Ο Επίκουρος στηρίζει την φυσική του θεωρία στην ατομική φυσική του Λεύκιππου και του Δημόκριτου την οποία διόρθωσε και συμπλήρωσε, και στη βιολογική ηθική του Αριστοτέλη, δημιουργώντας μια συνεκτική οντολογία.
Σύμφωνα με την ατομική θεωρία τα αρχικά στοιχεία είναι τα ἂτομα και το κενόν. Τα άτομα είναι τα ελαχιστότατα κομμάτια της ύλης, αόρατα και άπιαστα, αντιληπτά μόνο με τη νόηση, στερεά, χωρίς κενά μέσα τους. Δεν μπορούν να τεμαχιστούν ή να διαλυθούν ούτε να καταστραφούν. Για το λόγο αυτό ονομάστηκαν άτομα (άτμητα ) από το ρήμα τέμνω. Είναι άναρχα και αιώνια και μένουν αναλλοίωτα στις ενώσεις και στους χωρισμούς. Κενόν είναι ο άδειος χώρος . Σ΄αυτόν μέσα βρίσκονται τα άτομα, που κινούνται και ενώνονται σε άπειρους συνδιασμούς και δημιουργούν τον υλικό κόσμο.
Οι βασικές αρχές της φυσικής θεωρίας του Επίκουρου μπορούν να συνοψιστούν στα εξής:
1. Τίποτα δεν δημιουργείται από το τίποτα.
2. Ο κόσμος δεν δημιουργήθηκε από θεία παρέμβαση.
3. Ακόμα και αν υπάρχουν θεοί, αυτοί δεν επιδρούν στο φυσικό κόσμο.
4. Η ύλη δεν καταστρέφεται σε τίποτα.
5. Πρωταρχικά στοιχεία της ύλης είναι μικρά αδιαίρετα άφθαρτα σωματίδια ( άτμητα σωμάτια = άτομα).
6. Τίποτα δεν μπορεί να γίνει αισθητό αν δεν έχει υλική υπόσταση. Τίποτα δεν υπάρχει εκτός από τα άτομα και το κενό ανάμεσά τους.
7. Όλα τα σώματα, είτε είναι άτομα, είτε προέρχονται από ένωση ατόμων.
8. Το σύμπαν είναι άπειρο. Δεν βρισκόμαστε στο κέντρο του σύμπαντος, αλλά είμαστε ένας από τους αναρίθμητους κόσμους του σύμπαντος.
9. Τα άτομα βρίσκονται σε διαρκή κίνηση μέσα στο κενό. Μπορούν να συνεχίσουν σε ευθεία, να συγκρουστούν, να αλλάξουν κατεύθυνση, να ενωθούν με άλλα άτομα στη δημιουργία σύνθετων σωμάτων.
10. Οι κόσμοι και τα έμβια όντα δημιουργούνται από τυχαία γεγονότα λόγω της χαοτικής κίνησης των ατόμων.
11. Αυτό που αποκαλούμε «ψυχή» είναι σωματική οντότητα με υλικά χαρακτηριστικά και δεν συνεχίζει να υπάρχει μετά τον θάνατο.
12. Η αίσθηση είναι αξιόπιστη, διότι δεν μπορεί να αμφισβητηθεί από κάτι άλλο πιο αξιόπιστο από αυτήν.
Στην επιστολή προς τον Ηρόδοτο, ο Επίκουρος παραθέτει μια επιτομή της φυσικής του κοσμοθεωρίας, η οποία διασωθηκε στο έργο του Διογένη Λαέρτιου « Βίοι Φιλοσόφων» στο 10ο τόμο και αποτελεί περίληψη του έργου του «Περί Φύσεως», που αποτελείτο από 37 βιβλία. Η επιτομή αυτή ονομάζεται από τον Επίκουρο «στοιχείωσις», δηλαδή στοιχειώδης διδασκαλία, σαν παράγωγη λέξη από το στοιχείο και περιλαμβάνει τις βασικές αρχές ( στοιχειώματα ) της Επικούριας φυσικής θεωρίας.
Η φυσική θεωρία του Επίκουρου, σχεδόν στο σύνολό της, έχει διασωθεί χάρις στο έργο του Επικούριου Λατίνου ποιητή Τίτου Λουκρήτιου Κάρου « Για τη Φύση των Πραγμάτων ( de rerum natura ) » που πιθανό να έζησε από 99 έως το 55 π.χ.χ. Είναι μοναδικό στο είδος του, θεωρείται δε ένα από τα αριστουργήματα της λατινικής ποίησης και αναλύει την επικούρια φυσιολογία σε 6 βιβλία με 7415 στοίχους. Θα πρέπει να επισημανθεί ότι ο Κανών και η Φυσική είναι αναγκαίο να εξετάζονται μαζί, διότι είναι συμπληρωματικά και αποτελούν ενιαίο σύνολο. Θεωρούμενα ως μία ενότητα, τα κριτήρια της αληθείας και η περί φύσεως θεωρία εκφράζουν με απλό τρόπο την οντο-γνωσιολογική θεωρία του Επίκουρου. Ο Διογένης Λαέρτιος επισημαίνει την συμπληρωματικότητα και το ενιαίο μεταξύ του Κανόνα και της Φυσικής :
« Συνήθως κατατάσσουν το Κανονικό μαζί με τη φυσική, και ονομάζουν το πρώτο από αυτά, μέρος που πραγματεύεται το κρητίριο και την πρώτη αρχή, ή στοιχειώδες μέρος της φιλοσοφίας « περί κριτηρίου και ἀρχῆς, και στοιχειωτικόν»,, ενώ λένε ότι η φυσική κάνει λόγο « περί γενέσεως καί φθορᾶς καί περί φύσεως ».
Με τον Κανόνα ο Επίκουρος υιοθετεί τις απαραίτητες κατά βάση εμπειρικές αρχές ή κριτήρια ( το τετραπλό κριτήριο της αληθείας ), που αποτελούν αναγκαία και ικανή συνθήκη ώστε τα συμπεράσματα μας για τη φύση του κόσμου και τη θέση του ανθρώπου μέσα σ΄αυτόν να είναι έγκυρα. Το τετραπλό λοιπόν αυτό κριτήριο της αληθείας αποτελείται από τις αἰσθήσεις, τα πάθη ( συναισθήματα, συγκινήσεις ), τις προλήψεις ( έννοιες των πραγμάτων που βρίσκονται εκ των προτέρων αποθηκευμένες στο νου ) και τις φανταστικές ἐπιβολές τῆς διανοίας ( διορατικές συλλήψεις του νου ). Το τετρακριτήριο υπαγορεύει τους κανόνες της επιστημονικής έρευνας της φύσης ( της φυσιολογίας ), και τη μέθοδο που πρέπει να ακολουθείται για την έρευνα των φαινομένων. Όλα τα φαινόμενα καταδεικνύουν την πραγματικότητα. Και όλη η πραγματικότητα μπορεί να γίνει αντιληπτή. Η Επικούρια φυσιολογία, όπως παρουσιάζεται στην Επιστολή προς Ηρόδοτο, θεμελιώνεται στην ατομική φυσική, που θέτει ως αξίωμα την ύπαρξη αφ΄ενός των ατόμων ( αδιαιρέτων στοιχείων ), «άρα,οι πρώτες αρχές είναι κατ΄ανάγκη άτομες σωματικές φύσεις» και αφ΄ετέρου του κενού «και πέρα από τα σώματα και το κενό, δεν μπορεί να εννοηθεί τίποτα άλλο, ούτε μέσω της άμεσης αντίληψης ( οὔτε περιληπτικῶς ) ούτε σε αναλογία με τα άμεσως αντιληπτά (οὔτε ἀναλόγως τοῖς περιληπτοῖς )», σε συνδιασμό με την εμπειρική μεθοδολογία βασισμένη στην αρχή της επιμαρτύρησης και της αντιμαρτύρησης, και το αξίωμα της πλήρους αναλογίας.
Κατά τον Επίκουρο, αληθείς γνώμες είναι εκείνες που επιβεβαιώνονται και δεν αμφισβητούνται από το ολοφάνερο, ενώ ψευδείς γνώμες είναι εκείνες που δεν επιβεβαιώνονται και αμφισβητούνται από το ολοφάνερο.
Το αξίωμα της πλήρους αναλογίας βασίζεται στην παραδοχή ότι για όλα τα σώματα στη φύση ισχύουν οι ίδιοι φυσικοί νόμοι και κατά συνέπεια «εφόσον όλα τα γνωστά επι μέρους στοιχεία δύο σωμάτων είναι όμοια, τότε θα είναι όμοια και τα άγνωστα στοιχεία τους». Οι δύο αυτές όψεις της οντο-γνωσιολογικής θεωρίας του Επίκουρου, ( η φυσική και ο κανών ) παρουσιάζουν μια σαφή και λογικά συνεπή εικόνα αφ΄ενός του φυσικού κόσμου και αφ΄ετέρου των δυνατοτήτων της ανθρώπινης γνώσης, αλλά συγχρόνως θεωρούνται και ως αναγκαία προϋπόθεση και προπαρασκευή για την επιδίωξη του τελικού σκοπού του ανθρώπου, που είναι το εὖ ζῆν και η επίτευξη της εὐδαιμονίας. Η επιδίωξη αυτή βασίζεται στην κατανόηση της ανθρώπινης φύσης και των ορίων της ανθρώπινης πράξης. Ο Επίκουρος, σε αντίθεση με άλλους φιλοσόφους, ενδιαφέρεται για την κατανόηση της φύσης, σαν προϋπόθεση του κύριου μελήματος και ενδιαφέροντος της φιλοσοφίας του, που είναι η ηθική θεωρία, δηλαδη οι αρχές που καθοδηγούν την ανθρώπινη δράση με σκοπό την επιδίωξη του το εὖ ζῆν και της εὐδαιμονίας . Συνεπώς το Κανονικόν και η Φυσική υπηρετούν ένα ωφελιμιστικό σκοπό, την προετοιμασία και την εκπαίδευση του ατόμου για μια γαλήνια ζωή, που οδηγεί στην κατάκτηση της ευδαιμονίας. Σ΄ αυτό το πλαίσιο, λοιπόν, η χρήση της αρχής της επιμαρτύρησης και αντιμαρτύρησης δεν έχει σκοπό την επίτευξη μιας εξαντλητικής επιστημονικής θεωρίας που θα εξηγεί τη φύση και τα φαινόμενα αλλά αντίθετα, επικεντρώνεται σε μια μέθοδο, που σκοπό έχει να εξαλείψει τη σύγχυση και την άγνοια σχετικά με τη φύση και τα φαινόμενα και τον φόβο και την ταραχή που φέρνουν στην ανθρώπινη ψυχή. Επομένως, ακόμη και αντιφατικές θεωρίες για τη φύση κάποιου συγκεκριμένου φαινομένου, μπορούν να συνυπάρχουν, εφ΄όσον δεν διαψεύδονται από τη μαρτυρία των τεσσάρων κριτηρίων της αληθείας και κυρίως από τη μαρτυρία που παρέχεται από τα δύο πρώτα ( αισθητηριακή αντίληψη και συναίσθημα), αφόυ η εγκυρότητα τέτοιων μαρτυριών πάντα υπερέχει. Εξ΄ άλλου θεωρίες που εξηγούν φαινόμενα, τα οποία βασίζονται σε πολλαπλές αιτίες, είναι συμβατές με την ίδια τη φύση της πραγματικότητας, αλλά το κυριότερο, είναι χρήσιμες και αναγκαίες για διώξουν τον φόβο και την ταραχή από την ψυχή του ανθρώπου. Η άγνοια και η σύγχυση ως προς τα αίτια των φυσικών φαινομένων και των συνεπειών τους στην ανθρώπινη ζωή, εμποδίζουν κάθε προσπάθεια επιδίωξης της ευδαιμονίας.
Στην Επιστολή προς Ηρόδοτο ο Επίκουρος αναφέρει χαρακτηριστικά:
«πρέπει επίσης, να θεωρούμε ότι έργο της φυσιολογίας ( φυσικής επιστήμης ) είναι να εξακριβώσουμε την αιτία των κυριοτέρων φαινομένων και ότι η μακαριότητα μας εξαρτάται από τη γνώση των ουρανίων φαινομένων και της αληθούς φύσης των ουρανίων σωμάτων και όσα σχετίζονται με την αυτή γνώση. Ακόμη ότι δεν έχει σημασία η πολλαπλότητα των αιτίων και το ενδεχόμενο ότι μπορεί να είναι αλλίως τα πράγματα, αλλά απλώς να πιστεύουμε ότι τίποτα, απ΄όσα προκαλούν αμφιβολία ή ταραχή, δεν συνδέονται με την άφθαρτη και μακάρια φύση, κάτι που είναι απλό για να το καταλάβει η διάνοιά μας.»
«γι΄αυτό, λοιπόν ανακαλύπτουμε πολλές αιτίες για τις τροπές, τις δύσεις, τις ανατολές τις εκλείψεις και τα παρόμοια, όπως κανουμε και με τα επιμέρους ζητήματα, και δεν πρέπει να πιστεύουμε ότι η ενασχόληση με αυτά δεν θα αντλήσει τόση ακρίβεια όση συμβάλλει στην αταραξία και στη μακαριότητα μας. Παρατηρώντας, λοιπόν, με πόσους τρόπους προκύπτει το ίδιο φαινόμενο, πρέπει να αιτιολογήσουμε τα ουράνια φαινόμενα και κάθε τι αφανές, περιφρονώντας, όσους δεν γνωρίζουν είτε το ότι το φαινόμενο γίνεται με έναν τρόπο, είτε ότι υπάρχει, είτε ότι γίνεται με πολλούς τρόπους, ενώ παραβλέπουν όσα γίνονται φανερά από απόσταση, και επιπλέον αγνοούν πότε δεν μπορούν να παραμείνουν ατάραχοι και πότε μπορούν.
Αν, λοιπόν υποπτευόμαστε, ότι ένα φαινόμενο ενδέχεται να συμβαίνει με συγκεκριμένο τρόπο και μέσα σε συνθήκες που εξίσου δεν προκαλούν ταραχή, γνωρίζοντας το ίδιο μπορεί να συμβαίνει με πολλούς τρόπους, θα παραμείνουμε ατάραχοι, σαν να γνωρίζουμε ότι συμβαίνει με συγκεκριμένο τρόπο.»
Στην Επιστολή προς Πυθοκλή γράφει :
« Πρώτα να θεωρείς ότι δεν υπάρχει κανένας άλλος σκοπός για τη γνώση των μετεωρολογικών -είτε σε συνάφεια με άλλα είτε αυτοτελώς – εκτός από την αταραξία και τη σταθερή πεποίθηση, όπως συμβαίνουν και με τις άλλες γνώσεις, ένω δεν πρέπει να αποσπούμε βίαια το αδύνατο, ούτε να επιζητούμε την πλήρη κατανόηση του κάθε πράγματος, ούτε την ξεκάθαρη διερεύνησή του, όπως κάνουμε με τα ζητήματα της ανθρώπινης ζωής ή με τα άλλα φυσικά προβλήματα, εκείνα που ασχολούνται για παράδειγμα με το σύμπαν, που αποτελείται από σώματα και ανέγγιχτη φύση, ή με τα άτομα στοιχεία και με όλα τα παρόμοια, με όσα επιδέχονται μόνο μια εξήγηση για τα φαινόμενα, πράγμα που δεν ισχύει στα μετεωρολογικά, αφού αυτά επιδέχονται πολλαπλές αιτίες για τη γένεση και την ουσία τους, και όλες σύμφωνες με τις αισθήσεις.»
« Δεν πρέπει, λοιπόν, όταν μελετούμε τη φύση να βασιζόμαστε σε κενούς δογματισμούς ( ἀξιώματα κενά ) και σε αυθαίρετους νόμους, αλλά σε ότι μας υπαγορεύουν τα φαινόμενα . Διότι η ζωή μας δεν χρειάζεται τον παραλογισμό και τις κενές δοξασίες, αλλά την αταραξία μας ( ἀθορύβως ἡμᾶς ζῆν ). Τα πάντα παραμένουν ακλόνητα αν εξηγηθούν με την μέθοδο των πολλαπλών αιτίων ( κατά πλεοναχόν τρόπον ) σε συμφωνία πάντοτε με τα φαινόμενα, όταν αποδεχόμαστε, όπως θα έπρεπε, μια εύλογη εξήγησή τους . Αν όμως αποδεχθούμε μια θεωρία και απορρίψουμε μιάν άλλη, τη στιγμή που και η άλλη συμφωνεί με τα φαινόμενα, είναι φανερό ότι εγκαταλείπουμε τη σφαίρα της επιστημονικής έρευνας και κατρακυλάμε στη μυθολογία. »
Η φυσιολογία για τον Επίκουρο έχει πρακτικό χαρακτήρα για την ανθρώπινη ζωή. Η επιστημονική έρευνα δεν είναι αυτοσκοπός,αλλά μέσο για την επιδίωξη της ευδαιμονίας, με βάση τη κοινή λογική και ερμηνεία της φύσης και των φυσικών φαινομένων και την επίδρασή τους στην ανθρώπινη ζωή. Οι γνώσεις για τα αίτια και τη λειτουργία των φυσικών φαινομένων, δεν είναι αναγκαίο να προχωρούν σε βάθος στη διερεύνηση των θεμάτων και στην εξαντλητική έρευνα πάνω σ΄αυτά, είναι όμως απαραίτητες, παρά το σχετικό χαρακτήρα τους, για την εξάλειψη του φόβου και της ανησυχίας που προκαλούν οι εσφαλμένες ιδέες ( μυθικές, θρησκευτικές, μεταφυσικές αντιλήψεις κλπ) για τη φύση και τη λειτουργία του κόσμου και για την επίδρασή τους στην ανθρώπινη ζωή και δράση.
Έτσι στην Επιστολή προς Ηρόδοτο γράφει χαρακτηριστικά:
« Εκείνο που πάνω απ΄όλα αυτά, όμως, πρέπει να κατανοήσουμε είναι ότι η μεγαλύτερη ταραχη στις ανθρώπινες ψυχές προέρχεται από την πίστη ότι τα ίδια πράγματα είναι μακάρια και άφθαρτα, ενώ αντίθετα διακρίνονται ταυτόχρονα για τις επιθυμίες ( βουλήσεις ) και τις δράσεις και τα κίνητρα ( αἰτίας ) και επίσης από το ότι περιμένουμε ότι θα υποστούμε αιώνια δεινά, όπως λένε οι μύθοι και ακόμη, από το ότι οι άνθρωποι φοβούνται την κατάσταση αναισθησίας που επέρχεται με το θάνατο θαρρείς και τους αφορά αυτή η κατάσταση. Και ακόμα από το γεγονός ότι τα παθαίνουν αυτά εξ΄αιτίας μιας παράλογης προδιάθεσης . Καθώς μάλιστα δεν προσδιορίζουν το δεινό και νοιώθουν την ίδια ή μεγαλύτερη ταραχή απ΄όση θα ένοιωθαν αν πίστευαν ότι τα παθαίνουν εξαιτίας κάποιας έλλογης πεποίθησης. Όμως αταραξία σημαίνει λύτρωση από όλα τούτα και διατήρηση στη μνήμη μας των γενικών και σημαντικοτέρων αρχών.
Επομένως πρέπει να δίνουμε προσοχή στις παρούσες αισθήσεις και συναισθήματα, είτε πρόκειται για κοινές σε όλους τους ανθρώπους, είτε για τις προσωπικές μας, καθώς και στην ἐνάργεια που μας προσφέρει άμεσα το κάθε κριτήριο της αληθείας. Διότι, εάν δόσουμε σε αυτά προσοχή, θα εξιχνιάσουμε την προέλευση της ταραχής και του φόβου και θα τα εξαλείψουμε, εξηγώντας ορθά τα ουράνια φαινόμενα και όλα τα υπόλοιπα, που συνεχώς μας συμβαίνουν και φοβίζουν σε ύψιστο βαθμό τους υπολοίπους ανθρώπους.»
Σαν συμπέρασμα στα παραπάνω μπορούμε να διατυπώσουμε τα εξής.
Η φυσική θεωρία (φυσιολογία ) του Επίκουρου στηρίζεται σε δύο άξονες:
α) Την ανάπτυξη της ίδιας της φυσικής θεωρίας στη βάση της ατομικής θεωρίας του, σε συμφωνία με την κλασική ατομική θεωρία του Λεύκιππου και του Δημόκριτου.
β) Την άποψη ότι η επιστημονική έρευνα που βασίζεται στο τετρακριτήριο της αληθείας δεν αποτελεί αυτοσκοπό, αλλά είναι μέσο που θα επιτρέψει την επιδίωξη του εὖ ζῆν και της εὐδαιμονίας του ανθρώπου.
Η αναζήτηση της επιστημονικής εξήγησης των φαινομένων έχει σαν κύριο σκοπό να απαλλαξει το άτομο από το φόβο και την ταραχή που προκύπτουν από την άκριτη αποδοχή μη επαληθευμένων θρησκευτικών, μυθολογικών ή μεταφυσικών ιδεών για τις δυνάμεις που κυβερνούν τον κόσμο και καθορίζουν την ανθρώπινη ζωή και τις ανθρώπινες πράξεις. Η οντο-γνωσιολογία του Επίκουρου αποτελεί το απαραίτητο μέσο για την επιδίωξη της ψυχικής ηρεμίας και της ήσυχης και ειρηνικής διαβίωσης, που αποτελούν τη βάση για την επίτευξη της ευδαιμονίας και του εὖ ζῆν .
Η ζωή μας, δεν έχει ανάγκη από παραλογισμό ή άδειες γνώμες ( κεναί δόξαι). Η επιστημονική έρευνα πρέπει να δίνει απαντήσεις για την ουσία και τη λειτουργία του φυσικού κόσμου και των φαινομένων, σύμφωνα με την κοινή λογική και την κοινή αίσθηση . Έστι θα γνωρίζουμε κατά τρόπο ασφαλή τους παράγοντες που καθορίζουν την ύπαρξή μας στο κόσμο και συνεπως θα μπορέσουμε να αποφασίζουμε για τις πράξεις και τις επιλογές μας με σκοπό την επιδίωξη μιάς ζωής γεμάτης ευδαιμονία, απαλλαγμένης από αδικαιολόγητους φόβους και ταραχές.
ΛΕΩΝΙΔΑΣ Α. ΑΛΕΞΑΝΔΡΙΔΗΣ
Πολιτικός Μηχανικός
ΑΘΗΝΑ 3-2 -2011