Αναφερόμενος και σε άλλη ανάρτηση για το Μεσαίωνα τον χαρακτήρισα σαν μια χρονική περίοδο πνευματικού παγετώνα που κράτησε τουλάχιστον χίλια χρόνια, στην οποία ο θρησκευτικός φανατισμός και η οπισθοδρόμηση φαίνεται να κυριαρχούν.
«Περίοδος αναστολής χιλίων ετών» τον ονομάζουν άλλοι, γιατί αναστέλλει την εξέλιξη της ανθρωπότητας για μια πολύ μεγάλη χρονική περίοδο στην οποία καταστέλλονται οι καθολικές ανθρώπινες αξίες που κυριάρχησαν στον αρχαίο κόσμο και ιδιαίτερα στην Αρχαία Ελλάδα. Στην ακμή της η ελληνική φιλοσοφία, σαν σύστημα αντιλήψεων γενικών εννοιών, είναι η αντιπροσωπευτικότερη φιλοσοφία, που στο κέντρο του ενδιαφέροντός της βάζει τον άνθρωπο και τον κόσμο που τον περιβάλλει, θέτοντας παράλληλα τα ουσιωδέστερα θεμελιακά ζητήματα των ποικιλόμορφων πεδίων έρευνας της ζωής και της γνώσης. Η Αρχαία Ελλάδα, ακόμα και τους ίδιους τους θεούς της, τους τοποθετούσε μέσα και όχι έξω από το σύμπαν, που υπόκειντο τον έλεγχο της Ειμαρμένης, αυτό που αργότερα θα αναγνωριστεί σαν νόμος της φύσης και θα ορίζει αυστηρά τον κόσμο και τα φαινόμενά του σαν νόμος του αιτίου και του αιτιατού.
Όμως αν «η αρχαιότητα τελειώνει με την άνοδο της Κωνσταντινούπολης και το τέλος του μεσαίωνα συνδέεται αναπόσπαστα με την πτώση της» (Ένγκελς) τότε η μεσαιωνική περίοδος αρχίζει με την επικράτηση του χριστιανισμού και λήγει με την εμφάνιση του ουμανισμού που επιδίωξε την αποκατάσταση ακριβώς αυτών των αξιών που κατέλυσε.
Η μεσαιωνική περίοδος λοιπόν εκφράζει τη ζοφερή και σκοτεινή περίοδο όπου κυριαρχεί ο θρησκευτικός δογματισμός, ενώ η ελεύθερη φιλοσοφική σκέψη υποχωρεί κάτω από την επικράτηση ενός αυστηρού και αυταρχικού θεοκρατικού συστήματος που λίγο πολύ το μάθαμε χωρίς να μας το διδάξουν στα σχολεία. Κάτι που βέβαια ήταν αναπόφευκτο να μην μαθευτεί, όμως δεν φαίνεται να το συνδέουμε και με την ανάπτυξη, την πρόοδο και τον πολιτισμό, προκειμένου να βγάλουμε χρήσιμα συμπεράσματα. Πέραν των άλλων, την περίοδο εκείνη, είδαμε μια βαθιά ηθική κατάπτωση στην οποία η πίστη έσπρωξε τον άνθρωπο ακόμα και στο έγκλημα ή την κατάλυση της ειρήνης αφού θρησκευτικοί πόλεμοι δίχασαν ανθρώπους και αναστάτωσαν χώρες και ηπείρους επί σειρά ετών, χύνοντας, για τη δόξα του θεού, ποταμούς αίματος, διασπείροντας το μίσος και τη διχόνοια ανάμεσά τους.
Όμως το ζήτημα δεν είναι μόνο ηθικό. Η ανθρωπότητα οπισθοδρόμησε σε όλα τα επίπεδα ή παρέμεινε χωρίς προαγωγή του βιοτικού της επιπέδου. Οι επιστήμες και η τεχνολογική επανάσταση άργησε να βγάλει τον άνθρωπο από το τέλμα της συντήρησης, την πνευματική μιζέρια, την δεισιδαιμονία και το παράλογο, ασκώντας παράλληλα ένα μισητό θεοκρατικό σύστημα τρομολαγνείας, όπου η απειλή του θανάτου και η μεταθανάτια κρίση, σαν απειλή, αυταρχικά κυριαρχούσε για να υποτάξει ψυχικά, πνευματικά και σωματικά το σύνολο των πιστών της.
Ο αυστηρός θρησκευτικός δογματισμός χώρισε τους ανθρώπους, ευνοώντας έριδες, ταραχές και εμφύλιους πολέμους ανάμεσα στους πιστούς. Ο αυταρχικός και «θεόσταλτος» αυτοκράτορας του Βυζαντίου, κάτω από την πίεση ενός κομπλεξικού ιερατείου, κυβέρνησε πραγματικά με βάναυσο και τυραννικό τρόπο τους υπηκόους του. Το ίδιο έκαναν και στη Δύση, όμως τον 15ο αιώνα, όταν στη Δύση γεννιόταν το ανθρωπιστικό κίνημα και η Αναγέννηση, σαν προάγγελος του Διαφωτισμού, η Ελλάδα, κυριαρχημένη απ’ το μυστικισμό της Ανατολής, θα έπεφτε σε βαθύτερο ύπνο, κάτω από το άγρυπνο μάτι του Σουλτάνου και τις προτροπές του πατριαρχείου! Σφιχταγκαλιασμένοι και οι δυο, κάτω από ιδιοτελή συμφέροντα, ενάντια στη Δύση, τις παραμονές της εμφάνισης του ουμανισμού, οι αποστάτες του Ελληνικού πνεύματος θα έκαναν ό,τι ήταν δυνατόν ώστε να αποφύγουν να δουν στην Πόλη παπική καλύπτρα!
Το τουρμπάνι ήταν επιθυμητό.
Στη Δύση τότε, η εστίαση του ανθρώπου στο πνεύμα του αρχαίου Ελληνικού πολιτισμού, δυνάμωνε τις προϋποθέσεις για πνευματική επανάσταση και αναγέννηση απ’ τη νέκρα του σκοτεινού μεσαίωνα. Η πίστη για ζωή, γνώση, έρευνα και αισθητική δημιουργία ήταν πεδία που απλώνονταν προκλητικά μπροστά τους σαν γήινος και χειροπιαστός παράδεισος. Η ανθρώπινη δυνατότητα και προοπτική ήταν ελεύθερη να εκφραστεί, να αναπτυχθεί και να δημιουργήσει έναν καλύτερο κόσμο.
Η φιλοσοφία, συχνά γίνεται το μέσον, όχι μόνο για την αφύπνιση αλλά και για τον ύπνο.
Όπως έγραφε ο Bertrand Russell η φιλοσοφία είναι μία μεγάλη δεξαμενή γνώσεων. Αυτή τη δεξαμενή χρησιμοποίησε κάποτε ο άνθρωπος για να θεολογοποιήσει και από ό,τι φάνηκε πνίγηκε στα βαθιά της τα νερά. Αυτή την ίδια δεξαμενή, δυτικοί και ανατολικοί φιλόσοφοι, έχοντας την αρχαία ελληνική φιλοσοφία στις αποσκευές τους, επιχείρησαν να τη βγάλουν από το πυκνό σκοτάδι που πρωτύτερα την καταχώνιασαν φίλαυτοι και κομπλεξικοί θεολόγοι του Μεσαίωνα.
Την θυμόσαστε εκείνη τη σειρά των άρθρων για τον υλισμό και την διαλεκτική που μέσω της αλήθειας καταλήξαμε στην επιστήμη…
Σε κείνη την τελευταία ανάρτηση λοιπόν («Επιστήμη, ξέρετε τι είναι;») πήρα ένα σχόλιο που, ούτε λίγο ούτε πολύ, θεωρούσε τον διαχωρισμό της επιστήμης από την θρησκεία, ανοησία!
Αυτή η σειρά των άρθρων θα δείξει, μέσα από την ιστορία των Επιστημών, ότι όχι μόνον ανοησία δεν είναι, αλλά επιτακτικά θα πρέπει η επιστήμη από τη θρησκεία να διαχωριστεί, όπως χωρισμένη παραμένει η πίστη από τη λογική, αφού το ένα αναιρεί το άλλο. Δεν ξέρω τι δικαιολογία θα βρουν οι χριστιανοί για να αντιπαρατεθούν στην ανάρτηση αυτή, όμως είμαι περίεργος να δω με τι μούτρα θα αντιμετωπίσουν χίλια και πλέον χρόνια πνευματικής καθυστέρησης.
Με την ανάκτηση της εξουσίας, οι χριστιανοί επέβαλαν πνευματική συσκότιση φράσσοντας την αρχαία γνώση, την ομορφιά και την ελπίδα για έναν καλύτερο κόσμο, εκπορνεύοντας τις αρετές των αρχαίων Ελλήνων με μιαρούς διαβόλους και ανταλλάσσοντας την αρχαία ελληνική φιλοσοφία με την Δαιμονοαγγελογονία των Εβραίων.
Δυο παραδείγματα θα χρειαστώ μόνον για να καταδείξω, μέσα από την ιστορία των Επιστημών, τον πνευματικό παγετώνα που επέβαλλε ο χριστιανισμός στην ανθρωπότητα στερώντας την γνώση από τον άνθρωπο και την ανθρωπιά από τη ζωή τους. Επειδή δεν σκοπεύω με τα άρθρα αυτά να δώσω κανένα επιχείρημα για δικαιολογημένη αντίδραση, όλα τα στοιχεία που χρησιμοποιώ αντανακλούν την ιστορική πραγματικότητα που σήμερα πια δεν μπορεί να αμφισβητηθεί από κανέναν. Τα παραδείγματα που αφορούν τη στέρηση της γνώσης θα αναρτηθούν σε δύο άρθρα που θα αφορούν την κοσμολογία το πρώτο και τη βιολογία το δεύτερο. Όμως η στέρηση της ανθρωπιάς από τη ζωή, ιστορικά αφορά εκείνη την περίοδο για την οποία κατέστη το ουμανιστικό κίνημα αναγκαίο προκειμένου να απαλλαγεί ο άνθρωπος απ’ τον μηδενισμό στον οποίο για αιώνες η Εκκλησία είχε οδηγήσει τον πιστό.
Ορόσημο για την ιστορία ο Ουμανισμός που εκδηλώνει την επιθυμία του ανθρώπου να γνωρίσει τη φύση όσο και τη σχέση που έχει η φύση με τον ίδιο. Σκοπός του ανθρώπου τότε δεν ήταν να κυριαρχήσει την φύση, όσο να την γνωρίσει. Ξυπνώντας από τον λήθαργο διαπίστωσε στην πράξη τη ρήση του Ηράκλειτου ότι τίποτε δεν μένει στάσιμο και αμετάβλητο. Το ουμανιστικό κίνημα ήταν προάγγελος του Διαφωτισμού που σε λίγο καιρό θα σάρωνε το μεσαιωνικό όραμα της αμετάβλητης κοινωνικής και ουράνιας τάξης. Όχι, η αλήθεια δεν ήταν αμετάβλητη και δοσμένη μία για πάντα από το Θεό, τον Δημιουργό των Πάντων και η Εκκλησία κακώς πανικόβαλε με την αναμονή της συντέλειας του κόσμου και τις υστερικές κραυγές της Ιερής Εξέτασης ότι η Αγία Γραφή έλεγε την αλήθεια.
Ο θρησκευτικός φόβος, η μεταθανάτια κρίση και τα βασανιστήρια του Άδη καταπίεζαν βάναυσα την συνείδηση του ανθρώπου. Οι παμπάλαιες και αντιεπιστημονικές ιδέες της Αγίας Γραφής στραγγάλιζαν την ελεύθερη σκέψη απομακρύνοντας τον άνθρωπο από κάθε δημιουργική δραστηριότητα, αποξενώνοντάς τον από τον κόσμο της πραγματικότητας.
Η αστυνομοκρατία της Ιερής Εξέτασης επέβαλε θεοκρατικό καθεστώς στερώντας την αυτοτέλεια των υπηκόων πιστών ώστε να μην σκέφτονται, να μην δημιουργούν και καλλιεργώντας δουλικά αισθήματα ταπεινοφροσύνης να σέρνονται μπροστά στο ψέμα, την πλάνη και την απάτη.
Οι παραβάτες ανελέητα βασανίζονταν και όσοι δεν μετανοούσαν δημόσια καίγονταν ζωντανοί σε υπαίθριες φιέστες που διοργάνωνε η Εκκλησία με σύμμαχο την πολιτική εξουσία. Αυτός που έπαιρνε τη θέση πάνω στο ικρίωμα συχνά ήταν ένας φιλήσυχος πολίτης που η παράβασή του ήταν ότι αναζητούσε την αλήθεια στους νόμους της φύσης, στα μαθηματικά, στην ανατομία του ανθρώπινου σώματος ή στην κίνηση των πλανητών του ουρανού που όμως, ώ δυστυχία του, βρισκόταν σε μεγαλειώδη αντίφαση με την «αλήθεια» της Αγίας Γραφής!
«Η ιεροστρατοκρατική σκηνοθεσία της πομπής του κατάδικου, μέσα απ’ τα πλήθη, απ’ την μια εκφόβιζε και υπογράμμιζε την ισχύ της εξουσίας, εκτονώνοντας κάθε εξεγερτική τάση κι απ’ την άλλη τόνωνε την συναισθηματική του φόρτιση για θρησκευτική πίστη και υποταγή. Η γελοιοποίηση του «παραβάτη» μπροστά στο λαϊκό πλήθος, η θεαματική επίδειξη δύναμης της εξουσίας, η αγωνία του κατάδικου να αφήσει έστω μια στιγμή νωρίτερα την τελευταία του πνοή, η απόδοση «δικαιοσύνης» του κλήρου μπροστά στο ποίμνιό του και το θέαμα του αργού και βάναυσου θανάτου, αποτελούν σίγουρα όχι μόνο θρίαμβο της απολυταρχίας, αλλά και την πιο επαίσχυντη εικόνα στην ιστορία του ανθρώπου».
«Μπορεί ο χρόνος ν’ αλλοιώνει και να σβήνει τον λόγο του ανθρώπου, όπως θα σβήσει και τον δικό τους λόγο κάποια μέρα. Το φως που εκπέμπει όμως το ολοκαύτωμα ενός δίκαιου ανθρώπου δεν θα σβήσει ποτέ, γιατί το μήνυμα της άδικης καταδίκης του, θα συνεχίζει να φωτίζει σαν το φως των άστρων που οδεύει στο μέλλον, παρόλο που το άστρο έχει πεθάνει πριν χιλιάδες χρόνια!»
(Το κείμενο με τους έντονους χρωματισμένους χαρακτήρες είναι απόσπασμα από το βιβλίο «Η Κτηνωδία της Αγιότητας» σελ. 137 και 147 αντίστοιχα).