«[…] Ἡ δυσκολία νὰ δῶ καλὰ ὅ,τι ἀπομένει ἀπὸ τὰ γλυπτὰ τῆς ζωφόρου μοῦ φέρνει στὸ νοῦ τὴ βαθύτατη ἀπογοήτευση ποὺ ἔνιωσα στὸ Λονδῖνο. Μὲ πόση λαχτάρα εἶχα μπεῖ στὶς αἴθουσες τοῦ Βρετανικοῦ Μουσείου γιὰ νὰ θαυμάσω τὰ κλοπιμαῖα τοῦ Ἔλγιν! Καὶ βρέθηκα σ᾿ ἕνα χῶρο ποὺ ἔμοιαζε μὲ λαϊκὴ ἀγορὰ ἢ μὲ τελωνεῖο, βαμμένο μ᾿ ἕνα ἀπαίσιο κόκκινο χρῶμα, ἕνα ψυγεῖο γιὰ ἀριστουργήματα, σκοτεινό, στενόχωρο, ἀπελπιστικό. Τὰ πιὸ εὐγενικὰ μάρμαρα ἔδιναν τὴν ἐντύπωση σκονισμένων ἐκμαγείων. Τὰ πρωτότυπα δὲν ξεχώριζαν ἀπὸ τὰ ἀντίγραφα. Εἶχαν χάσει ἀκόμη καὶ τὴν ἰδιαιτερότητα τῆς φθορᾶς τοῦ ὑλικοῦ τους. Περιεργαζόμουν ἕνα-ἕνα αὐτὰ τὰ θαυμάσια ἔργα, προσπαθώντας νὰ τὰ ἀπομονώσω ἀπὸ τὸ περιβάλλον. Ὅμως ἄδικα! Δὲν μὲ συγκινοῦσαν. Δὲν ἀναγνώριζα αὐτὰ ποὺ πολλὲς εἰκόνες μὲ εἶχαν ὡστόσο προειδοποιήσει ὅτι θὰ δῶ. Τὰ ἀνάγλυφα μοῦ φαίνονταν πλαστά, ἡ πομπὴ τῶν καβαλάρηδων πάνω σ᾿ αὐτοὺς τοὺς βρόμικους τοίχους μ᾿ ἐνοχλοῦσε. Νόμιζα πὼς βρισκόμουν σ᾿ ἕνα μαρμαράδικο, σὲ μιὰ ἀποθήκη μὲ ἀντικείμενα ἀπὸ κατασχέσεις, ὅπου ἀκρωτηριασμένα φαντάσματα, αἰχμάλωτα, νοσταλγοῦσαν τὸν οὐρανὸ τῆς πατρίδας τους. Ἀλήθεια, γιὰ τὸ ἀποτέλεσμα αὐτό, τὸ ἀξιοθρήνητο, ἕνας φιλόδοξος καὶ ἄπληστος Ἐγγλέζος εἶχε κοπιάσει τόσο καὶ εἶχε ταυτίσει τὴ μνήμη του μ᾿ αὐτὴν τοῦ ἅρπαγα ληστῆ, κερδίζοντας τὴν περιφρόνηση τῶν καλλιτεχνῶν; Κάθε ἀριστούργημα ποὺ τὸ ἔχουν ἁρπάξει ἀπὸ τὸν τόπο ποὺ δημιουργήθηκε εἶναι κατὰ κάποιο τρόπο σὲ ἐξορία. Πουθενὰ ἀλλοῦ, ὅμως, ὅσο στὸ Λονδῖνο, δὲν ἔνιωσα τόσο ἔντονα αὐτοῦ τοῦ εἴδους τὴν προσβλητικὴ γελοιοποίηση.»
(Camille Mauclair, «La lumière de l᾿ Attique», Le Pur Visage de la Grèce, Editions Bernard Grasset, Paris 1934, σ. 32-40· μετάφραση: Βίτω Ἀγγελοπούλου)
Camille Mauclair
Γάλλος συγγραφέας καὶ κριτικός. Γεννήθηκε τὸ 1872. Πνεῦμα ἀνήσυχο καὶ καλλιεργημένο, δέχτηκε τὴν επίδραση τοῦ Mallarmé, του Barrès, τοῦ Maeterlinck. Ἔγραψε πολλὰ ποιήματα, μυθιστορήματα, κριτικὲς καὶ κυρίως ἔργα γιὰ τὴν ἱστορία τῆς τέχνης. Τὸ 1893 ἵδρυσε μαζὶ μὲ τὸν Lugne-Poe τὸ θέατρο «OEuvre». Κυριότερα ἔργα του: Stephanne Mallarmé (1894), L᾿ Art en silence (1900), La Religion de la musique (1909), Princes de l᾿ ésprit (1920), Visions de Rome (1937), La Hollande (1940). Tὸ ἔργο του Le Pur Visage de la Grèce εἶναι ἀφιερωμένο στοὺς φίλους του Mario Mennier, Κώστα Δημητριάδη, Ἀχιλλέα Κύρου. Πέθανε τὸ 1945. Ἐπισκέφθηκε τὴν Ἑλλάδα τὸ 1938.
(Ἀπὸ τὸ «…Ἔγραψαν γιὰ τὴν Ἀκρόπολη (1850-1950)», Ἕνωση Φίλων τῆς Ἀκροπόλεως, β’ ἔκδ. 2009 (α’ ἔκδ. 2002), ISBN 978-960-86536-3-4.)
Aπό τον Καλλίμαχο