Πολλές είναι οι τέχνες που κατέχει ο αρχαίος Έλληνας ιερέας, τέχνες μαγικές και από καιρό ξεχασμένες. Η Σοφία χάνεται στα βάθη του χρόνου… Λέγεται πως τις αρχές της θεουργικής πράξης δίδαξαν στους Έλληνες ιερείς οι Αιγύπτιοι Ιεροφάντες, Μύστες οι ίδιοι… Κι αυτοί οι ιερείς, διασώζοντας μια αρχαία εσωτερική παράδοση, μας αφηγούνται τα παρακάτω:
Κάποτε ζούσε ένας εξαίρετος γλύπτης που ήταν γνωστός για τα πιο όμορφα δημιουργήματα. Το όνομά του ήταν Πυγμαλίων. Όμως η καρδιά του ήταν ανήσυχη. Επιθυμώντας να γνωρίσει την Αγάπη, είχε απογοητευτεί από τις γυναίκες που τον περιστοίχιζαν. Έτσι, βάλθηκε να σμιλεύσει σε ελεφαντόδοντο και φίλντισι την κοπέλα των ονείρων του. Λέγεται ότι η θεά Αφροδίτη εμφανίστηκε σε ένα όνειρό του και τον ενέπνευσε. Πράγματι, δημιούργησε με τα χέρια του την τέλεια γυναίκα, την οποία ονόμασε Γαλάτεια. Συγκινήθηκε τόσο με το γλυπτό του, ώστε το ερωτεύτηκε σφοδρά και περνούσε ώρες πολλές κοντά του. Η Αφροδίτη, βλέποντας τον έρωτα του Πυγμαλίωνα, διαπότισε με την ουσία της το άγαλμα δίνοντάς του ζωή. Έτσι, ο γλύπτης Πυγμαλίων νυμφεύθηκε την όμορφη Γαλάτεια και από την ένωσή τους γεννήθηκε ο Πάφος (κατά άλλους η Πάφος), που ίδρυσε την ομώνυμη πόλη κι ένα από τα πιο όμορφα ιερά της θεάς Αφροδίτης.
Αυτός είναι λοιπόν ένας γνωστός μύθος, τον οποίο συναντάμε τόσο στην Κύπρο, όσο και στο υπόλοιπο τότε ελλαδικό χώρο. Ποια είναι όμως η αξία ενός μύθου και ποιος είναι ο ρόλος του στη διαμόρφωση της ανθρώπινης συνείδησης;
Μύθος και πραγματικότητα
Αν επιχειρήσουμε μια συγκριτική μελέτη των μυθολογιών όλου του κόσμου, θα διαπιστώσουμε ότι οι μύθοι δεν είναι απλά νοητικά σκευάσματα, αλλά αποτελούν συμβολικές αναπαραστάσεις μιας ιστορικής και υπερβατικής πραγματικότητας. Με αυτόν τον τρόπο, πλήθος μύθων μας κάνουν σήμερα κοινωνούς μιας αλήθειας που δύσκολα μπορεί να γίνει κατανοητή σε όσους δεν είναι Μυημένοι.
Με άλλα λόγια, είναι ένας εναλλακτικός τρόπος για να προσεγγίσουμε πανανθρώπινες και πανάρχαιες διδασκαλίες. Το γεγονός ότι τις αποκαλούμε «μύθους» δεν αφαιρεί σε καμία περίπτωση την αξιοπιστία τους. Άλλωστε, είναι γνωστό, πως τόσο οι μύθοι όσο και τα σύμβολα αποτελούν μια ιερή γλώσσα, η οποία αποκαλύπτει τα μυστήριά της σε όσους μπορούν να την αποκρυπτογραφήσουν. Έτσι, ο μύθος του Πυγμαλίωνα και της Γαλάτειας μας πληροφορεί αλληγορικά για μία από τις πιο μαγικές ιεροπραξίες της ελληνικής αρχαιότητας: την εμψύχωση των αγαλμάτων.
Η ιερή γλώσσα των αγαλμάτων
Στον αρχαίο κόσμο, τα αγάλματα απεικόνιζαν τα ανώτερα κοσμικά πρότυπα μέσα από μια μυστηριακή γλώσσα που βοηθούσε τους ανθρώπους να ξεφύγουν από τη γήινη πραγματικότητα και να ανυψωθούν σε κόσμους, στους οποίους μπορούσε η ψυχή τους να γεμίσει με θείο ενθουσιασμό. Αυτό σημαίνει άλλωστε και η λέξη άγαλμα: «εκείνο με το οποίο κάποιος αγάλλεται», δηλαδή γεμίζει με χαρά και ενθουσιασμό.
Έτσι, οι γλύπτες δεν ήταν απλώς ταλαντούχοι τεχνίτες που είχαν επιφορτιστεί με την εικονική απεικόνιση θεοτήτων. Στην πραγματικότητα αποτελούσαν εμπνευσμένους καλλιτέχνες που μέσω της δημιουργικής τους φαντασίας είχαν επιτύχει μια σύνδεση με την ενέργεια της θεότητας που επιθυμούσαν να αναπαραστήσουν. Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο ακολουθούσαν μια συστηματική εκπαίδευση, που συχνά ήταν μέσα στα πλαίσια μιας αδελφότητας καλλιτεχνών που ήταν μυημένοι στο συμβολισμό. Έτσι, ακολουθώντας μια μυστηριακή διαδικασία, είχαν την ικανότητα να μεταλλάσσουν την ύλη σε ένα υλικό που μπορούσε να συγκρατήσει τη θεϊκή ενέργεια.
Όπως μας παραδίδει ο Ιάμβλιχος, ο γλύπτης επιτελούσε μια ειδική πράξη για να εμφυσήσει ζωή στο άγαλμα. Αμέσως μετά, ο ιερουργός προσέθετε ενέργεια στη δύναμη του αγάλματος μέσα από διάφορα τελετουργικά, όπως ήταν οι ρυθμικές εκφωνήσεις, οι προσευχές, η μουσική, τα άνθη, οι λίθοι, τα μυστικιστικά σχέδια και τα μυστικά ονόματα της θεότητας που χαράσσονταν πάνω σε κρυφά σημεία του αγάλματος. Έτσι, μετατρεπόταν ο ίδιος σε ένα κανάλι ενέργειας που πήγαζε από τον ανώτερο αρχετυπικό κόσμο και τροφοδοτούσε το άγαλμα.
Βέβαια, μεγάλη σημασία είχε και η εσωτερική προετοιμασία και στάση του ιερουργού. Για να καταφέρει πραγματικά να αποτελέσει ένα «κενό κανάλι», έπρεπε να είναι κατάλληλα εξαγνισμένος σε όλα τα επίπεδα. Σημασία δεν είχε μόνο η εγκράτεια όσον αφορά τα κατώτερα ένστικτα, αλλά παράλληλα ο εξαγνισμός στα συναισθήματα και τις σκέψεις που τρέφονται καθημερινά. Έτσι, δημιουργούσαν τις συνθήκες, ώστε οι θεότητες να κατέβουν και να κατοικήσουν τα ομοιώματά τους. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα οι γλυπτικές αναπαραστάσεις να επενεργούν πάνω στους πιστούς με μια θετική ενέργεια που είχε τη δύναμη να τους φέρει σε επαφή με το Ιερό και να αφυπνίσει μέσα τους δυνάμεις δημιουργικές και θεραπευτικές.
Ωστόσο, αντίστοιχη δύναμη είχαν και οι πιστοί. Προσέγγιζαν τα αγάλματα με προσευχές, θυσίες και προσφορές, ενώ πίστευαν βαθειά στη δύναμη που τα διαπότιζε. Φόρτιζαν λοιπόν τα αγάλματα με τη δική τους ελπίδα κι αγάπη, δημιουργώντας έτσι ένα ζωντανό κύκλωμα ενέργειας που ανανεωνόταν μέσα από κάθε τελετουργική πράξη. Εκεί, όπου ιερέας και πιστός αποτελούσαν τους δύο συμπληρωματικούς πόλους της θεουργίας.
Σήμερα, οι θεουργικές τελετές της εμψύχωσης θεωρούνται λησμονημένες. Δεν υπάρχουν πια οι μύστες-ιερείς που να μπορούν να πετύχουν αυτή τη θεία ενσάρκωση. Κι όμως… σε αυτή τη σκοτεινή εποχή που διανύουμε, αυτό που δεν έχει χαθεί είναι η ανάγκη μας να προσεγγίσουμε το πιο όμορφο και Θείο μέρος που έχουμε μέσα μας. Είναι εκείνη η μικρή αλλά επιβεβαιωμένη εσωτερική φωνή που μας λέει ότι, εκείνο που έχει σημασία είναι να βρούμε τον τρόπο να ανυψώσουμε τη συνείδησή μας. Να ανυψώσουμε τον εαυτό μας πάνω από το φόβο που ίσως κατακλύζει τις καρδιές μας και να προσεγγίσουμε το Θείο μέσα από φιλοσοφικές ενασχολήσεις και μικρές καθημερινές πράξεις αγάπης κι ανιδιοτέλειας. Ίσως να είναι κι αυτό μια ιερή και μυστικιστική πράξη που αξίζει να δοκιμάσουμε…
Βιβλιογραφία
– Βακαλούδη, Α. (2000). Μυστικισμός, θαυματοποιία και ιατρική της θεουργίας. Αθήνα: Ινστιτούτο του Βιβλίου – Α. Καρδαμίτσα
– Έλενα Π. Μπλαβάτσκυ (2008). Γιόγκα και αποκρυφισμός. Αθήνα: Θεοσοφικές Εκδόσεις
– Jane Ellen Harrison (1999). Τελετουργικά δρώμενα στην Αρχαία Ελλάδα. Αθήνα: Ιάμβλιχος
– Πάτσης, Χ. (εκδ.) (1980). Νέα μεγάλη ελληνική εγκυκλοπαίδεια, Τόμος 27. Αθήνα
– Πορφύριος (2000). Περί αγαλμάτων. Αθήνα: Ηλιοδρόμιον
– Σαλούστιος (1982). Περί θεών και κόσμου. Αθήνα