H μόνη καλόγνωμη θεά που απόμεινε στην ανθρωπότητα
είναι η Ελπίδα
όλοι οι άλλοι θεοί μάς άφησαν για πάντα και
εγκαταστάθηκαν στον Όλυμπο.
Έφυγε η Πίστη, μεγάλη θεά, φίλε μου, έφυγε η Σωφροσύνη,
κι οι Χάριτες εγκατέλειψαν τη γη.
Τώρα δεν είναι να εμπιστεύεσαι πια τους όρκους των ανθρώπων κατά τις δικαιοπραξίες τους·
κανείς δεν τιμά τους θεούς τους αθάνατους·
έσβησε των ευσεβών ανδρών η γενεά·
κανείς δεν αναγνωρίζει τους καθιερωμένους κανόνες
συμπεριφοράς και τα έργα της ευσέβειας.
Κι ωστόσο, όσο ζει ο άνθρωπος και αντικρίζει τον ήλιο,
αν είναι θεοσεβής, στην Ελπίδα προπάντων ας έχει τα θάρρη του·
τις προσευχές του ας τις απευθύνει στους θεούς, αλλά,
όταν καίει τ’ αστραφτερά στο λίπος μεριά,
την πρώτη και την τελευταία προσφορά ας την προσφέρει στην Ελπίδα.
Το νου σου στα στρεψόδικα λόγια των άδικων ανθρώπων! Eκείνων που δεν λογαριάζουν τους θεούς τους αθάνατους, και με το μάτι τους μονίμως στραμμένο στα ξένα αγαθά, συνωμοτούν χωρίς αιδώ, για να προωθήσουν τα άνομα σχέδιά τους.
INK
(πρωτότυπο)
Ἐλπὶς ἐν ἀνθρώποισι μόνη θεὸς ἐσθλὴ ἔνεστιν,
ἄλλοι δ’ Οὔλυμπόν<δ’>ἐκπρολιπόντες ἔβαν·
ὤιχετο μὲν Πίστις, μεγάλη θεός, ὤιχετο δ’ ἀνδρῶν
Σωφροσύνη, Χάριτές τ’, ὦ φίλε, γῆν ἔλιπον
ὅρκοι δ’ οὐκέτι πιστοὶ ἐν ἀνθρώποισι δίκαιοι,
οὐδὲ θεοὺς οὐδεὶς ἅζεται ἀθανάτους.
εὐσεβέων δ’ ἀνδρῶν γένος ἔφθιτο, οὐδὲ θέμιστας
οὐκέτι γινώσκουσ’ οὐδὲ μὲν εὐσεβίας.
ἀλλ’ ὄφρα τις ζώει καὶ ὁρᾶι φάος ἠελίοιο,
εὐσεβέων περὶ θεοὺς Ἐλπίδα προσμενέτω·
εὐχέσθω δὲ θεοῖσι, καὶ ἀγλαὰ μηρία καίων
Ἐλπίδι τε πρώτηι καὶ πυμάτηι θυέτω.
φραζέσθω δ’ ἀδίκων ἀνδρῶν σκολιὸν λόγον αἰεί,
οἳ θεῶν ἀθανάτων οὐδὲν ὀπιζόμενοι
αἰὲν ἐπ’ ἀλλοτρίοις κτεάνοις ἐπέχουσι νόημα,
αἰσχρὰ κακοῖς ἔργοις σύμβολα θηκάμενοι.
Θέογνης Ελεγειακός ποιητής που κατάγεται από τα Μέγαρα, και η ακμή του τοποθετείται στην περίοδο 552-541.
Πηγή: Ανθολόγιο Αρχαϊκής Λυρικής Ποίησης (Β Γενικού Λυκείου)