Ο μάραθος ή το μάραθο ή το φινόκιο (Fennel – Foeniculum graveolens ή officinalis ή vulgare) είναι αρωματικό φυτό, με βαθυπράσινα φύλλα και σαρκώδη ρίζα, που φτάνει τα 2 μέτρα σε ύψος. Έχει έντονη δροσερή γεύση και μυρωδιά. Τα φύλλα του μοιάζουν με τον άνιθο και τα άνθη του είναι κίτρινα.
Η επιστημονική του ονομασία είναι Μάραθον το κοινόν. Κατάγεται από τη Μεσόγειο και ήταν γνωστό στην αρχαία Ελλάδα, στην Κίνα, στην Αίγυπτο και στην Ινδία. Οι αρχαίοι Έλληνες το ονόμαζαν «μάραθρον» ίσως εις μνήμην της νίκης κατά των Περσών στο Μαραθώνα το 490 π.χ. Άλλωστε όπως και όλα τα αρωματικά φυτά και βότανα, είχαν ιδιαίτερη τιμητική θέση.
Ιστορία:
Σύμφωνα με τη μυθολογία, ο Προμηθέας έκρυψε μέσα σε ένα κοτσάνι μάραθου τη φωτιά που έκλεψε από τους θεούς και στη συνέχεια την έδωσε στους ανθρώπους.
Η αρχαιότερη μορφή της λέξης «μάραθος» είναι η λέξη «maratuwo», η οποία αναφέρεται σε πινακίδες της Γραμμικής Β γραφής (17ος-13οςαι. π.Χ.).
Οι αρχαίοι Έλληνες το έλεγαν «μάραθρον» και το θεωρούσαν σύμβολο επιτυχίας. Το χρησιμοποιούσαν για στέφανο Νίκης το 490 πχ. όταν επιβλήθηκαν των Περσών στο Μαραθώνα.
Με τους σπόρους του ακόμη έκαναν και φυλαχτά που τα κρεμούσαν στην εξώπορτα για προστασία από μάγια, βασκανείες κ.λ.π.
Οι Κινέζοι και οι Ινδοί θεωρούσαν το μάραθο αντίδοτο για τα δαγκώματα των φιδιών και των σκορπιών.
Ο Πλίνιος το αναφέρει σε συνταγές του με περισσότερες από 20 ενδείξεις, ενώ πίστευε ότι τα φίδια έτρωγαν μάραθο για ν’ αλλάζουν δέρμα. Επίσης συνιστούσε το βότανο για την «θολή όραση των ανθρώπων».
Το 10ο αιώνα συνδέθηκε με τη μαγεία, ενώ το Μεσαίωνα είχε συνδεθεί με το αδυνάτισμα, γιατί πιστευόταν ότι οι σπόροι του έκοβαν την όρεξη.
Οι Ρωμαίοι αρτοποιοί το χρησιμοποιούσαν ως βασικό γλυκαντικό της ζύμης. Ο αυτοκράτορας, πάντως, της Γαλλίας, ο Καρλομάγνος (742-814) με διαταγή του έδωσε τη δεισιδαιμονική διάσταση του μάραθου. Επέβαλε την υποχρεωτική του φύτευση επειδή πίστευε ότι ο μάραθος, έδιωχνε τα κακά πνεύματα.
Οι Ρωμαίοι πίστευαν ότι τα ερπετά ρουφούσαν το χυμό του φυτού για να βελτιώσουν την όρασή τους.
Στον Μεσαίωνα, το μάσημα των σπόρων του Μάραθου, ήταν μια δημοφιλής μέθοδος για να σταματούν τα ρεψίματα κατά την λειτουργία στην εκκλησία.
Ο μάραθος είναι ένα από τα εννιά ιερά βότανα των Αγγλοσαξόνων.
Την περίοδο των Μεγάλων Ανακαλύψεων, όταν οι Πορτογάλοι κατέκτησαν τα νησιά Μαδέρα είδαν ότι φύεται άφθονο άγριο μάραθο. Έτσι, ονόμασαν την πρωτεύουσα των νησιών Μαδέρα Φουνσάλ (Funchal), ονομασία που προέρχεται από την πορτογαλική λέξη για το μάραθο «funcho».
Ο μάραθος διακρίνεται σε τρία είδη, τον κοινό μάραθο, το φινόκιο και τον άγριο μάραθο. Στον κοινό μάραθο ανήκουν όλες οι ποικιλίες μάραθου που καλλιεργούνται στην Ελλάδα για τα φύλλα τους αλλά και για τους αρωματικούς τους σπόρους. Έχει σκουροπράσινο χρώμα, και φύλλα μικρά και ψιλά. Αν τα τρίψουμε στα χέρια μας, η έντονη χαρακτηριστική μυρωδιά του μάραθου θα μείνει στο δέρμα μας πολύ ώρα.
Το φινόκιο, από την ιταλική ονομασία finocchio, καλλιεργείται κυρίως στην Ιταλία, στη Γαλλία και στην Ισπανία, ενώ ελάχιστα στην Ελλάδα. Χαρακτηρίζεται από γλυκιά γεύση και καλλιεργείται κυρίως για τον ψευδοβολβό που σχηματίζουν οι παχύνσεις των φύλλων στη βάση τους. Η βολβώδης ρίζα του μοσχοβολάει από μακριά όταν είναι φρέσκια. Είναι περισσότερο δημοφιλής στη Δυτική Ευρώπη και Αμερική.
Ο άγριος μάραθος (Foeniculum piperata) που φύεται στα χωράφια και στις άκρες των δρόμων, έχει φύλλα μαυροπράσινα, χωρισμένα σε ίνες και μεθυστικό άρωμα, δροσερή γεύση και πιπεράτη επίγευση.
Μαγειρική
Χρησιμοποιείται ως βότανο και ως μπαχαρικό. Όλα τα μέρη του φυτού μπορούν να καταναλωθούν ως τροφή: οι ρίζες, οι βλαστοί, τα φύλλα του και οι σπόροι του.
Χρησιμοποιούμε μάραθο, λόγω του χαρακτηριστικού αρώματος που έχουν τα φύλλα του και της χαρακτηριστικής γεύσης που δίνει σε διάφορα φαγητά, στα νηστίσιμα της Σαρακοστής, στις αγκινάρες, στους ντολμάδες, στο χταπόδι, στις σουπιές, στην παρασκευή πέστο και σε ωμές σαλάτες για το εξαίσιο άρωμα που τους προσδίδει. Με μάραθο αρωματίζονται οι ελιές, τα τουρσιά και το ξύδι που φτιάχνονται στο σπίτι, ενώ ο μαραθόσπορος μπορεί να προστεθεί στο ψωμί, αλλά και στο γαρνίρισμα φαγητών. Συνδυάζεται υπέροχα με το πορτοκάλι, το μανταρίνι, το σκόρδο, το κύμινο, το μπαχάρι, την κανέλα και άλλα.
Τα ανιθομάραθα χαρίζουν αιθέριο άρωμα και γλυκιά, δροσερή γεύση σε μαρινάτες, σούπες, κρεατικά, ενώ μειώνουν την ψαρίλα των λιπαρών ψαριών, όπως του σολομού. Ταιριάζουν πολύ με το λεμόνι, λιγότερο με τη ντομάτα, και καθόλου με το βασιλικό, το φασκόμηλο και τη ρίγανη.
Διατροφική αξία
Περιέχει φυτικές ίνες και είναι πλούσιο σε βιταμίνη C, μαγνήσιο, κοβάλτιο και σε αμινοξέα, όπως η ιστιδίνη η οποία είναι χρήσιμη για την αντιμετώπιση της αναιμίας και η αργινίνη.
Από τους σπόρους του εξάγεται το αιθέριο έλαιο του φυτού, το μαραθέλαιο, το οποίο χρησιμοποιείται στην παρασκευή καλλυντικών, αρωμάτων, σαπουνιών, φαρμάκων και ποτών. Οι σπόροι του έχουν ένα άρωμα που μοιάζει πολύ με το άρωμα του γλυκάνισου.
Από το μάραθο παρασκευάζονται σιρόπια, ενώ λένε πως βοηθάει στην παραγωγή γάλακτος στις θηλάζουσες μητέρες. Ακόμα, αλοιφές που περιέχουν μάραθο χρησιμοποιούνται για εξανθήματα επειδή έχει αντισηπτικές ιδιότητες. Περιέχει επίσης φλαβονοειδή και αντιοξειδωτικά.
Χρησιμοποιείται για τον πόνο των ματιών, της κυστίτιδας, των αρθριτικών. Προφυλάσσει από τη γρίπη, το βήχα, τον κοκίτη, το άσθμα, τις στομαχικές διαταραχές, τη ναυτία, τους κοιλιακούς πόνους των παιδιών. Είναι ευεργετικός στα μαλλιά και αντιρυτιδικός.
Η γαργάρα με το αντιφλεγμονώδες έγχυμά τους περιορίζει την ουλίτιδα και τις οδοντικές φλεγμονές και μαλακώνει τον ερεθισμένο λαιμό. Ένα αφέψημα από τσάι μάραθου είναι ό,τι πρέπει για το πρόσωπό μας. Το καθαρίζει, το δυναμώνει και το ηρεμεί. Επίσης, αν κάνουμε ατμόλουτρο με αιθέριο έλαιο μάραθου, ηρεμεί όλο το οργανικό μας σύστημα.
Καλλιέργεια
Ο μάραθος είναι φυτό ευαίσθητο στο πολύ κρύο, γι αυτό στις βόρειες περιοχές της Ελλάδας η καλλιέργεια του πρέπει να γίνεται το φθινόπωρο και την άνοιξη, ενώ στις νοτιότερες μπορεί να καλλιεργηθεί και το χειμώνα. Γενικά η καλλιέργειά του πρέπει να γίνεται σε περιοχές με μεγάλη ηλιοφάνεια. Ευδοκιμεί σε αφράτα και γόνιμα εδάφη.
Η συγκομιδή στο μάραθο γίνεται με το χέρι, όταν τα φυτά έχουν αποκτήσει ύψος 40-45 εκατοστά ή κόβουμε μόνο τα φύλλα.
Στο φινόκιο η συγκομιδή γίνεται όταν ο ψευδοβολβός αποκτήσει το επιθυμητό μέγεθος.
Δεν βρίσκουμε μάραθο όλο το χρόνο. Για να μη μας λείψει η ασύγκριτη γεύση και το άρωμα του άγριου μάραθου, το μαζεύουμε χλωρό, αποφεύγοντας τα φυτά κατά μήκος των δρόμων. Κόβουμε φρέσκα βλαστάρια την άνοιξη και τα αποξηραίνουμε.
Τον Αύγουστο ο μάραθος βγάζει κίτρινα άνθη σαν ομπρελίτσες και μπορούμε να τα αποθηκεύσουμε γιατί έχουν πολύ ωραία γεύση και άρωμα! Τους σπόρους, το φθινόπωρο που γίνονται καφεπράσινοι, τους μαζεύουμε, τους αποξηραίνουμε και τους φυλάμε σε βάζο.