Κατάγονταν από την Κλαυδιόπολη. Οι πληροφορίες που έχουν διασωθεί είναι ανεξακρίβωτες, διότι οι μόνες γραπτές μαρτυρίες του έλληνα ιστορικού Διώνα του Κάσσιου είναι λίγες. Κατά το 130 μ.Χ. πνίγηκε στον Νείλο, θυσιάζοντας εκούσια την ζωή του για χάρη του Αυτοκράτορα Αδριανού.
Ο μυθος λεει οτι ο θάνατος κατέστησε τον Αντινοο αθάνατο. Ο Αδριανός διέταξε να αποδοθούν σε αυτόν θείες τιμές σε κάθε επαρχία της ανατολικής αυτοκρατορίας. Ναοί και βωμοί ανεγέρθησαν σε αυτόν σε κάθε σημείο της αυτοκρατορίας και ιδρύθηκαν εορτές και αγώνες στις μεγαλύτερες πόλεις της Ανατολής.Ο νέος θεός είχε τους ιερείς του και έδιδε χρησμούς, Οι Αφοσιωμένοι στην λατρεία του άνθρωποι αποκλήθηκαν Φιλαντίνοοι. Επί των βάθρων των εικόνων του εγγράφονταν «Αντίνοω συνθρόνω των εν Αιγύπτω θεώ». Κολέγιο στο δίπλα στη Ρώμη Lanuvium έφερε το όνομα «Collegium salutare Dianae et Antinoi».
Για τους Γαλάτες ήταν ότι ο θεός τους Belenus, ο Γαλατικός Απόλλων, «Antinoo et Beleno par aetas formaque par est» λέει μια μετρική επιγραφή. Η λατρεία του εξακολουθήθηκε μέχρι τον Ε’ αιώνα μ.Χ. οπότε έσβησε από τις ορμητικές πνοές του Χριστιανισμού.
Πολυάριθμα είναι τα μνημεία που διασώζουν την μορφή του και σε 150 υπολογίζονται τα γλυπτά (70 αυθεντικά). Σε 140 υπολογίζονται τα δαχτυλίδια με λίθο και οι πολύτιμες πέτρες. Οι εικόνες του είναι τα καλύτερα έργα του Β’ μ.Χ. αιώνα. Ο M. Reinach αναφέρει ότι αυτά είναι η τελευταία ιδεώδης δημιουργία της αρχαίας τέχνης, η οποία βρήκε μέσα της νέες δυνάμεις για να εξυμνήσει τον ευνοούμενο του Αδριανού και να μετάσχει της λύπης του κυρίαρχού του κόσμου. Περισσότερο από όλους τους κλάδους της αρχαίας τέχνης εμπνεύσθηκε από τον Αντίνοο ως ήρωα και θεό η νομισματική. Άπειρα είναι τα νομίσματα με την μορφή του Αντίνοου που καλούνται ως ελληνικά αυτοκρατορικά. Την μορφή του πιστεύεται ότι αποδίδει περισσότερο από κάθε άλλο μνημείο ένα μετάλλιο από την Αίγυπτο της Αντιόχειας. Στην τέχνη ο Αντίνοος απεικονίσθηκε ως Ερμής, Βάκχος, Απόλλωνας, Αγαθοδαίμονας, Ηρακλής, Αρισταίος, Γανυμήδης Η λατρεία του Αντίνοου ήταν διαδεδομένη σε κάθε περιοχή της Ανατολικής αυτοκρατορίας αλλά ιδίως εμφανίζονταν στην Αίγυπτο, Βιθυνία, Φρυγία, Αρκαδία και Αχαΐα, στην Αλεξάνδρεια, Αδριανούπολη, Νικόπολη της Ηπείρου, Κύμη, Σμύρνη, Άγκυρα, Άργος, Αθήνα και στο θρησκευτικό κέντρο των Ελλήνων στους Δελφούς. Στην Μαντινεία της Αρκαδίας, η οποία πιστεύονταν ότι ήταν η μητρόπολη της ιδιαίτερής του πατρίδας του Αντίνοου, είχε αναγερθεί προς τιμή του ναός και ιδιαίτερος οίκος στο γυμναστήριο της πόλης, ο οποίος είχε κοσμηθεί με πολλά αγάλματα και τοιχογραφίες και τελούνταν ανά 5ετία αγώνες (Αντινόεια) στο στάδιο που βρίσκονταν δίπλα στα τείχη. Αντινόεια τελούνταν και στην Αθήνα (εν άστει και στην Ελευσίνα), στα οποία λάμβαναν μέρος οι έφηβοι, στο Άργος και στην Αντινούπολη, όπως μετονομάσθηκε η αρχαία Αιγυπτιακή πόλη Βήσα, της οποίας ο Αντίνοος είχε καταστεί ο πολιούχος θεός.
Ο Αντίνοος θεωρήθηκε ως η προσωποποίηση του απόλυτου κάλλους και το όνομά του, η λέξη Αντίνοος, έγινε ταυτόσημη με την λέξη ωραίος, γι’ αυτό στην αρχαιότητα λέγονταν οι φράσεις «ωραίος ως ο Αντίνοος» και «ο νέος ούτος Αντίνοος».
Πηγή: theseus-aegean