Πλησιάζουμε προς τα Χριστούγεννα και ως γνωστόν, πολλά από τα έθιμα των εορτών (αν όχι όλα), έλκουν την προέλευση τους από την αρχαιότητα (σε παγανιστικές πεποιθήσεις και πρακτικές). Στο παρόν άρθρο θα αναφερθούμε στο αρχετυπικό σύμβολο του δέντρου, στην δεντρολατρεία, στην ιερότητα του στην αρχαία Ελλάδα, και την πιθανή σχέση του με τον στολισμό του Χριστουγεννιάτικου δέντρου.
Τα δέντρα ανήκουν στα αρχέτυπα των πανάρχαιων συμβόλων της ανθρωπότητας και αποτέλεσαν αντικείμενο λατρείας, θρησκευτικών ιδεών, περιεχόμενα μύθων, και έπαιζαν σημαντικό ρόλο στη θρησκευτική και κοινωνική ζωή όλων των λαών. Και δεν θα μπορούσε να είναι διαφορετικά καθώς το δέντρο, παρέχει προστασία, σκιά, ξυλεία ως δομικό υλικό και για την συντήρηση της φωτιάς, τους καρπούς του για τροφή κ.λ.π.
Τα δέντρα είναι σύμβολα θηλυκά και χθόνια, αλλά ταυτόχρονα και φαλλικά – αρσενικά λόγω του όρθιου κορμού τους. Στην σύνθεση τους αντιπροσωπεύουν την ιερότητα του κόσμου, την παγκόσμια ενότητα και την αλληλεξάρτηση, τη γονιμότητά, το πεπρωμένο, την Γνώση, και πλήθος άλλα. Η άνθιση, η καρποφορία και η γονιμότητα του δέντρου είναι άρρηκτα συνδεδεμένες μαζί του.
Αν το δέντρο είναι φυλλοβόλο έρχεται να μας θυμίσει τον κύκλο της φύσης και της ζωής, ενώ αν είναι αειθαλές την αιωνιότητα. Οι δακτύλιοι στον κορμό φανερώνουν την ηλικία του και συμβολίζουν τα χρόνια και τις εμπειρίες στη ζωή, ενώ τα κλαδιά του συμβολίζουν τη σύνδεση με τους άλλους. Οι ρίζες συμβολίζουν την απαρχή, τη γέννηση. Το δέντρο θεωρείται ότι συνδέει τον κόσμο κάτω από τη γη με εκείνον στην επιφάνεια και τον ουρανό. Είναι το στοιχείο της φύσης που ενώνει τη γη με το ύδωρ και τον ουρανό.
Για όλους τους παραπάνω λόγους, υπήρχε το έθιμο της δεντρολατρείας στους αρχαίους πολιτισμούς (το οποίο συντηρείται ακόμη και σήμερα), και ο στολισμός των δέντρων με καρπούς – προσφορές, υφάσματα, κορδέλες, τάματα του ανθρώπου προς την φύση για γονιμότητα, υγεία και καλή σοδειά. Δεν είναι επίσης λίγες οι περιπτώσεις που τα ιερά δέντρα χρησμοδοτούσαν τα μελλούμενα, όπως λ.χ τα διάσημα μαντεία του Δία στη Δωδώνη και του Άμμωνος Διός στην Αίγυπτο. Όσοι ενδιαφέρονταν να πάρουν χρησμό έγραφαν το ερώτημα τους σε χάλκινο έλασμα.
Οι άρρενες ιερείς Σελλοί (οι οποίοι έμεναν «άλπυτοι» και κοιμόντουσαν στη γη, για να βρίσκονται σε διαρκή επαφή μαζί της ώστε να αντλούν από αυτή τη δύναμή τους (Ιλ., Π, 233-235)), και οι Πέλειες οι οποίες χρησμοδοτούσαν από το θρόισμα των φύλλων της φηγού, το πέταγμα και τους κρωγμούς των περιστεριών, τον ήχο των λεβήτων που περιέβαλλαν την ιερή φηγό, την Κερκυραϊκή μάστιγα (1) κ.τ.λ. Ήχοι, φτερωτές οντότητες και το σταθερό δέντρο συνέβαλαν στη διαδικασία της μαντικής.
Το δέντρο που χρησμοδοτεί διαφέρει από τα άλλα, δεν είναι σαν τα υπόλοιπα. Τα αναρτημένα ενδύματα, τάματα, προσφορές, κάνουν το ίδιο το δέντρο να διαφοροποιείται από όλα τα υπόλοιπα. Το επισημαίνουν και το διαχωρίζουν. Το καθιστούν ορατό από μακριά. Δεν είναι λίγα τα παραδείγματα δέντρων που εικονίζονται με υφάσματα τυλιγμένα επιμελώς γύρω από τους κορμούς τους.
Στον Αιγιακό χώρο η δεντρολατρεία υπάρχει ήδη από τον Μινωικό πολιτισμό. Στο περίφημο χρυσό δαχτυλίδι του Μίνωα, ένα χρυσό σπάνιο κόσμημα του 15ου αιώνα π.Χ. υπάρχει σύνθετη θρησκευτική παράσταση, που απεικονίζει μορφές της Κρητομυκηναϊκής θεματολογίας, δηλαδή δεντρολατρεία με καθιστή θεά, ουρανό, γη και θάλασσα αλλά και ένα ιερό πλοίο.
Η δεντρολατρεία είναι κάτι το συνηθισμένο στη Μινωική λατρεία. Οι Μινωίτες, θεωρούσαν τα δέντρα ιερά, εμψυχωμένα, πηγή ζωής και αναγέννησης. Το δέντρο αντιπροσωπεύει τον γήινο κόσμο και την αδιάκοπη ανανέωσή του, που τελικά είναι η ίδια η αιώνια ζωή. Έτσι το κοσμικό δέντρο ως θεϊκό όργανο, μετατρέπεται και το ίδιο σε θρησκευτικό αντικείμενο, φορτισμένο με μεταφυσικούς συμβολισμούς. Tο δέντρο είναι σταθερό στοιχείο της σκηνογραφίας του Ιερού Γάμου. Το ιερό δέντρο είναι η ενσάρκωση της Μεγάλης Θεάς (Το δέντρο στο συγκεκριμένο δαχτυλίδι είναι Δρυς).
Κεντρικό θέμα στο δαχτυλίδι έχει μια γυναικεία θεότητα η οποία κατεβαίνει από τον ουρανό – Θεοφάνεια, μια που κάθεται στη γη και μία πάνω σε ένα πλοίο που έχει μορφή ιππόκαμπου. Με άλλα λόγια, η κίνηση της Θεάς από ένα βραχώδες ιερό σε ένα άλλο, συνθέτοντας μια συμβολική παράσταση με τον ουρανό, την γη και την θάλασσα. Δύο Ιερά Δέντρα που βρίσκονται σε δοχεία πάνω σε βωμούς ή λίθινες στήλες, πλαισιώνουν την παράσταση του δαχτυλιδιού.
Η ένωση της γης, του ουρανού και του ανθρώπου είναι προφανής, ενώ τα δέντρα αντιπροσωπεύουν αυτόν τον γήινο κόσμο και την αδιάκοπη ανανέωσή του που τελικά είναι η ίδια η αιώνια ζωή.
Στον μετα Μινωικό Ελληνικό πολιτισμό, τα δέντρα είναι έμψυχα, καθώς οι νύμφες Δρυάδες, κατοικούσαν μέσα σε κορμούς δέντρων κυρίως βελανιδιών. Οι Νύμφες στο σύνολό τους ήταν γυναικείες μορφές θεϊκής καταγωγής, στενά συνδεδεμένες με τον φυσικό κόσμο, συμβολισμός της ομορφιάς και συνάμα των κινδύνων του («Άπτεσθαι ξύλου», έλεγαν οι αρχαίοι Έλληνες, λόγω της πεποίθησής τους πως στα δένδρα κατοικούσαν οι νύμφες Δρυάδες-Αμαδρυάδες, χτυπούσαν τον κορμό των δέντρων για να επικαλεστούν την προστασία τους, καθώς οι νύμφες μπορούσαν να πραγματοποιήσουν τις ευχές των ανθρώπων).
Δύο ιδιαίτερες κατηγορίες Νυμφών ήταν οι Αμαδρυάδες και οι Μελίες. Οι διάφορες Νύμφες των δασών κατοικούσαν κοντά στα αγαπημένα τους δέντρα, ζούσαν μέσα σε αυτά, έπαιρναν τη μορφή τους, ή ακόμα και ταξίδευαν από κορμό σε κορμό. Στη Βιβλιοθήκη του Απολλόδωρου και στα Σχόλια εις Λυκόφρονα του Ιωάννη Τζέτζη (1110-1180), αναφέρεται πως ο Αρκάς, γιος της Καλλιστούς, έσωσε το δέντρο της Αμαδρυάδας Χρυσοπέλειας και από αυτήν απέκτησε δύο γιους, τον Έλατο και τον Αφείδα.
Στην αρχαία Αθήνα, το πρώτο ιερό ελαιόδεντρο δόθηκε από την Αθηνά ως δώρο στους κατοίκους των Αθηνών, και είχαν ληφθεί μέτρα για την προστασία του. Ακόμη και τα διάσπαρτα ελαιόδεντρα που εθεωρούντο κλώνοι του αρχικού, του μητρικού, εκείνου που είχε φυτέψει η Αθηνά στην Ακρόπολη, ήταν περιφραγμένα με σηκούς. Ένας ξύλινος φράκτης διαχώριζε τον ιερό χώρο της ελιάς από τον υπόλοιπο. Όποιος τον παραβίαζε ή τον κατέστρεφε κινδύνευε με αυστηρή τιμωρία, ακόμη και θανατική.
Η προστασία των δέντρων δημιούργησε τον θεσμό ης ανακήρυξης μεγάλων δασικών εκτάσεων σε ιερά άλση ή προστατευόμενες περιοχές. Τα άλση είναι αφιερωμένα σε διαφορετικούς θεούς. Το ιερό άλσος αποτελούσε ουσιαστικά ένα είδος ναού οριοθετημένο και αφιερωμένο στους Θεούς.
Άλλοτε πυκνοφυτεμένο και άλλοτε χωρίς καθόλου βλάστηση, όπως περιγράφεται από τον Παυσανία. Η πηγή συμπληρώνει τα ιερά άλση ως ένα αναπόφευκτο χαρακτηριστικό γνώρισμα και μάλλον απαραίτητη για το πότισμα των δέντρων. Ιεροί νόμοι προστάτευαν τα ιερά άλση από τη λεηλασία.
Η Ακαδημία αποτελεί το πιο ονομαστό ιερό άλσος, που εξελίχθηκε σε διακοσμητικό κήπο. Γύρω από το ιερό του Ακάδημου βρίσκονταν ο αρχικός πυρήνα του, ο οποίος σχηματίζονταν από 12 ελιές που προέρχονταν από την ιερή ελιά της Ακρόπολης. Στη συνέχεια φυτεύτηκαν γύρω τους κι άλλα δέντρα και θάμνοι καλλωπιστικού περιεχόμενου, που συνετέλεσαν στη μετατροπή, ενός αυθεντικού αγροτικού τοπίου σε διακοσμητικό κήπο.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί και το Λύκειο άλσος, που οι πρώτες φυτεύσεις του πραγματοποιήθηκαν γύρω από το ιερό του Απόλλωνα τον 6ο αιώνα π.Χ. και στη συνέχεια απόκτησε παγκόσμια φήμη χάρη στο Σωκράτη, ο οποίος σύχναζε και δίδασκε εκεί (δεύτερο μισό του 5ου αιώνα π.Χ.) και τον Αριστοτέλη, που λίγο αργότερα (335 π.Χ.) δημιούργησε εκεί κοντά την περιπατητική» σχολή του.
Οι νόμοι που προστάτευαν αυτά τα ιερά άλση ήταν πάρα πολλοί. Απαγορευόταν κάθε είδους ενέργεια που θα μπορούσε να προκαλέσει περιβαλλοντική αλλαγή στο τοπίο. Ο Παυσανίας γράφει πως απαγορευόταν, όχι μόνο το κόψιμο των δέντρων, αλλά ακόμα και να μαζέψει και να μεταφέρει κανείς ξύλα ή πεσμένα φύλλα. Το μεγαλύτερο παράπτωμα ήταν να βάλει κανείς φωτιά ή να ρυπαίνει τις πηγές, αδίκημα που επέσυρε φυσικά τις ανάλογες ποινές.
Από διαφόρους συγγραφείς (Παυσανίας, Ξενοφών κ.τ.λ.) μαθαίνουμε πως εξίσου σοβαρά παραπτώματα ήταν το κυνήγι και το ψάρεμα μέσα σε προστατευόμενες περιοχές. Επίσης, οποιαδήποτε άλλη παρέμβαση στα ιερά άλση, όπως η καλλιέργεια του εδάφους, απαγορευόταν αυστηρά. Τόσο στον Ηρόδοτο και τον Παυσανία, όσο και στην Ηλέκτρα του Σοφοκλή, η πιθανή οργή των θεών λειτουργούσε αποτρεπτικά, κάνοντας τους ανθρώπους να σέβονται τα ιερά δάση. Γενικά οι νόμοι διέφεραν από περιοχή σε περιοχή.
Στο σύνολο τους όμως οι τοπικοί δικαστικοί νόμοι προστάτευαν τα ιερά δάση από κάθε είδους παραβιάσεις και πολλά δάση, όπως μας γράφει ο Παυσανίας, είχαν ιερείς ως φύλακες. Ας σημειωθεί εδώ πως έχει βρεθεί στα δυτικά Ιμαλάια (κοντά στη περιοχή που ζουν οι Καλάς) Ελληνική επιγραφή από το πέρασμα του στρατού του Μεγάλου Αλεξάνδρου το οποίο που γράφει: «μη θηρεύεις, μη αλιεύεις, μη φονεύεις».
Και ο Θεός της βλάστησης και του γλεντιού ο Διόνυσος, σχετίζεται με τα δέντρα για αυτό τον λόγο ονομαζόταν «Δενδρίτης». Από κορμούς πεύκων και ελάτων οι αρχαίοι Έλληνες κατασκεύαζαν καράβια, και ο Διόνυσος ήταν προστάτης των ναυτικών. Στα αρχαία «Διονύσια» έβγαινε και παρέλαυνε ένα μικρό καράβι με ρόδες, που για ιστίο είχε ένα έλατο, το οποίο συμβόλιζε τον Διόνυσο. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, ο στολισμός του καραβιού ήταν μια πρακτική προς τιμή του δενδρίτη Διονύσου.
Σήμερα την θέση των καρπών έχουν πάρει στο Χριστουγεννιάτικο δέντρο, οι μπάλες που φυσικά δεν μοιάζουν τυχαία με καρπούς δέντρων. Πολλοί ερευνητές συσχετίζουν το Χριστουγεννιάτικο δέντρο με το αρχαίο Ελληνικό έθιμο της Ειρεσιώνης.
Η Ειρεσιώνη ήταν ένα κλαδί ελιάς, πάνω στο οποίο κρεμούσαν λευκές και κόκκινες κορδέλες από όπου έδεναν καρπούς από την φθινοπωρινή σοδειά: φρούτα, αμύγδαλα, καρύδια, δημητριακά, βελανίδια, ρόδια. Η κόκκινη κορδέλα συμβόλιζε το αίμα των ανθρώπων, και η λευκή το αίμα των θεών. Η κίνηση αυτή ήταν έκφραση ευχαριστίας για την γονιμότητα του έτους που τελείωνε, και παράκληση για εξακολούθηση της γονιμότητας και κατά το επόμενο.
Την Ειρεσιώνη όμως την κοσμούσαν στην αρχαία Ελλάδα, με καρπούς τον μήνα Οκτώβριο και όχι Δεκέμβριο, όπως συμβαίνει με το Χριστουγεννιάτικο δέντρο. Το έθιμο παρόλα αυτά δεν παύει να παραμένει το ίδιο.
Στα νεότερα χρόνια στην Ελλάδα ο στολισμός του Χριστουγεννιάτικου δέντρου καθιερώνεσαι με τους Βαυαρούς και τον Όθωνα, οι οποίοι το έφεραν από τη Γερμανία στην Ελλάδα. Με τη συμβολική μορφή, κυρίως, του δέντρου της ζωής φυσικά έχει προϊστορία που ανάγεται στα βάθη των αιώνων στην Ελλάδα, όπως προαναφέρθηκε.
Πηγή φωτογραφίας: neakriti.gr
Παραπομπή:
- Την πρώτη περιγραφή του αναθήματος την οφείλουμε στον Αριστοτέλη (απόσπ. στη Σούδα 1445. 5), ο οποίος, ωστόσο δεν αναφέρει τους Κερκυραίους. ο ίδιος σημειώνει ότι επρόκειτο για ένα αγαλμάτιο παιδιού, το οποίο στεκόταν επάνω έναν κίονα και κρατούσε μια μάστιγα στο χέρι, οι ιμάντες της οποίας, σειόμενοι ὑπ’ ἀνέμου προσέκρουαν στα μεταλλικά τοιχώματα ενός χάλκινου λέβητα, τοποθετημένου σε έναν δεύτερο κίονα, δίπλα στον πρώτο. η σύνδεση του αναθήματος με τους Κερκυραίους έγινε από τον Στράβωνα (7.7.6), ο οποίος αναφέρει ότι η μάστιγα που κρατούσε το αγόρι ήταν τριπλή και αλυσιδωτή με αστραγάλους. Σημειώνει μάλιστα με έμφαση, ότι από αυτήν τη μάστιγα, προήλθε η παροιμία Κερκυραίων μάστιξ, και συμφωνεί με τον πολέμωνα, περιηγητή του ύστερου 3ου – πρώιμου 2ου αι. π.Χ., ότι επρόκειτο για το περίφημο Δωδωναῖον χαλκεῖον, το οποίο έμελλε να καθιερωθεί ως έκφραση για αυτούς που μιλούσαν ακατάπαυστα (Στέφανος Βυζάντιος, στο λήμμα Δωδώνη).
Πηγές :
1. Ιερό δέντρο – τρυποπέρασμα στον Αχλαδέ, του Νίκου Ψιλάκη.
2. Ευάγγελος Ι. Μανωλάς, “Το Φυσικό Περιβάλλον στην Αρχαία Ελλάδα”, Έκδοση Τμήματος Δασολογίας και Διαχείρισης Περιβάλλοντος, και Φυσικών Πόρων του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης.