Ο Μπάμπης Αναγνωστόπουλος μετά από 37 ημέρες «παράστασης» αναγκάστηκε, υπό το βάρος των συντριπτικών στοιχείων σε βάρος του, να ομολογήσει ότι σκότωσε την Καρολάιν Κράουτς μέσα στο σπίτι τους και σκηνοθέτησε τη ληστεία για να καλύψει τα ίχνη του.
Τα δημοσιογραφικά κλισέ θέλουν την κοινή γνώμη άφωνη και συγκλονισμένη μπροστά στη βιαιότητα του «πρωτοφανούς» εγκλήματος στα Γλυκά Νερά. Είναι όμως ένα τέτοιο έγκλημα πρωτοφανές;
Τι δείχνουν τα στοιχεία
Πόσες γυναίκες δολοφονούνται κάθε χρόνο επειδή δεν συμμορφώθηκαν στο στερεοτυπικό πατριαρχικό μοντέλο συμπεριφοράς που θέλει τις θηλυκότητες υποταγμένες στην ανδρική βούληση;
Όπως αποδεικνύουν πρόσφατες μελέτες (UNODOC 2018,2019), το 58% των γυναικών-θυμάτων ανθρωποκτονίας από πρόθεση, το έτος 2017, δολοφονήθηκε από τον σύζυγο/σύντροφο ή άλλο μέλος της οικογένειάς του. Υπολογίζεται πως 50.000 γυναίκες κάθε χρόνο (137 γυναίκες κάθε μέρα κατά μέσο όρο) δολοφονούνται στον πλανήτη με αυτό τον τρόπο.
Μόνο το 2020 στην Ελλάδα καταγράφηκαν δέκα γυναικοκτονίες, το 2019 οκτώ, ενώ το 2018 δεκατρείς.
Από την αρχή του 2021 εκτός από την Καρολάιν, τουλάχιστον τρεις ακόμη γυναίκες έχουν δολοφονηθεί από τους νυν ή πρώην συντρόφους τους.
– Τον Ιανουάριο του 2021 μια 54χρονη γυναίκα δολοφονήθηκε με 14 μαχαιριές από τον Νορβηγό φίλο της, στα Μέσκλα Χανίων.
– Τον Απρίλιο η Κωνσταντίνα Τσάπα μετά από χρόνια κακοποίησης θα βρει το κουράγιο να εγκαταλείψει τον σύντροφό της και θα το πληρώσει με τη ζωή της. Θα δολοφονηθεί από τον εν διαστάσει σύζυγό της, που μην αντέχοντας την απόρριψη θα εισβάλλει στο πατρικό σπίτι της 28χρονης στη Μακρινίτσα και θα σκοτώσει εκείνη και τον αδελφό της.
– Στις αρχές Ιουνίου μια ακόμη γυναίκα, η Ελένη, θα πέσει νεκρή από τα χέρια του κακοποιητή πρώην συζύγου της, όταν εκείνος θα της στήσει καρτέρι έξω από το σπίτι της στην Αγία Βαρβάρα και θα την πυροβολήσει εξ επαφής. «Απέναντι σε μένα ήταν πολύ αχάριστη και σε όλα» θα πει στην απολογία του ο 75χρονος, που σύμφωνα με μαρτυρίες ξυλοκοπούσε αλύπητα με κάθε αφορμή την 64χρονη, συνοψίζοντας μέσα σε λίγες μόνο λέξεις όλη την πατριαρχική αντίληψη για τον ρόλο της γυναίκας.
Γιατί «γυναικοκτονία»
Η γυναικοκτονία (femicide), δηλαδή η «δολοφονία γυναικών, νεαρών κοριτσιών, θηλυκών εμβρύων και βρεφών για λόγους που σχετίζονται με το φύλο τους», σύμφωνα με τον επικρατούντα στη σχετική βιβλιογραφία ορισμό, αποτελεί την χειρότερη και πιο καταστροφική μορφή βίας σε βάρος των γυναικών. Ο όρος femicide διατυπώθηκε για πρώτη φορά το 1976 στο «Διεθνές Δικαστήριο για τα εγκλήματα σε βάρος των γυναικών» από την φεμινίστρια κοινωνιολόγο Diana Russell. Στόχος ήταν να δοθεί ορατότητα στα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των γυναικοκτονιών και να αναδειχθεί η διάκρισή τους από το αδίκημα της απλής ανθρωποκτονίας (homocide).
Ωστόσο, ο όρος γυναικοκτονία έγινε ευρέως γνωστός και υιοθετήθηκε από την εγκληματολογία μετά το 1992.
Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (ΠΟΥ), «γυναικοκτονία είναι η ανθρωποκτονία από πρόθεση γυναικών επειδή είναι γυναίκες. Η γυναικοκτονία συνήθως διαπράττεται από άντρες αλλά κάποιες φορές συνεργούν και γυναίκες, συνήθως μέλη της ίδιας οικογένειας. Στις περισσότερες περιπτώσεις γυναικοκτονία διαπράττει σύντροφος ή πρώην σύντροφος που συνήθως είχε και μακρόχρονη κακοποιητική συμπεριφορά, απειλούσε, κακοποιούσε ή/και εκφόβιζε τη γυναίκα, η οποία πολύ συχνά βρίσκεται σε θέση φυσικής ή/ και οικονομικής αδυναμίας σε σχέση με αυτόν».
Ο όρος «γυναικοκτονία» ούτε αντιτίθεται στον όρο «ανθρωποκτονία», ούτε προφανώς τον αναιρεί. Και σίγουρα δεν είναι σεξιστικός, όπως πολλοί υποστηρίζουν. Δεν κατηγοριοποιεί τις γυναίκες ως θύματα δεύτερης κατηγορίας, αντιθέτως υπογραμμίζει την έμφυλη ανισότητα και σκοπό έχει να επισημάνει το μέγεθος του προβλήματος και να καλύψει τις κοινωνικές προεκτάσεις του εγκλήματος.
Στην Ελλάδα, ο βιασμός και η δολοφονία της 21χρονης φοιτήτριας, Ελένης Τοπαλούδη, τον Νοέμβριο του 2018 στη Ρόδο συνέβαλε καθοριστικά στο να εισαχθεί πιο δυναμικά ο όρος «γυναικοκτονία» στον δημόσιο λόγο καθώς χρησιμοποιήθηκε εκτεταμένα από επίσημους φορείς, όπως η Γενική Γραμματεία Ισότητας των Φύλων, ΜΜΕ καθώς και φεμινιστικές οργανώσεις.
«Τη σκότωσε γιατί την αγαπούσε»
Ιδιαιτέρως προβληματική παραμένει ωστόσο η κάλυψη των υποθέσεων που αφορούν σε γυναικοκτονίες από τα κυρίαρχα ΜΜΕ.
Τα δημοσιεύματα μετά από κάθε γυναικοκτονία στην πλειοψηφία τους βρίθουν από μελοδραματικές αναφορές για «εγκλήματα πάθους», «οικογενειακές τραγωδίες», και «άτυχες γυναίκες» που στην ουσία «ξεπλένουν» τους κακοποιητές – γυναικοκτόνους.
Ήδη για την υπόθεση των Γλυκών Νερών άρχισαν να ξεφυτρώνουν τίτλοι που αναφέρουν ότι η Καρολάιν «απειλούσε» με διαζύγιο τον Αναγνωστόπουλο. Και μόνο η επιλογή της συγκεκριμένης λέξης θέτει τρόπον τινά σε άμυνα (!) τον δολοφόνο της διαιωνίζοντας το πρόβλημα και ρίχνοντας ξανά εν μέρει ευθύνες στο θύμα.
Παράλληλα δεν λείπουν οι περιπτωσεις, όπου όταν ο δράστης είναι κάποιο άτομο του συγγενικού περιβάλλοντος της γυναίκας, όπως ο πατέρας ή ο αδελφός, η γυναικοκτονία αναφέρεται συχνά ως «έγκλημα τιμής», όρος ιδαιτέρως προβληματικός καθώς επίσης παρέχει αφειδώς έμμεσα ελαφρυντικά στον δράστη.
Η έμφυλη βία και οι γυναικοκτονίες δεν είναι τυχαία συμβάντα, η ευθύνη δεν βαραίνει αφηρημένα την «κακιά στιγμή» αλλά αποκλειστικά τον κακοποιητή ή/και γυναικοκτόνο. Κανένας δεν σκοτώνει από αγάπη, σκοτώνει γιατί νιώθει ότι χάνει την εξουσία που θεωρεί ότι του αξίζει να έχει πάνω στη γυναίκα που θεωρεί αντικείμενο και κτήμα του.
Όπως επισημαίνει η φεμινιστική συλλογικότητα «Καμία ανοχή»: «Οι άνδρες σκοτώνουν επειδή θέλουν να επαναβεβαιώσουν την εξουσία τους. Η ενδοοικογενειακή κακοποίηση που οδηγεί στην γυναικοκτονία συνήθως βασίζεται στον συστηματικό εκφοβισμό, υποβιβασμό και έλεγχο της γυναίκας με ψυχολογική, σωματική ή/και σεξουαλική βία και στην κτητική συμπεριφορά. Αυτή η συμπεριφορά αποσκοπεί στο να καλλιεργήσει στην γυναίκα την αίσθηση εξάρτησης από τον σύντροφο, καθώς ο τελευταίος την αποκόπτει από οποιαδήποτε υποστήριξη ρυθμίζοντας κάθε της κίνηση».
Το (ανύπαρκτο) νομικό πλαίσιο
«Στο ελληνικό ποινικό δίκαιο, ως επί το πλείστον, δεν γίνεται διάκριση των εγκλημάτων αναλόγως του φύλου του θύματος. Ιδίως σε ό,τι αφορά στην ανθρωποκτονία εκ δόλου, η μόνη ειδική κατηγορία αδικήματος με βάση ειδικότερη ιδιότητα του θύματος, είναι η παιδοκτονία, η οποία προβλέπεται και τιμωρείται στο άρθρο 303 ΠΚ και για την επιβολή της προβλεπόμενης ποινής της οποίας λαμβάνονται υπ’ όψιν οι ιδιαίτερες ψυχολογικές, ψυχιατρικές και παθολογικές συνθήκες κατά τη διάρκεια του τοκετού ή μετά από αυτόν, που ώθησαν τη μητέρα στην εκ προθέσεως παιδοκτονία» λέει στο topontiki.gr η δικηγόρος Αναστασία Γιάννη.
«Σε ό,τι αφορά στη δολοφονία της γυναίκας, αυτή εμπίπτει εν γένει στην με δόλο ανθρωποκτονία που προβλέπεται και τιμωρείται στο άρθρο 299 ΠΚ ή υπό προϋποθέσεις στη θανατηφόρα σωματική βλάβη του άρθρου 311 ΠΚ, χωρίς όμως να προβλέπεται ειδική διάκριση στην περίπτωση που θύμα είναι γυναίκα. Παρόλ’ αυτά, ακόμα και το υπάρχον νομοθετικό πλαίσιο, θα μπορούσε να αποτελέσει τη βάση εκείνη για να προβλεφθεί ως επιβαρυντική περίσταση του αδικήματος η ανθρωποκτονία με δόλο όταν θύμα είναι γυναίκα. Προς το σκοπό αυτό εξάλλου, κυρώθηκε με το Ν. 4531/2018 η Σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης για την Πρόληψη και την Καταπολέμηση της Βίας κατά των γυναικών και της Ενδοοικογενειακής Βίας και περαιτέρω ενισχύεται με τον Ν. 4604/2019 για την προώθηση της ουσιαστικής ισότητας των φύλων, την πρόληψη και την καταπολέμηση της έμφυλης βίας» προσθέτει η δικηγόρος.
Όπως αναφέρει: «Ο νομοθέτης του ΠΚ στο άρθρο 82Α προέβλεψε ότι εάν από τις περιστάσεις προκύπτει ότι έχει τελεστεί έγκλημα κατά παθόντος, η επιλογή του οποίου έγινε λόγω των χαρακτηριστικών φυλής, χρώματος, εθνικής ή εθνοτικής καταγωγής, γενεαλογικών καταβολών, θρησκείας, αναπηρίας, σεξουαλικού προσανατολισμού, ταυτότητας ή χαρακτηριστικών φύλου, τότε το πλαίσιο της ποινής διαμορφώνεται ανάλογα. Επομένως, θα μπορούσε να αξιοποιηθεί ευχερώς και το υπάρχον νομικό πλαίσιο προκειμένου να θεσμοθετηθεί ένας ειδικότερος κανόνας δικαίου για τη δολοφονία γυναίκας, λαμβάνοντας υπ’ όψιν τις ειδικές εκείνες συνθήκες υπό τις οποίες έδρασε ο δράστης και οι οποίες καταδεικνύουν ακριβώς ότι τα κίνητρά του και τα μέσα εκτέλεσης του αδικήματος ήταν απόλυτα συνυφασμένα με τη γυναικεία υπόσταση του θύματος και όχι συμπτωματικά ή ανεξάρτητα από αυτήν».
Η γραμμή SOS 15900
Η Γραμμή SOS 15900 είναι µια υπηρεσία εθνικής εµβέλειας που δίνει τη δυνατότητα στις γυναίκες θύµατα βίας ή σε τρίτα πρόσωπα να επικοινωνήσουν άµεσα µε ένα φορέα αντιµετώπισης της έµφυλης βίας. Τη γραμμή στελεχώνουν ψυχολόγοι και κοινωνιολόγοι που παρέχουν άμεση βοήθεια σε έκτακτα και επείγοντα περιστατικά βίας σε 24ωρη βάση, 365 µέρες το χρόνο.
Ταυτόχρονα υπάρχει δυνατότητα ηλεκτρονικής επικοινωνίας των γυναικών µέσω της διεύθυνσης e-mail: [email protected].
Απευθύνεται σε γυναίκες:
– που υφίστανται σωµατική κακοποίηση.
– που υφίστανται ψυχολογική, συναισθηµατική ή λεκτική βία
– που υφίστανται οικονοµική βία
– που έχουν υποστεί βιασµό ή απόπειρα βιασµού
– που έχουν υπάρξει θύµατα πορνείας ή trafficking
– που έχουν υποστεί σεξουαλική παρενόχληση στην εργασία, σε κοινωνικό χώρο, στην οικογένεια
Και σε: πολίτες και φορείς, προκειµένου να πληροφορηθούν για θέµατα σχετικά µε την πρόληψη και την αντιµετώπιση της βίας κατά των γυναικών.