Τα παρακάτω κείμενα είναι του Ιωάννη Χρυσοστόμου και προέρχονται από την πολύτομη έκδοση «Έλληνες Πατέρες της Εκκλησίας» του χριστιανικού εκδοτικού οίκου «Γρηγόριος Παλαμάς» (1980). Ο Ιωάννης Χρυσόστομος χαρακτηρίζει ονομαστικώς τους Έλληνες:
• «Μωρούς»: τόμος 18, σελ. 17.
• «Εκφέροντες «λόγους ματαίους και ακαθάρτους»: 18,113.
• «Κυλιομένους ομού με πόρνους και μοιχούς…»: 18,115.
• «Δεισιδαίμονας»: 34,429.
• «Αιμομείκτας μετά μητέρων και αδελφών »: 34,459.
• «Ασοφωτέρους από τα ζώα»: 34, 497.
• «Εστιγματισμένους », «χειροτέρους από τους χοίρους που πασαλείβονται με περιττώματα», «κυνικά καθάρματα», «παναθλίους», «παμμιάρους», « αναισχύντους» κ. α.
Στο έργο του «Ερμηνεία εις την προς Ρωμαίους Επιστολήν» αναφέρει: «Που είναι τώρα οι σοφοί των Ελλήνων με τα πυκνά τους γένεια, με τους έξωμους χιτώνες τους και με τα παραφουσκωμένα λόγια; Όλη την βάρβαρη Ελλάδα ο σκηνοποιός (ο Παύλος) επέστρεψε (= εκχριστιάνισε). Ας είναι κι αυτός ανάμεσά τους ο περιβόητος Πλάτων, που τρεις φορές πήγε στη Σικελία, γεμάτος επίδειξη και κομπορρημοσύνη, μα κανείς δεν του έδωσε προσοχή. Όμως εκείνος ο σκηνοποιός όχι μόνο στη Σικελία, όχι μόνο στην Ιταλία αλλά και σ’ όλη την οικουμένη πέταξε και δεν σκανδάλισε, κι είναι φυσικό, γιατί οι διδάσκαλοι δεν καταφρονούνται από την εργασία τους αλλά απ’ τα ψέματά τους.»
• « Από που διδαχθήκατε τα αριστοτελικά διδάγματα; Ποιός προτίμησε τον Πλάτωνα από τα ευαγγέλια; Ποιός πέταξε έξω το κήρυγμα της (αληθινής ) πίστης κι έφερε μέσα την άπιστη αναζήτηση; Που έμαθες το αγέννητος και το γεννητός;» («Εν αρχή ην ο λόγος», παρ. β .)
• «Και γαρ άπαντα ταύτα από της κατά την φιλοσοφίαν την έξωθεν ανοίας ετίκτετο, και αύτη (= η ελληνική φιλοσοφία) ην των κακών η μήτηρ…» («Ομιλία Α πρ?ς Κορινθίους», τ. 18, σελ. 16.)
• «Ούτε γαρ περί Θεού ούτε περί κτίσεώς τι υγιές ευρείν ηδυνήθησαν εκείνοι (οι Έλληνες σοφοί)· αλλ’ άπερ η παρ’ ημίν χήρα επίσταται, ταύτα Πυθαγόρας ουδέποτε ήδει (= εγνώριζε)· αλλ’ έλεγον ότι θάμνος εστί και ιχθύς, και κύων γίγνεται η ψυχή. Τούτοις ουν, είπέ μοι, προσέχειν δει; Μεγάλοι εισίν εν τη κόμη εκείνοι, καλούς βοστρύχους (= κοτσίδες) τρέφουσι, και τρίβωνας αναβέβληνται (=φοράνε)· μέχρι τούτων αυτοίς η φιλοσοφία. Αν δε τα ένδοθεν ίδης, τέφρα και κόνις και υγιές ουδέν, αλλά τάφος ανεωγμένος ο λάρυγξ αυτών, πάντα ακαθαρσίας γέμοντα και ιχώρος (σ.σ. « ιχώρ»: το πύον η το δηλητήριο φιδιών), και τα δόγματα πάντα σκωλήκων.»
• «”Ουδείς θεραπεύει το κακόν δια του κακού, αλλά δια του αγαθού “· αυτά διδάσκουν μερικοί Έλληνες φιλόσοφοι. Ας αισχυνθώμεν λοιπόν, εάν, ενώ υπάρχει τοιαύτη φιλοσοφία εις τους ανοήτους Έλληνας, εμείς φαινόμεθα κατώτεροι.» («Ομιλία εις Ιωάννην», 51,3.)
• «Αν ξεκινήσουμε να παραθέτουμε τα δόγματά τους, θ’ ακολουθήση πολύ γέλιο («πολύς έψεται γέλως»).»
• «Που νυν εισί οι τους τρίβωνας αναβεβλημένοι, και βαθύ γένειον δεικνύοντες, και ρόπαλα τη δεξιά φέροντες, οι των έξωθεν (Ελλήνων ) φιλόσοφοι, τα κυνικά καθάρματα, οι των επιτραπεζίων κυνών αθλιώτερον διακείμενοι, και γαστρός ένεκεν πάντα ποιούντες;» («Εις τους ανδριάντας», ΙΖ .)
• «(Οι Έλληνες φιλόσοφοι) ποτέ δεν έκαμαν το σωστό, αλλά ήσαν δειλοί, φιλόδοξοι, αλαζόνες και είχαν ασυλλόγιστα πάθη» («Εις τον μακάριον Βαβύλαν», λόγος Β, παρ. στ ).
• «(Οι Έλληνες φιλόσοφοι και ρήτορες είναι) καταγέλαστοι και δεν διαφέρουν από τα παιδιά που λένε ανοησίες . Γιατί δεν μπόρεσαν να πάρουν με το μέρος τους ούτε ένα σοφό η άσοφο, ούτε άνδρα η γυναίκα, ούτε ένα μικρό παιδί από τόσα έθνη κι από τόσους λαούς, αλλά προκαλούσαν τόσα γέλια τα βιβλία που είχαν γράψει, ώστε, μόλις τα παρουσίαζαν, να εξαφανίζωνται, γι’ αυτό και χάθηκαν τα περισσότερα. Κι αν διασώθηκε κανένα και βρίσκεται κάπου, θα το έχουν σώσει οι χριστιανοί. Τόσο δεν φοβόμαστε μην πάθωμε κάποιο κακό από την έχθρα τους, τόσο περιφρονούμε την πολυμήχανη δραστηριότητά τους». («Εις τον μακάριον Βαβύλαν» και «Κατά Ιουλιανού και προς Έλληνας », λόγος Β, παρ. β .)
• «Και ο μεν πολλά ληρήσας (φλύαρος) Πλάτων σεσίγηκεν· ούτος (= ο Πέτρος) δε φθέγγεται… πανταχού γης και εις τα πέρατα της οικουμένης. Που νυν της Ελλάδος ο τύφος (=αλαζονεία); Που των Αθηνών το όνομα; Που των φιλοσόφων ο λήρος (=μωρολογία);… Τι ουν ουκ εις Πλάτωνα ενήργησεν ο Χριστός, ουδέ εις Πυθαγόραν, φησίν; Ότι πολλώ φιλοσοφωτέρα ην η Πέτρου ψυχή των ψυχών εκείνων . Εκείνοι μεν γαρ παίδες όντες ήσαν υπό της κενής δόξης περιτρεπόμενοι πανταχού… Ούτος (= ο Πλάτων) μεν ουν πάντα τον χρόνον ηνάλωσε περί δόγματα στρεφόμενος ανόητα και περιττά. Τι γαρ όφελος εκ του μαθείν, ότι μυία μετέπιπτεν, αλλ’ επέβαινε τη εν Πλάτωνι οικούση ψυχή; Ποίας ταύτα ου ματαιολογίας; Πόθεν δη τοιαύτα ληρείν επεβάλετο; Ειρωνίας μεστός ην ο ανήρ και ζηλότυπος προς άπαντας διακείμενος. Ώσπερ ουν φιλονεικών, μήτε οίκοθεν μήτε παρ’ ετέρου χρήσιμόν τι εισαγαγών· ούτω παρά μεν ετέρου την μετεμψύχωσιν εδέξατο, παρά δε εαυτού την πολιτείαν εισήγαγεν, ένθα τα πολλής αισχρότητος γέμοντα ενομοθέτησε… Ποίαν ουχ υπερβάλλει ταύτα άνοιαν ;… Αλλ’ ο κορυφαίος των φιλοσόφων, ως εδόκει, και όπλα ταις γυναιξί περιτίθησι, και κράνη, και κνημίδας, και κυνών ουδέν διαφέρειν, λέγει, το ανθρώπινον γένος… Αεί γαρ δι’ αυτών εσπούδασεν ο διάβολος.» («Κατά Ελλήνων»· «Σύγκρισις του Πλάτωνος προς Πέτρον», παρ. γ .)
• «Άθλιε και ταλαίπωρε (Λιβάνιε).» («Εις τον μακάριον Βαβύλα», παρ. ιη και ιθ ) [Ο φιλόσοφος Λιβάνιος υπήρξε διδάσκαλος του Χρυσοστόμου. Βλ. «2007: Έτος Ιωάννου Χρυσοστόμου», «Δ», τ. 301 η http://www.davlos.gr/pdf/20797.pdf.]