Θα πρέπει ο ελεύθερος νέος να μπορεί να παρακολουθήσει και τα άλλα, τα λεγόμενα «εγκύκλια» μαθήματα, έτσι για να πάρει μια γεύση θα έλεγα (γιατί είναι αδύνατο να τελειοποιηθεί σε όλα), τη φιλοσοφία όμως θα πρέπει να τη λατρεύει.
Και για να διατυπώσω την γνώμη μου ετούτη κάπως παραστατικά: το να ταξιδέψεις σε πολλές πόλεις είναι καλό, όμως το να κατοικήσεις στην καλύτερη είναι χρήσιμο. Αλλά και ο Βίων ο φιλόσοφος, κάνοντας μια χαριτωμένη παρομοίωση έλεγε ότι, όπως οι μνηστήρες της Πηνελόπης, μη μπορώντας να συνουσιαστούν μαζί της, τα έφτιαχναν με τις υπηρέτριες της, έτσι και όσοι δεν μπορούν να τα βρουν με τη φιλοσοφία, χαραμίζονται σε άλλους τομείς της γνώσης που δεν αξίζουν τον κόπο.
Η φιλοσοφία, λοιπόν, θα πρέπει να είναι η κεφαλή της παιδείας. Για τη φροντίδα του σώματος οι άνθρωποι εφεύραν δυο επιστήμες, την ιατρική και τη γυμναστική’ η πρώτη τού δίνει υγεία κι η δεύτερη το μπολιάζει με ευεξία. Όμως για τις αρρώστιες και τα πάθη της ψυχής το μόνο φάρμακο είναι η φιλοσοφία.
Χάρη σ’ αυτήν και μέσω αυτής μπορούμε να γνωρίζουμε τι είναι καλό και τι αισχρό, τι είναι δίκαιο και τι άδικο, και γενικά τι επιλογές να κάνουμε στη ζωή και τι να αποφεύγουμε. Τι στάση να τηρούμε προς τους θεούς, προς τους γονείς, προς τους γεροντότερους, προς τους νόμους, προς τους ξένους, τους κυβερνήτες, τους φίλους, τις γυναίκες και τα παιδιά μας, τους δούλους. Ότι πρέπει να λατρεύουμε τους θεούς, να τιμούμε τους γονείς, να σεβόμαστε τους ηλικιωμένους, να πειθαρχούμε στους νόμους και στους κυβερνήτες, ν’ αγαπάμε τους φίλους, να είμαστε συνετοί με τις γυναίκες, στοργικοί με τα παιδιά, και να μη φερόμαστε προσβλητικά στους δούλους.
Και κυρίως, το να μην χαιρόμαστε υπερβολικά όταν όλα μας πάνε καλά μήτε να μας πιάνει θλίψη όταν μας τυχαίνουν συμφορές μήτε να κάνουμε έκλυτη ζωή μήτε να οργιζόμαστε και να γινόμαστε θηρία. Αυτά κρίνω πως είναι τα μεγαλύτερα αγαθά που έχει να προσφέρει η φιλοσοφία. Το να ευτυχείς με τρόπο αξιοπρεπή, είναι ένδειξη ανδρείας, όμως το να ευτυχείς με τρόπο που να μη προκαλείς το φθόνο δείχνει άνθρωπο που δεν έχουν πάρει τα μυαλά του αέρα’ κι αν δεν είσαι σοφός δεν μπορείς να υποτάσσεις τις ηδονές στη λογική’ όπως και το να συγκρατείς την οργή σου είναι κάτι που δεν μπορεί να το κάνει ο οποιοσδήποτε.
Τέλειους ανθρώπους θεωρώ εκείνους που μπορούν και συνδυάζουυ την πολιτική με την φιλοσοφία, κατέχοντας και τα δύο μέγιστα αγαθά: το να ’ναι η ζωή τους ωφέλιμη για την κοινωνία, καθώς θ’ ασχολούνται με τα δημόσια πράγματα, και συνάμα γαλήνια και ατάραχη, καθώς θα καταγίνονται με τη φιλοσοφία.
Υπάρχουν τρεις τρόποι ζωής: ο πρακτικός, ο θεωρητικός και ο απολαυστικός. Ο τελευταίος τρόπος, το να ζεις έκλυτα και να ’σαι δούλος των ηδονών, είναι ζωώδης και μικροπρεπής’ ο δεύτερος τρόπος, ο θεωρητικός, είναι ανώφελος γιατί χωλαίνει στην πράξη’ ενώ ο πρακτικός τρόπος, επειδή είναι άμοιρος φιλοσοφίας, είναι αγροίκος και πλανημένος. Πρέπει λοιπόν να καταβάλλει κανείς τη μεγαλύτερη προσπάθεια, και να μετέχει στα κοινά και να καταγίνεται με τη φιλοσοφία, όσο το επιτρέπουν ot περιστάσεις.
Έτσι έζησαν μες στην κοινωνία ο Περικλής και ο Αρχύτας ο Ταραντίνος’ όπως και ο Δίων ο Συρακούσιος και ο Επαμεινώνδας ο Θηβαίος, που κι οι δυο τους υπήρξαν φίλοι του Πλατωνα. (Περί παίδων αγωγής, αποσπ.).
Πατέρες και γιοι
Αυτά που θα πω τώρα, θίγουν την ανθρώπινη πλευρά του ζητήματος: το ξαναλέω, δεν έχω καμιά αξίωση να δείχνουν οι πατεράδες σκληρό και άκαμπτο χαρακτήρα’ αντίθετα, να θυμίζουν στον εαυτό τους πως και αυτοί υπήρξαν νέοι, και συχνά να συγχωρούν κάποια σφάλματα του παιδιού. Κι όπως οι γιατροί ανακατεύουν τα πικρά φάρμακα με γλυκούς χυμούς, επινοώντας έτσι έναν τρόπο να πετύχουν το ωφέλιμο μέσω της ευχαρίστησης, έτσι θα πρέπει και οι πατέρες την αυστηρότητα της επιτίμησης να την συνδυάζουν με την πραότητα, και πότε να χαλαρώνουν τα ηνία και να κάνουν παραχωρήσεις στις επιθυμίες των παιδιών, και άλλοτε πάλι να σφίγγουν τα λουριά’ και πάνω απ’ όλα να αντιμετωπίζουν τα σφάλματα των παιδιών με ηρεμία —κι αν όχι, η οργή τους ας είναι προσωρινή κι ας μαλακώνει γρήγορα.
Καλύτερα ένας οξύθυμος πατέρας παρά ένας μονίμως δύσθυμος’ γιατί ο εχθρικός πατέρας που δεν σηκώνει κουβέντα, με τον τρόπο του αποδεικνύει ότι αντιπαθεί το παιδί του. Καλό είναι, καμιά φορά να προσποιείται ότι δεν τα βλέπει μερικά στραβοπατήματα, ότι δήθεν λόγω προχωρημένης ηλικίας δεν καλοβλέπει και δεν ακούει καλά, ακριβώς όπως και σε άλλες περιπτώσεις κάποια πράγματα τα βλέπει κι είναι σα να μη τα βλέπει ή τα ακούει και κάνει πως δεν τ’ ακούει. Των φίλων μας τα λάθη τα δεχόμαστε’ τι το παράδοξο, να δεχτούμε και των παιδιών μας; Εδώ, τόσες και τόσες φορές παραβλέψαμε το ότι ένας δούλος μας ήταν τύφλα στο μεθύσι, και δεν τον μαλώσαμε.
Κατά καιρούς είσαι σφιχτοχέρης με το γιο σου’ όμως δίνε του κιόλας. Κάποτε αγανακτάς’ μάθε και να υποχωρείς. Εκείνος χρησιμοποίησε τον υπηρέτη για να σε ξεγελάσει’ εσύ δώσε τόπο στην οργή. Πήρε την άμαξα από το χωράφι’ όταν γύρισε σπίτι μύριζε κρασί από το χθεσινοβραδυνό μεθύσι’ αγνόησέ το. Βρωμοκοπάει αρώματα’ τσιμουδιά εσύ. Η νιότη που σκιρτάει, μόνο έτσι δαμάζεται.
Και όσους είναι πλέον υποταγμένοι στις ηδονές και κωφεύουν στις επιπλήξεις, ας επιχειρήσουμε να τους δεσμεύσουμε παν-τρεύοντάς τους, γιατί ο γάμος είναι το πιο σίγουρο χαλινάρι της νιότης. Και μάλιστα, θα πρέπει η γυναίκα που θα πάρει να μην είναι ανώτερή του, μήτε στην καταγωγή μήτε στα πλούτη’ είναι σοφή η συμβουλή που λέει, «πάρε γυναίκα στα μέτρα σου». Όποιος παίρνει γυναίκα πολύ καλύτερή του δεν είναι σύζυγος γυναίκας μα δούλος της προίκας χωρίς να το ξέρει.
Θα προσθέσω εν συντομία λίγα ακόμα και θα τελειώσω με τις συμβουλές: Πάνω απ’ όλα, θα πρέπει οι πατέρες όχι μόνο να αποφεύγουν τα σφάλματα, αλλά να κάνουν ό,τι χρειάζεται για να αποτελέσουν οι ίδιοι ζωντανό παράδειγμα για τα παιδιά τους, κι ο τρόπος ζωής τους να γίνει ένας καθρέφτης που κοιτώντας τον τα παιδιά τους να αποστρέφονται τα αισχρά έργα και λόγια.
Γιατί κάποιοι που επιτιμούν τους γιους τους τη στιγμή που κι οι ίδιοι πέφτουν στα ίδια σφάλματα, δεν το καταλαβαίνουν πως στην πραγματικότητα επιτιμούν τον ίδιο τον εαυτό τους. Κι αν η ζωή τους είναι γενικά φαύλη, τότε δεν έχουν δικαίωμα ούτε τους δούλους τους να επιτιμήσουν, πόσο μάλλον τους γιους τους. Για να μη πω ότι γίνονται οι ίδιοι δάσκαλοι και σύμβουλοι του κακού (…)
Βέβαια, το να εφαρμοστούν όλες οι παραπάνω συμβουλές είναι περισσότερο ευχής έργον παρά κάτι που μπορεί να επιτευχθεί με παραινέσεις’ όμως οι περισσότερες -αν και χρειάζεται καλή τύχη και πολλή προσοχή- δεν είναι ακατόρθωτες για την ανθρώπινη φύση.
Ανεξαρτησία της εκπαίδευσης
Το μυαλό δεν είναι ένα βάζο που πρέπει να γεμίσει. Είναι σαν ένα δεμάτι ξύλα, που θέλει ένα προσάναμμα μόνο για ν’ ανάψει η φλόγα της αναζήτησης κι η λαχτάρα για την αλήθεια. Όπως όταν πάει κανείς να ζητήσει φωτιά από τον γείτονα, και βρίσκοντας εκεί στο τζάκι αναμμένη μια μεγάλη και λαμπρή φωτιά, κάθεται για ώρα και ζεσταίνεται, με τον ίδιο τρόπο, πηγαίνοντας κανείς σε κάποιον άλλο για να «μεταλάβει τον λόγο», δεν αντιλαμβάνεται ίσως ότι πρέπει ο ίδιος να ανάφει ένα δικό του φως και να διαμορφώσει δική του σκέψη, παρά κάθεται χαρούμενος και ακούει, επειδή τον θέλγει η ακρόαση.
Κι αυτά που διδάσκεται του δίνουν εξωτερικά μια λάμψη’ όμως τη μούχλα εντός του και το σκοτάδι της ψυχής δεν τα ’χει θερμάνει ούτε τα ’χει αποδιώξει με τη δύναμη της φιλοσοφίας.* Αν λοιπόν χρειάζεται μια συμβουλή για το πώς να ακούει κανείς τη διδασκαλία, η συμβουλή είναι, να θυμάται ότι ταυτόχρονα με τη μάθηση πρέπει να ασκείται στην έρευνα και ανακάλυψη (την ευρεσιν), έτσι ώστε να μη γίνεται κάτοχος γνώσεων πληροφοριακού ή σοφιστικού χαρακτήρα, αλλά γνώσεων που τις οφείλει στη δική του νόηση και στη φιλοσοφία,** έχοντας ως βασική αρχή για το καλώς ζην το καλώς ακούειν. (Περί τοΰ ακούειν, απόσπ.)
Από το βιβλίο «Η αποστολή της Ελλάδας» του sir Richard Livingstone . Εκδόσεις: Θύραθεν. Πρόλογος – Μετάφραση Γ. Αβραμίδης