Η αρχιχρονιά, ή Πρωτοχρονιά, όπως έχουμε περισσότερο συνηθίσει να την λέμε, είναι μια από τις πιο αγαπημένες γιορτές των Ελλήνων, αλλά και ολόκληρης σχεδόν της ανθρωπότητας.
Έχει καθιερωθεί στους περισσότερους λαούς του κόσμου να γιορτάζουν σαν πρωτοχρονιά την 1η Ιανουαρίου και είναι γεγονός πλέον η ύπαρξη δορυφορικών εκπομπών από όλες τις χώρες προς όλες τις χώρες της γης, για μια όσο το δυνατόν πιο «συντονισμένη» αλλαγή του χρόνου, παρ’ όλη τη διαφορά της ώρας.
Από την Αυστραλία και την Ιαπωνία μέχρι τη Βρετανία και την Ισλανδία, έως τις χώρες της Μεσογείου, οι άνθρωποι γιορτάζουν με χαρά και πανηγυρισμούς την Πρωτοχρονιά, ίσως γιατί κάθε νέος χρόνος φέρνει μαζί του την ελπίδα για καλύτερες μέρες.
Η 1η Ιανουαρίου καθιερώθηκε σαν ημέρα της πρώτης του χρόνου από τους Ρωμαίους το 153 π.Χ. Στο Βυζάντιο η 1η Ιανουαρίου υιοθετήθηκε και καθιερώθηκε σαν ημέρα πρωτοχρονιάς το 1000 μ.Χ.
Πριν από το 153 π.Χ., σαν πρώτη του έτους ημέρα, εορταζόταν η 1η Μαρτίου, ενώ σε άλλες περιοχές του τότε γνωστού κόσμου η πρώτη ή η ενδέκατη Σεπτεμβρίου, αλλά και η πρώτη νουμηνία (αρχή της νέας Σελήνης) μετά το θερινό ηλιοστάσιο (21η Ιουνίου), όπως συνέβαινε στο αττικό σεληνιακό ημερολόγιο ή η πρώτη νουμηνία μετά την φθινοπωρινή ισημερία, όπως ίσχυε στο μακεδονικό ημερολόγιο. Σε αυτό το σημείο θα πρέπει να προσέξουμε ιδιαίτερα κάτι που συνήθως διαφεύγει της προσοχής μας.
Εάν η πρώτη Μαρτίου εκληφθεί σαν η πρώτη ημέρα του χρόνου, τότε δικαιολογείται και μιας άλλη μορφής αρίθμηση των μηνών του έτους, σύμφωνα με την οποία ο Σεπτέμβριος, ο Οκτώβριος, ο Νοέμβριος και ο Δεκέμβριος είναι ανιστοίχως ο έβδομος (επτά-Σεπτέμβριος), ο όγδοος (οκτώ-Οκτώβριος) ο ένατος (εννέα-Νοέμβριος] και ο δέκατος (δέκα-Δεκέμβριος) μήνας του χρόνου. Ο Ιανουάριος και ο Φεβρουάριος είναι ο 11ος και 12ος μήνας αντιστοίχως του έτους σε αυτήν την περίπτωση.
Κατανοούμε ότι μέσα από μια εσωτερική μυστική παράδοση όπου ο Μάρτιος είναι ο μήνας της εαρινής ισημερίας, όπου έχουμε ίση ημέρα – ίση νύκτα, ίσο φως – ίσο σκοτάδι και αρχίζει κατόπιν μια σταδιακή αύξηση του φωτός εις βάρος του σκότους μυημένοι των ιερατείων «περνούν» το συμβολισμό της σύλληψης του εμβρύου του θεού του φωτός ή σε άλλο κωδικοποιημένο συμβολισμό την ανάσταση το Θεού.
Γι’ αυτό άλλωστε στην πρώτη περίπτωση από, την 25η Μαρτίου (περίοδος εαρινής ισημερίας) έως την 25η Δεκεμβρίου, ημέρα γέννησης του Χριστού, παρέρχεται χρόνος εννέα μηνών ακριβώς. Το σημαντικότερο, που πρέπει όμως να προσέξουμε εδώ, είναι η καλά κρυμμένη και κωδικοποιημένη σημασία των ημερομηνιών που λαμβάνονται σαν Πρωτοχρονιές. Ενώ λογικά η μετά την γέννηση του Χριστού χρονολόγηση θα έπρεπε να ξεκινά από την 25η Δεκεμβρίου που είναι το σημείο αντιστροφής της χρονολόγησης, όλως περιέργως, ξεκινά μια εβδομάδα αργότερα, την πρώτη Ιανουαρίου, που είναι η πρώτη ενός μηνός, αφιερωμένου στον αγαπημένο Θεό των Ρωμαίων Ιανό, το θεό των θεών, όπως τον αποκαλούσαν.
Ο χριστιανικός κόσμος θεωρεί σαν πρώτη ημέρα του χρόνου την πρώτη Ιανουαρίου επειδή αυτή ήταν όπως λέγεται η ημέρα της περιτομής του Ιησού. Ο Γ.Ζ. Κωσταντινίδης γράφει στο λεξικά του της Αγίας Γραφής: «Παρα της Ορθοδόξου Εκκλησίας η περιτομή του Ιησού Χριστού εορτάζεται μετά οκτώ ημέρας από τα Χριστούγεννα, ήτοι την 1ηνΙανουαρίου».
Στο Λουκά διαβάζουμε επίσης: «Όταν συμπληρώθηκαν οκτώ μέρες, έκαναν στο παιδί περιτομή και του έδωσαν το όνομα Ιησούς». Γνωστά σε κάποιους από μας ίσως είναι και κάποια θρακομακεδονικά κάλαντα που ξεκινούν ως εξής: «Πρωτοχρονιά του χρόνου αρχή η του Χριστού περιτομή και η μνήμη του Αγίου του Μεγάλου Βασιλείου».
Προκύπτει όμως αμέσως ένα μεγάλο ερώτημα: Αφού η 1η Ιανουαρίου καθιερώθηκε σαν Πρωτοχρονιά το 153 π.Χ., πώς είναι δυνατόν να συνέπεσε με τόση ακρίβεια ώστε 153 χρόνια αργότερα ο Χριστός να γεννιέται την 25η Δεκεμβρίου (ημέρα γέννησης και του Μίθρα), ώστε να μεσολαβούν ακριβώς 8 ημέρες μέχρι την περιτομή του, την 1η Ιανουαρίου; Μια θεία χριστιανοκεντρική διαδικασία ελάμβανε υπόψη της ένα παγανιστικό ημερολόγιο, τους Εβραίους, οι οποίοι ακολουθούσαν άλλη ημερολογιακή διαδικασία;
Και κάτι ακόμη: Πόσοι άραγε γνωρίζουν ότι η αρχή της ισχύουσας χρονολόγησης, αλλά και η Πρωτοχρονιά μεχρι τις μέρες μας έχει καθιερωθεί εξαιτίας της εβραϊκής περιτομής του Χριστού και όχι εξαιτίας της γέννησής του;
Αλλά και στην Πάτμο, ένα από τα σημαντικά κέντρα του χριστιανισμού, γιατί εορτάζεται η Πρωτοχρονιά το Σεπτέμβριο και αποκαλείται Πρωτοσεπτεμβρία;
Φαίνεται ότι κάτι γκριζοσκότεινο κρύβεται πίσω από όλα αυτά. Είναι αυτό που ο λαός απλά λέει «το παιχνίδι μοιάζει να είναι στημένο».
Όπως θα δούμε στη συνέχεια εδώ κρύβεται μια πολύπλοκη διαδικτύωση σε πλανητικό επίπεδο κάποιων ιερατείων που άλλοτε συνεργάζονται και άλλοτε περνούν στην αντιπαλότητα. Στο άρθρο μου (τεύχος 3 του «Ιχώρ») έχω ήδη μιλήσει για τα «ιερατεία βορρά και νότου» που συμβολικά θα μπορούσαμε να τα ονομάσουμε και ιερατεία του αετού και του φιδιού, μιας ουράνιας και μιας χθόνιας λατρείας. Όπου οι θεότητες εμφανίζονται ουράνιες, οι λαοί που τους τιμούν αναπτύσσουν μονοκρατορικά θρησκευτικοπολιτικοκοινωνικά καθεστώτα. Όπου οι λατρείες είναι χθόνιες εμφανίζονται κοινωνίες χωρίς ιδιαίτερες δομές με τάσεις προς την αναρχία. Όπου οι ουράνιες και χθόνιες θεότητες αλληλοδιαπλέκονται, εκεί έχουμε φαινόμενα δημοκρατικής διακυβέρνησης είτε μέσω της διαδικασίας του κλήρου ή μέσω της δημογεροντίας ή από έναν συνδυασμό και των δύο.
Η Ρώμη το 506 προχωρά στην δημοκρατία ακολουθώντας την Αθήνα του Κλεισθένη, που ήδη από το 507 με την βοήθεια του Ιερατείου της Ελευσίνας είχε προχωρήσει σε δημοκτατικές μεταρρυθμίσεις. Ο Κλεισθένης καταγόταν από το γένος των Ευμολπιδών που με κληρονομικό δικαίωμα είχαν τον τίτλο των Ιεροφαντών των Μυστηρίων.
Εάν ο μυστικός θεός των Ελευσινίων Μυστηρίων είναι ο Ίακχος-Βάκχος-Διόνυσος που συμβολίζεται με τον ταύρο, ένα ζώο σύμβολο δύναμης αλλά και γονιμότητας, αφού οργώνει το χωράφι για να πέσει ο σπόρος, τότε ο θάνατός του από το ξίφος του Μίθρα, μιας ηλιακής θεότητας (σκηνή που συναντάμε συχνά σε αρχαία γλυπτά) σημαίνει το κτύπημα της ουράνιας δύναμης στο ον της γαίας-χθονός που πρέπει να θυσιασθεί για να τροφοδοτήσει και να θρέψει ενεργειακά τους ανώτερους κόσμους.
Η 25η Δεκεμβρίου λοιπόν παραδοσιακά εθεωρείτο στα προ Χριστού χρόνια σαν η ημέρα γέννησης του Μιθρα, ενός άλλου αγαπημένου θεου των Ρωμαίων, ειδικά των Ρωμαίων λεγεωνάριων, που έχουν σαν σύμβολο τον χρυσαετό. Οι λεγεωνάριοι, ακολουθώντας την χαμένη βαθιά στον χρόνο παράδοση των στρατιωτικών μυστικών εταιρειών, είχαν σαν πυρήνα τους μια εξαιρετικής ισχύος μυστική εταιρεία, η οποία λειτουργούσε σαν κινητήριος δύναμή τους. Ήταν η αδελφότητα την Αρβάλων, όπου οι εταίροι λάτρευαν τον Ιανό σαν πατέρα τους, μαζί με την μόνιμη συντροφιά του, τον Γιούπιτερ-Δία, ουράνια οντότητα. Μας επιτρέπεται λοιπόν να υποθέσουμε ότι ο Μίθρας είναι μια μορφή του Απόλλωνος, αλλά και του Διονύσου Ερυθρέως, θεού του πολέμου, που γίνεται Ρούντρα στην Ινδία.
Ο Μίθρας γεννιόταν την 25η Δεκεμβρίου ελπίζοντας ότι θα φέρει με την γέννησή του την ισορροπία στο κοσμικό στερέωμα στον ουρανό και στη γη. Δόξα στα ύψιστα και ειρήνη στη γη. Όμως και ο Ιανός ξεκινούσε τη ζωή του με παρόμοιες προσδοκίες για ισορροπία στον κόσμο και εποπτεία στον πόλεμο και στην ειρήνη.
Οι Μίθρας-Απόλλων-Διόνυσος και ο Ιανός, ο θεός των θεών αποτελούσαν και οι δύο μαζί τις άλλες όψεις της αυτής θεϊκής οντότητας για τους μυημένους Ρωμαίους. Μόνο έτσι προκύπτει λογική συνέχεια στο γεγονός ότι η χρονολόγηση, που ισχύει μέχρι τις μέρες μας και ξεκινά μετά την γέννηση του Χριστού, αρχίζει να λογαριάζεται μια εβδομάδα μετά την γέννηση του Μεσσία. Ο θεός λοιπόν της 25ης Δεκεμβρίου και της 1ης Ιανουαρίου, πέρα από τις φαινομενικές διαφορές, θα πρέπει να είναι η ίδια θεία οντότητα. Μάλιστα πολύ πιθανόν φαίνεται να είναι ότι και η 7η Ιανουαρίου, η αφιερωμένη στον Άγιο Ιωάννη τον Πρόδρομο, προστάτη των Ιωαννιτών, κρύβει μέσα από τους συμβολικούς ήχους τον Ιανό-Ιωάννη. Άλλωστε όλοι γνωρίζουμε την αναφορά στην Αγία Γραφή όπου ο Ιωάννης ο Πρόδρομος φέρεται να έχει υπάρξει στο παρελθόν και σαν προφήτης Ηλίας, δηλαδή σαν ήλιος. Επίσης και το ότι γεννιέται ταυτόχρονα με τον Χριστό δεν είναι μια απλή σύμπτωση.
Γι’ αυτό άλλωστε και όλες αυτές οι εορτές, 25η Δεκεμβρίου, 1η Ιανουαρίου, 7ηΙανουαρίου απέχουν μεταξύ τους περίπου 1 εβδομάδα, δηλώνοντας το τρισυπόστατο επτά, που σύμφωνα με τον Φίλωνα είναι ο αριθμός που συμβολίζει τους ιδεοχώρους της Δημιουργίας των Θείων Οντοτήτων, μετά το τέλος της εξαήμερης Δημιουργίας του υλικού κόσμου. Ακόμη και η περιτομή του θείου βρέφους φαίνεται να έχει σχέση με την αποκοπή των γεννητικών οργάνων του Κρόνου από τον Δία, που συμβολικά, όπως θα δούμε στην συνέχεια «πέρασε» σαν περιτομή.
Οι αδελφοί Αρβάλες, που ισορροπούσαν διαμέσου των τελετουργικών τους τις δυνάμεις του Μίθρα-Απόλλωνα και του Ιανού-Διονύσου, είχαν ειδικά ιερουργικά δρώμενα για τον φυτικό κόσμο. Με απόλυτο σεβασμό εκτελούσαν εξευμενιστικές τελετές για τα δένδρα που ήταν ανάγκη να κοπούν. Αυτό σε συνδυσσμό με την λατρεία του Διόνυσου Δενδρίτη (στην οποία έχω αναφερθεί εκτεταμένα σε παλαιότερό μου άρθρο με τίτλο «Διόνυσος Δενδρίτης, Λευκή Θεά και το Χριστουγεννιάτικο Δένδρο – Τα προ Χριστού Χριστούγεννα»), δείχνει τα ισχυρά κατάλοιπα μιας κυριαρχούσας λατρείας στον ευρωπαϊκό χώρο, της Μεγάλης Μητέρας Θεάς, Κυβέλης-Ρέας ή Μάνας Ρέας-Μαρέας (Μαρίας) και του υιού της Μίθρα-Απόλλωνα-Διονύσου-Ιανού-Γιούπιτερ (Χριστού). Άλλωστε στο ίδιο άρθρο αναλύεται λεπτομερώς η σχέση Ινούς – Λευκοθέας με τον Διόνυσο, μια Λευκή Θεά, που θα την βρούμε πιο κάτω να λάμπει σαν σύζυγος του Ιανού-Ίακχου-Διονύσου με το όνομα Καρδέα ή Κερδώ – Δήμητρα – Λευκοθέα.
Η αδελφότητα των Αρβάλων (για την ακρίβεια «Αρουάλων», από το λατινικό άρουα=χωράφια, παραφθορά του ελληνικού άρουρα) δεν προστάτευε μόνο το κόψιμο των δένδρων, αλλά, όταν ήταν αναγκαίο να κοπούν, επόπτευε και επιμελείτο με ιερότητα τον τεμαχιασμό τους, τη μεταφορά τους, ακόμη και την υπόσχεση των αγοραστών ότι θα το σεβασθούν κατά την καύση τους. Αναφέρουμε όλα αυτά τα σχετικά με την λατρεία των δένδρων από τους οπαδούς της προχριστιανικής θρησκείας για να καταδειχθεί ο βαθύτατος σεβασμός σ’ αυτό το κομμάτι της φύσης που μόνο δίνει και τίποτε δεν παίρνει. Πάνω απ’ όλα όμως οι Αρβάλες προστάστευαν τα χωράφια, τις γαίες τους και ότι υπήρχε μέσα σ’ αυτές. Γι’ αυτό σύμφωνα με τον Κάτωνα οι Αρβάλες τιμούσαν και τον Άρη-Μαρς των χωραφιών, όχι σαν αγροτικό ή γονιμοποιό θεό, όπως αρκετές φορές συνέβαινε όταν τον διέπλεκαν με τον Διόνυσο, αλλά κανονικά σαν θεό του πολέμου, προστάτη των εθνικών γαιών.
Όμως και ο Άρης-Μαρς βρίσκεται σε άμεση σχέση με τον Γιούπιτερ και τον Ιανό – Κύρινο, μια ιερή τριάδα για τους μυημένους Ρωμαίους στρατιωτικούς, αλλά και για τον λαό γενικότερα, μια που σ’ αυτούς τους τρεις θεούς αφιερώνονταν τα όπλα – λάφυρα των αντιπάλων. Ο Ιανός σαν διπρόσωπος θεός είναι θεός και του πολέμου και της ειρήνης, κάτι αντίστοιχο ήταν και ο Ζεύς Μειλίχιος, θεός της καλοσύνης και του ελέους και ο Δίας Μαιμάκτης, που προκαλούσε αιματοχυσίες. Ο Ιανός, μαζί με όλα τα άλλα ήταν και ο θεός προστάτης των θυρών, ο θεός που άνοιγε τις πόρτες προς το φως και προς το σκοτάδι. Ήταν ο θεός της εισόδου και της εξόδου. Στη λατρεία του Ιανού πάντα ισχύει, σύμφωνα με έναν ιερατικό κανόνα, μια επίκληση που απευθύνεται σε όλους μαζί τους άλλους θεούς, κάτι που σε συμβολικό επίπεδο μπορούμε να το δούμε και σαν αγκάλιασμα όλων των θεών, όπως το έχουμε συναντήσει και στη λατρεία του θεού του ελέους, Διονύσου-Διός Μειλιχίου στην αρχαία Αθήνα, όπου ο βωμός του ήταν και βωμός των 12 θεών.
Ο Ιανός σαν θεός της φιλότητας και της καλοσύνης λάμπρυνε τις γιορτές χαράς και ενθουσιασμού, εμπνέοντας τους πιστούς του. Όμως και σαν προστάτης από τον κίνδυνο εχθρικών επιδρομών, βρισκόταν πάντα εκεί για την προστασία του λαού και της χώρας. Σαν θεός προστάτης των δημοσίων πυλών και των κομβικών διασταυρώσεων των μεγάλων δρόμων »επόπτευε» τους διερχόμενους, ώστε να αποτρέπεται η είσοδος κατασκόπων ή ραδιούργων εχθρών. Οι Ρωμαίοι έκτιζαν σε όλα τα προαναφερθέντα κομβικά σημεία της χώρας ιερά του Ιανού. Ήταν επίσης προστάτης των αποδημούντων και των παλιννοστούντων. Εξαιτίας αυτών των ιδιοτήτων του προήλθαν και τα σύμβολά του, το κλειδί, η ράβδος, όπως κι η παράστασή του με δύο αντιθέτων διευθύσεων πρόσωπα. Στο σημαντικότερό του ιερό, που βρισκόταν στην αγορά της Ρώμης υπήρχε άγαλμά του, όπου το ένα πρόσωπό του έβλεπε προς την ανατολή και το άλλο προς την δύση. Αυτό μας θυμίζει πολύ και το ιερό των Δελφών, όπου το ανατολικό μέρος ήταν αφιερωμένο στον Απόλλωνα και το δυτικό στο Διόνυσο.
Το ότι ο Ιανός αποδεικνύεται ότι έχει σχέση και με τον Απόλλωνα φαίνεται από τη λατρεία του Απόλλωνα με το επίθετο «Δυαδικός». Εδώ ο Απόλλων εμφανίζεται «τετράχειρος» και «τετράωτος», μια καθαρή συγχώνευση του Υακίνθου και του Αμυκλαίου Απόλλωνα, μια διπροσωπία απολύτως αντίστοιχη με αυτήν του Ιανού.
Ο σημαντικότερος ναός του Ιανού είχε κτισθεί στην Ρωμαϊκή Αγορά από τον αυτοκράτορα Νουμά, μεταξύ δε των μεταρρυθμίσεων (κυρίως θρησκευτικών), στις οποίες προέβη, ήταν και η τροποποίηση του ημερολόγιου. Διαπιστώνουε και εδώ την άμεση σχέση του θεού Ιανού με το ημερολόγιο, εκτός όλων των άλλων.
Από αυτήν ακριβώς την περίοδο της βασιλείας του Νουμά, γύρω στον 7ο αιώνα π.Χ., επικράτησε η συνήθεια να είναι ανοικτές οι πύλες του ναού όταν το κράτος βρισκόταν σε καιρό πολέμου και να κλείνουν μόνον εάν αποκαθίστατο πλύρως η ειρήνη. Και αυτό συνέβαινε διότι οι Ρωμαίοι πίστευαν ότι οι πύλες του ναού του αγαπημένου τους Θεού Ιανού έπρεπε να είναι ανοικτές σε περίοδο πολέμου, για να βγαίνει και να υπερασπίζεται ανά πάσα στιγμή την επικράτεια. Σε διάστημα 11 αιώνων από το 7οπ.Χ. έως τον 4ο μόνο δέκα φορές και για λίγο χρόνο έκλεισαν οι πύλες του ναού του θεού Ιανού. Εδώ κατανοούμε ακόμη περισσότερο τη σχέση του Ιανού με μειλίχιους θεούς της ειρήνης αλλά και με τον θεό του πολέμου Μαρς-Άρη πολύ περισσότερο.
Παίρνοντας τώρα την θεία οντότητα του Γιούπιτερ-Δία, συντρόφου-συνοδού του Ιανού, σαν μια ακόμη έκφραση της ουσίας του Ιανού, βρίσκουμε στη δίια ποιότητά του το θεό του φωτός (Δίος = φωτεινός) από το αστραποβόλημα των κεραυνών, με το λατινικό επίθετο Lucetius, που μας παραπέμπει στο lux-lucis = φως, αλλά από την άλλη και στο γκριζόμαυρο σκότος των νεφών της βροντής. Γι’ αυτό άλλωστε και ο Δίας με αυτά του τα χαρακτηριστικά γινόταν μάρτυρας, εγγυητής, αλλά και τιμωρός στις δικαιοπραξίες των ανθρώπων, επικυρώνοντας τις αμοιβαίες δεσμεύσεις του με μια συμβολική βροντή, που φαίνεται πως παρέμεινε μέχρι τις μέρες μας σαν τον ήχο του κτυπήματος του σφυριού των δικαστών κατά την έκδοση αποφάσεων, αλλά και των κατακυρώσεων των πλειστηριασμών.
Αυτά σε κυριολεκτικό αλλά και σε συμβολικό επίπεδο έχουν να κάνουν με τον Ιανό σαν θεό σύμβολο της αρχής και του δικαίου, που πρέπε να το βλέπεις από όλες τις πλευρές. Γι’ αυτό άλλωστε και ο Ιανουάριος εκτός από 1ος μήνας του χρόνου ήταν και ο μήνας που αναδείκνυε του νέους άρχοντες της χρονιάς. Επειδή επίσης ήταν θεός πάσης ενάρξεως (της ημέρας, του μήνα, του έτους, της ώρας), γι’ αυτό είχε και την προσωνυμία «Πατέρας του Χρόνου». Αυτή του η προσωνυμία ίσως δεν είναι άσχετη με το γεγονός ότι ο Ιανός διασυνδεόταν και με τον Κρόνο-χρόνο, ο οποίος είχε και στο πίσω μέρος του κεφαλιού του μάτια, μια ακόμη «ιανική» έκφραση του θείου.
Σύμφωνα με μια παμπάλαια παράδοση ο Ιανός υπήρξε εκτός από επιχώριος θεός της Ιταλίας και ο αρχαιότερός της βασιλιάς, που κυβέρνησε κατά τον χρυσό αιώνα του Λατίου, γι’ αυτό και ονομάζεται «αυτόχθων».
Στον Ιανό κατέφυγε ο Κρόνος-χρόνος όταν εκδιώχθηκε από το Δία. Από τις φοινικικές μυθολογικές παραδόσεις, που μας περιγράφει ο Στέφανος Κομητάς, πληροφορούμαστε ότι ο Κρόνος είναι ο κρυφός θεός του Ισραήλ. Η αλήθεια είναι ότι αυτό δεν είναι και τόσο κρυφό, αφού είναι εμφανέστατο ότι το Σάββατο, αγγλιστί Saturday (Saturnus day = ημέρα του Κρόνου) είναι η ιερή ημέρα των εβραίων αφιερωμένη στο θεό αυτόν.
Η εναντίωσή του με το Δία, αλλά και το «φάγωμα» των παιδιών του μας φέρνει στο νού το θεό του σημιτικού κλάδου των Φοινίκων, τον Βάαλ–Κρόνο-Βαλο-Βήλο, στου οποίου τον φούρνο, που βρισκόταν στην βάση του αγάλματός του, θυσίαζαν τα παιδιά τους οι Σημίτες. Ανάμνηση αυτών των ανθρωποθυσιών είναι και η θυσία του Ισαάκ από τον Αβραάμ, κάτι που όμως δεν ολοκληρώθηκε, γιατί παρενέβη η καλή πλευρά του θείου.
Ο Δίας όμως, γεννημένος σε σπήλαιο, όταν ανδρώθηκε έκοψε τη γεννητικά όργανα του πατέρα του Κρόνου, αφαιρώντας του συμβολικά τη δύναμη και την ισχύ του. Αυτό έμεινε στις μνήμες των «Κρονίων» σαν μια συγκλονιστική πράξη, γι’ αυτό, και το πιθανότερο, θέσπισαν το θρησκευτικό νόμο της περιτομής που παραδοσιακά τηρείται μέχρι σήμερα.
Ο κόσμος ήδη από τότε χωρίσθηκε στο κρόνιο και δίιο ιερατείο. Ίσως αυτό, αν το κοιτάξουμε και κάπως παραϊστορικά, να φτάσουμε μέχρι και την προκατακλυσμιαία σύγκρουση της Δίιας – Αθηναϊκής Αιγίδος με την Ποσειδώνια-Κρόνια Ατλαντίδα, ενώ ξεκίνησε σαν Ποσειδώνια, έγινε αποικία των Αρκάδων από τον Άρκα Άτλαντα.
Οι Ρωμαίοι ήταν αρκαδικής καταγωγής, αφού και ο γενάρχης τους, Αινείας, ήταν ευγενής από το βασιλικό οίκο της Τροίας, που ήταν επίσης αρκαδική αποικία. Αργότερα, όταν ξανακτίσθηκε η Κωνσταντινούπολη, επέστρεψαν σε αυτή την πόλη του Βυζαντίου γνωρίζοντας ότι επιστρέφουν στην παλιά τους, Αινεία. Πάντα όμως γνώριζαν ότι πρώτη κοιτίδα τους ήταν η Αρκαδία, πατρίδα του Άτλαντα. Γι’ αυτό και οι Ρωμαίοι δατήρησαν μια ιδιαίτερη ευαίσθητη σχέση με τις ιστορίες γύρω από την Ατλαντίδα.
Άλλωστε, σύμφωνα με μια μυθολογική παράδοση ο Κρόνος είχε εκτοπισθεί στη Δύση στην περιοχή της Ποσειδωνίας-Ατλαντίδας. Έτσι μέσα από τα ιστορικά μυθολογούμενα, μπορούμε να υποθέσουμε ότι το κρόνιο ιερατείο έχει κάποια βαθιά σχέση με ένα κομμάτι της Ατλαντίδας, το οποίο στο βαθμό που διατηρούσε τις αρκαδικές μνήμες του, συνέχιζε να συντηρεί στις παραδόσεις του τον καλό Κρόνο, τον Κρόνο της χρυσής εποχής, όπου η Αιγαιακή Ελλάδα βρισκόταν σε άριστες σχέσεις με την ατλαντική της αποικία.
Ο διωγμένος από το Δία Κρόνος δίδαξε στον Ιανό, όταν έφτασε στο Λάτιο, τη γεωργία και άλλες πολλές τέχνες, καθώς και τη ναυπηγική και την χάραξη νομισμάτων. Ίσως και το νόμισμα της βασιλόπιτας την 1η Ιανουαρίου να θέλει να μας θυμίσει το πρώτο νομισματοκοπείο του Ιανού. Όμως και η γλυκύτητα της βασιλόπιτας φαίνεται να έχει σχέση με τον Ιανό, αφού, σύμφωνα με τον Ρωμαίο συγγραφέα Βάρωνα, ο Ιανός ήταν και θεός των γλυκισμάτων, στα ελληνικά «πόπανα-γλυκίσματα» επειδή τα πρόσφεραν ο ένας στον άλλον στις καλένδες-κάλαντα. Το συγκεκριμένο δε γλύκισμα για τις καλένδες της πρωτοχρονιάς ονομαζόταν «ιανουάλ».
Ίσως η βασιλόπιτα θα έπρεπε να ονομάζεται ιανουλόπιτα, εκτός και αν υποθέσουμε ότι παρασκευάζεται για να τιμηθεί η μνήμη του «βασιλιά» Ιανού. Ακόμη και οι μποναμάδες στα κάλαντα έχουν σχέση με τα μπόνα-δώρα των Ρωμαίων.
Οι φιλανθρωπίες του Αγίου Βασιλείου ήλθαν πολύ αργότερα για να είναι αυτές και μόνο η αιτία για τη λαϊκή παράδοση της βασιλόπιτας. Μελετώντας μάλιστα τα έθιμα της Παλαιομάνινας Αιτωλοακαρνανίας και τις αρχαιοελληνικές τους ρίζες βρίσκουμε πολλά πρωτοχρονιάτικα έθιμα να φθάνουν αναλλοίωτα μέχρι τις μέρες μας. Στα δε χωριά της Πίνδου την πρωτοχρονιά κόβεται η βασιλόπιτα με το νόμισμα της τύχης, γύρω από την οποία, πριν ψηθεί, τοποθετούν στεφάνι από κλαδί αμπέλου, κάτι που μας φέρνει στον νού τον Ιανό-Διόνυσο.
Οι Ρωμαίοι ιερείς είχαν μια τελετουργία που ονομαζόταν fetiales, μέσα από την οποία προσπαθούσαν να προσεγγίσουν έναν εχθρικό ή έναν εν δυνάμει εχθρικό λαό για να επανορθώσουν μια αδικία και έτσι ή να συνομολογήσον ειρήνη μαζί του ή να κηρύξουν έναν ευσεβή δίκαιο πόλεμο. Η φετιάλιος λοιπόν τελετουργία είχε άμεση σχέση με το «Γιούπιτερ lapis», που πήρε αυτό το όνομα από μια πέτρα (λάπις) που ρίχνει πίσω του ο φετιάλιος ιερέας λέγοντας συνήθως μια κατάρα για τον εχθρό. Γνωστή είναι μέχρι σήμερα η φράση «έριξε μαύρη πέτρα πίσω του».
Ο «Γιούπιτερ Feretrius» βρίσκεται σε άμεση σχέση με αυτά τα τελετουργικά, γι’ αυτό και υπήρχε και ένας μικροσκοπικός ναός στο Καπιτόλιο, που χρησίμευε κυρίως για τη φύλαξη μιας πέτρας, που θύμιζε τις υποσχέσεις για ιερή δέσμευση με τον Γιούπιτερ lapis των πιστών του, μια πέτρα που έμενε πάντα σταθερή στη θέση της και δεν την έριχνε κανείς πίσω του για να συμβολίσει ότι η συμφωνία δεν ισχύει πια, όπως και ότι δεν ανήκω πια σε σας και στους νόμους σας. Η φύλαξη στο Καπιτόλιο αυτής της πέτρας, στο μικροσκοπικό ναό του Γιούπιτερ αναγκαστικά μας οδηγεί σε λογικούς συνειρμούς, που μας φέρνουν στη βαθύτερη σημασία του τελετουργικού της πέτρας και συνεπώς και σε σκέψεις για το συμβολισμό της Εκκλησίας του Αγίου Πέτρου στη Ρώμη σήμερα.
Εδώ, επανατοποθετώντας το ζήτημα της περιτομής, θα πρέπει να θυμηθούμε ότι, όταν προέκυψε μεταξύ των Αποστόλων ζήτημα για την περίτμηση ή όχι των χριστιανών, ο Παύλος πήρε θέση εναντίον της περιτομής, ενώ ο Πέτρος, θέλοντας με επιμονή να διατηρήσει τις ιουδαϊκές παραδόσεις, τάχθηκε υπέρ αυτής. Γνωρίζουμε όμως ότι οι πέτρες, όπως επίσης τα μενίρ των Γαλατών ή οι λίθινες στήλες των Ερμών συμβόλιζαν τον φαλλό, όπως μας λέει ο Χάνεϋ στο έργο του «Ο σεξουαλικός συμβολισμός στις θρησκείες».
Έτσι η «άγια πετρα-lapis», στην οποία ορκίζονται για την τήρηση των συμφωνιών, μοιάζει να έχει σχέση και με τους όρκους που παίρνουν λαοί της Μ. Ανατολής φέρνοντας εκείνη την στιγμή το χέρι τους στην περιοχή των γεννητικών τους οργάνων.
Με του Γιούπιτερ όμως τον όρκο έχει σχέση και ο «Dius Fidius», που είναι μια ακόμη έκφραση να εμπνέει εμπιστοσύνη μεταξύ των πιστών του, αλλά που και οι πιστοί με τη σειρά τους θα πρέπει να εμπιστεύονται ο ένας τον άλλο. Ο ναός μάλιστα του Ντίους Φίντιους είχε ένα άνοιγμα προς τον ουρανό, ώστε, όταν ορκιζόταν κανείς, να κοιτάζει ψηλά προς το μεγάλο Πατέρα. Η ιδιαίτερη αναφορά στους όρκους γίνεται για να καταδειχθεί μέσα από ποιές διαδικασίες κρατούνται μυστικά, τα οποία, εάν έβγαιναν προς τα έξω, θα έκαναν πολλούς να δούν με ένα τελείως διαφορετικό μάτι τη θρησκεία, τα πολιτικά συστήματα, αλλα και τις παραδόσεις, όπως είναι και αυτές με τα «παχνίδια» γύρω από τα ημερολόγια.
Σ’ αυτό το σημείο θα πρέπει να δούμε και τις ποιότητες του Γιούπιτερ των Ειδών κάθε μήνα. Οι Ειδοί στους αρχαίους Ρωμαίους ήταν η 15η ημέρα των μηνών Μαρτίου, Μαϊου, Ιουλίου και Οκτωβρίου και η 13η των άλλων μηνών. Ήταν όλες αφιερωμένες στον Δία. Οι Ρωμαίοι αρχαιογνώστες εξηγούσαν τις εορτές των Ειδών σαν γιορτές που είχαν σχέση με το φωτεινό και ουράνιο χαρακτήρα του Γιούπιτερ, σύμφωνα με όσα μας πληροφορεί ο Μακρόβιος. Οι Ειδοί σηματοδοτούσαν την πανσέληνο που ήταν η πιο φωτεινή στιγμή του μήνα, αφού μετά το φως ενός λαμπερού ήλιου της μέρας είχαμε το διάχυτο φως της πανσελήνου της νύκτας. Ο Ιανός και Γιούπιτερ ήταν αλληλοσυμπληρωματικές θεότητες, όπως ήδη είπαμε. Ο Ιανός ήταν το σύμβολο Prima, ο Γιούπιτερ ήταν το σύμβολο Summa. Γράφει σχετικά με αυτό ο Ντυμεζίλ: «Πρέπει να επικεντρώσουμε το πρόβλημα στο σύνολο των «ιδιαιτέρων ημερών» του μήνα, συνυπολογίζοντας και τις καλένδες, τις μέρες δηλαδή που «αντιπαρατίθενται» στις Ειδούς, και οι οποίες έχουν κι αυτές έναν προστάτη, τον Ιανό. Θα πρέπει να τονίσουμε ότι οι καλένδες, που μόλις αναφέρθηκαν, έχουν σχέση άμεση με τα τραγούδια ύμνους που συνήθως τραγουδούν τα παιδιά, τα γνωστά μας κάλαντα. Ακόμη και η αγγλική λέξη κάλενταρ (ημερολόγιο της χρονιάς) έχει σχέση με τις καλένδες.
Συνεχίζει όμως ο Ντυμεζίλ: «Ο Ιανός είναι ο θεός των Πρίμα και οι Καλένδες είναι η πρώτη μέρα του μήνα. Τα δικαιώματα του Γιούπιτερ πάνω στις Ειδούς, που αποτελούν την κορύφωση του μήνα, μια σύνδεση της αύξουσας και φθίνουσας δεκάτης πέμπτης ημέρας του μήνα, δεν πρέπει να στηρίζονται σε μιαν ανάλογη αιτία, καθώς ο Γιούπιτερ, κατέχει τη σούμα.
Και οι Καλένδες και οι Ειδοί ανήκουν αμοιβαία σ’ αυτούς τους δύο θεούς, όπως άλλωστε, για τους ίδιους λόγους και επί του εδάφους πλέον, στον Ιανό ανήκει ο πρώτος λόφος, ο Ιανίκουλος, ενώ στον Γιούπιτερ ο λόφος της Ακρόπολης, ο Καπιτόλιος. Σχετικά με τον Ιανουάριο, το μήνα του Ιανού, «οι Ημέρες» του Οβιδίου χρησιμοποιούν με επιμονή αυτή τη φιλοσοφία των δύο άκρων, σχετικά με τις Καλένδες, πολλαπλασιάζει τις αναφορές στον Πρίμους χαρακτήρα του Ιανού, μετά, στις 13 του μήνα, τουτέστιν στις πρώτες Ειδούς που συναντάμε στο ποίημα του Οβιδίου προχωρά σε άλλες παραλλαγές αυτή τη φορά πάνω στο «μεγαλείο» magnus maior maximus (μεγάλος – μεγαλύτερος – μέγιστος) που συνδέεται έντεχνα με τον τίτλο Αύγουστος και κορυφώνεται με το σούμους (του Γιούπιτερ).
Η έννοια αυτή είναι σημαντική, αφού θα σηματοδοτήσει στο Καπιτόλιο το δεύτερο υπερθετικό του Γιούπιτερ, ενώ το πρώτο δηλώνει την ωφέλιμη αγαθότητά του ή τη γενναιοδωρία του. Με λίγα λόγια ο Γιούπιτερ βρίσκεται στην κορυφή του ordo Deorum (τάξη θεών) αλλά και τουordo mundi (τάξη του κόσμου). Μέχρι το σημείο αυτό η μορφή του Γιούπιτερ παραμένει ίδια και απαράλλακτη με εκείνη που μας είχαν αποκαλύψει για τον Γιούπιτερ της αρχέγονης τριάδας τα καθήκοντα του αρχιερέα του και η θέση του μέσα στην ιδεολογία των βασιλικών θρύλων.
Στην αρχαία Ελλάδα ο θεός των θεών, ο Ζεύς, δεν κυριαρχεί σαν δίιος φωτεινός ηλιακός θεός στα ημερολόγια. Αυτό θα συμβεί πολύ αργότερα. Τα ελληνικά ημερολόγια είναι κυρίως σεληνιακά διατηρώντας τη μνήμη από τις παμπάλαιες ελληνικές μητροκεντρικές κοινωνίες. Παρόλ’ αυτά οι Έλληνες θα καθιερώσουν για λογαριασμό κι άλλων λαών το ηλιακό ημερολόγιο. Ο Έλληνας βασιλιάς της Αιγύπτου Πτολεμαίος ο Γ΄ ο Ευεργέτης (279-222 π.Χ.) ήταν ο πρώτος που πρότεινε στους Αιγυπτίους ιερείς να διορθώσει το αιγυπτιακό έτος ακολουθώντας το ηλιακό ημερολόγιο. Αν και η πρότασή του τελικά δεν έγινε αποδεκτή, το πρώτο βήμα ήδη είχε γίνει. Όμως στον Έλληνα αστρονόμο Σωσιγένη (46 π.Χ.) οφείλεται η δημιουργία του Ιουλιανού ημερολογίου, ενός καθαρά ηλιακού ημερολογίου, το οποίο προσαρμόθηκε από τον Πάππα Γρηγόριο 13ο (1582 μ.Χ.) και χρησιμοποιείται μεχρι σήμερα.
Ως προς τα αρχαία ελληνικά ημερολόγια, οι παλιότεροι συμβολισμοί της χρονιάς δίνονται από τον Όμηρο στην Οδύσσεια, στα σημεία που αναφέρονται οι μύθοι γύρω από τον θεό Ήλιο, ιδιαίτερα στο τμήμα της Οδύσσειας που αναφέρεται στην Τρινακρία (Σικελία). Στην αρχαία Αθήνα είχαν υιοθετήσει ένα σεληνιακό ημερολόγιο που η διάρκειά του ήταν ίση με 354 μέρες. Αυτό το ημερολόγιο περιελάμβανε εναλλάξ πλήρεις μήνες 30 ημερών και κοίλους μήνες 29 ημερών. Έτσι είχαμε 6 μήνες από 30 μέρες και 6 μήνες από 29. Αυτό μας δίνει σύνολο 354 ημερών. Για μια πιο ολοκληρωμένη αντίληψη του αττικού ημερολογίου σας δίνουμε τους 12 μήνες του έτους των αρχαίων Αθηναίων σε μια κατά προσέγγιση αντιστοιχία με το σημερινό γρηγοριανό ημερολόγιο.
Για την εύρεση των ημερών οι αρχαίοι Αθηναίοι είχαν χωρίσει κάθε μηνα σε 3 δεκαήμερα. Και έτσι έλεγαν για να συγκεκριμενοποιήσουν κάποια ημέρα π.χ. 3η ημέρα δευτέρου δεκαημέρου ή 6η ημέρα 1ου δεκαημέρου κλπ.
Περιέργως αυτό κατά κάποιον τρόπο έχει μείνει και σε μας μέχρι σήμερα. Λέμε: Κυριακή η κύρια ημέρα, Δευτέρα η δεύτερη ημέρα, Τρίτη ή τρίτη ημέρα κ.ο.κ. φθάνοντας στην Παρασκευή που εξαιτίας θρησκευτικών υποχρεώσεων είναι η προπαρασκευή για την ημέρα του Σαββάτου που είναι εβραϊκή θρησκευτική «σφήνα» μέσα στην ελληνική αρίθμηση των ημερών.
Το αρχαίο ελληνικό ημερολόγιο χρησιμοποιόταν ακόμη και από τους Πτολεμαίους, τους Έλληνες βασιλείς της Αιγύπτου. Στη Μακεδονία και Θράκη υπήρχαν όμως και άλλα δύο ημερολόγια. Το σημαντικότερο όμως ήταν αυτό που είχε υιοθετηθεί και από τους Πτολεμαίους.
Είναι φανερό ότι, για να γίνει δυνατή μια ημερολογιακή «ενορχήστρωση» που να μας βγάλει τις ημερομηνίες γέννησης του Χριστού, αλλά και άλλων εορτών στις περιόδους που πρέπει, ώστε να εναρμονίζονται με παλαιότερες λατρείες, θα πρέπει να υπάρχει ένα θρησκευτικοπολιτικό κέντρο, που να διαθέτει μια γιγαντιαία υπόγεια διαδικτύωση με τη βοήθεια μυστικών εταιρειών…
Πηγή: GREEK SURNAMES