κανέναν ουσιαστικό λόγο. Τα άτομα αυτά εκδηλώνουν έντονο φόβο και αγωνία με αποτέλεσμα όλη αυτή η πίεση και το άγχος στο τέλος να τους δημιουργούν σωματικές διαταραχές.
Η ψυχοθεραπεία που ενδείκνυται για αυτές τις διαταραχές είναι η γνωσιακή που έχει ως στόχο να αλλάξει τον τρόπο που σκέφτονται τα άτομα και να τους βοηθήσει να αναπτύξουν έναν πιο λειτουργικό τρόπο σκέψης. Πολλές φορές είναι απαραίτητη και η λήψη φαρμάκων πάντα σε συνεργασία με έναν ψυχίατρο. Σε καμία περίπτωση φυσικά δε θα πρέπει να επαναπαυόμαστε και να μην κάνουμε το ετήσιο check up ή τις εξειδικευμένες εξετάσεις που μας έχει συστήσει ο γιατρός μας.
Πηγή: Ποιότητα Ζωής