Τα τείχη που προστάτευαν την πόλη της Βεργίνας έφερε στο φως ο αναπληρωτής καθηγητής Κλασικής Αρχαιολογίας του ΑΠΘ, Παναγιώτης Φάκλαρης, μαζί με τη διδάκτωρ κλασικής αρχαιολογίας, Βασιλική Σταματοπούλου. Πρόκειται για το… καλύτερα σωζόμενο τμήμα της οχύρωσης της αρχαίας πόλης, την οποία το ΑΠΘ ερευνά συστηματικά στη Βεργίνα. Σύμφωνα με το Π. Φάκλαρη, το τείχος εκτείνεται εξ ολοκλήρου στον αγρό ιδιοκτησίας Φιλώτα Μπέλα, γνωστό από τον παρακείμενο ταφικό τύμβο. Αποτελεί ένα από τα καλύτερα διατηρημένα τμήματα οχύρωσης που σώζονται στην κυρίως Μακεδονία.
Το τείχος βρέθηκε σε βάθος που φτάνει ως τα 4,5 μέτρα. Από το πλίνθινο αυτό τείχος, διατηρείται η λίθινη υποδομή του, με μέτωπα χτισμένα από αδρά δουλεμένους ασβεστόλιθους και πώρινους γωνιόλιθους με ποικίλο βαθμό επεξεργασίας κατά το ακανόνιστο σύστημα τοιχοδομίας. Το σωζόμενο ύψος του φτάνει τα 1.90 μ. και το πάχος του τα 2.80 μ. Σε κανονικά διαστήματα ενισχύεται με ημικυκλικούς και ορθογώνιους πύργους. Επίσης, στο τμήμα αυτό ανήκει και η κύρια, απ’ ότι φαίνεται, πύλη της πόλης, της οποίας η έρευνα συνεχίζεται. Η πύλη αυτή, αποτελεί από μόνη της ένα οχυρωματικό αρχιτεκτονικό συγκρότημα: δύο περιφερείς πύργοι υψώνονταν εκατέρωθεν της για να την προστατεύουν και δύο διαδοχικά θυρώματα έπρεπε να αντιμετωπίσει ο επίδοξος εκπορθητής της, βαλλόμενος ταυτοχρόνως από τους αμυνόμενους που μάχονταν από τους ειδικά διαμορφωμένους περιδρόμους που πλαισιώνουν το διάδρομό της.
Το όλο συγκρότημα συμπλήρωναν τέσσερις κλίμακες ανόδου στους πύργους και τους περιδρόμους της πύλης. Πρόκειται για την καλύτερα σωζόμενη πύλη της κυρίως Μακεδονίας και φαίνεται ότι βρισκόταν πάνω στην οδό που συνέδεε την αρχαία πόλη και την Άνω Μακεδονία με τα πλησιέστερα λιμάνια, της Πύδνας και της Μεθώνης. Χρονολογείται, όπως και το σύνολο της οχύρωσης της Βεργίνας, στα χρόνια της βασιλείας του Κασσάνδρου, στις αρχές του 3ου αι. π.Χ.