“Από πού έρχομαι; Ποιο είμαι; Προς τα πού πηγαίνω;” είναι η βασική απορία των αναζητητών της Αλήθειας σταδιακή λύση της οποίας θα καθορίσει την πορεία τους. Ο Δυτικός άνθρωπος θα προσπαθήσει να δώσει απαντήσεις με έμμεσο τρόπο, ορθολογιστικό, αφού έτσι έχει εκπαιδευτεί. Να βλέπει, δηλαδή, την πολυπλοκότητα των πραγμάτων, χάνοντας την άμεση επαφή με την ουσία τους. Το απόσταγμα των φιλοσοφικών ρευμάτων της ανατολής είναι ο δρόμος του Ζεν που διδάσκει ακριβώς το αντίθετο.
Μέσα από τους καθημερινούς κανόνες της ανθρωπιστικής φιλοσοφίας του Κομφούκιου, οι Κινέζοι
ωρίμασαν πνευματικά και απορρόφησαν το Βουδισμό. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα έναν πιο “γήινο” Βουδισμό με την ευρύτερη πρακτική εφαρμογή του. Έτσι, σε συνδυασμό με την πηγαία πνευματική εκδήλωση του Ταοϊσμού, προέκυψε το Ζεν. Διαβάζοντας ο Δυτικός ερευνητής για το Ζεν συγκινείται βαθιά, όμως δεν καταλαβαίνει τίποτα, ακριβώς επειδή προσπαθεί να καταλάβει. Αγνοεί πως το Ζεν δεν είναι κάτι που μπορεί να κατανοηθεί από την τετράγωνη λογική ή μέσα από τη μελέτη. Είναι δυνατόν μόνο να βιωθεί με μια κυκλική πορεία αυτογνωσίας. Εκείνος που ακολουθεί το Δρόμο αυτό δεν αναλύει τα πράγματα, αλλά μπαίνει μέσα σ’ αυτά για να τα γνωρίσει, πέρα από κάθε έννοια ιδιοκτησίας. Αφήνει τα πράγματα να είναι, κι έτσι δεν εμποδίζει τη φυσική τους πορεία. Γίνεται δέντρο, λουλούδι, γη, άνεμος, φωτιά κι έτσι γνωρίζει την ουσία τους, ενώνεται μαζί τους. Γίνεται ο Εαυτός του, βυθίζεται μέσα Του κι έτσι πραγματοποιείται η Ένωση. Φτάνει άμεσα στην πηγή της Ζωής, όμως δεν πίνει, προτιμά να οδηγήσει τους άλλους διψασμένους. Γίνεται Δάσκαλος του Ζεν. Αυτό δεν είναι και τόσο εύκολο, γιατί “όλοι ξέρουν το Δρόμο αλλά κανείς δεν κάνει τον κόπο να τον βαδίσει”, είχε πει ο Μποντιντάρμα.
Σύμφωνα με την παράδοση ο βουδιστής-μοναχός Μποντιντάρμα ταξίδεψε από την Ινδία στην Κίνα και παρουσιάστηκε στον αυτοκράτορα Βου του Λιάγκ. Η αμεσότητα της διδασκαλίας του και η ευθύτητά του δυσαρέστησαν τον αυτοκράτορα, που είχε λαθεμένη αντίληψη για το Βουδισμό. Εστί ο Μποντιντάρμα αποσύρθηκε σ’ ένα μοναστήρι Σαολίν, όπου πέρασε εννιά χρόνια διαλογιζόμενος, σε μια σπηλιά. Εκεί έμεινε μέχρι που τον πλησίασε ο μοναχός Χούικο ζητώντας του να τον διδάξει. Ο Μποντιντάρμα αρνήθηκε και ο Χούικο συνέχισε να διαλογίζεται, έξω από τη σπηλιά, στο χιόνι. Όταν απελπίστηκε, έκοψε το αριστερό του χέρι και το πρόσφερε στο Δάσκαλο. Τότε ο Μποντιντάρμα τον ρώτησε τι ήθελε και ο μοναχός τον παρακάλεσε να ειρηνεύσει το νου του. “Φέρε μου το νου σου εδώ μπροστά και θα σ’ τον ειρηνεύσω”, απάντησε ο Δάσκαλος. “Μα όταν αναζητάω το νου μου, δεν μπορώ να τον βρω”, είπε ο μοναχός. “Βλέπεις, ειρήνευσα κιόλας το νου σου”, είπε ο Μποντιντάρμα. Ετσι ο Χούικο έφτασε στο “σατόρι” του.
Αυτή η μέθοδος των ερωτοαποκρίσεων που οδηγούσαν αστραπιαία στη φώτιση του μαθητή ονομάστηκε Βέντα και Μοντό στα ιαπωνέζικα. Ο Σεγκ Τσαν, μαθητής του Χούικο, ρωτήθηκε από τον Τάο-Χσιν: “Ποια είναι η μέθοδος της απελευθέρωσης;” – “Ποιος σε κρατά δεμένο;” απάντησε ο Σεγκ Τσιάν. – “Κανείς.” – “Τότε γιατί αναζητάς μια μέθοδο για απελευθέρωση;” Αυτό ήταν το “σατόρι” του.
Για να φτάσει κάποιος σ’ αυτό το σημείο έπρεπε να ακολουθήσει μια δύσκολη πορεία, καθώς έσπαγε τα δεσμά του συμβατικού χρόνου. Πρόκειται για την υπέρβασητ ου παρελθόντος και του μέλλοντος, με την απόλυτα συνειδητή βίωση της στιγμής στο παρόν. Ετσι επιταχύνεται πια τόσο η συνείδηση, που ο μαθητής αποκτά μία ενότητα, γίνεται Ενα. Αυτή η κατάσταση αποτυπώθηκε μέσα από το τυπικό του Τσα νογιου, όπου η προέκταση του παρόντος εκφράζεται με τον καλύτερο τρόπο και “κάθε στιγμή υπάρχει από μόνη της” όπως έλεγαν οιΔάσκαλοι του Ζεν. Το τσάι συμβολίζει την ξύπνια συνείδηση και όπως έλεγαν οι Κινέζοι, “η γεύση του Ζεν και του τσαγιού είναι η ίδια”.
Ζεν και η τέχνη της ζωής
Οι τέχνες διαποτίστηκαν από το Ζεν ή καλύτερα έγιναν μέσο πραγμάτωσής του. Ο Γιοσάι εισήγαγε το δρόμο αυτόν στην Ιαπωνία το 1200, αφού μαθήτευσε για πολλά χρόνια
Στην Κίνα. Το ίδιο έγινε και με τις τέχνες της Ιαπωνίας. Ο καλλιτέχνης που στην αρχή ήταν παιδί, μετά από μακρόχρονη εξάσκηση ξαναγινόταν παιδί, ένα αυθεντικό αγνό κομμάτι της Φύσης. Εφαρμοζόταν και από τα δύο φύλα, γιατί η ψυχή δεν έχει
Φύλο και ο Εαυτός μας δεν έχει φύλο, ούτε φίλους, είναι μόνος, είναι ο Μαθητής-Δάσκαλος. Ζωγραφίζει, χρησιμοποιώντας την προσωπικότητα, όχι αντιγράφοντας τη Φύση, αλλά αναπαράγοντας την ίδια τη Φύση, τη Φύση του. Ταιριάζει τα λουλούδια, εκφράζοντας τη Συμπαντική Αρμονία σ’ ένα μπουκέτο. Γράφει ποιήματα εξωτερικεύοντας το βαθύτερο εσωτερικό συναίσθημα. Δυο τρεις απλοϊκές γραμμές στοχεύουν βαθιά στον ψυχισμό του αναγνώστη, χωρίς να μπορεί “λογικά” να εξηγηθεί το γιατί.
Ο Μοριτακέ έγραφε:
“Ενα πεσμένο λουλούδι ξαναγυρίζει στο κλαδί; Ήταν μια πεταλούδα.”
Ζεν και πολεμικές τέχνες
“Οι Πολεμικές Τέχνες αποτελούν άλλο ένα κανάλι για την εκπλήρωση του Ζεν, γιατί συνδέονται με την έννοια της Δικαιοσύνης και η Φύση είναι δίκαιη. Ο ίδιος ο Μποντιντάρμα ήταν μοναχός-πολεμιστής. Πηγαίνοντας στο μοναστήρι Σαολίν, δίδαξε την τέχνη που σαν όπλο χρησιμοποιεί το σώμα. Μέχρι τότε οι κινήσεις των πολεμιστών του Ναού βασίζονταν στη μυϊκή δύναμη. Διδάχτηκαν λοιπόν κάποιες νέες στάσεις και πώς να καλούν την εσωτερική ενέργεια με τη βαθιά και αβίαστη αναπνοή που αντιστοιχεί στο αρσενικό και το θηλυκό στοιχείο, στη γέννηση και το θάνατο. Οι νέες στάσεις και κινήσεις τελούνταν γύρω από τον κύκλο που σχημάτιζε με τα πόδια του ο πολεμιστής. Η κάθετη στάση, το να κοιτάζουν στα μάτια τον αντίπαλο, οι κυκλικές κινήσεις των άκρων ήταν αποτύπωση μιας στάσης ζωής, μιας νοοτροπίας.
Το Πνεύμα τους ήταν κάθετο, σε εγρήγορση, αντιμετώπιζαν κατά πρόσωπο το κατώτερο εγώ τους, που ουσιαστικά ήταν ο μόνος αντίπαλος και είχε για σύμμαχό του το φόβο του θανάτου. Μα οι πολεμιστές διάλεγαν τον καλύτερο σύμμαχο: τον ίδιο το θάνατο. Έτσι με την πειθαρχημένη και σκληρή εκπαίδευση έφταναν στο σημείο να κατέχουν ολοκληρωτικά την τέχνη. Πολεμούσαν σαν χορευτές, σαν να μην πατούσαν στη γη, συνδυάζοντας αρμονικά την ψυχική ορμή και τον αυτοέλεγχο. Μέχρι που γίνονταν πια τέλειοι υπηρέτες του Πνεύματος και πολεμούσαν χωρίς να σκέφτονται ή να προσπαθούν. Χρησιμοποιούσαν την τέχνη τους μόνο σε απόλυτη ανάγκη.
Οι ίδιες αρχές πέρασαν και στις πολεμικές τέχνες της Ιαπωνίας. Καλλιεργήθηκαν από τους Σαμουράι του στρατηγού Γιοριμίτο μόλις πήραν την εξουσία από τους παρηκμασμένους αριστοκράτες. Δημιουργήθηκε ο Κώδικας Μπουσίντο ή “Ταό τουΠολεμιστή”. Με την αυστηρή εφαρμογή του γινόταν η κάθαρση από τα περιττά στοιχεία της προσωπικότητας και ενσαρκωνόταν ο αγνός πολεμιστής ασκητής. Είναι φημισμένοι οι άφοβοι και ταπεινοί Σαμουράι για το πόσο είχαν αναπτύξει την αρετή της υπηρεσίας, καθώς και για τα αμέτρητα κατορθώματά τους. Ενέπνεαν σιγουριά με την παρουσία τους και ανέπτυσσαν μια εσωτερική υπερηφάνεια που δεν δεχόταν την αποτυχία. Αν πιάνονταν αιχμάλωτοι ή καταδικάζονταν σε θάνατο, έκαναν χαρακίρι. Δεν καταδέχονταν να περάσουν τη γέφυρα της Ζωής προς την άλλη όψη της, χωρίς τη δική τους βούληση, τους ενδιέφερε ο τρόπος του περάσματος.
Απώτερος σκοπός της τέχνης της ξιφομαχίας είναι αυτό που ο μεγάλος δάσκαλος Σαμουράι Σιμνέν Μουσάσι ονομάζει ως “κανένα σχέδιο, καμία σύλληψη”. Δεν υπάρχει περίπτωση λάθους, γιατί ο ξιφομάχος έχει κατακτήσει το Κενό. Μπορεί αστραπιαία να δώσει με το ξίφος του τη ζωή ή το θάνατο.Ο Μουσάσι είπε: «Στο Κενό υπάρχει μόνο η αρετή και όχι η κακία. Εδώ η Σοφία έχει ύπαρξη, η Αρχή έχει ύπαρξη, ο Δρόμος έχει ύπαρξη, το πνεύμα είναι η κενότητα”. Δικαίως λοιπόν αναφέρονται παραδείγματα οπλομάχων που εξουδετέρωσαν αντιπάλους χωρίς εκείνοι να το συνειδητοποιήσουν. Μα και στην τέχνη της τοξοβολίας ο στόχος είναι ο ίδιος, δηλαδή ο τοξότης. Ο μαθητής δεν κατορθώνει να τεντώσει σωστά το τόξο αν καταβάλει μυϊκή δύναμη, κι έτσι αναγνωρίζει την αξία της αναπνοής. Στην αρχή την παρατηρεί και φτάνει στο σημείο να γίνεται “από μόνη της”. Τότε αντλείται η εσωτερική ενέργεια και κατακτάει ο μαθητής το πνευματικό τέντωμα του τόξου. Βρίσκεται, τότε, στη μεγαλύτερη πνευματική ένταση. Στο σημείο αυτό δεν πρέπει ο μαθητής να έχει πρόθεση να αφήσει το βέλος ή να πετύχει το στόχο. Καθώς είναι βυθισμένος στη μεγάλη ένταση, εκδηλώνεται “αυτό” και αφήνει το βέλος κατευθείαν στο στόχο, χωρίς ο ίδιος να έχει καταλάβει πώς και γιατί.
Βλέπουμε λοιπόν πως και με την τοξοβολία επιτυγχάνεται η Ένωση, ο μεγάλος Εαυτός ελευθερώνεται και εκδηλώνεται με τη μη δράση. Σύντροφος του τοξότη στην πορεία του είναι το τόξο του, όταν φεύγει ο Δάσκαλος και πρέπει να τον διατηρήσει μέσα του. Ο Δάσκαλος Κένζο Αβα αποχαιρετώντας το μαθητή του Ευγένιο Χέριγκελ, του χάρισε το τόξο του, λέγοντάς του: « Όταν θα τοξεύετε μ’ αυτό το τόξο θα αισθάνεστε την παρουσία της επιδεξιότητας του Δασκάλου. Να μην το πάρει κανένας περίεργος στα χέρια του! Και όταν θα έχετε πάρει αυτό που είχε να σας δώσει, μην το διατηρήσετε σαν ενθύμιο. Καταστρέψτε το, έτσι που να μην απομείνει παρά μόνο μια χούφτα στάχτη.” Το σπαθί του Σαμουράι είναι η ίδια η ψυχή του. Το όπλο κάθε πολεμιστή είναι ο σύνδεσμός του με το σκοπό του: την αυτογνωσία.