Kάπου, πάντα σαν από θαύμα υπήρχε μια πολιτεία. Δεν ήταν πολιτεία σαν τις δικές μας. Ήταν η πολιτεία του χρόνου. Η πολιτεία του «Όταν». Αποκομμένη απ' το δικό μας σύμπαν και πολύ διαφορετική απ' το δικό μας σύμπαν.
Η πολιτεία του «Όταν» είναι περίεργη. Δεν είναι σαν τις δικές μας συνηθισμένες πολιτείες. Είναι πολύ διαφορετική ακόμα κι απ' αυτές που μιλάνε τα παραμύθια, γιατί πολύ απλά ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΜΙΑ ΠΑΡΑΜΥΘΕΝΙΑ ΠΟΛΙΤΕΙΑ, ΕΙΝΑΙ ΠΙΟ ΑΛΗΘΙΝΗ ΑΠ' ΟΣΟ ΝΟΜΙΖΟΥΜΕ!
Σ' αυτή την πολιτεία οι κάτοικοι είναι πράγματα που υπήρχαν «Όταν»… Που έπαιρναν τη θέση τους στη πολιτεία «Όταν» ένας άνθρωπος σκεφτόταν ένα «Όταν».
Ας πούμε, «Εγώ όταν μεγαλώσω, θα γίνω γιατρός». Αυτά τα όντα έμοιαζαν με ανθρώπους. Όμως το σώμα τους έμοιαζε λίγο διάφανο και τα μάτια τους σαν να είχαν λίγο θαμπώσει.
Στη χώρα του «Όταν» τα πλάσματα αυτά τρέφονταν με σκέψεις που έκαναν οι άνθρωποι. Στα «Όταν» που μιλούσανε για πόλεμο άρεσαν οι σκέψεις οι λυπημένες.
Στα «Όταν» που μιλούσαν για χαρούμενες στιγμές άρεσαν οι χαρούμενες σκέψεις. Και τα όταν έτρωγαν, έτρωγαν σκέψεις του είδους τους, για να δυναμώσουν και να σταματήσουν να είναι «Όταν». Να γίνουν αλήθεια. Και όταν ένα «Όταν» το κατάφερνε ήταν πολύ ευχαριστημένο.
Έφευγε γρήγορα για το δικό μας κόσμο, για να πραγματοποιήσουν την αιτία για την οποία γεννήθηκαν.
Κάποια «Όταν» ήταν λίγο πιο περίεργα απ' τα άλλα. Κάποια «Όταν», για παράδειγμα, που μιλούσαν για νευριασμένα κοριτσάκια, ας πούμε αυτό της Ρόζας που έλεγε: «Όταν πάω στη θεία μου και δε θα περνάω καλά, θα κλαίγω, για να φύγω.». Αν σ' αυτό το «Όταν» άρεσει να τρώγει χαρούμενες σκέψεις θα περάσει τέλεια στη θεία της, και θα φωνάζει μόλις έρθει η μητέρα της να την πάρει.
Κάποια άλλα εξαφανίζονταν, γιατί αν ένα όταν τελικά δεν θα πραγματοποιηθεί, δεν υπάρχει πλέον λόγος να υπάρχει.
Στη χώρα των ανθρώπων, μια μέρα έφτασαν κάποια μεγάλα πουλιά. Τα πρόσωπά τους ήταν λες, από μετάξι.
Τα μάτια τους πεντακάθαρα σαν καθρέφτης. Τα φτερά τους σαν τόξα του ουρανού. Μα ανάμεσα σε αυτά τα υπέροχα φτερά, υπήρχαν πέντε-έξι σημεία που έμοιαζαν λίγο ψεύτικα, αλλά μέσα στην τόση ομορφιά, σ' αυτό θα κολλήσουμε; Ή μήπως όχι;
Όπως και να ‘χει, αυτά τα πουλιά είπαν στους ανθρώπους:
– Έχουμε να σας κάνουμε ένα δώρο, που αν το δεχτείτε, δε θα χρειαστεί να ξανασκεφτείτε. Το μυαλό σας θα ξεκουράζεται, δε θα χρειαστεί να κάνετε άσχημες σκέψεις!
Οι άνθρωποι, πριν το καλοσκεφτούν, είπαν:
– Φυσικά καλά μας πουλιά, πουλιά της ευτυχίας! Και ποιος δε χρειάζεται λίγη ξεκούραση! Μπρος καλά μου πουλιά! Ξεκινήστε το μεγάλο και σωτήριο έργο σας!
Τότε τα πουλιά βγάλανε ένα υπόκωφο κρώξιμο, που έμοιαζε λίγο με σαρκασμό, και ξαφνικά, όλα σταμάτησαν να κινούνται. Οι άνθρωποι όλοι πλέον ήταν ξένοι, χωρίς σκέψη δε μπορούσαν να μιλήσουν να κινηθούν, να δουλέψουν. Ο κόσμος των ανθρώπων έμεινε ακίνητος, η σκέψη όλων είχε παγώσει. Μόνο από ένστικτο, καμιά φορά κοιτούσαν τη μεριά των πουλιών και τότε τα μάτια τους και η καρδιά τους παίρνανε φωτιά από μίσος. Μα δε μπορούσαν να κάνουν τίποτα πια. Εκτός απ' το να τα κοιτάνε και να τα καταριούνται.
Στη χώρα του «Όταν», λόγω έλλειψης σκέψης, (Δε ξεχνάμε τα πουλιά στη χώρα των ανθρώπων), πολλά «Όταν» λιμοκτονούσαν και πέθαιναν, κι έτσι δε πήγαιναν στον κόσμο των ανθρώπων. Δεν υπήρχε πια λόγος να πάνε.
Μια μέρα στη χώρα του «Όταν» έφτασαν τα ίδια πουλιά και ρώτησαν:
– Έχουμε να σας κάνουμε δύο δώρα. Το πρώτο είναι να μπορέσετε να βασιλέψετε στους ουρανούς. Να έχετε την αιώνια εξουσία. Το δεύτερο είναι να επαναφέρουμε τη σκέψη στον κόσμο τον ανθρώπων.
Ένα απ' τα σοφότερα «Όταν» σκέφτηκε: «Μα γιατί εσείς δεν είσασταν που καταστρέψατε τη σκέψη»;
Τότε, πάλι αυτό το σοφό «Όταν» ανέβηκε στο βάθρο του ουρανού, και είπε:
– Αδέρφια μου, η εξουσία που μας προσφέρουν είναι ψεύτικη! Τι τη θέλουμε την εξουσία, αφού σύντομα θα μας την πάρουν, επειδή δε θα έχουμε να φαμε και θα αργοπεθαίνουμε όλοι, όπως και τώρα. Αυτά τα πουλιά από πάντα είχαν βασικό σκοπό να καταστρέψουν τη σκέψη. Την επιθυμία. Την ομορφιά.
Ο μόνος τρόπος να σταματήσουν όλα τα κακά που κάνανε, είναι να τα διώξουμε. Όταν αντιμετωπίζουν τη σωστή σκέψη, γίνονται τρομερά αδύναμα. Τι λετε λοιπόν; Φωνάζουμε όλοι μαζί: Δε θέλουμε τα δώρα σας!
Τότε όλοι επανέλαβαν: Δε θέλουμε τα δώρα σας! Δε θέλουμε τα δώρα σας! Και τότε τα πουλιά διαλύθηκαν στο φως, η σκέψη θριάμβευσε και πάλι.
Τώρα οι άνθρωποι σκέφτονταν, τα «Όταν» τρέφονταν με τις σκέψεις και πραγματοποιούσαν τις επιθυμίες του καθενός!
Συγγραφέας: Αθηνά Κουμελά, 11 ετών