Παρέμβαση της «Σύμπραξης Ο.Κ.Π» Στην ειδική επιτροπή θεσμών και διαφάνειας της Βουλής για το ζήτημα της νομοθετικής πρωτοβουλίας που αφορά τις Μ.Κ.Ο
Αυτό το διάστημα έχει ξεκινήσει στην Βουλή, στην επιτροπή θεσμών και διαφάνειας, ένας κύκλος συζητήσεων για το ζήτημα της διαφθοράς στο χώρο των Μ.ΚΟ με σκοπό την νομοθετική αντιμετώπιση του θέματος.
Η Σύμπραξη Ο.Κ.Π θεωρεί την συζήτηση αυτή αποπροσανατολιστική εάν δεν τεθεί ταυτόχρονα το θέμα της υφαρπαγής των πόρων του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Ταμείου που ανήκουν στις οργανώσεις των πολιτών με παρανομίες του κράτους.
Ακολουθεί το κείμενο της παρέμβασης:
Λαμβάνοντας υπόψη την πρόθεση της επιτροπής θεσμών και διαφάνειας της Βουλής να προωθήσει νέο νόμο για την αντιμετώπιση της διαφθοράς και διασπάθισης δημόσιου χρήματος στο χώρο των Μ.Κ.Ο έχουμε να επισημάνουμε τα ακόλουθα.
Πρώτον, το πρόβλημα όπως τίθεται από την επιτροπή και όπως παρουσιάζεται στην δημοσιότητα αφορά μόνον το 5%των οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών, που παίρνουν προγράμματα από την ΥΔΑΣ και ενδεχομένως προγράμματα της δια βίου μάθησης και σε καμία περίπτωση το 95%των οργανώσεων της κοινωνίας πολιτών που δεν παίρνουν κανένα πρόγραμμα από το κράτος η παίρνουν ελάχιστες επιχορηγήσεις από Δήμους ή Νομαρχίες της τάξεως από 1.000 εώς 10.000 το χρόνο. Άρα ένα νομοθέτημα που περιορίζεται στην αντιμετώπιση μόνον αυτού του ζητήματος δεν αφορά το σύνολο των Μ.Κ.Ο επομένως ατυχώς συνδέεται για επικοινωνιακές σκοπιμότητες με το σύνολο των οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών.
Δεύτερον, το ζήτημα όμως που αφορά το 95%των οργανώσεων κοινωνίας των πολιτών είναι το ίδιο το κράτος που υφαρπάζει πόρους που προορίζονται από το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο (Ε.Κ.Τ) και άλλα κοινοτικά κονδύλια για την κάλυψη δικών τους γραφειοκρατικών αναγκών και τα μεγέθη είναι εδώ πολύ μεγαλύτερα από ενδεχόμενες αστοχίες που γίνονται από αυτό το 5%των Μ.Κ.Ο που βρίσκονται στο στόχαστρο.
Άρα με ποια κριτήρια η επιτροπή της Βουλής διατρανώνει το πρώτο ζήτημα και αποσιωπά το δεύτερο.
Μήπως για να ρίξει το ανάθεμα όλης της κακοδιαχείρισης και ανομίας του κράτους στο 95% των οργανώσεων της κοινωνίας πολιτών όχι μόνον δε φταίνε σε τίποτα αλλά στην ουσία είναι και θύματα της κληροκρατίας που εκκολάπτεται από το ίδιο το κράτος.
Τρίτον, το ερώτημα είναι με ποια φιλοσοφία και με ποια κριτήρια πηγαίνει η επιτροπή να λύσει το πρόβλημα ροπής προς διαφθορά των Μ.Κ.Ο όπως παρουσιάζεται;
Ενισχύοντας νομοθετικά τις υποδομές εθελοντισμού και κοινωνικού κεφαλαίου και κοινωνικού ελέγχου στη χώρα μας ή ενισχύοντας τα επαγγελματικά κριτήρια πιστοποίησης επί των πιστοποιήσεων για να δημιουργηθούν άλλου είδους ¨κλειστά επαγγέλματα¨ του οικολόγου, του ανθρωπιστή και του πολιτιστικού ατζέντη και μια απέραντη γραφειοκρατία. Γιατί αυτό λίγο πολύ συμβαίνει τελευταία και φοβούμεθα ότι η φιλοσοφία της νομοθετικής πρωτοβουλίας μέχρι στιγμής ενισχύει τη δεύτερη εκδοχή.
Γιατί και σήμερα υπάρχει νομοθετικά η πρόληψη με διάφορες πιστοποιήσεις από το κράτος υπάρχει και η καταστολή της απάτης. Το ζήτημα είναι ότι το κράτος το ίδιο παρουσιάζει διαχειριστική ελεγκτική ανεπάρκεια για να εφαρμόσει την πρόληψη αλλά και την καταστολή .
Και θα δώσω ένα χαρακτηριστικό πρόσφατο παράδειγμα όταν η διαχειριστική αρχή από την κοινωνία της πληροφορίας ζητά από τις Μ.Κ.Ο διαχειριστική επάρκεια για να ενταχθούν σε κοινοτικό πρόγραμμα μια από τις πολλές προϋποθέσεις ήταν να είναι εγγεγραμμένες στο οικείο
Μητρώο του Υπουργείο που ανήκουν.
Οι περιβαλλοντικές οργανώσεις, λοιπόν, δε μπόρεσαν να πάρουν διαχειριστική επάρκεια γιατί το Υπουργείο Περιβάλλοντος δεν τηρεί πλέον το μητρώο του και γνωρίζουμε ότι σε αυτό το πρόβλημα μολονότι το έχουμε θέσει και έχει γίνει και επερώτηση στη Βουλή.
Έτσι, εκατοντάδες ανάλογα προβλήματα αντιμετωπίζουν οι Μ.Κ.Ο από τη δυσλειτουργία του κράτους και την καταπάτηση των δικαιωμάτων τους. Ενώ ταυτόχρονα υπάρχει ένα τεράστιο οπλοστάσιο νόμων τήρησης νομιμότητας κατακερματισμένου σε διάφορα υπουργεία και το μόνον που χρειάζεται είναι η κωδικοποίηση αυτής της νομοθεσίας και εναρμόνιση της με κοινοτικές οδηγίες. Δηλαδή με άλλα λόγια χρειάζεται και εδώ αυτό που λέγεται συχνά στις ελλειμματικές δημοκρατίες ένας νόμος για την εφαρμογή των νόμων.
Γιατί και τα διάφορα φίλτρα της πρόληψης της κακοδιαχείρισης των πόρων υπάρχουν για να πάρει μια Μ.Κ.Ο π.χ ένα επιδοτούμενο πρόγραμμα από 30.000 και πάνω. Υπάρχουν αυστηρές προδιαγραφές όπως το ότι πρέπει μια Μ.ΚΟ να είναι γραμμένη στο μητρώο του Υπουργείου, να έχει πιστοποιηθεί , να έχει διαχειριστική επάρκεια, να έχει μόνιμες δομές και μόνιμο απασχολούμενο επιστημονικό δυναμικό. Είναι αναγκασμένη δηλαδή να λειτουργεί σε επιχειρηματική και επιχειρησιακή βάση και με επαγγελματισμό που ελάχιστες εθελοντικές οργανώσεις μπορούν να εξασφαλίσουν. Γι αυτό ένα ελάχιστο ποσοστό από αυτές έχει σχέση με τις κρατικές επιχορηγήσεις.
Τι άλλο θα μπορούσε να προσθέσει προληπτικά είναι ένας νέος νόμος για την χρηστή διαχείριση των πόρων που αναλαμβάνει μια οργάνωση, από τη στιγμή που η ποινικοποίηση της απάτης και προπορισμού δημόσιων πόρων προς ίδιον όφελος είναι δεδομένη.
Ακούσαμε το επιχείρημα ότι το σύστημα χρηματοδότησης των Μ.Κ.Ο θα πρέπει να αποκτήσει αντικειμενικά κριτήρια π.χ όπως το Α.Σ.Ε.Π. Οι οργανώσεις δηλαδή να αξιολογούνται με μόρια και αντικειμενικά κριτήρια και με αυτό τον τρόπο να χρηματοδοτούνται.
Εδώ νομίζουμε ότι το παράδειγμα είναι ατυχές για να μην πούμε καθαρός παραλογισμός. Οι οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών δεν είναι φυσικά πρόσωπα για να αξιολογηθούν για τις σπουδές τους και τα ατομικά επαγγελματικά τους προσόντα. Δεν είναι κερδοσκοπικές επιχειρήσεις για να αξιολογηθούν για τα κεφάλαια τους με τραπεζικά κριτήρια όπως αξιολογούνται οι ιδιωτικές επιχειρήσεις. Πρόκειται για εθελοντικές οργανώσεις και ο μόνος τρόπος να αξιολογηθούν είναι από το κοινωνικό κεφάλαιο που συνθέτουν και την κοινωνική προστιθέμενη αξία στην αλληλεγγύη, το περιβάλλον, τον πολιτισμό. Διαφορετικά θα πρέπει να εγκαταλείψουν τον μη κερδοσκοπικό και μη κυβερνητικό χαρακτήρα και να αναθέσει το κράτος αυτόν τον ρόλο στις επιχειρήσεις της αγοράς. Εδώ όμως υπάρχει ένα άλλο πρόβλημα, τα κονδύλια που μοιράζει το ελληνικό κράτος προς τις Μ.Κ.Ο και τον τομέα της οικονομίας είναι κυρίως ευρωπαϊκά κονδύλια και δε μπορεί να νομοθετήσει ερήμην της Ε.Ε αποκλείοντας εντελώς τις Μ.Κ.Ο γι αυτό προφανώς μεθοδεύεται και ο περιορισμός των Μ.Κ.Ο.
Με βάση της περιρρέουσα ατμόσφαιρα στην Βουλή και τα κόμματα και τα δημοσιεύματα στον τύπο, βλέπουμε ΝΑ εξυφαίνεται ένα σχέδιο περιορισμού των πόρων και των χρηματοδοτήσεων προς τις οργανώσεις της κοινωνίας πολιτών με πρόσχημα και προπέτασμα καπνού τη διαφθορά που παρουσιάζεται σε ένα ιδιαίτερο κομμάτι των Μ.Κ.Ο, που καμιά σχέση όμως δεν έχει με τη συντριπτική μερίδα του χώρου.
Το πρόβλημα που παρουσιάζεται στο χώρο είναι κυρίως πολιτικό και θεσμικό έλλειμμα διαχείρισης των κοινοτικών κονδυλίων και όχι νομικίστικο όπως παρουσιάζεται για την αντιμετώπιση της διαφθοράς.
Είναι κατ΄εξοχήν πρόβλημα κρατικής γραφειοκρατίας που επιβαρύνει με τεράστιο γραφειοκρατικό κόστος και καθυστερήσεις ,την υλοποίηση των προγραμμάτων, που σε πολλές περιπτώσεις φτάνει και το 30% και όχι ζήτημα έλλειψης νόμων για ποινικές κυρώσεις όταν παρουσιάζονται ανομίες. Το γεγονός της ατιμωρησίας δεν τεκμηριώνει την έλλειψη νόμων, αλλά την έλλειψη πολιτικής βούλησης να εφαρμοστούν οι νόμοι προς όλες τις κατευθύνσεις και κυρίως εκεί που οι κρατικές υπηρεσίες μεροληπτούν και υποπίπτουν σε παράβαση καθήκοντος.
Άρα σύμφωνα με τα παραπάνω, επειδή εμείς δε βλέπουμε πουθενά κενό νόμου για την πάταξη της διαφθοράς όπου αυτή παρουσιάζεται, και ειδικότερα στα νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου όπως είναι και οι μη κυβερνητικές οργανώσεις. Δεν βλέπουμε τι περισσότερο μπορεί να προστεθεί στην ποινικοποίηση της απάτης κατά του δημοσίου, των ψευδών δηλώσεων, πιστοποιητικών και παραστατικών που ενδεχομένως υποπίπτουν οι οργανώσεις που εμπλέκονται σε υποθέσεις διαφθοράς.
Επομένως ποιο κενό νόμου θέλει να καλύψει ένας νέος νόμος.
Επειδή, εμείς δεν βλέπουμε σε αυτή την ιστορία παρά μόνον την ατιμωρησία κρατικών λειτουργών, διαχειριστικών αρχών και διαφόρων αξιωματούχων που κατά παράβαση καθήκοντος μεροληπτούν, κάνουν πελατειακές σχέσεις, δεν ελέγχουν σωστά αυτούς που υλοποιούν προγράμματα, προτείνουμε να κωδικοποιηθεί η νομοθεσία σε όλα τα ζητήματα παράβασης καθήκοντος των δημόσιων λειτουργών που έχουν αυτή την ευθύνη, όπως και εκείνων που έχουν καθήκον να εφαρμόζουν την κοινοτική νομοθεσία στην Ελλάδα. Δεν μπορούν για παράδειγμα να παραμένουν ατιμώρητοι αυτοί που έκαναν stage για παράνομες προσλήψεις στο δημόσιο πόρους του Ευρωπαϊκού Κοινοτικού Ταμείου και πολλές άλλες παρόμοιες ενέργειες και να ρίχνεται το ανάθεμα συλήβδην για την διαφθορά στην Ελλάδα και στις Μ.ΚΟ
Εάν χρηματοδοτήθηκαν παράνομα κάποιες από αυτές ,τι πιο αυτονόητο, να ελεγχθούν αυτές και οι ελεγκτές τους.
Η άλλη σπουδή η οποία παρουσιάζεται εάν δεν είναι πολιτική αφέλεια σε καιρούς πονηρούς, είναι πισώπλατο χτύπημα στις οργανώσεις της κοινωνίας πολιτών και στο ρόλο τους. Πισώπλατο χτύπημα για να στερηθούν αυτούς τους πόρους, πόρους τους οποίους δίνει η Ευρωπαϊκή Ένωση στις οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών και να μεταφερθούν αυτοί για ανάγκες του κράτους με το πρόσχημα ότι όλες είναι διεφθαρμένες, έτσι ώστε να μείνουν μόνο εκείνες που έχουν μεγάλο οικονομικό κεφάλαιο και επαγγελματικό προσωπικό και μπορούν να πιστοποιηθούν δημιουργώντας δηλαδή ένα κλειστό επάγγελμα. Γιατί οι προϋποθέσεις ελέγχου υπάρχουν ήδη από το απαιτούμενο της διαχειριστικής επάρκεια η οποία απαιτείται πλέον από τις Μ.ΚΟ και ας σημειώσουμε είναι ελληνική πατέντα στον ευρωπαϊκό χώρο γιατί η Ε.Ε δε ζητάει τέτοιες πιστοποιήσεις.
Το ερώτημα, λοιπόν, παραμένει ,τι νομοθετική πρωτοβουλία θέλει να πάρει η επιτροπή θεσμών και διαφάνειας. Μια πρωτοβουλία που μετασχηματίζει τις Μ.Κ.Ο σε ¨κλειστό επάγγελμα¨ η θέλει να ενισχύει τις εθελοντικές οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών όπως έχει υποσχεθεί ο σημερινός πρωθυπουργός Γιώργος Παπανδρέου.
Προφανώς, ορισμένοι Βουλευτές από το ¨βαθύ κράτος του ΠΑΣΟΚ¨ και το βαθύ κράτος της Νέας Δημοκρατίας¨ και των άλλων κομμάτων δεν έχουν αντιληφθεί, όπως ο κοινωνιολόγος πρωθυπουργός μας ότι ο ρόλος των Μ.Κ.Ο είναι να υπερασπίσουν με δράσεις αλληλεγγύης την ¨κοινωνία των αδυνάτων¨ και όχι την κοινωνία των ισχυρών. Δεν αντιλαμβάνονται ότι πολλές τεχνοκρατικές πιστοποιήσεις και ο επαγγελματισμός που θέλουν να επιβάλλουν με πρόσχημα τη διαφάνεια , σκοτώνουν το πνεύμα της αλληλεγγύης και του εθελοντισμού που εκφράζουν οι πολυποίκιλες και χιλιάδες οργανώσεις στην χώρα. Δεν αντιλαμβάνονται πως οι κοινωνικά αποκλεισμένοι, οι άνεργοι, οι ηλικιωμένοι, οι επαναστάτες, οι τσιγγάνοι και πολλοί άλλοι κολασμένοι αυτής της κοινωνίας δεν κρίνονται και δε μπορούν να κριθούν με κριτήρια Α.Σ.Ε.Π
Το Α.Σ.Ε.Π μπορεί να έλυσε το πρόβλημα πρόσληψης των δημοσίων υπαλλήλων, δε μπορεί όμως να λύσει το πρόβλημα της κοινωνίας των 2/3 που βρίσκονται έξω από τα προνόμια του δημοσίου. Και αυτό το πρόβλημα έχει κυρίως να αντιμετωπίσει και η Βουλή των Ελλήνων, την εξέγερση των αποκλεισμένων κολασμένων που οι οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών στην Ευρώπη προσφέρουν μια αξιόπιστη λύση μέσω της κοινωνικής οικονομίας. Ενώ εδώ εξωθούνται να περάσουν στην καταγγελία του όλου συστήματος
Γι αυτό το νομοσχέδιο που πρέπει να προωθήσει και να συζητήσει η Βουλή άμεσα αλλά δεν πρέπει να είναι ένα νομοσχέδιο καταστολής αλλά ένα νομοσχέδιο για την ανάπτυξη της κοινωνικής οικονομίας στη χώρα μας, της μόνης διεξόδου από από τον οικονομικό και κοινωνικό αποκλεισμό μεγάλων τμημάτων της κοινωνίας. Επ’ αυτού του νομοσχεδίου έχουμε να καταθέσουμε σειρά από συγκεκριμένες προτάσεις.